Further tags

Ισπανικά και κλαρίνο, δηλαδή, βυζομαλακία και τσιμπούκι, είναι το δίπτυχο μόρφωσης και καλλιέργειας των θηλέων νέας κοπής που βρίσκεται στον αντίποδα του «γαλλικά και πιάνο» (ενώ είναι συνώνυμο του σλανγκοπολιτογραφημένου ειρωνικού με γαλλικά και πιάνο). Στα διαδίχτυα η φράση κυκλοφοράει κυρίως σε συμφραζούμενα μιζερομίζερων ανδρών που ξιφουκλούν επειδή τα καλά κορίτσια όταν μεγαλώσουν εξελίσσονται εις πουτάνας.

Αυτό που μου αρέσει στην έκφραση είναι ότι ακόμα κι αν αφαιρέσεις τα σεξουαλικά νοήματα μια χαρά στέκει ως περιγραφή ενός λατέρνατιβ λαϊφο-στάιλ.

- Αυτή μεγάλωσε με γαλλικά και πιάνο αλλά με το που πήγε φοιτήτρια το γύρισε σε ισπανικά και κλαρίνο. - Θες να πεις ότι όταν πέρασε Γιάννενα ανακάλυψε την ηπειρώτικη ρίζα μέσα της, αλλά πήγε εράσμους για να βελτιώσει τη γλώσσα;

(από Khan, 01/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φεϊσμπουκικό λολοπαίγνιο: Ξεκάνω φίλο, αφαιρώ δηλαδή κάποιον από τη λίστα των φίλων μου στο Φέισμπουκ. Προφ το λολοπαίγνιο αναφέρεται στον καφέ Freddo, σαν δηλαδή να κερνάω έναν πικρό καφέ ή καφέ της παρηγοριάς στον μέχρι πρότινος φεϊσμπουκικό φίλο μου.

Νταξ το ότι ήθελε λίγο χρόνο να τα βρει με τον εαυτό της να το καταλάβω, να ακυρώσουμε τις διακοπές μαζί να το καταλάβω, αλλά να με κεράσει και ανφρέντο;! Έλεος κάπου...

(από Khan, 27/02/14)(από Khan, 27/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άντρας που κάνει αυτό που παλιά θεωρούσαν γυναικείες δουλειές του σπιτιού, μαγείρεμα, καθάρισμα, πλύσιμο, μπουγάδα, παιδιά-σκυλιά. Δεν είναι ο νοικοκύρης ή ο νοικοκυραίος, είναι ο καλός νοικοκυρός που είναι δούλος και κυρός, ο househusband. Πολλοί το έχουν για παρακμή, αλλά κάτι με την ισότητα κάτι με την ανεργία, διαδίδεται.

- Τι κάνει ο Γιάννης τώρα που τον απέλυσαν; Ψάχνει για καινούργια δουλίτσα στον ιδιωτικό τομέα;
- Όταν προλαβαίνει. Γιατί με δυο παιδιά και την Κατερίνα να χτυπάει δωδεκάωρα, έχει γίνει φουλ τάιμ νοικοκυρός. Πού λεφτά για μπεϊμπισίτερ.
- Καταραμένο Μνημόνιο!

Υπερήρωας! (από Khan, 19/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το Βερολίνο στα αστειατόρικα, επειδή, ως γνωστόν, οι Γερμανοί έχουν τη φήμη ότι πίνουν πολλές μπίρες.

1. - Δεν αντέχεται αυτή η αβάστακτη ελαφρότητα του γερμανικού ναρκισσισμού από το Μπυρολίνο, την Λουκανικούρτη και το Γδύσεντορφ.
- Ασε το Μπυρολινο, χωρις το Μπυρολινο δεν θα ειχες ουτε μαντηλακι να κλανεις!

2. Εκεί στο Βερολίνο πίνουν τόση μπύρα που θα έπρεπε να το λένε Μπυρολίνο. 3;

Και Beerlin στα αγγλικάνικα. (από Khan, 11/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Σύνθετη λέξη που συνδυάζει τον ωφελιμισμό ως ηθική-διανοητική-πρακτική κατάσταση και τον Ελληνισμό ως στάση ζωής.

-Αυτός ο τύπος είναι ωφελληνιστής.
-Δεν του φαίνεται...
Όντως λειτουργεί ωφελληνιστικά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρωτοεμφανιζόμενη αναρχική οργάνωση αντάρτικου πόλης που επιτέθηκε πριν λίγο καιρό με ισχυρή πρωκτογενή φυσικά αέρια ενάντια σε χρυσαυγίτες πριν λίγο καιρό έξω από τα κεντρικά γραφεία της οργάνωσης στη Λεωφόρο Μεσογείων.

Η κυβέρνηση φοβάται σύνδεση πυρήνων της Κλανιάς με τον Χριστόδουλου Ξηρό διότι ο τελευταίος μια εβδομάδα πριν την άδεια από την οποία δεν επέστρεψε ποτέ ζήταγε από τον μάγειρα των φυλακών να τρώει συνεχώς όσπρια κατ' εξαίρεσην.

Διαβάστε όλη την προκήρυξη της πρωτοεμφανιζόμενης οργάνωσης εδώ.

Σε συζήτηση μεταξύ αναρχικών
- Μάκη λές να συνεργαστούνε με τους πυρήνες της φωτιάς οι πυρήνες της κλανιάς;
- Μακάρι σύντροφε. Μόνο με θανατηφόρα πυροκλάνια θα ανατραπεί το σύστημα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνικός/υποτιμητικός όρος που χρησιμοποιήθηκε για να εκφράσει την δυσαρέσκεια του ελληνικού λαού για το δήθεν πρωτογενές πλεόνασμα που ανακοίνωσε πανηγυρικά η δικομματική κυβέρνηση Σαμαρά την ώρα που στην χώρα παρατηρείται ισχυρό πλεόνασμα εξαθλίωσης λόγω των συνεχών μνημονιακών μέτρων λιτότητας.

- Μάνα, τά 'μαθες τα νέα; Ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε πρωτογενές πλεόνασμα.
- Αυτό δεν είναι πρωτογενές γιόκα μου, πρωκτογενές είναι! Τόσα χρόνια στα σκατά τους δεν κολυμπάμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτικός χιουμοριστικός όρος που υποδηλώνει το άτομο που είναι χρήστης κάνναβης.

- Εσύ κομμουνιστής και ο γιος σου χουντικός;
- Όχι χουντικός, φουντικός!

(από komikotragiko.blog, 03/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Εναλλακτικός χιουμοριστικός όρος που υποδηλώνει το άτομο που είναι χρήστης κάνναβης.

- Φώτη, μιλάς σοβαρά τώρα; Εσύ αριστερός, και ο γιός σου είναι φασίστας;
- Όχι, φασίστας, χασίστας είναι βρε!

(από komikotragiko.blog, 03/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Πρόκειται για χρήστες κάνναβης που αναγκάζονται να μεταναστεύσουν σε άλλη χώρα που είναι νομιμοποιημένη η χρήση όπως Ολλανδία, Η.Π.Α. επειδή στην χώρα καταγωγής τους η χρήση είναι παράνομη.

  1. - Ο Κώστας που χάθηκε; Πες του να έρθει μαζί μας να πιούμε κανά τσιγάρο.
    - Άσε. Δεν τα έμαθες; Μπαφομετανάστης για Ολλανδία να την πίνει αραχτός και με το νόμο.

  2. Λινκ σχετικού ρεπορτάζ για ισχυρό κύμα ελληνικής μπαφομετανάστευσης που παρατηρήθηκε πρόσφατα.

(από komikotragiko.blog, 03/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified