Further tags

Η αρχαιότατη λέξη «οργασμός» πιθανότατα προέρχεται από ινδοευρωπαϊκή ρίζα *werg-/worg-, που δηλώνει το «φούσκωμα από δύναμη». Από εκεί πιθανόν και η «οργή» και παραδόξως (;) και η «virgo-virginis», η παρθένα. Οπότε από τα αρχαία χρόνια, παράλληλα με την πολύ συγκεκριμένη σεξουαλική έννοια, ο «οργασμός» σημαίνει και την οποιαδήποτε ένταση, κορύφωση, συσπείρωση των δυνάμεων, μένος. Έτσι, στην μη σλανγκ, μιλάμε για «οργασμό δραστηριότητας», «οικοδομικό οργασμό» κ.ά.ό., όταν παρατηρείται ένταση και κορύφωση μιας σύντονης προσπάθειας.

Ο όρος επανήλθε στην σλανγκ, όθεν και εξεπορεύθη, ως αντισλάνγκειο (κατά το «αντιδάνειο»), για να δηλώσει έναν οργασμό δραστηριότητας, όπου:
1. Η δραστηριότητα είναι η μαλακία, και ο δραστηριοποιούμενος φτάνει σε αλλεπάλληλες αυτοναρκισσευόμενες αυτοερωτικές ολοκληρώσεις.
2. Μία ή ένας ερωμένη /-ος ανέρχεται με το σπαθί της/του στην κορυφή της καριέρας της/του, επιδιδόμενος σε οργασμό δραστηριότητας.

  1. Σε οργασμό δραστηριότητας έχει επιδοθεί τον τελευταίο καιρό ο Άδωνις Γεωργιάδης: προκειμένου να προβληθεί ως σέξι λαοσπρόσβλητος ηγέτης, έχει βγει παγανιά στα κανάλια με την ευειδή σύζυγό του που τον αποκαλεί «μπουλούκο» σε σε δεύτερη παγκόσμια αποκλειστική εκτέλεση.

  2. Σε οργασμό δραστηριότητας έχει επιδοθεί η Τζούλια Αλεξανδράτου που αναζητά εναλλακτικούς τρόπους να διοχετεύσει το πληθωρικό ταλέντο της. Μετά το μόντελινγκ, σειρά έχει το τραγούδι και η ηθοποιία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην εκκλησιαστική-θεολογική γραμματεία είναι η «δεξιά χειρ» του Θεού (ανθρωπομορφικώς), η οποία βοηθά, σώζει, υπερασπίζεται τους βασιλείς τε και ευσεβείς.

Σλανγκικώς, είναι η ανίερη συμμαχία (ακρο)δεξιάς και Εκκλησίας. Έγινε της μοδός μετά τις δηλώσεις του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, αμέσως ύστερα από την πρώτη εκλογή Καραμανλή ότι του εύχεται να τον «στηρίζει η δεξιά του Κυρίου», και ότι «η δεξιά του Κυρίου» καθορίζει και πάλι τις εξελίξεις στην Ελλάδα, ή κάτι παρόμοιο (από μνήμης παραθέτω).

Με την ανάδειξη του Στυλιανίδη στο Υπουργείο Παιδείας, η Δεξιά του Υψίστου παρενέβη και έκοψε το νέο βιβλίο Ιστορίας για την Στ' Δημοτικού.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μουρίνιο λέμε κάποιον, όταν ντύνεται κάθε μέρα διαφορετικά, όταν κάνει διάφορα είδη κόμμωσης στα μαλλιά και γενικά, εμφανίζεται όπως ο πρώην προπονητής της Πόρτο και Τσέλσι και νυν της Ίντερ.

-Γεια σας μάγκες.
-Ρε μαλάκα, γιατί έβαλες λακ στα μαλλιά; Ποιος είσαι ρε, ο Μουρίνιο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Tον ήπιαμε: Πήραμε τον πούλο καθώς πίναμε φραπέ (μπορεί να συμβεί μόνο σε Έλληνες).

Our secret combination πιπα κώλο εμπλοκή
η γλώσσα μας μεγάλη μα η πούτσα μας μικρή
αντί για την Ευρώπη υποκλιθήκαμε εμείς
στα τέσσερα μας στήσαν, μας ξεσκίσαν εξαρχής

Τον ήπιαμε, μεγάλε! (από panos1962, 28/11/09)

βλ. και τιμημένο, το

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Inside joke άγαμων (κυρίως) κληρικών και μοναχών, που διαπιστώνουν ότι ναι μεν η ανακάλυψη και διάδοση της σόγιας έχει δώσει μια άλλη διάσταση κι ευχέρεια στην Σαρακοστή, καθώς τώρα υπάρχουν νηστήσιμα γάλα από σόγια, τυρί από σόγια, παγωτό από σόγια, μπριζόλες από σόγια, κιμάς από σόγια, κ.ο.κ. πλην το βασικό πρόβλημα παραμένει όσο δεν έχει ακόμη ανακαλυφθεί η γυναίκα από σόγια. Για πολλούς βέβαια από αυτούς δεν είναι ακριβώς η γυναίκα από σόγια, που αποτελεί τον καημό τους.

– Ωραίο γεύμα Αρσένιε, μπολονέζ από σόγια με παγωτό στρατσιατέλα από σόγια.
– Αχ, Ακάκιε, την γυναίκα από σόγια πότε θα την ανακαλύψουν!

Θέλουμε γυναίκα κι ας είναι και από soya (από Vrastaman, 04/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γνωστό ισπανικό τραγούδι Besame Mucho σημαίνει «φίλα με πολύ», αλλά ο Νεοέλληνας που δεν κατέχει την ισπανικήν παρά μόνο την αγγλικήν του Lower απ' το University of Pouchester και την σλανγκικήν, το έχει κατανοήσει ως «πέσαμε μούτσο». Δεδομένης όμως της σημασίας του μούτσου στην κυπριακήν τε και καλαμαρικήν, η έκφραση χρησιμοποιείται για καταστάσεις ακραίου γουτσισμού, όπου η γκόμενα χρησιμοποιεί λίγο παρά πάνω ρομαντισμό, λάτιν τραγούδια και γαμωτζάζ από την ορθή καυλωτική δοσολογία, με αποτέλεσμα να έχουμε ένα αντίθετο αντικούκου αποτέλεσμα, και να αναφωνήσουμε «πέσαμε μούτσο» παρατηρώντας τον ημίσκληρο φευ μπαργαλάτσο μας!

– Ζουζουλίνι μου, μωρουλίνι μου, λιλουλίνι μου, μπουμπούκο μου, besame mucho, καθώς ακούμε τζαζ!
– Τι besame mucho, που πέσαμε μούτσο! Βρες την με τα κηροπήγια τώρα!

Ceci n\'est pas "πέσαμε μούτσο". (από Hank, 04/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γνωστό ισπανικό τραγούδι Besame Mucho σημαίνει «φίλα με πολύ», αλλά ο Νεοκύπριος που δεν κατέχει την ισπανικήν παρά μόνο την αγγλικήν του Lower απ' το University of Pouchester και την σλανγκικήν, το έχει κατανοήσει ως «παίξαμε μούτσο». Δεδομένης όμως της σημασίας του μούτσου στην κυπριακήν τε και καλαμαρικήν, η έκφραση χρησιμοποιείται για καταστάσεις ακραίας μαλακίας.

Πηγή: Λήμμα πέσαμε μούτσο και σχόλιο Vrastaman.

- Πώς πήγε η ομάδα.
- 'Ασ' τα! Παίξαμε μούτσο κι αποκλειστήκαμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κείνο που μας τρώει, κείνο που μας σώζει.

  1. Calypso lit dans un mou nid au bord de l'eau.
  2. Chamonix
  3. mea colpa
  4. άβυσσος το μουνί της γυναίκας!
  5. αγαθομούνα
  6. αγαρμπομούνα
  7. αιδοίο το οδοντοφόρο - δαγκανόμουνο - vagina dentata
  8. αιδοιόκυνος
  9. Αιδοίον πέλαγος
  10. αιδοιοφόρο
  11. αιδοιοφόρος ορίζοντας
  12. ακατάσχετη μουνορραγία
  13. άλλο Τουπαμάρος κι άλλο το μουνί της Μάρως
  14. Αμοκάτσι ... Αμουνίκε ... Ρουφάι
  15. ανάγκη πού'χει η Μάρω, πού 'ν' το μουνί της μαύρο
  16. αναμουνή
  17. αναρχομούνι
  18. αντρικό μουνί
  19. άπατα
  20. Από τον κώλο στο μουνί, δυό δάχτυλα και κάτι τι.
  21. από φωνή... μουνάρα!
  22. αραχνομούνα
  23. αρχιμύδεια
  24. αρχοντομούνα
  25. αχλαδομουνοπατσαβούρα
  26. βρακί αυτοκινήτου - εσώρουχο με τρύπα
  27. βρήκαμε μουνί, το θέλουμε και ξυρισμένο
  28. βρωμομούνα
  29. γαμώ το μουνί που σε πέταγε
  30. γαμώ το μουνί της Εύας
  31. γαμώ το μουνί της Καλιρρόης
  32. γαμώ το μουνί της οικογένειάς του!
  33. γατάκι
  34. γκαστρωμένο μου μουνί, του πούτσου μου μεζές
  35. γκόμενα με αρχίδια
  36. γλειφομούνι
  37. γλωσσίδι
  38. δαγκωτό
  39. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί ξυρίζεται
  40. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται
  41. έλα μουνί στον τόπο σου
  42. εμού του αιδοίου
  43. επική μουνάρα
  44. έχει να δεί μουνί από βάφτιση
  45. έχει πήξει το μουνί μας
  46. έχει πιξελιάσει το μουνί μας!
  47. ζαχαρομούνα
  48. Η λάρα, η νάρα και το καυτό συναπάντημα
  49. η ωραία μέρα του μήνα
  50. θεομουνία
  51. θεόμουνο
  52. θρυλική μουνάρα
  53. καβλομούνα
  54. και οι παντρεμένες έχουν μουνί
  55. κάλπη
  56. καμένο ντουί
  57. καμηλό
  58. κι άμα γεράσει το μουνί, η τρύπα δεν εφράζει, μα της ψωλής τα γηρατειά είναι πικρό μαράζι
  59. κλαμμένο μουνί
  60. κλαψομούνα
  61. κουτί
  62. λεβεντομούνα
  63. λιβαδομούνι, φυλάω
  64. μαδομούνι
  65. μαλλιαρομούνα
  66. Μανάρα
  67. μαυρομούνα
  68. με υπομονή κι επιμονή, ο κώλος γίνεται μουνί
  69. μύδι
  70. μι εις τη νιοστή
  71. μινέτο
  72. -μούνα, -γκόμενα
  73. μουνάθροιση
  74. μουνάκιας
  75. μουνάντερο
  76. μουνάρα
  77. μουναρδέλι
  78. μουνάρχιδο
  79. μουνάτο
  80. μουνί απ' τα Καλάβρυτα
  81. μουνί καλλιγραφία
  82. μουνί καπέλο
  83. μουνί κλαμένο
  84. μουνί με ρύζι
  85. μουνί της λάσπης και του αγρού
  86. μουνί τραγιάσκα
  87. μουνί τσοκολάτα
  88. μουνιδάκι
  89. μουνίκακας
  90. μουνίλα
  91. Μουνιόθ
  92. Μουνιόθ Καπέλο
  93. μουνιού, του
  94. μουνισμός
  95. Μουνίτις, Πέδρο
  96. μουνίτσα
  97. μουνοβατερλώ
  98. μουνόγαλα
  99. μουνοείλωτας
  100. μουνόλυσσα
  101. μουνομάχος
  102. μουνοπλαγιά
  103. μουνοπλακέτα
  104. μουνοπλημμύρα
  105. μούνος
  106. μουνόσκυλο
  107. μουνότριχα
  108. μουνοτρύπανο
  109. μουνούχω / ευνουχομούνα / μύδουσα
  110. μουνόχειλο
  111. μούνστορμ
  112. μουνώνας
  113. μουτζό
  114. μούτι
  115. μπαγαποντοξούρα
  116. μπαγαποντοπλαστική
  117. μπαργομούνα
  118. μπερδεψομουνιά
  119. μπικίνι
  120. μπουζουκομούνι
  121. μπροστομούνα
  122. μύδι
  123. νάρα
  124. νιμού
  125. ξανθό μουνί, τρελό γαμήσι
  126. ξεκωλόμουνο
  127. ξεμουνιάζω
  128. ξινομούνα
  129. ξινομουνίαση
  130. ο κώλος είναι το μουνί του μέλλοντος
  131. οδοντογλειφίδα
  132. παλιομούνι
  133. παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι
  134. πες μου πότε έχεις περίοδο, να 'ρθω να μεταλάβω
  135. πηγαδομούνα
  136. πηγάδω
  137. πήρε άδεια το μουνί να παίξει πασαβιόλα
  138. πιάνω αράχνες
  139. πινελάκι
  140. πινέλο
  141. πλακομούνα
  142. πλακομούνι
  143. πολλά μουνιά τριγύρω μας, στον πούτσο μας κανένα
  144. πουνάνι
  145. πουτόπιστος
  146. πουτσοπαγίδα
  147. πούττος
  148. πυξλαμούν
  149. ραδίκι σγουρό
  150. σάντομουνιτς
  151. σεισμομούνα
  152. σίστος / σσιήστοςσισυφομούνα
  153. σκαντζόχοιρος
  154. σκεφτόμουνα
  155. σπαθί
  156. στο μουνί μου το ιδιότροπο
  157. στρειδομούνα
  158. τεστ ντράιβ
  159. την έγλειφα και άπλυτη
  160. της έδωσα το μουνί στο φουαγιέ
  161. της θειάς σου το μπουγαδοκόφινο
  162. τι να πει κανείς για το μουνί της αλληνής;
  163. το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει
  164. το μουνί και το χταπόδι όσο το χτυπάς απλώνει
  165. το μούνι πηγάδι, της έκανα
  166. το μουνί σέρνει καράβι
  167. το μουνί στο πιάτο
  168. το μουνί της Χάιδως
  169. το μουνί το δίφορο, παίρνει τον κατήφορο.
  170. το μουνί το λένε βιόλα και τον πούτσο πασαβιόλα
  171. το μουνί το λένε Γιώτα και τον πούτσο Παναγιώτα
  172. του μουνιού το πανηγύρι
  173. Τουβλομούνα
  174. τούνελ
  175. τρε μουνι
  176. τριφασικό μουνί
  177. τρύπα
  178. βγάζω το φίδι από την τρύπα
  179. τρώω το μύδι με το τσόφλι
  180. φαρμακομούνα
  181. φλίτσι-φλίτσι
  182. χαζομούνα
  183. χαυνομούνης
  184. χοάνη
  185. χωρίστρα
  186. ψωλότσεπη
  187. ωδείο

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν μιλάμε για μηχάνημα μ' αρχίδια, μιλάμε για μηχάνημα που κάνει περήφανο τον ιδιοκτήτη του και προκαλεί το θαυμασμό. Μιλάμε για μηχάνημα που γαμεί και δέρνει. Μιλάμε για μηχάνημα με προσωπικότητα. Μιλάμε για την ονείρωξη, για το μηχάνημα που βρίσκεται στην αιχμή της τεχνολογίας, που έχει τις... ποιοτικές προδιαγραφές και την... τεχνική υποστήριξη.

Όταν μιλάμε για αρχίδια μηχάνημα, μιλάμε αντιθέτως, για μηχάνημα κακών ποιοτικών προδιαγραφών, που χαλάει συχνά, που έχει πλημμελή τεχνική υποστήριξη, που δεν μπορείς να βασιστείς πάνω του. Ωστόσο όμως, υπάρχουν και μηχανήματα αρχιδάτων τεχνικών προδιαγραφών, που έχουν όμως κακές ποιοτικές προδιαγραφές (π.χ.: που χαλάνε συχνά).

Ως αρχίδια μηχάνημα πάλι, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ένα μηχάνημα που ενώ πιστεύαμε, πως ήταν αρχιδάτων τεχνικών προδιαγραφών, στην πράξη μας βγήκε κατώτερο των προσδοκιών μας. Μπορεί αυτό να σημαίνει πως μας γέλασε ο πωλητής. Μπορεί όμως και εμείς, μη έχοντας την απαιτούμενη τεχνική κατάρτιση, να υποθέσαμε πως οι ζητούμενες από μας προδιαγραφές, πως καλύπτονται από την αγορά μας.

Επειδή τώρα, λόγω εταιρικού ανταγωνισμού, η ανάγκη για δημιουργία νέων μοντέλων είναι μεγάλη, είναι αναμενόμενο πως με τις ευλογίες του μάρκετινγκ, κάποιο μηχάνημα που κάποτε θεωρείτο μηχάνημα μ' αρχίδια, σε σύντομο χρονικό διάστημα, θα βρεθεί ουραγός της. Θα γίνει δηλαδή παρωχημένης τεχνολογίας και θα θεωρηθεί αρχίδια μηχάνημα. Ωστόσο ο ιδιοκτήτης ενός τέτοιου μηχανήματος δε θα παραδεχτεί εύκολα πως το καύχημα του, απέκτησε στο διάβα του χρόνου gtp προδιαγραφές.

Κάποιος γκατζετάκιας, ή κάποιος τεχνοκένταυρος (κολλημένος με την τεχνολογία, βλ. Δ.Π.) περνάει γρήγορα, σαν υαλοκαθαριστήρας, από τη μια κατάσταση στην άλλη. (π.χ.: ένα μηχάνημα που θεωρούσε πριν πέντε μήνες μηχάνημα μ' αρχίδια, το θεωρεί τώρα αρχίδια μηχάνημα).

Όταν εκφέρουμε τον όρο «μηχάνημα μ' αρχίδια ή αρχίδια μηχάνημα;» ρωτάμε σε δεδομένη χρονική στιγμή, αν το μηχάνημα στο ποίο αναφερόμαστε, είναι μηχάνημα αξιώσεων, ή μηχάνημα του πετάματού. (π.χ.: πατάτα, μαϊμού). Η ερώτηση αυτή γίνεται στις παρακάτω περιπτώσεις:

α)Όταν κάποιος ακούει ένα κατεβατό από χαρακτηριστικά, που δεν μπορεί να αξιολογήσει και θέλει να διαφωτιστεί με δυο λόγια, από κάποιον που θεωρεί γκουρού της τεχνολογίας. Εδώ όμως εγκυμονεί κίνδυνος. Γιατί ναι μεν υπάρχουν άτομα άξια εμπιστοσύνης, υπάρχουν όμως και κάποιοι που νομίζουν πως ξέρουν κι υπάρχουν και κάποιοι άλλοι που θέλουν να σπρώξουν, αυτό που θέλουν να ξεφορτωθούν. Για την παραπάνω περίπτωση, βλ. παρ.1.

β)Όταν θέλουμε να μάθουμε με δυο λόγια, αν η αγορά κάποιου χαρακτηρίζεται καλή, τα κριτήρια με τα οποία έγινε η αγορά και μέσω αυτών, να μάθουμε ή να επιβεβαιώσουμε γενικότερα στοιχεία που αφορούν το χαρακτήρα και τις συνήθειες του αγοραστή (μόνιμα, ή περιστασιακά, π.χ.: λόγω κάποιων συγκυριών). Π.χ.: αν κάποιος είναι μόνιμα ή περιστασιακάαρχισπάγκος, σκορποχέρης, επιπόλαιος, αν εντυπωσιάζεται εύκολα, αν το ψειρίζει το θέμα, αν έχει σχέση με το άθλημα, κ.λπ. (βλ.παρ.2).

Σημείωση:

1)Για ευνόητους λόγους, μια τέτοια ερώτηση γίνεται συνήθως με άτομο, με το οποίο έχουμε κάποια εξοικείωση.

2)Σε μια τέτοια ερώτηση, πέραν των στοιχείων υποκειμενισμού που αναφέρθηκαν παραπάνω, ελλοχεύει κι ο εξής κίνδυνος: Προσπαθούμε μέσω της ερωτήσεως, να κάνουμε τον άλλο να κατατάξει ένα μηχάνημα στα δυο άκρα του φάσματος. Κι αυτό αυξάνει ακόμα περισσότερο τον υπάρχοντα υποκειμενισμό.

  1. Κάποιος ρωτάει ένα φίλο του που δουλεύει ως τεχνικός σε μια εταιρεία.
    -Θέλω να αγοράσω το τάδε μηχάνημα (αναφέρει μάρκα, μοντέλο). Τι λες; Καλό είναι;
    -Κοίτα, το μηχάνημα αυτό έχει τις παρακάτω προδιαγραφές: μπλα... μπλα... μπλά....
    -Κοίτα, επειδή δεν καταλαβαίνω απ' αυτά, πες μου με δυο λόγια. Μιλάμε για μηχάνημα μ' αρχίδια, ή αρχίδια μηχάνημα;

  2. Κάποιος ρωτάει ένα φίλο του, που θεωρεί πως έχει τις... γνώσεις, σε θέματα τεχνολογίας.
    -Μου λέγε ο Μήτσος πως αγόρασε το τάδε μηχάνημα. Καλή αγορά έκανε;
    -Κοίτα το μηχάνημα αυτό, μπλα... μπλα... μπλά....
    -Κοίτα δε θέλω να μάθω τέτοια πράγματα. Θέλω να μάθω αν έκανε καλή αγορά. Με δυο λόγια: Πήρε μηχάνημα μ' αρχίδια, ή αρχίδια μηχάνημα;
    -Το δεύτερο.
    -Γιατί το λές; Φέρθηκε αυγοζύγικα, δεν το 'ψαξε, τι;
    -Επιπόλαιος μια ζωή μωρέ. Τοντύλιξε ο πωλητής κανονικά. Τον εντυπωσίασε με κάποιο φαντεζί μπάζο.

(από pavleas, 08/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι μεταξύ του «επιτέλους οι δυο μας» και του α να σε γαμήσω....

Πηγή: Ιωνάς.

Επιτέλους πηδυό μας είπε ο Τζύμπριος γερομπινές στον Πέρι κι έπεσαν οι τίτλοι τέλους με happy ending. (Τουλάχιστον μέχρι το επόμενο επεισόδιο, που κατέφτασε το Λίλιαν).

Got a better definition? Add it!

Published