Selected tags

Further tags

Περιορισμένο εμπράγματο δικαίωμα σε πράγμα, εδώ σε εραστή ή ερωμένη. Αντιπαραβάλλεται με την (ψιλή) κυριότητα σε σχέσεις επισήμου ζεύγους.

Δηλωτικό της χαλαρότερης σχέσης σε παράνομα ζευγάρια όπου παρατηρείται απουσία απαιτήσεων και πρωτεύοντα ρόλο έχει η ευχαρίστηση. Χρησιμοποιείται δε και λόγω του εφήμερου χαρακτήρα παρόμοιων σχέσεων, έτσι ο απατών με το πέρας της εφήμερης σχέσης γυρνάει στον/στην σύζυγο ή επίσημο σύντροφο.

Όπως η επικαρπία όταν εκλείψει ο επικαρπωτής επιστρέφει στον κύριο και ενώνεται με την ψιλή κυριότητα αυτού στο ενιαίο πλέον απόλυτο εξουσιαστικό δικαίωμα.

Η νομική σχέση που συνδέει τον σύζυγο, την σύζυγο και τον εραστή της συζύγου σύμφωνα με τον Γαμικό Κώδικα:
Ο σύζυγος έχει την ψιλή κυριότητα και ο εραστής την επικαρπία επί της συζύγου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάλιωσε πλιά το «τελεία και παύλα» και σε αντικατάσταση έρχεται τo «τελεία com».

Είπα και λάλησα ρε και τελεία com.

(από Khan, 04/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή ή αυτός που θυμώνει πάρα πολύ!

Είσαι μεγάλη θυμωνιέρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επειδή οι γυναίκες δεν έχουν (ακόμα) κανονικούς πούτσους, καβλιά κ.λπ. όργανα διακόρευσης όπως οι άντρες, παρά την εξέλιξη της τεχνολογίας, της γενετικής μηχανικής κ.λπ., για να αναφερθούν σε αυτά σε βρώμικες εκφράσεις και μπινελίκια.

Επειδή κάποιες γυναίκες πρέπει να είναι ίσες με τους άντρες σώνει και καλά και αυτό θα πει ότι πρέπει να τους μοιάσουν και μάλιστα, για καλύτερα, να μοιάσουν στους πιο κάφρους απ' αυτούς, για να φαίνεται καθαρά πόσο ίσες είναι, μην ξεφύγει από κανέναν.

Επειδή κάποιοι άντρες, λόγω της καφρίλας τους, μιλάνε με ορολογίες για πολύ ξύλο και χρησιμοποιούν εκφράσεις όπως «θα της ρίξω δυο καβλιά», «θα της ρίξω δυο πούτσους» λες και είναι η άλλη σκουπιδοτενεκές και θα πετάξει τα σκουπίδια του ο κτηνάρας. Που θα πει «θα της ρίξω δυο γαμήσια χωρίς συναίσθημα, μόνο και μόνο γιατί κάβλωσα και την έχω για τον πούτσο μου». Έκφρασεις τέτοιες εκχυδαΐζουν την σεξουαλική επαφή, εξευτελίζουν την γυναικεία υπόσταση και δείχνουν πόσο μαλάκας είναι αυτός που τις λέει.

Γιαυτό:
Μερικές γυναίκες χρησιμοποιούν αντίστοιχη γλώσσα, τόσο καταπληκτική όσο οι κατά λέξη μεταφράσεις των ξένων γλωσσών που δεν βγάζουν νόημα.

Σο, μια χαρά, «θα του ρίξω δυο μουνιά» θα πει ακριβώς «θα του ρίξω δυο γαμήσια χωρίς συναίσθημα, μόνο και μόνο γιατί κάβλωσα και τον έχω για το μουνί μου». Έκφραση που εκχυδαΐζει την σεξουαλική πράξη, εξευτελίζει την ανδρική υπόσταση και δείχνει πόσο μαλάκες είναι όσοι άντρες λένε τις αντίστοιχες και παρασέρνουν τα κορίτσια στο να μιλάνε και αυτά άσχημα, γιατί, μια φορά, αυτά τα λόγια δεν τους τα 'μαθε η μάνα τους.

Επίμονη ασίστ: Χαλικούτης (μάκια μάκια όπα όπα χαλικού)

-Και τελικά τί έγινε ρε όταν φύγατε; Το κάνατε; Λέγε!
-Έλα ρε Δέσποινα, τί να κάνουμε, γυρίσαμε χαράματα και σε δυο ώρες είχε δουλειά...
-Δυό ώρες; Δυο γαμημένες ώρες; Πας καλά ρε; Με τις καύλες που είχατε και οι δύο σε μισή ώρα θα του χες ρίξει δυο μουνιά και θα τον είχες ξαποστείλει. Γαμώ το φελέκι σου είσαι απερίγραπτη.
-Αφού με ξέρεις... Θέλω το παραμύθι μου δεν μπορώ έτσι τσακ μπαμ... Μαλακία έκανα, ε;

(από Khan, 04/08/14)

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εσώρουχο ανδρικό παλαιάς κοπής και σχεδίου, πρωτίστως σλιπάκι υπόλευκο λόγω μακροχρόνιας χρήσης.

Το εν λόγω εσώρουχο έχει την εξής ιδιότητα: Είτε απορροφάει τις δυσάρεστες οσμές από διασπορά κλανοβολισμών είτε αντιστέκεται σθεναρά στην φθορά που αναπόδραστα προκαλεί ο πυροβολισμός από τόσο κοντινή απόσταση σε ένα ταπεινό βαμβακερό ύφασμα.

Το αλεξίκλανο βρακί, έπειτα από μαγευτικές νύχτες με φασολάδα και λοιπά πορδογενή φαγητα, παρουσιάζει φαινόμενα όσμωσης με το περιεχόμενο του εντέρου αμέσως πριν την απέκκριση. Κοινώς, χρωματίζεται σε χρώματα φαιάς αποχρώσεως, ελαφρώς καφέ. Μερικές φορές όταν το κλάσιμο γίνεται σε παρέα ανδρών, και δη σε κατασκηνώσεις, η ανάγκη να επιβληθεί κάποιος με το περιεχόμενο του κώλου, του το αλεξίκλανο βρακί χρωματίζεται κίτρινο μπροστά, αποτέλεσμα της υπερπροσπάθειας αερισμού και ίσως έπειτα απο κατανάλωση φτηνόμπυρας.

Γνωστός κλανιάρης πηγαίνει σε μαγαζί εσωρρούχων για να αγοράσει εσώρρουχα και παραγγέλνει ως εξής:
- Δώστε μου σας παρακαλώ μια εξάδα αλεξίκλανα μινέρβα νούμερο 6

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για ελληνική απόδοση του phishing, της ηλεκτρονικής απάτης που προσπαθεί να παρασύρει τα θύματα της στο να αποκαλύπτουν προσωπικά τους στοιχεία (π.χ. όνομα, διεύθυνση, αριθμό τραπεζικού λογαριασμού ή πιστωτικής κάρτας, ΡΙΝ και δεν συμμαζεύεται).

Ο πσαράδες χρησιμοποιούν μπαμπέσικες τακτικές όπως την αποστολή πλαστών εμαιλ δήθεν από γνωστή τράπεζα, εταιρεία, δημόσιο οργανισμό, ή γνωστή ιστιοσελίδα ηλεκτρονικού εμπορίου.

Σε άλλες περιπτώσεις, αποστέλλονται πιμί από λιμπιντιάρικα γυναικεία νικ που υπόσχονται να στείλουν φωτογραφία εάν τους στείλεις την ηλεκτρονική τους διεύθυνση. Όσοι κυβερνοπέφτουλες ανταποκριθούν μοιραίως θα βρεθούν προ εκπλήξεων.

- Ρε φίλε καλημέρα. Κάποιο άτομο, μάλλον γυναίκα πρέπει να ναι, χρήστρια του slang, cindyforallλέγεται, μου έστειλε μήνυμα λέγοντας πως της άρεσε το προφίλ μου (μια φωτογραφία από Καστελόριζο υπάρχει εκεί) και ζητάει mail, και θέλει λεει να μάθει κάποια στοιχεία για μένα. Λεει πως αν τα στείλω, τότε θα μου στείλει φωτογραφία. Έχει κάνει κάτι αντίστοιχο και σε σένα; Κάτι μου λεει πως το χει στείλει σε πολλούς. Εγώ πάντως δεν νομίζω πως θα στείλω τίποτα. Κάτι δε μου αρέσει.

- Και σε μένα και σε άλλους. Μάλλον κάνει πσάρεμα για πιστωτικές κάρτες και έτσι. Μακριά φίλε μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψευδοσυστολή για το «γαμιάς». Παράγωγο του ρήματος μαμάω-ώ. Προσοχή στον τόνο: Άλλο μαμιάς, άλλο μαμίας.

- Ποιος είσαι ρε φίλε; Ο μαμιάς της γειτονιάς;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εφαψίας είναι ο τύπος που στο internet κοιτάζει φωτογραφίες γυναικών (π.χ. σε facebook, hi5), κάνει comments σε τεστάκια, videos, φωτογραφίες μπας και την ρίξει!!!

Τώρα, στα μαγαζιά η δράση του είναι να μπαστακώνεται δίπλα σε κοπέλες (συνήθως δεν μιλάει όταν είναι άγνωστες), να τις ακολουθεί στον δρόμο και πολλές φορές κάνει τον ταρίφα...

  1. Ρε εφαψία, πάλι στο facebook είσαι και κοιτάς φωτογραφίες;;;

  2. Κοίτα τον εφαψία, πήγε και κάθησε δίπλα της!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπουζουκογκόμενα καλείται η συνηθισμένη γκόμενα που:

  • Νυχτοπερπατά σε όλους τους χώρους άνευ εξαίρεσης όπου κυκλοφορούν αμάξια τύπου Mercedes, αγωνιστικά και γενικά μουράτα.
  • Το μαλλί είναι σταθερά ντεκαπαρισμένο με καμένες τούφες από το πολύ πιστολάκι και τις πάρε να 'χεις βαφές ή extreme ανταύγειες.
  • Δεν κυκλοφορεί ποτέ χωρίς το make-up της ή το φρουτένιο lip της.
  • Ακόμα και το πρωί μπορεί να την πετύχεις με γόβα-πίπτω και με μαλλί που να μην έχει ξεφύγει ούτε τρίχα από το πιστολάκι.
  • Δεν ξέρει ποτέ απ' έξω τον αριθμό του κινητού της.
  • Τα μπλουζάκια της είναι σχεδόν όλα έτσι ώστε να αφήνουν ένα σημείο hot για εκείνη τουλάχιστον ακάλυπτο.

Πάντα όμως υπάρχουν και οι μπουζουκογκόμενες high-classάτες. Αυτές που:

  • θα κρατήσουν την Louis Vuitton τους αλλά το μαλλί θα παραμένει καμένο και το νύχι σταθερά επιμηκυμένο.
  • Χρησιμοποιούν φράσεις όπως: ρε μωρό, ρε συ, ρε κοίτα τι αμάξι έχει, αχ σταμάτα (ακόμα κι αν τίποτα δεν έχει αρχίσει αυτές το θεωρούν πολύ σέξυ).
  • Οι σχέσεις τους διαρκούν ένα μήνα το πολύ.
  • Κάθε Σάββατο πηγαίνουν σε club ή μπουζούκια και ακούνε γενικά Σάκη, μπουζουκοτράγουδα, ενώ αν τις ρωτήσεις τι είναι έντεχνο θα σου πουν όλες Χατζηγιάννης.
  • Τρελαίνονται για άντρες που φορούν mocassinia με φόρμες (έλεος), πουκάμισο οπωσδήποτε λίγο ανοιχτό το βράδυ και αρκετά τζελαρισμένοι.
  • Έχουν κάψει αρκετά έως πολλά εγκεφαλικά κύτταρα με το να διαβάζουν Cosmopolitan και να τα μαθαίνουν απ' έξω μέχρι να έρθει ο κατάλληλος για να τα εφαρμόσουν.

Ενώ ο όρος χρησιμοποιείται και για τα σκυλιά, η μπουζουκογκόμενα έχει μία πιο προσεγμένη εμφάνιση.

– Αχ ρε συ κοίτα ένα αμάξι!
– Λες να πηγαίνει στο club που πάμε;
– Σκέφτεσαι;
– Αχ σταμάτααα! Λες να μου την πέσει;
– Αυτός που το οδηγεί ή το αμάξι;
– Ε;!

(Διάλογος μπουζουκογκoμενών)

Βλ. και μπουζουκομούνι καθώς και -μούνα, -γκόμενα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νέτο καλείται ο γκόμενος ή το γκομενάκι σε απλουστευμένη μορφή.

Εκ των γκομενέτο > γκομενάκι > γκόμενος. Λέξη με αργή εξέλιξη καθώς επικρατεί ακόμα το γκομενάκι έναντι του νέτο.

- Θύμισέ μου μετά να πάρω τηλέφωνο το νέτο μου.
- Πάλι ξεχασμένο το έχεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified