Selected tags

Further tags

Μπυροκλάνι ονομάζεται η κατάσταση στην οποία περιέρχονται τα έμπυρα άτομα μετά από ακατάπαυστη και αλόγιστη κατανάλωση άφθονης μπύρας.

Άμεσες συνέπειες για το άτομο που βρίσκεται σε κατάσταση μπυροκλάνι είναι: ακατάπαυστο ρέψιμο, συχνοουρία και η ακρόαση ασμάτων του Βασίlη Τερλέγκα (παραγγελιά, όρθια μένουν τα κλαριά, όπως θα παίρνω τις στροφές κ.α.)

Μεσομακροπρόθεσμες συνέπειες είναι το κτίσιμο μπυροκοιλιακών.

Προηγουμένως τα έμπυρα άτομα έχουν φροντίσει να για την μπυρασφάλεια τους δηλαδή τη διαθεσιμότητα και επάρκεια μπύρας (σύμφωνα με τον χρήστη Gatzman) στο ψυγείο τους.

Το μπυροκλάνι ουδεμία σχέση έχει με το πυροκλάνι αν και είναι εξαιρετικά πιθανό το άτομο που βρίσκεται σε κατάσταση μπυροκλάνι να προβεί και σε πυροκλάνι προς τέρψη των συνδαιτυμόνων του.

Αξίζει επίσης να αναφερθούν οι μαζικοί αγώνες τον έμπυρων ατόμων για την κατοχύρωση του δικαιώματος της μπυρασφάλειας ζωής, της σύναψης δηλαδή συμφωνίας με τις μεγάλες μπυροβιομηχανίες για την ένταξη τους σε εκπωτικά προγράμματα και την συνεχή τροφοδοσία των ψυγείων τους από ειδικά συνεργεία ώστε να μπορούν να βρίσκονται μονίμως σε κατάσταση μπυροκλάνι.

Πάγιο αίτημα επίσης αποτελεί η δημιουργία γραμμής μπυροκλάνι-SOS ώστε να παρέχετε στα έμπυρα άτομα που δεν φρόντισαν για την επαρκή μπυρασφάλεια τους άμεσα ποσότητα μπύρας κατά τις πρώτες πρωινές ώρες που είναι όλα τα περίπτερα κλειστά.

-Σάββα τα αρχίδια μου τράβα..

-Τι είπες ρε καθίκι;

-Ασ' τον μην τον παρεξηγείς, βρίσκεται σε κατάσταση μπυροκλάνι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Βρετανικό) : Σύνθετο εκ του smoking & flirting.

Από τότε που λυσσάξανε και απαγορέψανε το κάπνισμα σε εσωτερικούς χώρους στη Βρετανία, ο κοσμάκης που δουλεύει στα γραφεία κ.τ.λ., αναγκάζεται να βγαίνει έξω στο χιονιά να ξεχαρμανιάσει κι αυτό μόνον κατά το lunch break ή το tea break, δηλαδή όταν οι μη καπνιστές αράζουν στη ζεστασιά, πίνοντας αχνιστό τσάι.

Αυτή η σκαιά αντιμετώπιση των καπνιστών, προϊούσης και της αμηχανίας τους, δημιούργησε μια συσπείρωση, εγκαρδιότητα και «συνενοχή» μεταξύ των μπλαβιασμένων «αποβλήτων» των γραφείων. Ούτω πως, το φουμάρισμα απέβη συνδετικός κρίκος μεταξύ των ανθρώπων, συχνότατα με ερωτική κατάληξη

(Μετά τον Ιούλιο 2009):
-Βαρέθηκα εδώ μέσα. Πάμε να σμερτάρουμε κάτω;
-Έχω την εντύπωση ότι ο ψηλός απο τον τρίτο σε γουστάρει. Παραμονεύει πότε θα κατεβείς.

(από Vrastaman, 18/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που έχει κορμάρα που φουσκώνει παντελόνια αλλά μούρη που εκτροχιάζει τρένα από την ασχήμια της .... και ωσεκτουτού η χρησιμότητά της είναι αυτή της γαρίδας: τρως το σώμα και φτύνεις το κεφάλι ...

- Κολλητέ τσέκαρε κώλο το μωρό...!!
- Το είδα αλλά η τύπισσα είναι γαριδογκόμενα, άμα γυρίσει πρόσωπο θα πάθεις εγκεφαλικό!....

βλ. επίσης γαρίδα, γκόμενα-γαρίδα, γυναίκα-γαρίδα και πεσκανδρίτσα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη έννοια: ο ψωληφόρος, δηλαδή απλά ο άντρας, σε περιστάσεις όπου και μόνο η παρουσία του είναι δυσάρεστη, π.χ. όταν μαζεύονται πάρα πολλοί (και γίνεται αρχιδόκαμπος) ενώ ελπίζαμε να έχει περισσότερες γκόμενες, ή όταν προκύπτει ότι συνοδεύει μια γκόμενα που την είχαμε για ασυνόδευτη. Λέξη που λέγεται κυρίως από σερνικά παιδιά.

(Το κατατάσσω στους χαρακτηρισμούς καταστάσεων και όχι προσώπων, γιατί το ίδιο πρόσωπο είναι ή δεν είναι ψωλέρ αναλόγως των συνθηκών.)

Παρατήρηση: δε θα υποστήριζα την προφορά -eur που προτείνει ο Χότζας. Η αυθεντική λέξη, στη γλώσσα του Μολιέρου, είναι psolaire, εκ του ύστερου λατινικού psolarius.

1.
- Μαλάκα, είσαι άτυχος! Τώρα που κατέβηκες για κατούρημα, βγήκε από το απέναντι μαγαζί η σερβιτόρα που γουστάρεις. Σχόλαγε, την είδαμε και με τα κανονικά της ρούχα πρώτη φορά.

- Και; Προς τα πού πήγε;

- Άσ' το! Προς το αυτοκίνητο του ψωλέρ της.

2.
- Λέμε να μαζευτούμε απόψε στου Χασάν με Μήτσο και Γιάννη, είσαι;

- Άσε ρε μαλάκα! Τι α πα α κάνουμε πέντε ψωλέρ σ' ένα σπίτι;

(από johnblack, 26/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για σύγχρονη και επιστημονικότερη έκφραση του: Γαμώ το σόι σου! Με τη διαφορά πως, εν προκειμένω, οι καθυβριζόμενοι συγγενείς σου είναι πολυπληθέστεροι και τραβάνε πολύ πίσω (αλλά και μπροστά!) σε χρονικό ορίζοντα.

Αν πιστεύεις στο Δαρβίνο δεν είναι και τόσο βαριά, δεδομένου οτι πολλοί πρόγονοί σου ήτανε ουρακοτάγκοι και δε σε χαλάει. Αν όμως πιστεύεις στη Βίβλο, τότε, όσο πιό πίσω πάς τόσο βαρύτερο το μπινελίκι αφού φτάνεις στο Θεό (κατ' εικόνα κτλ).

Μέχρι την εισαγωγή της έκφρασης αυτής, το πιο πιθανόν είναι ότι το χρονικό και αριθμητικό εύρος των κατωτέρω ενδεικτικών ιταλικών εκφράσεων ίσως να μην είχε ποτέ ξεπεραστεί:

I morti toi, a doi-a doi, fin' che arrivano a numeri dispari! (Bari) = Γαμώ τους νεκρούς σου, δυο-δυο, μέχρι να φτάσουνε σε περιττό αριθμό ...

Managgi' a chi t' ha mort' e che te stramort', e ancora ta' da muri! (Napoli) = Γαμώ τους νεκρούς σου και τους καλύτερούς σου νεκρούς κι αυτούς που θα σου πεθάνουνε ...

Managgi' a chi t' ha mort' e che te stramort', e chi sonava la campana mort'! (Napoli) = Γαμώ τους νεκρούς σου και τους καλύτερούς σου νεκρούς κι αυτόν που βάραγε την καμπάνα τους

L' animaccia dei meglio mortaci tua! (Roma) = Γαμώ την κωλοψυχή των καλύτερών σου νεκρών ...

Γιός : Γέρο, πέσε κανά ευρώ. Στέγνωσα.
Πατέρας : Ρε γαμώ το ντι-εν-έι σου, χτές δε σου' δωσα ρε κωλόπαιδο ; Τί τα κάνεις ; Βάλε και τίποτα στην άκρη.
Γιός : Όλα στην άκρη τα σπρώχνω, ρε φάδερ ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δημιουργήθηκε μετά την απόφαση της σχολής μπαλέτου τις εκκλησίας να δώσει στους αναμάρτητους προτεραιότητα στις εγγραφές της νέας σεζόν.

Ο αναμάρτητος οφείλει να προσκομίσει την απόδειξη εξομολόγησης από το εκκλησιαστικό κατάστημα της ενορίας του.

Συστατικές επιστολές από αγίους λαμβάνονται σημαντικά υπόψη.

Οι 20 πρώτοι που θα εγγραφούν μπαίνουν σε κλήρωση για μία θέση στο παράδεισο.

- Τα έμαθες; Άνοιξε καινούργια σχολή μπαλέτου.
- Ναι το άκουσα, αλλά ο αναμάρτητος πρώτος χορεύει μπαλέτο, εσύ έχεις πάρει το μισό Κερατσίνι.
- Και εσύ ολόκληρη την Καλλιθέα.
- Η Καλλιθέα είναι μικρότερη από το Κερατσίνι.
- Πουτάνα.
- Τσούλα.

(από Mpanoutsos, 27/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σπέρμα, η εκσπερμάτιση. Παρομοιάζεται με σως, ήτοι σάλτσα, δηλαδή το γνωστό Kavli. Ίσως από αυτόν τον συνειρμό να προέρχεται και το σάλτσα και γαμήσου.

Αλλάξαμε πολλές στάσεις, αλλά την σως την έφαγε στα καπούλια μετά το οθωμανικό.
(Από απομνημονεύματα ενός μπουρδελιάρη).

(από BuBis, 28/06/09)(από BuBis, 28/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο Π. Ναυτικό, έτσι αποκαλείται ο βαθμοφόρος (Δον πιλάφας), που σε χώνει γλυκά (κατά το killing me softly with his song), ήτοι σου χώνει μπαλάκι μεν, αλλά προϊούσης της ιεραρχίας, της ευγένειάς του και του γεγονότος ότι ο και ίδιος δίνει το καλό παράδειγμα εργαζόμενος σκληρά, δεν μπορείς να αρνηθείς ή να κάνεις την κορόιδα, δε.

Συνήθως, σου μιλάει γλυκά, ευγενικά, απευθύνεται στο φιλότιμό σου και χρησιμοποιεί τα ρήματα στον πληθυντικό αριθμό, στην υποτακτική και με ένα ερωτηματικό στο τέλος: «Ρε συ Χρηστάρα, να πάμε μια τα σκουπίδια έξω;» Πονηρό το πιλάφι.

- Τί γίνεται ρε ; Πήγε 3 η ώρα. Δε θα πα' να την πέσεις ;

- Τί να κάνω, έχω το γλυκοχώστη άλφα-φι σήμερα και μου' χει αλλάξει τον ανανία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νέα κοπέλα ελευθερίων ηθών, με μαλλί τιγρέ (α-λα Μπόνι Τάιλερ) ή θεσσαλονικί, όχι απαραιτήτως πουτάνα, αλλά σίγουρα πουτανάκι.

Συνώνυμα: ξεκωλάκι, ξεκωλίδι, γαμήδι, καράπουταναριό, ευκολάκι, μπουζουκογκόμενα, κτλ.

Βγήκαμε χτες με τον Γιώργη σε κάτι παρακμιακά κωλάδικα στον Πειραιά. Τίγκα στο ξεμπούρδελο. Έπαιρνες παράσημο με το κοίταγμα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάποιος ξενυχτάει υπέρ του δέοντος. Βρίσκεται σε κατάσταση αποσύνθεσης, αλλά παρ'όλα αυτά δεν πέφτει το πουλάκι μας να κοιμηθεί είτε επειδή του αρέσει να ξενυχτά είτε επειδή έχει εξεταστική. Ναι, είναι αλήθεια πως όταν έχει κάποιος εξεταστική, βρικολακιάζει διαβάζοντας.

Αν ο βρικόλακας είναι κοπέλα, έχει αυτούς τους, κατά την ταπεινή μου γνώμη, σέξυ μαύρους κύκλους και από την αϋπνία αλλά και από τα έντονο μαύρο μολύβι που έχει ξεβάψει προς τα κάτω.

Αν πάλι είναι άντρας, τότε έχουμε κομματάκι προβληματέισον διότι παραπέμπει σε αγόρι που ξενύχτησε πάλι βλέποντας τσόντες ή που παίρνει την δόση του κρυφά. Δεν αποκλείεται να διάβαζε όλο το βράδυ βέβαια.

Η κατάσταση του βρικόλακα είναι λεπτή διότι αντιδρά με έξτρα ευαισθησία. Επίσης μπορεί να ξενυχτά βράδια ολόκληρα σπίτι του και όταν έρθει η ώρα να βγει με καμιά παρέα να ξενυχτήσει, κάνει την πάπια και κάθεται σπίτι του μιζεριάζοντας ή και ξενυχτώντας πάλι. Κατά το δεύτερο παράδειγμα συνήθως εισβάλλει κάποιος γονέας ή κάποια γιαγιούλα (ανάλογα με την σπιτικοδιάταξη) και παριστάνει η ίδια τον βρικόλακα. Είναι λίγο σπούκι, όσο να πεις, να μπαίνει ο άλλος να δει αν κοιμάσαι, ειδικά αν εσύ νομίζεις οτι βρικολακιάζεις ολομόναχος-ολομόναχη.

Tips για να βρικολακιάσεις: desperados (μπύρα είναι ρεε ξυπνήστε:) ), κάποιο κεράκι να νιώσεις σαν τους αρχαίους λιγάκι, ανοιχτά παράθυρα για να ακούς από πάνω αυτούς που το κάνουν ή από κάτω την υστερική που μαλώνει με τον άντρα της, σημειώσεις πεταμένες από 'δω κι από κει και είσαι έτοιμη-ος. Καλό βρικολάκιασμα λοιπόν!

- Θα 'ρθεις σήμερα στο κλαμπάκι; Άντε, όλο μέσα κάθεσαι!
- Μπα, δεν έχω κοιμηθεί καθόλου σήμερα...
- Κατάλαβα, ξενέρωτη, πάλι θα βρικολακιάσεις!

- Μαμά μην μου τα πρήζεις. Δε νυστάζω...
- Θα βρικολακιάσεις παιδί μου, ούτε πέντε ώρες δεν κοιμάσαι.

(από amelie, 28/06/09)(από BuBis, 28/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified