Further tags

Αλιγάτορας + γαμώ!

Το πρώτο συνθετικό αλιγάτορας, έχει σκοπό να αποδώσει με όσο το δυνατόν εκφραστικότερο και ζωντανότερο τρόπο, την προσήλωση και την ψύχωση προς στο αντικείμενο που αρεσκόμεθα να καλούμε... «μουνί».

Όπως ο αδίστακτος αλιγάτορας, ένας πραγματικός δολοφόνος της φύσης, θανατώνει το θήραμά του, έτσι κι ο αληγάμουρας γαμάει το θήραμά του.

Είναι, με άλλα λόγια, ο τύπος που όχι απλώς γαμάει, αλλά σαρώνει στην κυριολεξία. Ο τύπος ανδρός για τον οποίο το μουνί δεν είναι πλέον διασκέδαση, αναπαραγωγή ή έστω και χόμπι. Είναι αντικείμενο σπουδών, τροφή και στη χειρότερη...; ΠΡΡΡΕΖΑΑΑΑΑΑ!

Φυσικά τέτοιου είδους όντα καταντάνε να καταλάβουν γύρω στα 50 τους ότι δεν έκαναν τίποτε το χρήσιμο και αξιοσημείωτο στη ζωή τους, αφού αναλώθηκαν εκεί, πράγμα που μπορεί να οδηγήσει στην ψυχολογική τους κατάρρευση.

ΕΓΩ!
PS: ΒΟΗΘΕΙΑ...

(από Vrastaman, 19/09/10)Κι ο Αλή Πασάς, ως αλη γάμουρας πηδούσε τα πάντα (*.*) (από GATZMAN, 19/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλητάμπουρας + γαμώ! Ο ξέμπαρκος που γαμεί ό,τι βρει, εφόσον χαρακτηρίζεται από έλλειψη προτύπων γυναικείας ομορφιάς. Είναι η «ευτελής» έκδοση του γαμίκουλα.

Στο μυαλό μου, είναι ο τέλειος τύπος για τσόντα... Ο Γκουσγκούνης!!

- Πωπω ρε δικέ μου! Τι κάνει αυτός ο Βασίλης και γαμάει συνέχεια;
- Σιγά ρε μαλάκα. Τέτοιος αληγάμουρας που είναι, τί περίμενες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχεις υπόψη σου τον καταρράχτη Νιαγάρα; Φσντάσου τώρα ένα κολοσσιαίο αιδοίο στη θέση του... That's right!

Με άλλα λόγια το αιδοίο που έχει υγρανθεί τόσο πολύ που νομίζεις ότι αν τον κόψεις και το βάλεις στόχο από μακριά, θα μπει τόσο εύκολα όσο έβαζε τα τρίποντα ο Μάικλ Τζόρνταν.

Και για να με νιώσεις περισσότερο, άσκηση για το «σπίτι» (ναι με «» γιατί μπορεί να μη σας εμπνέει το σπίτι σου βρε αδερφέ): Παρατήρησε πόσο έχει υγρανθεί το μουνί της γυναίκας σου 5 λεπτά αφού της τον βάλεις! Δε γαμιέστε, απλά γλυστράτε! Δεν γαμάς γυναίκα, αλλά θάλασσα!

- Για πες ρε κολλητέ, τί λέει η μικρή στο κρεβάτι;
-Τ α πάμε πολύ καλά, μουνιαγάρας γίνεται όταν το κάνουμε!

Παγωμένος Νιαγάρας (από Khan, 19/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο πάρσιμο, γαμήσιμος, φακάμπλ.

- Γιατί δε βγαίνεις με το Βαγγέλη ρε Πόπη;
- Δεν ξέρω, είναι λίγο κάγκουρας...
- Ναι αλλά είναι πάρταμπλ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τραμπούκος + πούστης! Απλά, ο πούστης (ναι, ο γνωστός) με τάσεις τραμπουκισμού. Και πούστης και νταής, δηλαδή. Ο μάγκας πούστης ας πούμε.

Επίσης, παρακαλώ νιώστε ελεύθεροι να το χρησιμοποιήσετε και στην ακριβώς αντίθετη περίπτωση: για τον τραμπούκο που θα έρθει να σας κολλήσει μαγκιές για να το παίξει ιστορία, κι εσείς, πολύ άνετα, με ένα χαστούκι και με ένα «η μαμά σου το ξέρει ότι είσαι έξω τέτοια ώρα;», θα τον κάνετε να φύγει μυξοκλαίγοντας.

- Άσε ρε, ήρθε χτες έξω απ' το κλαμπ ένα μαλακισμένο που είχε όρεξη για ξύλο και μου κόλλαγε.
- Κι εσύ τι έκανες;
- Τί να κάνω;Τον αγνόησα μέχρι που μου 'σπασε τ' αρχίδια και τελικά τον άρχισα στα χαστούκια, οπότε κι έφυγε μυξοκλαίγοντας.
- Χαχαχα... τι τραμπουκόπουστας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το facebook και την τουρκική κατάληξη -κλού.

Κυριολεκτικά, αυτή που ασχολείται με το facebook.

Λόγω όμως...

...η λέξη φεϊσμπουκλού αποκτά επιπλέον βάθος (όχι πολύ όμως) προσδίδοντας στο άτομο που χαρακτηρίζει αρκετά υπονοούμενα κι έτσι μπορεί να χρησιμοποιείται χαλαρά και ως πασπαρτού (χωρίς φυσικά να θέλει να πει κάτι το ιδιαίτερο).

- Είσαι μια φεϊσμπουκλού εσύ..!
(Το άκουσα ανάμεσα σε δύο κάγκουρες στα Ταμπούρια)

Θώδη στη νοηματική (από protnet, 17/09/10)(από Khan, 01/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάθομαι με τις ώρες στο YouTube, συνήθως μέσω της αέναης ακολουθίας των related videos, με ή χωρίς τη συνοδεία τσιγάρου/καφέ/αλκοόλ/ναρκωτικών.

Βλ. και youtube poop

- Πώς είσαι έτσι, ρε μαλάκα; Δεν κοιμήθηκες καθόλου;
- Μπα... Γιουτιουμπάριζα όλη νύχτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαιγνιακή μετατροπή των Κυκλώπειων Τειχών.

Χρησιμοποιείται όταν δεχόμαστε επίθεση από «οργανωμένες ομάδες» κουνουπιών, μυγακίων και σκνιπών.

  1. - Άκυρο για αύριο, δε μπορώ να έρθω να κοινωνήσω.
    - Παραγουάη;
    - Γιατί, όπως πήγαινα στη δουλειά με το ποδήλατο, σκάει μπροστά μου ένα κωνώπειο τείχος, και πρέπει να κατάπια μερικά. Τζαμπέ όλη η νηστεία.

  2. Και μόλις πιάνω την κατηφόρα για Βέροια, αρχίζουν να σκάνε μύτη τα πρώτα κωνώπεια τείχη. Όταν δε έφτασα στο Δήμο Δέλτα, έγιναν αδιαπέραστα. Πάει το γυάλισμα στο κάρο.

Με το μωβ-ροζ χρώμα στη μέση αριστερά.Ο χάρτης αφορά το προσχέδιο νόμου του "Καλλικράτη".\'Εχουν γίνει αλλαγές στη δυτική πλευρά της Περιφερειακής Ενότητας (πλέον) Θεσσαλονίκης (από assosmalakos, 13/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η κωλοφωτιά στο Κυκλαδίτικο ιδίωμα, το μαμούνι δηλαδή του γιαλού.

  2. Συνομοταξία πρηξαρχίδως που υπεραναλύει τα πάντα με τετριμμένα κλισέ της ποπ-ψυχολογίας. Εκ του γιαλόμα και του γαμοσλανγκοτέτοιου «-μούνα».

  1. - Σας στέλνω μια πανέμορφη πυγολαμπίδα να φωτίζει την κάθε σας στιγμή!!!zzzzzzzzzzzzzz.................... πείτε την και κωλοφωτίτσα :) ή και γιαλομαμούνα όπως τη λένε στα νησιά!!!
    (εδώ)

  2. - Το νησί που λαμπιρίζει σα γιαλομαμούνα στα περιοδικά και τις τηλεοράσεις, που αποκαλύπτει μια ντίσνεϋλαντ κι όχι έναν ιστορικό οικισμό καθώς πλησιάζεις απ’ τη θάλασσα, που μουλιάζει σαν τον μπακαλιάρο στις ακριβές πισίνες, που ξημερώνεται ντοπαρισμένο με live streaming στα κλαμπ και πουλάει την εσωτερική αρμονία στα spa...
    (για την Μύκονο, εκεί)

  3. Καυλαγόρας: - Τι όμορφη που είσαι σήμερα!
    Πρηξαρχίδοβα: - Και γιατί ειδικά σήμερα και όχι χθες; Και με ποια κριτήρια ορίζεις την ομορφιά; Καυλαγόρας: - Μπη στα διάλα, γιαλομαμούνα!

Το μικρό μαγαζάκι Γιαλομαμούνα στην Χώρα της Άνδρου... (από Vrastaman, 13/09/10)Γιαλομαμούνα Κυκλαδική (από Vrastaman, 13/09/10)Mme Yalom, teh original Yalomamouna (από Vrastaman, 13/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίκληση ταπεινοφροσύνης, σκέψης, περισυλλογής. Χρησιμοποιείται και ως αντίβαρο σε υπερβολική επίδειξη, εξόφθαλμο ψέμα, υπερβολή, σφάλμα κ.λπ.

Πιθανότερη προέλευση ο ζουμπάς, ήτοι κοντός. Στην προκειμένη περίπτωση χαρακτηρίζει τη μείωση του ύψους όταν σκύβεις το κεφάλι ως ένδειξη ταπεινότητας και περισυλλογής...

- Λοιπόν, χθες στο μπάσκετ έβαλα ίσαμε 15 τρίποντα με ποσοστό ευστοχίας 150%
- Ώπα ρε μεγάλε, ζουμπαδιάσου και μίλα σοβαρά - με μπαλάκι του τένις σούταρες;

Ζουμπαδιάσου και σακουλέψου (από gagman, 10/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified