Further tags

Μάρκα τσιγάρων που καπνίζει ο Τράκαμαν.

Βλ. και Τρακαστράτος.

- Τι τσιγάρα καπνίζεις;
- «Απ' όλων».

Επιχείρησις Απόλλων (1968) (από HODJAS, 14/05/10)

Και απόλλων τσιγάρα, τράκα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορίζει το σύνολο της ομάδας του Ολυμπιακού με τον προπονητή (Γαύρος και Σόλιντ = Γαύριντ, Γαύρος και Μπάγιεβιτς = Γαύριτς, Γαύρος και Μουρίνιο -λέμε τώρα-=Γαυρίνιο).

-Τι έκανε το Γαύριντ χτες ρε φίλε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρατσούκλι των ομάδων περιφρούρησης της ΚΝΕ. Ο όρος επικράτησε μετά το 1997 –όταν οι συγκεκριμένες ομάδες έπαιξαν τον ρόλο των ΜΑΤ στις πορείες για την επέτειο του Πολυτεχνείου, απωθώντας αντιεξουσιαστές και σπρώχνοντάς τους προς τα παρακείμενα ΜΑΤ.

— Πώς ήταν χθες η πορεία;
— Τα κλασικά, μας την έπεσαν τα ΜΑΤ έξω από τη Θεολογική –τα ΚΝΑΤ είχαν αργία χθες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Ολυμπιακός της Ευρώπης. Προκύπτει απ' το θρύλος, λίιιιγο αλλαγμένο ώστε να αντικατοπτρίζει τις καταστάσεις.

Θρήνε-θρήνε, σ' αγαπώ....

τι περιλαμβάνει το μενού για τους γαύρους στην ευρώπη (από vasan, 25/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπορέλι από το γνωστό παίχτη του Παναθηναϊκού. Σημαίνει μπορεί, αλλά χρησιμοποιείται για την αντίθετη ακριβώς έννοια, δηλαδή ότι δεν παίζει, αποκλείεται, με καμία δύναμη.

- Τσακίσου φέρε μου τσιγάρα απ' το περίπτερο.
- Και μπορέλι...

Χουάν Χοσέ Μπορέλι (από poniroskylo, 21/09/10)(από ironick, 20/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που κάνει αστεία, έχει πλάκα. Προκύπτει από το «αστεί(ο) + (εστι)άτορας». Λέγεται συνήθως ειρωνικά για κάποιον όταν δεν μας άρεσε το αστείο του.

Ο Γιάννης, μεγάλος αστειάτορας, τι να σου πω; Πιο πολύ γελάγαμε με τα μούτρα του παρά με τα αστεία του να φανταστείς.

http://www.tzimakos.gr/paroxes.php (από xalikoutis, 02/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποχαιρετισμός. (Μάλλον) προκύπτει από το «τσάο» + «γειά».

- Τα λέμε.
- Άντε, τσάγια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βγαίνει μάλλον από το (μ)περ(γ)κέτι και σημαίνει μια χαρά, τζετ, τσόντα, καύλα, καλή φάση, τέφα(ρίκι) κτλ.

- Ναι, πήγαμε τελικά και περάσαμε μπέργκετ. Έπρεπε να 'ρθεις!

Βλ. και σχετικά λήμματα μπεργκέτης, μπερ(ε)κέτι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει αν είναι δυνατόν. Εκφράζει έκπληξη, αναπάντεχη τροπή, καμιά φορά αγανάκτηση.

-Καλά, της είπε τέτοιο πράγμα; Είναι τελείως μαλάκας;! Αν είναι δυναμό, έλεος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τον γνωστό ηθοποιό Alain Delon. Σημαίνει άλλ' αντ' άλλων.

- Μ' αυτό το παιδί δε μπορώ να συνεννοηθώ. Μαζί μιλάμε και χώρια καταλαβαινόμαστε.
- Ε, αφού του λες κάτι και σου απαντάει αλέν ντελόν.

Να μην ακούω τίποτα! (από MXΣ, 29/03/10)Ali - Dylan... (από MXΣ, 08/08/11)

Δες και αλλαντάλλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified