Πρακτικό αστείο κατά το οποίο ο αστειάτωρ εναποθέτει την (συνήθως βρώμικη) πατούσα του στο πρόσωπο ανυποψίαστου και συνήθως αφηρημένου θύματος.
Πρακτικό αστείο κατά το οποίο ο αστειάτωρ εναποθέτει την (συνήθως βρώμικη) πατούσα του στο πρόσωπο ανυποψίαστου και συνήθως αφηρημένου θύματος.
Βλ. και ποδομουτροfighting το παραθαλάσσιο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Λέξη αντίστοιχη με το έλεος. Χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να εκφράσουμε αγανάκτηση.
- Θα έρθεις να δούμε καμιά ταινία; Λέω να δούμε τον Μπομπ τον Σφουγγαράκη.
- Πετρέλεος ρε! 25 χρονών γομάρια τέτοια θα βλέπουμε;
Βλ. και πολυέλεος.
Got a better definition? Add it!
Πέραν του γνωστού πρωτοκόλλου ασύρματης σύνδεσης ηλεκτρονικών συσκευών σε ακτίνα 10 μέτρων, ο όρος τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται για να περιγράψει, πολύ εύγλωττα είναι αλήθεια, αυτό που τις περασμένες δεκαετίες περιέγραφε ο όρος «πρασινοφρουρός». Πέρασαν τα χρόνια, έφυγε το ΠΑΣΟΚ, ήρθε η ΝΔ και η ψηφιακή σύγκλιση, οπότε το πάλαι ποτέ «δόντι» που χρειαζόταν για να μπεις στο δημόσιο σε συνδυασμό με το «γαλάζιο» χρώμα της νέας διακυβέρνησης οδήγησαν αναπόφευκτα στη χρήση του αθώου bluetooth για την περιγραφή του φαινομένου.
- Και βλέπω ποιον, αν έχεις το Θεό σου, ρε μαλάκα; Τον Βρασίδα, τον άχρηστο, τον ΙQ ραδικιού, στο γραφείο με γραμματέα, ταμπελάκι μπροστά με τ' όνομά του, μεγαλεία πράματα. Και μετά μου λες ΑΣΕΠ και μαλακίες τούμπανα. Bluetooth αγόρι μου, bluetooth.
- Ναι, όταν τα έκανε το ΠΑΣΟΚ 20 χρόνια με τους πρασινοφρουρούς καλά ήταν.
Βλ. και δόντι, βύσμα κονέ, χαυλιόδοντας. Σχετικά: ρουσφέτι, ρουσφετοπωλείο.
Got a better definition? Add it!
Απόδοση της έκφρασης μη γαμήσω με εικονογραφημένο γρίφο (rebus, βλ. εικόνα 1).
Και οι δύο μορφές χρησιμοποιούνται για να εκφράσουν τα ίδια αρνητικά συναισθήματα, ανάλογα τα συμφραζόμενα: οργή, τσαντίλα, απαξίωση. Περιφραστικά, μπορούν να σημαίνουν:
κ.ό.κ. Συνώνυμη έκφραση για την τέταρτη χρήση είναι η μη χέσω (βλ. παράδειγμα 3).
Χαρακτηριστικά, ενώ πολλές φορές η αιτία της οργής έχει προσδιοριστεί και μάλιστα με ακρίβεια, η φράση συντάσσεται με αοριστολογικές αντωνυμίες, αφήνοντας υπονοούμενο μεν, ξεκάθαρο δε (βλ. παραδείγματα 1 και 2).
Η ρεμπουσική μορφή συναντάται εκτενώς διαδικτυακά, ως στάμπα σε μπλούζες (βλ. εικόνα 2), κ.τ.λ., ωστόσο το λήμμα απαντάται και ολογράφως, ως μία ή και δύο λέξεις.
Πάντως, θα μπορούσε κανείς να κωδικοποιήσει περαιτέρω τη φράση (βλ. εικόνα 3).
- Ποιος μαλάκας ήπιε την τελευταία κοακόλα που περιμένω δύο ώρες να παγώσει;
- Εεε... ο Τάκης νομίζω...
- Να του πεις να παίρνει δικές του άλλη φορά ο παλιομαλάκας, μυγαμήσω κάνα κώλο!
- Σαν ποιου τον κώλο, Σάκη; Τον δικό μου; Εγώ τι φταίω;
- Του Τάκη βρε μαλάκα! Συγκεντρώσου!
Κοίτα κοίτα που πάει να χωθεί ρε ο κόπανος, μυγμήσω κάνα ταρίφα πρωινιάτικα!
- Κόψε τον τύπο απέναντι, το κολλητό μπλουζάκι τον μάρανε τον λαπά!
- Ναι μυγαμήσω...
Got a better definition? Add it!
Ο έχων βύσμα συνδεδεμένο στην κονσόλα της κυβερνητικής παράταξης. Με άλλα λόγια, όταν έχεις δόντι στο νυν κυβερνητικό κόμμα.
- Έχω του κόσμου τα πτυχία, αλλά δεν μπορώ να διοριστώ.
- Ναι αλλά ουκ εν τω πολλώ το ευ φίλε μου. Έχεις παρωχημένη τεχνολογία φίλε μου. Σου λείπει το μπλου τουθ.
Got a better definition? Add it!
Απαντά με δύο τελείως ετερόκλητες σημασίες.
Πρώτον, για να δηλώσει ότι ο ντιτζέι στο μαγαζί είναι τόσο γιατομπούτσο, που άμα δεν πιεις, δεν την παλεύεις μία. Και δεύτερον, αντί του «θα τον πιούμε», δηλαδή όταν βιώνεται το χρονικό ενός προαναγγελλόμενου πέοντα.
Αποτελεί εμφανή παραποίηση ονόματος γνωστού διατρίψαντος περί την καλλιτεγνείαν, του οποίου θα διατηρήσουμε την ανωνυμία.
- Γιατί τραβιόμαστε σ' αυτό το σκατόκλαμπο κάθε φορά με τον ντιτζέι πιέστο, δεν μπορώ να το καταλάβω. Πιάσε μια γύρα σφηνάκια, κολλητέ.
- Αύριο παίζουμε με το Ξανθό Γένος.
- Καλά, ντιτζέι πιέστο. Κερνάει καπότες ο Πούτιν.
Got a better definition? Add it!
Πακέτο υπεραισθησιακών καλλονών από το Ρίο ντε Τζανέιρο που λικνίζεται σε ρυθμούς σάμπα και σε άλλους ρυθμούς λάτιν μουσικής. Το λικνιζόμενο πακέτο δύναται να ωθήσει σε ντελίριο άτομα του ανδρικού πληθυσμού. Ούτοι στην προσπάθειά τους να εστιάσουν σε επίμαχα σημεία, δύναται να οδηγηθούν σε σπερματοέκχυση όπως και σε αύξηση της οφθαλμολογικής πιέσεως που μπορεί να προκαλέσει παρέμβαση του εγκεφάλου όστις δύναται να αποστείλει μήνυμα στους δακρυγόνους αδένες μέσω του νευρωνικού δικτύου με απώτερο στόχο την παραγωγή, απελευθέρωση και έκχυση μικρής ποσότητας δακρύων. Εκ ταύτης της ιδιότητας του το κωλοίριο δύναται να δράσει ως κολλύριο.
Η λέξη κωλοίριο προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων: Κώλοι, Ρίο
Σε πλατεία του Μοσχάτου, την εποχή των Αποκριών, Βραζιλιάνες χορεύτριες συμβάλλουν στην ανύψωση της θερμοκρασίας καταμεσής του Φεβρουαρίου, παρά το κρύο που επικρατεί, πετώντας τα όλα.
Σα να λέμε: ...ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει καλοκαίρι θα μυρίσει.
Δυο φίλοι σχολιάζουν:
- Μαλάκα, ντελίριο!
- Τι ντελίριο; Για κωλοίριο πρόκειται!
Got a better definition? Add it!
Σατιρική παραφθορά της έκφρασης «άλλ' αντ' άλλων». Έχει νόημα μόνο γραπτώς. Παραπέμπει στον ηθοποιό Αλέν Ντελόν.
- Πήγες στην εκδήλωση;
- Ναι, αμέ...
- Και;
- Ε τι και... Άλαν Ντάλον έλεγε το γαμίδι το πρόγραμμα. Ούτε εκδήλωση ούτε τίποτα. Οι πόρτες κλειστές. Η ημερομηνία ήταν λάθος.
Got a better definition? Add it!
Οι γαλλομαθείς αντιλαμβάνονται την πρόταση αυτή ως: «Η Καλυψώ διαβάζει μέσα σε μια μαλακιά φωλιά στις όχθες των υδάτων.»
Διαβάστε το όμως δυνατά και με στόμφο την βουκολική αυτή πρόταση, και θα αποκτήσει εντελώς διαφορετική διάσταση!
(δυνατή ανάγνωση με στόμφο)
Καλή ψωλή dans un (μέσα σε ένα) μουνί au (στο) μπορντέλο...
Got a better definition? Add it!
Παράφραση της λέξης κοκούνινγκ η οποία, σύμφωνα με τη συνταγή, σημαίνει κάθομαι σπίτι με την παντόφλα, ανάβω κανα αρωματικό στικ και ακούω μουσική ή σαπίζω μπροστά στην τηλεόραση. Αυτό που προστίθεται στην διαδικασία του γκουζγκούνινγκ είναι το σεξ και αυτό που αποκλείεται είναι η τηλεόραση, εκτός κι αν πρόκειται να προβληθεί εκεί καμια τσόντα.
Δηλαδή, κατά το γκουζγκούνινγκ κλείνομαι μέσα στο σπίτι με το έτερο ήμισυ, πάλι φοράω παντόφλα, πάλι ανάβω στικ, πάλι βάζω μουσική να παίζει (κατά προτίμηση γαμωτζάζ) και ξεσκίζομαι στο σεξ μέχρι τελικής πτώσεως, λέμε τώρα. Ή στη μαλακία, αν δεν υπάρχει παρτενέρ (αυτό το τελευταίο είναι κυρίως για τις γυναίκες. Οι άντρες δεν το πολυβλέπω να παίζουν με στικ και μουσικούλες).
Ο λόγος για τον οποίον ο όρος γκουζγκούνινγκ αφορά τελικά περισσότερο το τρυφερό -που λέει ο λόγος- σεξ παρά το πορνώδες, είναι γιατί η λέξη φέρνει -ηχητικά- προς γουτσισμό (μπορούμε λοιπόν να λέμε και γουζγούνινγκ, αν θέλουμε...), κατάσταση δηλαδή που ταιριάζει πιο πολύ στην περίσταση παντόφλα-στικ-γαμωτζάζ παρά σε όσα έμαθε στον ελληνικό λαό π.Α. (προ Ασκητή) ο διάσημος δάσκαλος του σεξ.
- Απόψε είναι το πάρτυ του Στέλιου.
- Μωρέεεε... είμαι πολύ κουρασμένηηηη... Να μην κάτσουμε στο σπίτι μου να κάνουμε λίγο κοκούνιιινγκ;...
- Καλά, να κάνουμε λίγο κοκούνινγκ αλλά μετά θα κάνουμε και μπόλικο γκουζγκούνινγκ.
- Γκουζγκούνινγκ;! Τι είναι αυτόοοο;
- Πάμε σπίτι σου και θα σου δείξω.
Got a better definition? Add it!