Ο ελεγκτής της τρόικας. Πληθ. οι τροϊκανοί.
Μάλλον προέρχεται από τους Μοϊκανούς που είναι σε κυνήγι scalp στην Αθήνα.
Ακούγεται από δημοσιογράφους της τηλεόρασης.
Ο ελεγκτής της τρόικας. Πληθ. οι τροϊκανοί.
Μάλλον προέρχεται από τους Μοϊκανούς που είναι σε κυνήγι scalp στην Αθήνα.
Ακούγεται από δημοσιογράφους της τηλεόρασης.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αναφερόμεθα στην «απωλεστική» συμπίεση αρχείων ήχου και εικόνας.
Όταν ριπάρουμε κάποιο ψηφιακό μέσο, μπορούμε να επιλέξουμε χάριν οικονομίας κάποιον αλγόριθμο που να συμπιέζει τα δεδόμενα σε μικρότερα αρχεία. Εις βάρος όμως της πχοιότητας του αρχείου, καθώς περιέχει λιγότερες πληροφορίες (μπιτ).
Στην πραγματικότητα, μόνο το αυτί ενός ξινόπουστα σκύλου μπορεί να διακρίνει ένα «χασιάρικο» MP3 από ένα «μη απωλεστικό» FLAC. Το ίδιο πάντως δεν ισχύει στα αρχεία εικόνας, όπου η υπεροχή, πιχί, ενός RAW έναντι ενός JPEG είναι οφθαλμοφανής.
Η έκφραση είναι νεόκοπη και εισέτι αχαρτογράφητη στο γούγλε-γούγλε. Μου την είπε πρόσφατα λαμπάτος audio-ναζός φίλος, διαρρηγνύοντας τα ιμάτιά του για το iPod μου.
Εκ του αγγλικανικού lossy.
- Ρε τσιμπητέ, ξεκόλλα με το βινύλιο!
- Εσύ άκου τις χασιάρικες κονσέρβες σου, κι άσε εμένα να απολαύσω Floyd όπως ξέρω, τον Άη Ποντ μου μέσα!
- Ουναμουχαθείς, το μόνο πράγμα που χάνω με το iPod μου είναι το κριτς - χρατς του καβουρδιστηριού σου.
- Η εισαγωγή του Wish You Were Here χωρίς κριτς - χρατς είναι σαν δέντρο χωρίς ρίζες...
(πραγματική συζήτα με audio-ναζό)
Got a better definition? Add it!
Από το αγγλοαμερικάνικο bitch.
Συνήθως είναι μουνάρα αλλά αν και νομίζει ή το παίζει ότι έχει αρχίδια στην πραγματικότητα είναι αρχίδι (νταξ, ο όρος καταχρηστικώς).
Δίπλα της άντρας σωστός δεν στέκεται πάνω από καμιά εκατοστή λέξεις αλλά η ίδια είναι φλωρομουνοπαγίδα.
Τέτοια συμπεριφορά έχουν συχνά γυναίκες στην εμμηνόπαυση που κατέχουν κάποιο πόστο.
- Ποιο μπιτσόνι ακούγεται σε δυο ορόφους;
- Η καινούργια προϊσταμένη.
- Ο μούνος με τα Πράντα που σε γκάζωσε χθες;
- Έρχεται κι η σειρά σου.
- Τι παίζει με το καινούργιο φρούτο απέναντι;
- Το μπιτσόνι του τραγόπαπα της ενορίας.
- Άλα! επιτυχίες ο παπα-Μπάμπης!!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ανατριχιάζω από συγκίνηση, πυρετό, κρύο, φτάρνισμα κλπ και ωσεκτουτού το δέρμα μου γίνεται σαν της μαδημένης κότας...
Προφ από το γαλλικό chaire de poule. Αντίστοιχη αγγλική έκφραση goose bumps (εδώ παίζει η χήνα).
Έκφραση όχι πολύ συνηθισμένη ούτε ιδιαίτερα εύχρηστη (πχ στον αόριστο είνα αηδία, «κοτοπούλιασα» -άσε που παραπέμπει στην Κοτοπούλη και πάει αλλού το πράμα).
Επίσης μπορεί να σημαίνει μαραζουλιάζω, κατσιάζω κλπ.
... όταν πήγα να πάρω το αυτοκίνητο, μύριζε αυτή την υγρασία και με έκανε να κοτοπουλιάζω. (από μπλογκ)
βλ. και κατσομαλλιάζω (-ομαι)
Got a better definition? Add it!
Λέξεις για το συνωστισμό αντρών: αρχιδάλωνο, αρχιδαριό, αρχιδόκαμπος, καψιμί, λοσταρία, πουτσοπανήγυρος, πουτσοσπορά, πουτσοχώραφο, σβερκαρία, τίγκα στο αρχίδι, τσατσάρα, ψωλαρία, ψωλοχώρι.
Λέξεις για το συνωστισμό γυναικών: Αιδοίον πέλαγος, ακατάσχετη μουνορραγία, θεομουνία, μουνόβραση, μουνοθύελλα, μουνοκαλύβα, μουνόλακκος, μουνοπλαγιά, μουνοπλημμύρα, μουνώνας, μπαζοκαταιγίδα, μπουλογιόλι, του μουνιού το πανηγύρι, moon storm.
Got a better definition? Add it!
Κνίτια, τα: συλλήβδην οι οπαδοί της ΚΝΕ. Λέγεται υποτιμητικά.
Κνιτιά, η: 1. Μάζωξη από Κνίτια.
Λέγεται υποτιμητικά, υποδηλώνοντας διαστροφή της πραγματικότητας ή, το λιγότερο, μονοδιάστατη αντιμετώπιση ενός γεγονότος. Ακόμη βαρύτερο όταν απευθύνεται σε νυν από τέως Κνίτες.
1.- Από ‘δώ!! Τώρα!!
- Σιγά!! Το πανό!! Μα τι σε τσίμπησε; Μ’ έπαιρνε κι ο Σκάϊ;
- Είχες ντεκόρ τα Κνίτια μωρή!!
2α. - Καλή μουσική δε λέω, αλλά πολλή κνιτιά βρε παιδί μου.
- Ααα!! Ένα είν’ το Φεστιβάλ!!
2β. -«Για να έχουμε έναν οδηγό στην κατανόηση πλευρών του τροτσκισμού, προκαταβολικά λέμε ότι ήταν οπορτουνιστικό ρεύμα μέσα στο εργατικό κίνημα, που χαρακτηριζόταν από τη μικροαστική υπερεπαναστατική φρασεολογία στα λόγια και τον απόλυτο συμβιβασμό στην πράξη.»
- Τρεις κνιτιές σε μια φράση!! Τιγκανάααα.
2γ. - Για το αιματοκύλισμα στη Ν. Οσετία πραγματικοί ένοχοι είναι ο ιμπεριαλισμός, το ΝΑΤΟ κι η ΕΕ.
- Μήτσο, οι κνιτιές αλλού. Όταν έμπαινες στη γιάφκα εγώ έβγαινα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο άχρηστος, άμπαλος, ο πουθενάς ή ο ό,τι νά 'ναι.
Προέρχεται από τη λέξη «κανένας» και χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει τον τόσο άσχετο που δεν υπάρχει, είναι κανένας.
Πόσο κανίκας είσαι;;... Έχασες γκολ σε άδειο τέρμα.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που έχει πολλά προσόντα. Που το τσιβί (CV απ' το Curriculum Vitae = Βιογραφικό Σημείωμα) του μοιάζει σεντόνι.
Ο ψωλαράς.
- Πώς πήγε με τη μισή μερίδα;
- Χα! Μικρός στο μάτι μεγάλος στο κρεβάτι χρυσή μου. Και γαμώ τους προσοντούχους. Μια μαλαπέρδα να! με το συμπάθιο.
- Βρε βρε τον Khan!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η κλίκα, το λόμπυ, η σφηκοφωλιά, το γκέτο κάποιων που μόνο γκέτο δεν βλέπουν να είναι, καθότι, συνήθως, πουλάνε την παραμύθα στους εαυτούς τους και στους απ' έξω ότι είναι άνθρωποι προοδευτικοί κουτουλούκουτουλού, καταλαβαίνετε τώρα.
Χαρακτηριστικά δείγματα παρεΐτσας: το ΚΚΕ ανάποδα, το λαμπρακιστάν, το εκδοτικό σινάφι γενικά, η γενιά του πολυτεχνείου γενικά... Ο παρεΐτσας Σαββόπουλος το είπε μόνος του ότι οι παρέες κάνουν ιστορία.
Να μη συγχέεται με το παρεάκι.
- Τι έγινε, εγκρίθηκε το κονδύλι;
- Μπααα...
- Γιατί; Αφού ο Χ τα πήρε τα λεφτά που ζήτησε με λιγότερο δυνατή πρόταση.
- Ε προφ είναι παρεΐτσα ο Χ.
τίτλος από άρθρο μπλογκ:
Κυριακή, 29 Αυγούστου 2010
Οι Γερμανοτσολιάδες της μεταπολίτευσης. Πώς η παρεΐτσα ρήμαξε την Ελλάδα.
από φόρουμ:
δε νομίζω κανείς να χαρακτήρισε “παρεΐτσα” όλους όσοι διαβάζουν την εφημερίδα που λες, επομένως ούτε και εσένα. “παρεΐτσα” ΒΓΑΖΕΙ την εφημερίδα. Η ίδια “παρεΐτσα” που εκθειάζει τους “οπαδούς” του ολυμπιακού για την προβατοφροσύνη τους (και που στον ελεύθερο χρόνο, τραβάμε και ένα στιλιάρι) , που χρόνια τώρα αντί να εστιάζει σε αυτά που λες επιτίθεται με μανία σε όποιον εκφέρει άλλη άποψη από αυτήν της παε και της “παρεΐτσας”. Η ίδια “παρεΐτσα” που μέτρησε κάποιες χιλιάδες κόσμου (8) στο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΣΥΛΛΑΛΗΤΗΡΙΟ ΓΙΑ ΜΗ ΠΟΛΙΤΙΚΟ/ΚΟΜΜΑΤΙΚΟ/ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΣΚΟΠΟ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΓΙΝΕΙ ΠΟΤΕ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. Η ίδια “παρεΐτσα” που ανακαλύπτει συντονισμένους κι υποκινούμενους, πληρωμένους και στημένους από αντιπαναθηναϊκά άτομα, που …ε μωρέ τα φερε η τύχη και μας χτίζουν και το γήπεδο. Η “παρεΐτσα” που ΒΡΙΖΕΙ παλαιμάχους που δίδαξαν έναν Παναθηναϊκό, που ποτέ δε θα ζήσουν, θα μάθουν, και ποτέ δε θα απαιτήσουν.
Η “παρεΐτσα” που έχει αφεντικό, έχει “προστασία”. Η “παρεΐτσα” που βρίζει τους αντικειμενικούς, αλλά μωρέ φράγκα είναι και τώρα τα παίρνουμε και από δαύτους. Η ίδια “παρεΐτσα” φίλε tak pan που βάζει παιδάκια στο πρωτοσέλιδο, με τίτλο “να ποιοι είναι οι τσάτσοι του βαρδινογιάννη” μετά από το ματς με ηρακλή για να δημιουργήσει εντυπώσεις.
τι σε κόφτει λοιπόν εσένα αδερφέ; διάβασε εσύ όποια εφημερίδα θες, κι ας την βγάζει η “παρεΐτσα”. δε γα*ιέται;
Got a better definition? Add it!
Λέγονται και τα γκαλοψής, γκαλοπτζής, γκαλοπτσού, γκαλοψού και γκαλοπτζού.
Ο/η δημοσκόπος. Έχω ακούσει και το «δημοσκοπεύτρια», αλλά δεν θέλω να το ξανακούσω.
Αυτός που διενεργεί τα διάφορα γκάλοπ. Το μόνο προσόν που φαίνεται να διαθέτει είναι ένα αλάνθαστο ένστικτο να μυρίζεται πότε κοιμάσαι, ντουζιάζεσαι, τρως, γαμάς και τότε να τηλεφωνεί, οπότε και εισπράττει τα ανάλογα γαμοσταυρίδια.
Από μήνυμα σε πόρτα πολυκατοικίας πριν πολλά χρόνια, τότε που φοιτητές έκαναν από πόρτα σε πόρτα την άχαρη δουλειά που έκρυβε και πιπεράτες εκπλήξεις (όχι πάντα ευχάριστες): ΔΕΝ ΔΕΧΟΜΑΣΤΕ ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΑ, ΕΡΑΝΟΥΣ & ΓΚΑΛΟΠΤΣΗΔΕΣ
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified