Further tags

Αναφερόμεθα σε μορφές τέχνης που κλέβουν από την αισθητική των «πρωτόγονων» φυλών τση Αφρικής, τση Ασίας, τση Ν. Αμερική τση και τση Ωκεανίας. Το έθνικ ζου-λουκ παρείσφρησε στην δυτική αισθητική μέσω σχολών μοντερνισμού τ. εξπρεσιονιστέ, κυβιστέ, τιραμισουρεαλιστέ και στην μουσική μέσω τση επιρροής μελαψών αγγλοσαξόνωνε που μάς έδωσαν τα μπλουζ, την γαμοτζάζ και την ροκ.

Ο όρος αναφέρεται κυρίως σε εντεχνindie τατουάζ με «φυλετικά» σύμβολα-ντεμεκιές που φοριούνται πολύ από εθνίκια (και μη) σε ξεκωλόσημα, μανίκια, ταπετσαρίες, και ταλιμπάν. Πέον να σημειωθεί ότι υπάρχουν και τα άλλα εθνίκια, που επικελούνται το όρο ως φερετζέ για τη σβάστικα που έχουν χτυπήσειΜΟΙΝ ΜΕ ΠΑΡΕΞΥΓΗΤΑΙ ΚΗΡΙΕ ΥΣΑΓΚΕΛΕΦ, ΙΝΕ ΠΑΝΑΡΧΕΩ ΖΟΡΡΟΑΣΤΡΙΚΟ ΣΗΜΒΩΛΟ»).

Σπανιότερα, η τραϊμπαλιά περιγράφει είδη μουσικής με έθνικ ρυθμούς: ξέφρενα μπόνκγος, άναρθρες κραυγές, αφρικάνικοι κώλοι που τουερκάρουν, κιέτσ'. Βλ. πιχί την εισαγωγή του Sympathy for teh Devil των Stones.

Εκ του λάτιν tribus (φυλή) και του γαμοσλανγκοτέτοιο -ιά.

1. Η τραϊμπαλιά πάνω απ΄ την κωλοχωρίστρα σου δεν είναι ο νέος Παρθενώνας. Είναι μια διαρκής υπενθύμιση πως κάποιος έβλεπε τον κώλο σου για κάνα δίωρο.

2.
Nαι, η τραϊμπαλιά στη μέση ΓΙΑ ΜΕΝΑ είναι βλαχιά. Τι να κάνω τώρα;

3.
Αυτό που μας απασχολεί είναι ότι μερικές από τις πιο σέξι Ελληνίδες έχουν επιλέξει να βάλουν μελάνι στο δερματάκι τους. Χρύσα Δρακάκη Δεν ξέρω ποια το έκανε πρώτη αλλά Σάσα, Εύα και Χρύσα έχουν τατού στο ίδιο μέρος. Ντεμέκτραϊμπαλιά θα το χαρακτήριζα το συγκεκριμένο, αλλά ποιος είμαι εγώ ο φτωχός για να δώσω χαρακτηρισμό.

4.
Μεγάλος ντράμερ ο Ίγκορ, πολύ μεγάλος, πιστεύω ότι ήταν ο πιο «μουσικός» παίχτης στους σεπουλτουρα από την αρχή, κι ας ήταν ο μικρότερος ηλικιακά. Τρελό γκρουβ όπως ειπώθηκε, η τραϊμπαλιά κυλάει στο αίμα του και μορφάρα πάνω στη σκηνή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τουμπελέκι ετυμολογούμενο εκ του τουρκικού tumbelek είναι ένα κρουστό όργανο χωρίς λαβή που χρησιμοποιείται στην παραδοσιακή, λαϊκή και ρεμπέτικη μουσική. Όπως βρίσκω στην Βίκυ «είναι ανοικτό από κάτω και καλυμμένο με τεντωμένο δέρμα από πάνω. [...] Παίζεται με τα χέρια, καθώς το δεξί χέρι »μαρκάρει« τους ισχυρούς χρόνους και το αριστερό τους ασθενείς και συχνά περιλαμβάνει και κουδουνάκια περιμετρικά κρεμασμένα».

Το σλανγκικό ενδιαφέρον έγκειται στο ότι βρίσκουμε πολλές παραλλαγές του ονόματος, όπως τουμπερλέκι, τσουμπερλέκι, ντουμπελέκι, ντουμπερλέκι. Πολλές φορές το τσουμπερλέκια στον πληθυντικό, που καταχώρισε στο Δ.Π. ο Professor, το βρίσκουμε να σημαίνει όχι μόνο τα κρουστά όργανα, αλλά ευρύτερα ένα είδος απροσδιόριστων αντικειμένων τα οποία βασικά μπορούν να παραγάγουν θόρυβο, σαματά, τζέρτζελο, είναι άβολα και ανοικονόμητα, τα σέρνει κάποιος παρέα με τον κύριο εξοπλισμό του χωρίς να ξέρει σε τι ακριβώς θα του χρησιμεύσουν. Μπορεί επίσης να χαρακτηριστούν έτσι σκεύη ή άλλα φορητά μέρη εξοπλισμού. Γενικότερα, δηλαδή, θαρρώ πως τα τσουμπερλέκια κατέχουν θέση αινικτικού σλανγκικού πράγματος, ένα πράμα όπως τα μπλιμπλίκια, τα καβλιτζέκια, τα ματζαφλάρια και τα κρεμαντζόλια, όλα δηλαδή εκείνα τα τεχνολογικά, τεχνικά, χρηστικά (;) αντικείμενα τα οποία δεν ξέρουμε τι ακριβώς είναι και πρέπει να υπαχθούν σε ένα κοινό σουρεάλ όνομα για να συνεννοούμαστε. Περισσότερα στα παραδείγματα. Το χαρακτηριστικό των τσουμπερλεκίων είναι κυρίως ότι είναι (δυνάμει) φασαριόζικα.

Πάσα (Δ.Π.): Professor.

  1. Έτσι ξαφνικά κανόνισα να πάω στους Stomp (ξέρεις καλέ αυτούς με τα τσουμπερλέκια που μαζεύουν κάθε είδους αντικείμενα και βγάζουν μουσική). (Κοντά στην δόκιμη σημασία εδώ).

2. Όταν σουρούπωνε μαζεύαμε τα τσουμπερλέκια και πέρναμε τον κατήφορο για την δική μας γειτονιά.

  1. Θερμη παρακληση προς τον fisherman να του στειλει πακετο με αγκιστρια βαρυδια και τα υπολοιπα τσουμπερλεκια. (Από σάιτ για ψάρεμα).

  2. σουζες ισχυος σε καθε εξοδο........οχι οπως τωρα που για να δουμε σουζα πρεπει να πεσει η καρο σημαια και να «κοροιδεψουμε» τα ηλεκτρονικα τσουμπερλεκια!!!!!! δειτε τι σημαινει φλερτ με highsiding. (Εδώ με σημασία κοντά στο μπλιμπλίκια).

5. Το ξημερωμα τις Κυριακης βρισκει τους θωρακες, τα κρανη και τα υπολοιπα «τσουμπερλεκια» να λιαζονται ψηλα για να μην τα φτανει η αλεπου.

6. Τελικά την πάτησα νηστική θα μείνω. Έψαχνα τις αποδείξεις από τις κατσαρόλες και τα μίξερ και όλα μου τα τσουμπερλέκια.

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός που γράφτηκε στα γρήγορα, στην τουαλέτα.

Αναφέρεται σε τραγούδια, στίχους που γράφονται πρόχειρα και μπορεί να τους γράψει ο καθένας πολύ εύκολα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι στίχοι του Φοίβου, της Γερμανού και όλα τα τσιφτετελληνικά καψουροσκούπιδα.

  1. Έγραψα ένα τουαλετίσιο τραγούδι: σου έκανα ένα νεύμα και ήρθες με ένα πνεύμα...!

  2. τουαλετίσιοι στίχοι: υποφέρω, στείλε μήνυμα, τεμαχίζομαι, στέλνω τα νεφρά μου με κούριερ, πίνω για πάρτη σου, αμάν τι μου έκανες πάλι-θα το ρίξω στην κρεπάλη, αρρωσταίνω μόνο που σε σκέφτομαι, κτλ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η (διπλή) χοντρή χορδή (ρε) του τρίχορδου μπουζουκιού ή οι δυο (διπλές) χοντρές χορδές (Φα, Ντο) του τετράχορδου μπουζουκιού. Οι εν λόγω μεταλλικές χορδές είναι διπλές, αποτελούνται δηλαδή από μια χοντρή και μια λεπτή, θεωρούνται όμως ως μια καθόσον χορδίζονται στον ίδιο τόνο με διαφορά μιας οκτάβας.

Απαντάται και ως μπουργάνα η μπουργκάνα.

Η προέλευση της είναι, κατά πάσα πιθανότητα ηχομιμητική, λόγω ομοιότητας με μούγκρισμα (μουγκάνισμα) ζώου.

1.Τα ταξίμια που παίζει ο Βύζας στις μουργκάνες είναι ανεπανάληπτα.

  1. Το «γειτόνισα χανούμισσα» του Βοσκόπουλου έχει φοβερή εισαγωγή στις μουργκάνες.

ΓΕΙΤΌΝΙΣΆ ΧΑΝΟΥΜΙΣΣΑ (από iwn, 23/04/13)Βυζας Δημητρης (από iwn, 23/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λεπόν, υπάρχουν τουλάστιχον τρεις μεγάλες κατηγορίες σκαφτού:

  • Στη μπάλα: είδος περίτεχνου ψηλοκρεμαστού σουτ από μικρή απόσταση: ο παίχτης κλωτσάει την μπάλα από πολύ χαμηλά, ωσάν να «σκάβει» το χόρτο.
  • Στο μπιλιάρδο: είδος πικέ όπου ο παίχτης χτυπά την μπίλια κάθετα με τη στέκα έτσι ώστε να εκσφενδονιστεί πάνω από τις μπίλιες του αντιπάλου με (συχνά) παράπλευρο θύμα την τσόχα (ασίστ: johnblack, βλ. παράδειγμα 2).
  • Έγχορδο οργανάκι του οποίο το βυζί «σκάβεται» από ένα κομμάτι ξύλου (συνήθως μπαγλαμαδάκι ή τζουράς).

    Αατα.

1. 39΄: Με ωραίο σκαφτό σουτ από το ύψος του πέναλτι ο Ζιώγας «έγραψε» το 2-0.

2. Υπάρχει επίσης και το σκαφτό χτύπημα ή σκαφτή: χτυπάς την άσπρη (στο αμερικάνικο βιλιάρδο συνήθως) με τέτοιο τρόπο ώστε να σηκωθεί στον αέρα, υπερπηδώντας τυχόν εμπόδια (μπίλιες του αντιπάλου) και να χτυπήσει το χρώμα που θες. Εννοείται πως σκαφτό παίζει μόνο σε συνοικιακά σεφαιριστήρια και πιο πολύ για το τζερτζελέ. Δε στέκει σαν επίσημος κανόνας. Το σκίσιμο τσόχας δύσκολα αποφεύγεται.

3. - Αφου υπαρχει σκαφτος μπαγλαμας και σκαφτος τζουρας, γιατι δεν υπαρχει και σκαφτο μπουζουκι; (η μηπως υπαρχει και δεν το ξερω;)
- Αν θυμάμαι καλά, το παλαιό μπουζούκι με την επιγραφή «ΑΚΡΟΝΑΥΠΛΙΑ» που ανήκει στη συλλογή Ηλία Πετρόπουλου στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη είναι σκαφτό. Το όργανο είναι πάρα πολύ βαρύ. Νομίζω πως αυτός μπορεί να είναι ένας αποτρεπτικός παράγοντας για σκαφτό μπουζούκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα Friskies (προφανώς απ’ το εγγλέζικο frisk: χοροπηδώ παιχνιδιάρικα, frisky: ζωηρός/ πεταχτός) της εταιρείας Purina που αποτελεί παρακλάδι της πολυεθνικής Nestlé, το ξέρουν κι οι κότες, είναι μάρκα ζωοτροφών για σκύλους και γάτες.

Ο όρος όμως χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει υποτιμητικά μεν, πλην περισσότερο χαριτωμένα παρά συγκαλυμμένα:

● μια συγκεκριμένη ράτσα σκύλων – αοιδών (αλλά και των θαυμαστών τους), που σνομπάρουν οι εγχώριες καλλιτεχνικές ελίτ και τα Μέγαρα Μουσικής, αν και τα προϊόντα του ταλέντου τους χαρακτηρίζουν αδιαμφισβήτητα την πολιτιστική ζωή των νεοελλήνων,

● τους χώρους διασκέδασης κοινώς γνωστά ως σκυλάδικα, όπου πραγματοποιούνται διονυσιακά η εκτόνωση αλλά κι η εκδήλωση κάθε νταλκά, παρέα με την επίδειξη του μοναδικού ταπεραμέντου της φυλής στον τομέα δημόσια διασκέδαση και

● τα ομώνυμα άσματα με τους απαράμιλλους σε πρόκληση πλείστων συναισθημάτων στίχους, που αργά ή γρήγορα θα βρουν μια κάποια θέση στη λαογραφία.

Η εκτόξευση λουλουδιών στον τραγουδιστή αποτελεί μια καθόλα ευγενή συνήθεια που όμως στα σκυλάδικα η επιδεικτική κατάχρησή της και στους ενθουσιασμένους χορευτές και δη χορεύτριες, αποτελεί θεσμό εκ των ουκ άνευ.

Εξού κυκλοφορεί η δηλωτική του ποιού του τραγουδιστή αλλά και του γούστου κάποιου ατόμου υποτιμητική έκφραση «του/της πετάνε φρίσκις».

Ιδιαίτερη κατηγορία σκύλου αποτελεί ο πιστός κομματόσκυλος.
Υπονοώντας, πάντα υποτιμητικά και απαξιωτικά, τόσο αυτόν όσο και την ενίοτε γκουρμέ ανταμοιβή του, κυκλοφορεί η έκφραση «τον ταΐζουν φρίσκις».

Παρεμπιπτόντως: ελλείψει άλλων κονσερβών στα ράφια των σουπερμάρκετ και μπροστά στο φάσμα του εξ ασιτίας θανάτου λόγω κάποιας ντεμέκ επικείμενης καταστροφής, προνοητικοί ή πανικόβλητοι Έλληνες καταναλωτές (όπως το δει καθείς) που παίρνουν το ζήτημα επιβίωση πολύ σοβαρά, καβαντζώνουν τις εν λόγω αλλά και ομοειδείς κονσέρβες καλού - κακού.

Λόγω γαστριμαργικού ταμπού, κόντρα στις Αρχές μου, αδυνατώ να επιβεβαιώσω τις φήμες για το απολύτως ανεκτό της γεύσης και τη διατροφική αξία τους.

  1. Το δεύτερο ημιχρόνιο διαδραματίστηκε στο bar estilo ιδέα του Τάσου και όπως καταλαβαίνετε ένα κομβόι από τζιπ κατηφόριζε για να πούμε και ένα τραγουδάκι. Και όπως πολύ καλά μυριστήκατε οι περισσότεροι χάθηκε η μπάλα εκεί (…). Σαμπάνιες, ουίσκι, σφηνάκια, ζεϊμπεκιές, χαρτοπετσέτες, ποτήρια ιπτάμενα που λόγο της βαρύτητας έσκαγαν στο πάτωμα, ένας τύπος με μια άσπρη τούφα εκεί που χόρευε ξαφνικά τον έβλεπες σαν τον Peter Pan να εκτοξεύεται πάνω στο μπαρ και να τραβάει φωτογραφίες, ρεπερτόριο από Καζαντζίδη και Χρηστάκη μέχρι Γονίδη και Τερζή. Δεν περιγράφω άλλο. Και λέμε κατά τις 5, δεν πάμε γιατί τα φρίσκις δεν τα γλυτώνουμε απόψε; Και όλοι με μια φωνή αναφώνησαν ναιιιιιιιιιιιιιι! Έλα όμως που ο Τάσος είχε άλλη άποψη και εγώ είμαι και λίγο επιρρεπής…

  2. - Στο μαγαζί πώς πάνε τα πράγματα από άποψη κίνησης; Κακά τα ψέματα, Βασίλη, είναι ακριβές οι τιμές, γενικά.
    - Ο κόσμος έρχεται γιατί για ένα τέτοιο σχήμα δεν είναι ακριβές οι τιμές. Έχουμε ανεβεί 36 άτομα από την Αθήνα, δεν είναι καθόλου ακριβές. Ακριβά είναι τα άλλα, τα φρίσκις, που άλλωστε είναι και χώροι επίδειξης κομπλεξισμού, χλιδής κτλ.

(09/05/10. Ρωτά η Έλσα Σπυριδοπούλου - Απαντά ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου)

  1. Στη δισκογραφία της Πάολας, φρίσκις ό,τι τραγούδι θες.

  2. Ρε άντε από ‘κει ρε λούληδες φλώροι που θα μιλήσετε για τη Μαντώ και το αν είναι διασκευή ή όχι. Στα παπάρια μου κιόλας. Τέτοια φωνή δεν έχει ξαναβγεί στην Ελλάδα. Επειδή δεν έκανε καριέρα με το μουνί της σαν κάτι σκυλούδες μπάολες θα τη βγάλετε και άχρηστη. Μπαγλαμάδες. Αυτή φταίει που δε γεννήθηκε σε καμιά χώρα της προκοπής να κάνει διεθνή καριέρα. Τραβάτε στα σκυλοτροφεία που μεγαλώσατε ν' ακούσετε την παγώνα την Kαραμήτσου και να της πετάτε φρίσκις στην πίστα. Βλαχαδερά, άμουσα υποκείμενα.

  3. … γράφεις ότι όλος ο θόρυβος για υποβρύχια που γέρνουν ήταν για κλάματα. Για ψάξε λίγο το ιστορικό της υπόθεσης, όχι μόνο πασοκικές θεωρίες που σε βολεύουν. Τελικά τα κομματόσκυλα σάς ταΐζουν με φρίσκις; Με αυτά που γράφεις είσαι εσύ για κλάματα.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Πορνοστάρ- σκυλί ατάιστο με το χαρακτηριστικό καλλιτεχνικό όνομα W(h)iska. Εδώ σε ακτιβιστικό στιγμιότυπο με τις Femen, καθώς διώκεται για πολιτικούς λόγους στην Ουκρανία. (από Khan, 25/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συγκεκριμένα μοντέλα ηλεκτρόφωνου (jukebox) της Αμερικανικής εταιρίας ΑΜΙ. Είναι τα μοντέλα Continental και Continental 2.

Κέρδισαν αυτό το όνομα επειδή έχουν ένα διαστημικό λουκ και ιδιαίτερα το γυαλί του μηχανήματος μοιάζει με τον θόλο ιπτάμενου δίσκου, συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος ότι στις αρχές του '60 όπου και βγήκαν στην παραγωγή, ήταν στο απόγειο η Διαστημική Εποχή. Ο όρος χρησιμοποιείται από συλλέκτες του είδους.

  1. - Το καλοκαίρι που είχα πάει διακοπές στην Κρήτη, σε ένα βουνίσιο χωριό πέτυχα στο καφενείο ξεχασμένο ένα ούφο!
    - Έλα ρε! Νόμιζα ότι τα είχαν φορτώσει όλα...

  2. - Καλά ε, το ούφο του Βασίλη είναι το κάτι άλλο!
    - Το άκουσες και συ ε; Τζάμι δουλεύει...

(από Παπαντώνης, 22/12/12)(από Παπαντώνης, 22/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πιατάκι στο οποίο κατέθεταν οι μερακλήδες τον οβολό τους υπέρ αναξιοπαθούντων μπουζουξήδων που αναγκάζονταν να βγουν με το ζητιανόξυλο στη γύρα από κουτουκίου εις κουτούκιον για τον επιούσιο.

Ετυμολογικώς, ο λημματογράφος εικάζει ότι η εδώ έννοια της λέξης συνδέεται με το σφουγγάρι που το βουτάς στον κουβά, κι όσο νερό κρατήσει.

Ιστορικώς, η σφουγγάρα στην Ελλάδα γνώρισε δόξες στην τριακονταετία 1930-1960, αν και αυτού του είδους η εύσχημη επαιτεία (βλ. παράδειγμα Νο 2 ) ουδέποτε (ευτυχώς) εξέλιπε σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη. Αν και οι πλανόδιοι μουσικοί κάποτε κοσμούσαν με την Τέχνη τους βασιλικές αυλές, οι ρεμπέτες στους οποίους αναφέρεται το λήμμα είχαν μάλλον διαταραγμένες σχέσεις με την εξουσία (βλ. παράδειγμα Νο 1).

Στις μέρες μας, το πάλαι ποτέ πιατάκι έχει αντικατασταθεί από κάποια μπανάνα, ταγάρι, κασκέτο, ή, στην περίπτωση των στατικών και όχι περιφερόμενων μουσικών (βλ. παράδειγμα Νο 4), από την ανοιχτή επί του εδάφους θήκη του οργάνου τους.

Το λήμμα είναι αφιερωμένο σε όλους τους μουσικούς του σάιτ.

  1. [...] Για να ζήσω γύρισα και με το πιατάκι από ταβερνάκι σε ταβερνάκι. Δεν είναι ντροπή. Αλλού μ' αφήνανε αλλού με διώχνανε. Μέχρι που με πιάσανε επί αλητεία. Τ' ακούς ; Με πιάσανε επί αλητεία. Ρε πού καταντήσαμε.

(Γιώργος Μουφλουζέλης, από τη Ρεμπέτικη Ανθολογία του Τάσου Σχορέλη, εκδ. Πλέθρον).

  1. [...] ο Μαρινάκης, παρέα με τον Ποτοσίδη [...] στις άσχημες στιγμές γυρίσανε με το πιατάκι (το σφουγγάρι όπως το λέγαμε) από κουτούκι σε κουτούκι [...] Όποιος από τους παλιούς έχει πει πως δεν το έκανε αυτό, λέει ψέματα [...] Το έκανα κι εγώ [...] «εύσχημη επαιτεία» [...] το όργανο τότε το λέγαμε ζητιανόξυλο [...]

(Γιάννης Μπαφούνης ή Σαμιώτης, ομοίως).

  1. [...] βγήκα πολλές φορές στο «σφουγγάρι» [...] από ταβέρνα σε ταβέρνα, παίζαμε και τραγουδάγαμε κι ύστερα βγάζαμε πιατάκι, το λεγόμενο σφουγγάρι [...] Ο Μάρκος, ο Γενίτσαρης, ο Κηρομύτης, ο Μπαγιαντέρας, ο Ρούκουνας, ο Χατζηχρήστος [...]

(Μαρίνος Γαβριήλ ή Μαρινάκης, ομοίως).

  1. Ήμουνα εξασκημένο ζητιανάκι. Καθηγητής στη Σφουγγάρα. Ξέρεις τι είναι η σφουγγάρα ; Βουτάς το όργανό σου, πας και κάθεσαι εκεί που περνάει ο πολύς κόσμος, αρχινάς να παίζεις, σε βλέπει ο άλλος, του αρέσεις και σου πετάει το κέρμα του.

(Στέλιος Βαμβακάρης, εδώ).

  1. Γυρολόγος μπουζουξής με σφουγγάρα εκεί.

  2. [...] Τρεις άνθρωποι ξεχωρίζω. Ο συγχωρεμένος ο Απόστολος ο Χατζηχρήστος [...], το ίδιο κι ο Παπαϊωάννου [...] λέγανε στους μαγαζάτορες :
    - Όταν έρχεται αυτό το παιδί να βγάζει σφουγγάρα, δεν θα το διώχνετε.
    Το ίδιο κι ο Στράτος [...]
    (παραπέρα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έννοια, η οποία όταν χρησιμοποιείται αναφορικά με τη μουσική, και πιο συγκεκριμένα με τη μέταλ / ροκ μουσική, δηλώνει τα εξής πράγματα:

  1. Το γενικότερο ίματζ μίας μπάντας, τόσο ως προς τα ίδια τα μέλη ή το εν γένει περιτύλιγμα στο οποίο παραδίδεται το καθαρά μουσικό περιεχόμενο: σ' ό,τι αφορά τα μέλη, η σατανίλα μπορεί να σχετίζεται με τον ρουχισμό και την ευρύτερη περιβολή των μουσικών στις φωτογραφίες της μπάντας ή/και τις ζωντανές τους εμφανίσεις, π.χ. μανδύες ή ράσα (κατά τα ευρωπαϊκά και όχι τα ανατολικοορθόδοξα πρότυπα), κουκούλες, ειδικό μακιγιάζ (το αποκαλούμενο και corpsepaint) με σκοπό να αλλοιωθούν τα χαρακτηριστικά ως προς το δαιμονικότερο ή πεθαμενότερο, μπλούζες (αυστηρά μαύρου χρώματος) και κρεμαστά με πεντάλφες, ανάποδους σταυρούς και λοιπά χαϊμαλιά σε αντίστοιχο στιλ, ζώνες και περιβραχιόνια με καρφιά και άλλα παρόμοια αξεσουάρ που δεν τα βρίσκει κανείς στα Hondos Center αν δεν έχει συνεννοηθεί εκ των προτέρων με τις πωλήτριες.

Αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχουν και περιπτώσεις όπου οι ενδυματολογικές αυτές επιλογές δεν εξαντλούνται μόνο στα στενά όρια της εικόνας στα πλαίσια του συμμετέχειν σε μπάντα, αλλά και στην ευρύτερη κοινωνική ζωή των μελών των συγκροτημάτων, αλλά και των οπαδών τους (ή αυτών που ασχολούνται με τα ευρύτερα μουσικά ιδιώματα στα οποία εντάσσονται τέτοιες μπάντες), όπως είναι π.χ. οι γκοθάδες ή (σε μικρότερο ίσως βαθμό) οι μπλακμεταλλάδες. Ως προς το ευρύτερο περιτύλιγμα, η σατανίλα αφορά το καθαρά καλλιτεχνικό μέρος της δουλειάς, τουτέστιν το artwork, ήτοι τις απεικονίσεις στα εξώφυλλα-εσώφυλλα του δίσκου ή σιντί, οι οποίες θα αφορούν ή θα παραπέμπουν σε σατανική ή δαιμονολογική θεματολογία (πάλι δαίμονες, σατανάδες, κόλαση, το υπερφυσικό κλπ).

Σε αυτό τα πλαίσιο θα πρέπει να τονιστεί το εξής: η σατανίλα, αναφορικά με το εξωτερικό ίματζ, δεν έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνο με αξεσουάρ που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σχετίζονται με κάποια μουσική. Σατανίλες μπορούν π.χ. να χαρακτηριστούν και τα πιο ιδιόμορφα κοσμήματα (ή στολίδια σε στιλ κοσμημάτων, ακόμη και τραϊμπαλάκια), καθώς και πολλά άλλα πράγματα που μπορεί να απεικονίζουν σατανικές ή γενικά δαιμονικές / υπερφυσικές μορφές (π.χ. ζόμπια), χωρίς αυτός ή αυτή που τα φοράει να έχει καμία σχέση με συγκεκριμένα μουσικά είδη, ή το ευρύτερο σατανιστικό lifestyle.

  1. Την θεματολογία των στίχων, η οποία θα είναι σατανική, σατανιστική, δαιμονολογική και γενικότερα θα κινείται στο χώρο του υπερφυσικού, πάλι όμως κατά κύριο λόγο σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα (ακόμη και σε περιπτώσεις που οι μπάντες δεν έχουν καμία σχέση με Ευρώπη, π.χ. μπάντες της Νοτιοανατολικής Ασίας) και σπανιότερα με τοπικές ή άλλες εθνικές επιρροές και αναφορές.

Η σατανίλα μπορεί επίσης να υποδηλώνει τα κρυφά μηνύματα που (φημολογείται ότι) μπορεί να έχουν στίχοι οι οποίοι δεν περιλαμβάνουν άμεσες σατανικές και σατανιστικές αναφορές, όπως συνέβαινε δεκαετίες πριν με τους στίχους των Led Zeppelin, των Eagles και άλλων συγκροτημάτων.

  1. Την ίδια τη μουσική ως σύνθεση και ενορχήστρωση, η οποία τονίζει τα παραπάνω χαρακτηριστικά χρησιμοποιώντας απόκοσμα φωνητικά (βαθιά, τσιριχτά, ουρλιαχτά, αλλά ενίοτε και πιο νορμάλ, ακόμη και πιο πομπώδη ή επικά) και τις αντίστοιχες ιδέες, φράσεις και μοτίβα (μελωδικά ή μη) στα όργανα με σκοπό πάνω απ' όλα να δοθεί παραστατικότερα στο ακροατή μία χαοτική, κολασμένη, αγωνιώδης και δαιμονική αίσθηση. Αυτό βέβαια σημαίνει ότι η σατανίλα δεν περιορίζεται σε συγκεκριμένα μουσικά ιδιώματα και υποϊδιώματα: Σατανίλα μπορεί να αποπνέει το μπλακ μέταλ, οι ντεθιές, οι θρασιές, οι γκοθιές, το κλασικό χέβι, οι ντουμιές και πλείστα άλλα είδη μέταλ και ροκ, παιγμένα και ενορχηστρωμένα με τελείως διαφορετικό και διακριτό μεταξύ τους τρόπο. Επίσης, σημαίνει ότι η ίδια η αίσθηση της σατανίλας μπορεί να διαφέρει από ακροατή σε ακροατή -κάποιοι την νιώθουν και κάποιοι άλλοι όχι, παρά μόνο σε εξαιρετικές από μουσικής άποψης περιστάσεις.

Σε μη μουσικό, αλλά ευρύτερο καλλιτεχνικό και πολιτιστικό περικείμενο, η σατανίλα ενδέχεται να αφορά πάλι τη θεματολογία ενός έργου (π.χ. βιβλίο ή κινηματογραφικό έργο), τον τρόπο προβολής ή παρουσίασής του, την όλη ατμόσφαιρα που μπορεί να αποπνέει και τα συναισθήματα που μπορεί να προκαλεί σε όποιον το παρακολουθεί (ασχέτως τρόπου). Αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχουν περιπτώσεις όπου υφίσταται σατανίλα χωρίς όμως να υπάρχει αντίστοιχη σατανική θεματολογία, αλλά μόνο και μόνο με τη δημιουργία της αντίστοιχης ατμόσφαιρας και των αναλόγων συναισθημάτων μέσα από τις στιλιστικές-καλλιτεχνικές επιλογές του εκάστοτε δημιουργού.

Από το ελληνιστικό Σατανάς (Σατανᾶς < Σατᾶν -ᾶς < εβρ. sātān -αντίπαλος, διάβολος).

  1. Μπαντες οπως οι Enforcer και οι White Wizzard κανουν περιοδειες και πολλαπλασιαζουν μερα με την ημερα το κοινο τους, ενω αποθεωνεται (και προμοταρεται) και ο τελευταιος Σουηδος που πουλαει Σατανιλα και παιζει σαν Mercyful Fate. (Από εδώ)

2.Ξεκινάω Shadows of the Damned σήμερα και στα καπάκια ένα Rayman για να καλύψει την σατανίλα! (Από εδώ)

  1. H χαρά του κάβουρα κάγκουρα είναι αυτά ρε.....πολύ νεκροκεφάλα και χάρος και σατανίλα. Αν είναι να την κάνω τρομακτική θα βάλω φώτο του πεθερού μου. (Από εδώ)

βλ. και σατανάδες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευρισκόμενος σε μουσικό κόντεξτ, ο θόρυβος μπορεί να λαμβάνει τις εξής διακριτές σημασίες:

  • Το τελικό μουσικό αποτέλεσμα (εφεξής με την έννοια του ολοκληρωμένου αποτελέσματος μετά από διαδικασίες σύνθεσης, εκτέλεσης, παραγωγής και παρουσίασης) είναι απροσδιόριστο, όσο και καινοτόμο, εννοώντας πως δεν χωράει παρά μόνο σε γενικού τύπου ταμπέλες -ίσως ούτε καν και σ' αυτές. Αυτό στην πράξη σημαίνει πως τα κομμάτια καλύπτουν ένα ευρύ και συχνά-πυκνά ετερόκλητο φάσμα μουσικών ιδιωμάτων με μεγαλύτερη ή μικρότερη επιτυχία στην απόσταξη των επιρροών. Ο θόρυβος μπορεί να αφορά μουσικές που στηρίζονται σε κάποια αναγνωρίσιμη ακουστικά μουσική βάση (π.χ. ροκ, μέταλ, κ.α.) ή σπανιότερα, μπορεί να δηλώνει κάτι το ολότελα καινούργιο και ανήκουστο (με την καλή έννοια). Π.χ.: Ποστίλες.
  • Σε συνδυασμό με το παραπάνω, αλλά όχι απαραίτητα, το τελικό αποτέλεσμα μπορεί να είναι τιγκαρισμένο φουλ στα εφέ, έτσι ώστε η απροσδιοριστία να είναι τεχνητή ενώ η μουσική βάση να είναι στην πραγματικότητα πιο στάνταρ και βατή απ' ότι υποδηλώνεται με την πρώτη ακρόαση. Σαν μπόνους, η κατάχρηση των εφέ μπορεί να εντείνει την αίσθηση της χαοτίλας και του χασίματος κατά το άκουσμα, οδηγώντας τον ακροατή σε πιο ατμοσφαιρικά μουσικά μονοπάτια. Π.χ.: Πάλι ποστίλες, αλλά και ambient, industrial, new rock, διάφορα metal παρακλάδια κλπ.
  • Το τελικό μουσικό αποτέλεσμα είναι κυριολεκτικά θορυβώδες και χαοτικό, αλλά και πάλι με την καλή έννοια: Συνθετικά και εκτελεστικά έχει κάτι να πει και το λέει, οπότε η παραγωγή μπορεί να είναι θόρυβος είτε ηθελημένα (πιο συχνό φαινόμενο) είτε λόγω απειρίας κατά την τελική μίξη/μάστερινγκ (ευτυχώς, πλέον όχι τόσο συχνό φαινόμενο). Το ίδιο ισχύει και σε συναυλιακό περιβάλλον (όπου ο θόρυβος, λιγότερο κολακευτικά όμως, δυστυχώς είναι περισσότερο κανόνας παρά εξαίρεση). Π.χ.: Ντεθιές.
  • Το τελικό μουσικό αποτέλεσμα χαρακτηρίζεται από τη δημιουργική χρήση μη μουσικών ήχων του περιβάλλοντος, δηλαδή αξιοποιεί τους θορύβους που μπορούν να παράγονται με τεχνητό ή φυσικό τρόπο, π.χ. το κουδούνισμα των κλειδιών σ' ένα μπρελόκ, ο ήχος του ανέμου/ της βροχής/ της πόρτας που τρίζει/ των μηχανών και μηχανημάτων κ.α. Κάπως έτσι υποτίθεται ότι γεννήθηκε και το μουσικό ιδίωμα του industrial.
  • Το τελικό μουσικό αποτέλεσμα είναι Γ.Τ.Π. και η συνθετάρα/γκρουπάρα/παραγωγάρα είτε μας δουλεύει ψιλό γαζί πουλώντας άποψη, είτε την έχει ακούσει τελείως με την πάρτη του και πολύ απλά δεν νιώθει. Επειδή, όμως, ο μέσος άνθρωπος δεν είναι τόσο κάφρος που να μην καταλαβαίνει ότι αυτό που του έχουν σερβίρει είναι μια παπαριά και μισή, αποκαλείται γενικά θόρυβος με σκοπό να ψαρώσει ο πιθανός ακροατής, μιας και η αφηρημένη αυτή έννοια ενδέχεται να υποδηλώνει κάποια από τις τέσσερις παραπάνω περιπτώσεις. Συναντάται συχνά σε πονήματα μουσικοκριτικών σε καθ' όλα έγκριτες και αξιόπιστες εκδόσεις του μουσικού τύπου.

Εννοείται φυσικά ότι η λίστα περιπτώσεων και υποπεριπτώσεων του θορύβου δεν εξαντλείται στο παρόν λήμμα. Αντιθέτως, οι ορισμοί μπορούν δυνητικά να είναι τόσοι όσοι και οι ακροατές που προσπαθούν να τον ορίσουν.

Αναρτηθέν εις Δ.Π. υπό Khan.

  1. Η πρώτη αφορά τις Κυριακές, όπου για 24 ώρες θα μπορείτε να ακούτε μουσική από επιλεγμένα soundtracks κινηματογραφικών ταινιών.
    Η δεύτερη, αρχής γενομένης από σήμερα, έχει να κάνει με ένα από τα αγαπημένα μας παρακλάδια της indie μουσικής, το shoegaze. Κάθε Τετάρτη, και για τέσσερις ώρες, θόρυβος, χαοτικές και dreamy μελωδίες όπου το συναίσθημα ανακυκλώνεται διαρκώς, αποφεύγοντας πεισματικά το κουραστικότατο post rock. (Από εδώ)

  2. Ο βρόμικος ροκ θόρυβος του «Helter Skelter» που κυκλοφόρησε το ,68 ήταν το τραγούδι που σύμφωνα με τον παράφρονα Τσαρλς Μάνσον προειδοποιούσε τις ΗΠΑ για έναν φυλετικό πόλεμο, γι' αυτό και έστειλε και τους πιστούς του να σφάξουν τη Σάρον Τέιτ και τα υπόλοιπα θύματα. (Εδώ)

  3. Στον 13ο όροφο τρίζουν οι πόρτες και τα τζάμια! Δεν έχουμε πάρτι όπως λένε οι Τρύπες αλλά… ο ένας από τους ιδρυτές των συγκροτημάτων “ NIGRA SILVA” και “ NITERESO”, Νίκος REDFOX παίρνει το μικρόφωνο του MIRROR RADIO και κάνει πανικό.!Ελληνικός και ξένος ροκ “θόρυβος” όπως μόνο ο άρχοντας της ροκ μουσικής σκηνής REDFOX ξέρει να παίζει. Μία εκπομπή με αρκετά αφιερώματα , δύναμη, ευθύτητα, κοινωνικοπολιτικά σχόλια, μπύρες και πάνω από όλα ΒΑΡΥ ΡΟΚ. (Από εδώ)

  4. Μόνο που ο ήχος τους δεν ήταν το λυρικό ροκ που είχε συνηθίσει το κοινό τους, όπως στους τελευταίους δίσκους των Bad Seeds, αλλά ένας άγριος, ωμός ροκ θόρυβος, όπου οι γκαράζ κιθάρες συναντούσαν την απλότητα των μπλουζ. Οι Griderman όπως ονομάστηκαν από έναν παλιό μπλουζ στίχο κυκλοφόρησαν το 2007 το ντεμπούτο τους, το «Griderman» και πέρυσι έβγαλαν το «Griderman 2». Ο τύπος τους βάφτισε «οι μεσήλικες που παίζουν ατίθασο ροκ εν ρολ» και αυτό ακριβώς θα παρουσιάσουν την Τετάρτη 6 Ιουλίου στο Terravibe Park της Μαλακάσας. (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified