Further tags

Στρατοαπασχολούμενη χαμηλοαμοιβόμενη φυλή ανθρώπων με αμφίβολο παρόν και μέλλον. Σκοπός της φυλής είναι μια μεγάλη μέρα κάποιος εκπρόσωπός της (ο μεσσίας σύμφωνα με τα χαλκινα βιβλία) να καταφέρει να πάρει ένα LADA (το άγιο δισκοπότηρο) από μια μάντρα ή έναν γκρεμό να το φτιάξει και να το κάνει όσο πιο άσχημο και θορυβώδες γίνεται (που είναι το εύκολο κομμάτι), αλλά και να μπορεί να βάλει κάτω για πλάκα οποιαδήποτε Ferrari, Lamborghini ή ότι άλλο χρειαστεί (που είναι το δύσκολο κομμάτι). Σημειώνεται ότι εργαστηριακές έρευνες έδειξαν ότι δεν θα τα καταφέρει ποτέ κανείς, οπότε μοιραία ολόκληρη η φυλή είναι καταδικασμένη να αυτοκαταστραφεί.

-Πού χάθηκες ρε καραβανά;
-Πήγα Παρίςςςς που με είπαν για ένα καλό Lada σ' έναν γκρεμό, αλλά δε μ΄άρεσε.

Βλ. και καραβανάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κακός τεχνίτης.

Αυτόν φώναξες να σου διορθώσει τη βλάβη; Αυτός είναι σκιτζής!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ανεκπαίδευτος και αστοιχείωτος επαγγελματίας, ο αλμπάνης.

Λέγεται και: ξυλοσκίστης.

- Θα πας στο γιατρό Χ;
-Τρελός είμαι να πάω σ' αυτόν τον ξυλοσχίστη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαστολόγος γιατρός.

Να πας στον βυζολόγο να κοιταχτείς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εισαγγελέας (με σλανγκική αποκοπή). Παλαιάς κοπής έκφραση.

Ο λέας προφανώς δέχτηκε τη μηνυτήρια αναφορά από τον ασφαλισμένο και ενήργησε μέσα σε προβλεπόμενα πλαίσια: συμβουλεύτηκε τον προϊστάμενο της υπηρεσίας, Δ/ντη του ΚΥ. Ωστόσο, δεν μπορούσε να βρει και να διαβάσει το Π.Δ. 121;
Και ο Δ/ντης του ΚΥ; Τί πήγε και είπε στον λέα και οδηγήθηκε η υπόθεση στο ακροατήριο; (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ τηλεόρασης νεοντελάλης, ο οποίος διασώζει μία ή και τις δύο από τις παρακάτω ιδιότητες του παλιού καλού ντελάλη:

  1. Αποτελεί έναν μεσάζοντα μεταξύ του καθεστώτος και του υπηκόου. Παλιότερα ανήγγελε τα αποφασισθέντα, σήμερα τα διερμηνεύει κομψότερα στα παραθύρια, διατηρώντας ωστόσο έναν τυπικό χατζηαβατισμό.

  2. Διαλαλεί την πραμάτεια του την οποία και πουλάει προνομιακά. Σημαντικό χαρακτηριστικό του είναι η απαραίτητη φωνάρα.

  1. Οι χτεσινές εκλογές, αυτοδιοικητικές ή ό,τι άλλο σκαρφιστούν (εκ των υστέρων) οι τηλεντελάληδες του καθεστώτος, επιβεβαίωσαν πως οι Ελληνες ψηφίζουν κατά ένα μεγάλο μέρος τους οπαδικά, ένα άλλο από καθαρό προσωπικό συμφέρον και μόνο μια μειοψηφία αφού πρώτα σκεφτεί ποιοι είναι και τι θέλουν οι υποψήφιοι. (Εδώ).

  2. Αυτά λεγόντουσαν σε μια Βουλή όπου ήταν απαγορευτικό να συμμετέχουν, αγράμματοι ,« συμπαθητικοί χαζοί», γραφικοί , κομφερανσιέ, τηλεντελάληδες και παντός είδους φρούτα εποχής. (Εδώ).

  3. Καφρε ξερεις κανενα σοβαρο ιστορικο να ειναι ΤΗΛΕΝΤΕΛΑΛΗΣ;;; Καφρε η ιστορια δεν πουλιεται αλλα διδασκεται (Εδώ).

(από Khan, 30/04/13)Το καλύτερο έβερ του Αδώνιδος! (από Khan, 30/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παπάς, ο ιερέας στα καλιαρντά εκ των βακουλή (= Εκκλησία) και πουρός.

Το βακουλή χρησιμοποιείται σε πολλές λέξεις της καλιαρντής που σχετίζονται με την Εκκλησία. Ο Ηλίας Πετρόπουλος (Τα Καλιαρντά, 1971) αναφέρει ως πιθανή ετυμολογία την προέλευση από τα αβάς (abbé στα γαλλικά) και kule = πύργος στα τουρκικά.

Ο δεύτερος, σπούδασε μαθηματικός ο Μιχάλης, ήσυχο παιδί, μαζεμένο, του Θεού. Της προσευχής και της μετανοίας. Τα κατάφερε αυτός, διορίστηκε, μήνας μπαίνει, μήνας βγαίνει, πέφτει το παραδάκι, ασφαλίστηκε, έκανε και μια λατσή κρεμάλα με μια μούτζα με μπερντέ, τη νύφη μου, τη Γαρυφαλλιά. Η νύφη μου είναι ψυχικιάρα, του «Κυργιελέησον» κι αυτή και με συμπονά. Τα πάμε καλά, μου στέκεται στα δύσκολα. Στο τέλος έγινε παπάς το θεόπαιδο. Τρία αδέρφια, το καθένα κι άλλο μπαϊράκι. Ο πρώτος, καππακάππας, ο δεύτερος, βακουλοπουρός, ο τρίτος, καραλούγκρα. (Από το μυθιστόρημα του Θωμά Κοροβίνη «Ο Γύρος του Θανάτου»).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σκηνοθέτης που κάνει ταινίες μικρού μήκους, κατά κύριο λόγο συστηματικά. Δεν είναι μικρομηκάς δηλαδή κάποιος που απλά έκανε και μία μικρού μήκους.

  1. από εδώ: Μικρομηκάς εναντίον Γκερέκου: «Το χρήμα δεν είναι φίμωτρο»
  2. από εδώ: Είσαι μικρομηκάς; Να η ευκαιρία σου!
  3. από εδώ: Ο μικρομηκάς Τέρι Γκίλιαμ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή τση βιζιτούς (άκα βίζιτας), τση προσφιλούς δηλαδής νίτσας που προσφέρει υπηρεσίες βίζιτας εν είδει ντελίβερι.

- δεν έχει βάλει στη άκρη τίποτα φράγκα η Τζενούλα από την εποχή που ήταν πιπατζού και βιζιτατζού? (δαμαί)

- Το λάϊφ στάϊλ της ψωροκώσταινας αντεπιτίθεται και προωθεί ώς πετυχημένη την κάθε πατσούρα- βιζιτατζού του ελληνικού τηλεμπουρδέλου και ως ισχυρό τον τελευταίο χλιμίτζουρα που πότε με λαμογιά πότε με τσιρίγματα επί της οθόνης, κατάφερε να ζεσταίνει με τον κώλο του ένα από τα βουλευτικά έδρανα. (τσαμαί)

Εκ του γαλατικού visiter και του τουρκογενούς γαμοσλανγκοεπαγγελματικού προσδιορισμού -τζής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified