Further tags

Ειδική συσκευή για να διώχνει τους/τις υποψήφιους συζύγους που σου εμφανίζουν κάθε τόσο οι γονείς σου προκειμένου να τακτοποιηθείς και να τους κάνεις εγγονάκια.

Η Μαρία καλησπέρισε τον μουρόχαβλο που της σύστησε η μάνα της και άναψε τον ανεμνηστήρα στο φουλ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H λέξη γωριλάς, προκύπτει εκ των λέξεων γορίλλας και ωριλά.

Αναφέροντας τον όρο, αναφερόμαστε εμφατικά στον ωτορινολαρυγγολόγο (ωριλά) που, κρύβοντας άγριες διαθέσεις γορίλλα μέσα του, δεν ενδιαφέρεται να γιατρέψει τους ασθενείς του, αλλά να γιατρέψει την ασθένειά του, που δεν είναι άλλη από την φιλαργυρία του. Αυτός θεωρεί την ανάγκη του άλλου πηγή γιατρειάς της δικής του ανάγκης (ματαχρή).

Εννοείται πως βλέπει τους ασθενείς ως πελάτες. Ξέρει πως ο κόσμος δίνει πρώτη προτεραιότητα στο θέμα της υγείας του, γεγονός που το εκμεταλλεύεται σαν πονηρή αλεπού και έτσι προσπαθεί να σφάξει οικονομικά, τους δόλιους τους ασθενείς. Καλό λαμόγιο!

Μπορεί να έχει γνώσεις & δεξιότητες γορίλλα σε ωριλά θέματα (με την έννοια πως δεν κατέχει το άθλημα). Ωστόσο όμως, μπορεί να είναι γάτος που, με τα επικοινωνιακά του παιχνίδια, να μπορεί να τουμπάρει τα μπιφτέκια ανάποδα, παγιδεύοντας τον ασθενή. Μιλάμε ωστόσο για παιχνίδια με ημερομηνία λήξεως, αφού αργά ή γρήγορα θα φανεί η αλήθεια.

Ένας τέτοιος γωριλάς θα μπορούσε, χωρίς να είναι ικανός να κάνει τίποτα ουσιαστικό για τον ασθενή, να βρίσκει τρόπους να δικαιολογεί την απραξία του. Με διάφορα επικοινωνιακά τεχνάσματα θα μπορούσε να συντηρεί στον ασθενή την ελπίδα, για να μπορεί να τον αρμέγει κανονικά. Θα μπορούσε ακόμη, να του κάνει τη... ζημιά στο χειρουργείο και να τη δικαιολογήσει κι από πάνω. Εμ... Σαράντα χρόνια... Γιατρός σπούδασε, ή δικηγόρος;

Αποτείνω τις ευχαριστίες μου στον ΡΤΠ, που με τη διεισδυτική ματιά του, ως σκυλί γατόνι, θεώρησε πως ο όρος θα μπορούσε να έχει χρηστική αξία και ανέβασε το λήμμα στο Δ.Π. Θένκια επίσης στην ironick που άνοιξε το δρόμο στο λήμμα ωριλά, αλλά και στον Βράσταμαν που, αφενός συνέχισε τον δρόμο μιλώντας για τους ωτορινολαρυγγοφάγους, αφεδύο, επειδή ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο γωριλά στα νερά μας (slang.gr), και αφετρία για το κατάλληλο μήδι του, που επισυνάπτω και εδώ.

Σημείωση

1) Οπως έχει αναφερθεί και εδώ αλλά όπως φαίνεται και εδώ (βλ. σχόλια), δεν μιλάμε για όλους τους ωτορινολαρυγγολόγους. Μιλάμε για τους κακούς ωριλάδες που αμαυρώνουν τη φήμη των καλών συναδέλφων τους.

2) Ο γωριλάς έχει κάνει την... πλαστική, ώστε να μη διακρίνει κανείς εύκολα το γορίλλα που κρύβει μέσα του.

3) Όπως φαίνεται, οι γωριλάδες σφάζουν. Κάποιοι βεβαίως σφάζουν με το γάντι (χειρουργικό, ή μεταφορικό).

4) Την ιδιότητα κάποιου να πλουτίσει εκμεταλλευόμενος άλλους δεν την έχουν, κατ' αποκλειστικότητα, οι αναποτελεσματικοί ωριλάδες. Θα μπορούσαν να την έχουν οι πάντες που, ανεξαρτήτως επαγγέλματος, σκέφτονται με αντίστοιχο τρόπο (απομύζηση κόσμου) και τους τυχαίνουν οι κατάλληλες ευκαιρίες για να το κάνουν.

5) Υπάρχουν παραδείγματα που αντανακλούν πρακτικές και επικοινωνιακά τερτίπια γωριλάδων. Για λόγους αποφυγής πλατειάσματος, παραπέμπω σ' αυτά, στα σχόλια μου, στο λήμμα ωριλά. Εκεί, διακρίνονται εύκολα αυτά που πληρούν τον ορισμό «γωριλάς».

Συζήτηση, κάπου στη Αθήνα.
- Άλλα σου λέω, αλλά ακούς. Βγάλε τα γράσα απ' τα αυτιάεπιτέλους.
- Άσ' τα... Αφενός έχω καραμπινάτο ωριλά πρόβλημα και αφεδύο, έχω πρόβλημα στο ότι δεν μπορώ να βρω σωστόν ωριλά. Έχω πάει σε δέκα και οι δέκα ήταν γωριλάδες, άρτι αφιχθέντες από τη ζούγκλα. Τους έδιωξε ο Ταρζάν κι ήρθαν στην Μπανανία. Άσ' τα... Είτε έπεφτα σε άσχετους μπλαμπλαδολόγους, είτε σε χασάπηδες, είτε σε εκμεταλλευτές του κερατά. Δεν ψάχνω για γαμημένο ωριλά. Όχι. Για ωριλά ψάχνω. Ξέρεις κανέναν;
- Ναι ξέρω έναν ωριλά με Ω κεφαλαίο. Αλλά είναι στη Θεσσαλονίκη.
- Ναι ρε και εγώ ξέρω κάποιον υπόγειο. Με τον πόνο μου παίζεις;

Βραστό μήδι (από GATZMAN, 21/04/09)Ιπποκράτης:Δε θα μπορούσα ποτέ να φαντάστώ πως κάποιος γωριλάς, θα έδινε τον όρκο μου. Ποιός είμαι ο Ταρζάν, ή ο Μάκης; (από GATZMAN, 21/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως γυναίκα που αρέσκεται να καταπίνει το σπέρμα δίχως φειδώ, αιδώ κι αμφιβολίες. Μάλιστα, ο ρυθμός πόσης του είναι αντιστρόφως ανάλογος με την καθαρότητα αυτού που την σπερμοχύνει. Άλλο στοιχείο που χαρακτηρίζει μια καταπιοσπερμιόλα είναι πως ζει για να καταπίνει.

Χμ... μια υπέροχη σύνθετη λέξη αποτελούμενη ουσιαστικά από τις ρίζες των κάτωθι:
ρήμα: καταπίνω (να καταπιώ)
ουσιαστικό: σπέρμα(το... γνωστό παχύρρευστο και κατέχων εξέχουσα και ξεχωριστή θέση στις καρδιές... εχμ, πιο σωστά στα λαρύγγια, αλησμόνητων κυριών-ενίοτε και «κύριων»)
και την κατάληξη του επιθετικού προσδιορισμού γαμιόλα

τουτέστιν ΚΑΤΑΠΙΟΣΠΕΡΜΙΌΛΑ (τα κεφάλαια προαιρετικά προς έμφαση).

Αντώνης: - Και που λες, πάλι σήμερα στη δουλειά κατάφερε να με συγχύσει το πουτανάκι η Έλσα.
Λεωνίδας: - Έλα μωρέ φίλε, ακόμα ασχολείσαι με την καταπιοσπερμιόλα... Πάψε να ασχολείσαι, αυτή πίνει το καταπιόσπερμα.

(από Galadriel, 22/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ετοιμόλογος, που έχει πάντα έτοιμη μια σλανγκική ατάκα για κάθε μα κάθε περίσταση. Στο τέλος, ο λόγος του αποτελεί ένα «slangical» (κατά το musical), δηλαδή μιλά αποκλειστικά με σλανγκοατάκες.

Στην αρχή εντυπωσιάζει φίλους και παρέα, που τον καλούν για να διασκεδάσουν μαζί του, αλλά σταδιακά τον θεωρούν γραφικό. Προσοχή, η διαφορά μεταξύ του ετοιμόσλανγκου και του σλανγκοπαθούς είναι πολύ λεπτή, όπως ανάμεσα στον νευρωτικό και τον ψυχωτικό.

Σλάνγκος ετοιμόσλανγκος τρώει το μπουζουκοδάνειό του με παρέα αμύητων και σχολιάζουν τις μπουζουκομούνες:

Αμύητοι: - Χάλια φωνή η τύπισσα, αλλά τι μπούτια!
Σλάνγκος Ετοιμόσλανγκος: - Ναι, η Κακοφωνίξ! Από φωνή μουνί κι από μουνί φωνάρα!
Α.: - Χα χα! Καλό! Έχει όμως κάτι καμπύλες!
Σ.Ε.: - Ναι, ανήκει στον τύπο κλεψυδρομούνα και μάλιστα αρχοντομούνα παρά την λαϊκή της προέλευση.
Α.: - Φιλάρα, τι πετάς! Ένα ένα να σε προλαβαίνουμε!
Σ.Ε.: - Όχι σαν την διπλανή της, που είναι αχλαδομούνα και την άλλη αριστερά που είναι μηλαρού. Δεν λέω, κι η άλλη η λεβεντομούνα καλή είναι, αλλά τι τα θες; Ναι μεν ψηλό μουνί, καμαρωτό γαμήσι, αλλά και ψηλό μουνί για παρέλαση, κοντό για κρεβάτι. Αν ρωτάτε την γνώμη μου προτιμώ να δείξω το ηλιοβασίλεμα στους θάμνους σε μια πιπινέζα!
Α.: - Όπα όπα μεγάλε! Δεν σε προλαβαίνουμε! Για σπάσ' τα και ξαναρίχτα!
Σ.Ε.: - Χα χα καλό! Διαβάζεις κι εσύ slang.gr; Έχεις διαβάσει τον ορισμό της Pirate Jenny απ' τον κύκλο των χαμένων σλανγκιστών; Χα χα! Χήρα του Μ.Α.Ο.! Χήρα του Μ.Α.Ο.!
Α.: - Ποια χήρα καλέ;
Σ.Ε.: Αυτή μωρέ, η γυναίκα του ρουμάνου της Κίνας!
Α.: - Τι; Ε; Πού βρέθηκε Ρουμάνα στην Κίνα;
Σ.Ε.: - Μα δεν ήταν από την Ρουμανία, από την Δανία ήταν η χήρα, για την ακρίβεια από την Λολάνδη.
Α.: - Δεν τον αντέχω άλλο, μαζέψτε τον τον γραφικό!

(Και καταφτάνει το ασθενοφόρο για το ειδικό τρελοκομείο για overslanging).

To Royal Hospital for Overacting των Monty Python θα μπορούσε να είναι και Royal Hospital for Overslanging (από Dirty Talking, 18/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πηδάριθμος: το σύνολο των ερωτικών συντρόφων ενός ατόμου.

Διασταυρωμένη αλήθεια: οι άντρες δίνουν πάντα μεγαλύτερο πηδάριθμο από τον πραγματικό (για ευνόητους λόγους), ενώ οι γυναίκες δίνουν πάντα μικρότερο (για ευνόητους λόγους).

- Τι πηδάριθμο έχεις;

Aπό εδώ στο lexilogia.gr

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πραγματική ονομασία του Πάσχα... με τα αρνιά... να σφάζονται.

- Καλό πάσχα.
- Καλό σφάξα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαλ (μαλάκας) + έφας (ελέφας/ελέφαντας).

Συνώνυμο του γκράντε μαλάκα σε light edition.

Συνήθως χρησιμοποιείται απευθυνόμενοι σε φίλο, για να χρυσώσουμε το χάπι.

- Πάνο, να κάνουμε ένα ντου στα μουνιά που κάθονται εδώ δίπλα;
- Τι λες ρε μαλέφα, κοίτα απέναντι εκείνες τις βροντομούνες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο άνδρας που η γυναίκα του δουλεύει κι αυτός την έχει δει εισοδηματίας...

Δουλεύει 15 ώρες τη μέρα η Παναγιώτα και δεν της μένει φράγκο, γιατί της τα τρώει όλα ο χρυσοψώλης ο άνδρας της στο ΚΙΝΟ και στο στοίχημα...

Δες και -ψώλης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχει το έθιμο την Μεγάλη Παρασκευή να γυρίζουν οι πιστοί από εκκλησία σε εκκλησία, για να προσκυνούν όσους περισσότερους Επιταφίους μπορούν. Και να κάνουν και τα σχετικά καλλιστεία ποιος είναι ο ομορφότερος, όχι χωρίς τοπικιστική υπερηφάνεια («ο δικός μας είναι έτσι» κ.τ.λ.).

Στην εποχή του clubbing, το παραδοσιακό αυτό έθιμο της Μεγάλης Παρασκευής, που συνεχίζουν να το εξασκούν χριστιανόφατσες τε και χριστιανόφουστες, μετονομάστηκε σε churching (κατά το clubbing) ή Επιτάφιινγκ. Επειδή και στο clubbing (κατά μία έννοια) πας από το ένα κλαμπάκι στο άλλο, χωρίς να μένεις πολλή ώρα σε κανένα.

- Κάναμε ένα Επιτάφιινγκ την Μεγάλη Παρασκευή το μεσημέρι, και νομίζω ότι τον καλύτερο Επιτάφιο τον έχει ο Άι Γιάννης ο Τρέντης στα Κάτω Σλανγκέικα.

- Θα διαφωνήσω! Το δικό μου churching μου λέει ότι ο καλύτερος βρίσκεται στην Αγία Καραμέλα στο Άνω Σλανγκοχώρι.

(από Khan, 10/06/14)King Crimson, Epitaph, μυδασίστ Πάτσης (από Khan, 11/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη απαντάται στην Μεσσηνία, την λεβεντομάνα πολλών υπερασπιστών του έθνους μας. Περιγράφει μονολεκτικά τους εχθρούς του Ελληνισμού, ιδίως στην εποχή που ήταν πιο έντονος ο «από Βορρά κίνδυνος». Σημειωτέον το «κου» του «κουμμουνιστο-».

Είναι μια εξωνημένη συνείδηση, ένα μίσθαρνο όργανο, ένας αθεοαναρχοκουμμουνιστοσυμμορίτης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified