Further tags

Ο Ολυμπιακός της Ευρώπης. Προκύπτει απ' το θρύλος, λίιιιγο αλλαγμένο ώστε να αντικατοπτρίζει τις καταστάσεις.

Θρήνε-θρήνε, σ' αγαπώ....

τι περιλαμβάνει το μενού για τους γαύρους στην ευρώπη (από vasan, 25/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπορέλι από το γνωστό παίχτη του Παναθηναϊκού. Σημαίνει μπορεί, αλλά χρησιμοποιείται για την αντίθετη ακριβώς έννοια, δηλαδή ότι δεν παίζει, αποκλείεται, με καμία δύναμη.

- Τσακίσου φέρε μου τσιγάρα απ' το περίπτερο.
- Και μπορέλι...

Χουάν Χοσέ Μπορέλι (από poniroskylo, 21/09/10)(από ironick, 20/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που κάνει αστεία, έχει πλάκα. Προκύπτει από το «αστεί(ο) + (εστι)άτορας». Λέγεται συνήθως ειρωνικά για κάποιον όταν δεν μας άρεσε το αστείο του.

Ο Γιάννης, μεγάλος αστειάτορας, τι να σου πω; Πιο πολύ γελάγαμε με τα μούτρα του παρά με τα αστεία του να φανταστείς.

http://www.tzimakos.gr/paroxes.php (από xalikoutis, 02/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποχαιρετισμός. (Μάλλον) προκύπτει από το «τσάο» + «γειά».

- Τα λέμε.
- Άντε, τσάγια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βγαίνει μάλλον από το (μ)περ(γ)κέτι και σημαίνει μια χαρά, τζετ, τσόντα, καύλα, καλή φάση, τέφα(ρίκι) κτλ.

- Ναι, πήγαμε τελικά και περάσαμε μπέργκετ. Έπρεπε να 'ρθεις!

Βλ. και σχετικά λήμματα μπεργκέτης, μπερ(ε)κέτι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει αν είναι δυνατόν. Εκφράζει έκπληξη, αναπάντεχη τροπή, καμιά φορά αγανάκτηση.

-Καλά, της είπε τέτοιο πράγμα; Είναι τελείως μαλάκας;! Αν είναι δυναμό, έλεος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τον γνωστό ηθοποιό Alain Delon. Σημαίνει άλλ' αντ' άλλων.

- Μ' αυτό το παιδί δε μπορώ να συνεννοηθώ. Μαζί μιλάμε και χώρια καταλαβαινόμαστε.
- Ε, αφού του λες κάτι και σου απαντάει αλέν ντελόν.

Να μην ακούω τίποτα! (από MXΣ, 29/03/10)Ali - Dylan... (από MXΣ, 08/08/11)

Δες και αλλαντάλλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το σωστός + τοστ. Σημαίνει σωστό(ς) και υποδηλώνει την αναγνώριση μιας πράξης, μιας κουβέντας κτλ. Όσο περισσότερα ο, τόσο περισσότερο σωστός.

- Ε, μ' αυτά που μου είπε την παράτησα...
- Σωστόοοοοοοστ...!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

σκορδομπούτσογλου, σκορδοπούτσογλου

Ο ό,τι νά 'ναι, ανώνυμος, τυχάρπαστος.

-Μου χάλασε το στέρεο. -Ε, σου 'πα να μην πάρεις μάρκα Σκορδομπούτσογλου...

Δες και -ογλου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σχετικός με το πέος. Δεν έχει συγκεκριμένη σημασία, αλλά χρησιμοποιείται γενικώς μειωτικά για κάποιον.

Πού πα' ρε ο Πεοκλής...!

βλ. και πουτσικλής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified