(μειωτικό)

Ο φανατικός Χριστιανός, αυτός που (σχεδόν) πρεσβεύει την βίαιη επιβολή του Χριστιανισμού.

- Αυτός ο Νώντας μωρ' αδερφάκι μου, μας ζάλισε τον έρωτα χθες το βράδυ. Μια κριτική στον αρχιεπίσκοπο πήγα να κάνω και με σκυλόβρισε το καθίκι... μετά άρχισε το γνωστό παραλήρημα περί της «Εθνοσωτήριου» και γίναμε μπίλιες.
- Εμ... Όταν στα λέω να μην τον κάνεις παρέα αυτόν τον χριστιανοταλιμπάν εσύ δεν μ΄ακούς!

Βλ. και σχετικό λήμμα αγριοχρίστιανος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορκ, το.

  • Το άτομο με αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας. Είναι συχνή η συν-νοσηρότητα με τοξικομανία και αλκοολισμό.
  • Ο κακοποιός, ο κωλάνθρωπος, η σκατόφατσα. Κάποιος που σε τρομοκρατεί και μόνο με το παρουσιαστικό του, αλλά και που η συμπεριφορά του επιβεβαιώνει τους φόβους σου.

    Κάποιος που δεν θες να συναντήσεις την νύχτα σε έρημο δρόμο ή, αν το καλοσκεφτείς, ούτε την ημέρα, ούτε ποτέ σου τέλος πάντων.

- Το κέντρο της πόλης έχει παραδοθεί στα ορκ και δεν τολμάω να κυκλοφορήσω. - Σιγά, ρε λελέ...

Ένα κλασικό ορκ. (από Dr. Steve Brule, 16/11/12)τελικός κυπέλλου ΠΑΟ - ΠΑΟΚ 26/4/14  (από xalikoutis, 25/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ζόμπι είναι ένα απ' τα πιο θεμελιακά «πλάσματα της φαντασίας» που τυποποιήθηκαν και διαδόθηκαν στην αμερικανική λαϊκή κουλτούρα μέσω κυρίως του κινηματογράφου (horror movies) και που με την «αμερικανοποίηση» της κουλτούρας διαδόθηκαν παγκόσμια –να που γράψαμε λοιπόν την εναρκτήρια πρόταση αυτού του ορισμού αποφεύγοντας το «...που στοίχειωσε τη φαντασία», να ληφθεί υπόψη.

Το ζόμπι είναι «ο νεκρός που περπατάει», το έμψυχο ή «επανεμψυχωμένο» («reanimated») πτώμα, που παρά τη σήψη και την απουσία των βασικών φυσιολογικών προϋποθέσεων της ζωής εμφανίζει αισθητηριοκινητικές λειτουργίες, στοιχειώδη «στοχοκατευθυνόμενη» συμπεριφορά και λόγο (κυρίως επιδιώκει το να σκοτώσει και να τραφεί με σάρκες ή μυαλά –«brrraaains!»). Χαρακτηριστικό γνώρισμα των ζόμπι όταν πια έχουν περάσει στη δράση, είναι το ασταθές κούτσαυλο περπάτημα με τα χέρια προτεταμένα.

Τώρα, από την πληθώρα των ταινιών κυρίως για ζόμπι, απ' την εποχή του White Zombie με τον ανύπαρκτο Μπέλα Λουγκόζι μέχρι τις ταινίες του Ρομέρο και το σήμερα έχει αναπτυχθεί μια εκτεταμένη φαινομενολογία των ζόμπι, σ' ό,τι αφορά τη συμπεριφορά και τις ιδιότητές τους, το πώς γίνεται κανείς ζόμπι, το πώς μπορείς να σκοτώσεις ζόμπι, το τι θέλουν τελικά τα ζόμπι από μας (αν και συνήθως μπορείς να είσαι σίγουρος ότι ένα ζόμπι σε ποθεί για το μυαλό σου και μόνο) κλπ. Δεν θα επεκταθούμε εδώ παρά μόνο αν αυτό είναι απαραίτητο σε σχέση με τις σλανγκικές σημασίες που ακολουθούν.

[i]Το «ζόμπι» ως όρος της αγγλόφωνης αργκό...[/i]

...έχει πραγματικά ένα κάρο σημασίες που εκτείνονται από το κουρασμένος, χλωμός και πτώμα στην κούραση, μέχρι το άβουλος, μονοδιάστατος και άλλα, περιλαμβάνουν και πιο ψαγμενιές όπως το ζόμπι = ο Χριστός, ή το «χύνω κουβάδες στο πρόσωπο της παρτενέρ - και αυτή περιλουσμένη με αυτό το γλοιώδες πράμα ψάχνει στα γκαβά πετσέτα στο δωμάτιο» = to give someone the zombie). Μια λεξικογραφημένη αργκοτική ένννοια του ζόμπι είναι ένα κοκτέιλ από διάφορα είδη ρούμι (ή ρουμιού) λόγω του γκρίζου του χρώματος –σαν τη λιωμένη σάρκα του ζόμπι– ή έτσι τουλάχιστον γράφει η φίλη μου η Μίριαμ. Για περισσότερα το λήμμα στο urban dictionary είναι εδώ. Και οι ελληνικές αργκοτικές χρήσεις του όρου πάντως που ακολουθούν, εν πολλοίς προέρχονται από ή ταυτίζονται με τις αγγλόφωνες.

[i]Ζόμπι της ελληνικής αργκό[/i]

Η λέξη ζόμπι μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο ως περιγραφή μόνιμης κατάστασης ατόμου όσο και παροδικής, και κατά κανόνα αφορά σε συνδυασμό άσχημης εξωτερικής εμφάνισης, βλακείας και αλλόκοτης συμπεριφοράς. Κάποιος, λοιπόν, επισύρει τον χαρακτηρισμό όταν συντρέχουν πολλά από τα παρακάτω, και η διάκριση σε επιμέρους σημασίες και χρήσεις είναι εν πολλοίς σχηματική.

1. Χρήσεις που αποσκοπούν στην περιγραφή κυρίως εξωτερικής εμφάνισης:

  • ο κάτωχρος, ο ψόφιος, ο ταλαιπωρημένος, με ή χωρίς κόκκινα μάτια. Ο είμαι γάμησέ τα από την κούραση και μου φαίνεται,
  • ο άσχημος, αλλόκοτος και αλλόκοσμος, αυτός που έχει τον ανθρωποδιώκτη λόγω εξωτερικής εμφάνισης, το φρικιό, le freak,
  • το μπάζο,
  • δευτερευόντως μπορεί να αποκληθεί ζόμπι o γκοθάς που έχει παστωθεί με διάφορα βλ.εδώ, αν και το desired effect είναι συνήθως το βαμπίρ.

2. Χρήσεις που αποσκοπούν κυρίως στην περιγραφή μειωμένης/στοιχειώδους νοητικής λειτουργίας

  • ο που έχει μόλις ξυπνήσει, o μειωμένης αντίληψης που έχει το ακαφελόγιστο. Ενδεχομένως και αυτός που δεν έχει κοιμηθεί καλά και αντιμετωπίζει απαλεψές, ο σερίφης,
  • ο αποβλακωμένος λόγω προηγούμενης εντατικής νοητικής εργασίας,
  • ο (παροδικά) αποβλακωμένος λόγω προηγούμενης έκθεσης σε τηλεοπτικά ή video game σκουπίδα,
  • o χαζοβιόλης ή ο χαζοχαρούμενος, που λέει πεθαμένα αστεία.
  • o μπετόβλακας, η πανηλίθια.

3. Χρήσεις με φιλοφοσικές / κοινωνιολογικές / ανθρωπολογικές / ψυχολογικές κλπ διαστάσεις

Τα ζόμπι εκδηλώνουν συμπεριφορά, στερούνται όμως έλλογης αγωγής και αυτοβουλίας («agency»): αυτή τους η παραδοξότητα τα έχει καταστήσει χρήσιμα σε «πειράματα σκέψης» της –αναλυτικής– philosophy of mind, στη συζήτηση περί σολιψισμού και αναγωγισμού της συνείδησης (philosophical zombie) κλπ. Κοντινή είναι κάπως από εντελώς άλλη σκοπιά, όμως, και η –γαμιστερή– συζήτηση του Λακάν για το «αυτόματο» –του Αρίστου.

Κυρίως όμως και στις παρυφές της slang τα ζόμπι έχουν χρησιμέψει σε κοινωνιο-κριτικές αλληγορίες καταγγελίας αρχικά της βουλησιοκτόνας μαζικής εργασίας στην τεϋλορική εργοστασιακή αλυσίδα παραγωγής κι έπειτα της μαζικής κατανάλωσης και της αποχαύνωσης από τα ΜΜΕ –μονοδιάστατος άνθρωπος, homo consumens, «λιώνουν τα μάτια μου στο φως της τηλεόρασης» κλπ. Σε ένα θολό αλλά κάργα γοητευτικό συμβολικό πλαίσιο επανοικειοποίησης αυτής της μεταβολής μας σε ζόμπι, γίνονται ανά τον κόσμο zombie parades.

Σχετικές χρήσεις:

  • o άβουλος καταναλωτής, ψηφοφόρος, τηλεθεατής, εργαζόμενος, μαθητής κλπ,
  • ο μονοδιάστατος άνθρωπος, το ανθρωπάκι,
  • ο κομφορμιστής, ο πατάω επί πτωμάτων.

    4. Άλλες χρήσεις

  • ρατσιστικά, ο διανοητικά καθυστερημένος και σωματικά δύσμορφος, το φρικιό, όπως δηλώσαμε και παραπάνω, ειδικά στον πληθυντικό, όταν οι άνθρωποι αυτοί βρεθούν ομαδικά σε δημόσιο χώρο,

  • ο μεγάλης ηλικίας που εξακολουθεί να έχει παρουσία σε επαγγελματικούς και γενικά δημόσιους χώρους εις βάρος των τελευταίων, κατά το δεινόσαυρος, βρικόλακας κλπ,
  • Είδος ιού υπολογιστών.

[i]Ετυμολογία και προέλευση του όρου[/i]

Ο όρος έλκει την καταγωγή της από τις δοξασίες Voodoo της Αϊτής και λέξεις αφρικανικής καταγωγής που σήμαιναν «φάντασμα».

Η δοξασία περί ζόμπι περιελάμβανε το ότι μπορεί ο μάγος με ξόρκια να «ξυπνήσει» νεκρό και να τον έχει υπό τον έλεγχό του.

Έρευνες που έγιναν πολλές δεκαετίες μετά τις πρώτες αναφορές σε ζόμπι, με ανθρώπους –ζωντανούς– σε κατάσταση «ζόμπι» –δηλαδή, μειωμένης αυτοσυνείδησης και ακραίας υποβολιμότητας– έδειξαν στην κατεύθυνση διάφορων ισχυρών ναρκωτικών, όπως λ.χ. του γνωστού και μη εξαιρετέου ντάτουρα.

Ενδεικτικά....

  1. - Πάνε ρε μαλάκα να την πέσεις, σα ζόμπι είσαι...

- Τι ζόμπι είναι αυτή ρε συ, με φρικάρει και μόνο που με πλησιάζει....

  1. -Εεεε;
    - Καλά ρε μαλάκα, δεν ακούς τι έλεγα τόση ώρα...
    - Δεν έχω κοιμηθεί ρε κι είμαι σα ζόμπι

- Ρε συ ζαλίζομαι, αλλού πατώ κι αλλού βρίσκομαι....
- Έ, άμα παίζεις αυτές τις μαλακίες όλη την ώρα ζόμπι θα καταντήσεις...

- Είχαν καταντήσει... ζόμπι τον Michael Jackson για τις συναυλίες... (απόδω)

- Μα τι ζόμπι ρε συ αυτός ο Χαρίλαος...
- Απ' τους πλέον εκνευριστικούς ανθρώπους που έχω γνωρίσει....

  1. - Καλά, πήγα για ψώνια κι εγώ με τις εκπτώσεις, δεν την πάλεψα να βλέπω όλ' αυτά τα ζόμπι...
    - Θα πάρω το, θα πάρω το τουφέκι μου....

  2. Αφήστε τα «ζόμπι» των μίντια να πεθάνουν - δεκάδες εργαζόμενοι, νέοι της γενιάς των 700 ευρώ αλλά και μεγαλύτερης ηλικίας με όχι πολύ υψηλότερες αμοιβές, μένουν ξαφνικά στο δρόμο (απόδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το emo (είδος homo pseudomelancholicus phrantzoplectus) είναι ένα είδος ανθρωποειδών το οποίο έκανε την εμφάνισή του κάπου μέσα στον 21ο αιώνα π.Χ.. Έχει σαν κύριο χαρακτηριστικό το μαλλί του, που συνήθως συναντάται στο στυλ του «κορακί-φρατζολί». Θα μπορούσε επίσης να πει κανείς ότι το τρίχωμα του επάνω μέρους της κεφαλής τους παρουσιάζει ομοιότητες με το τρίχωμα ενός ακούρευτου πεκινουά. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα των emo είναι η φράντζα (σιδερωμένη φυσικά), τρύπες παντού ΕΚΤΟΣ απ' τα αυτιά, κλαψομ.... εεεε, κλαψιάρικη φάτσα, καθώς και παπούτσια αμφιβόλου ποιότητας (και αισθητικής). Επιπλέον, χαρακτηριστικό των αρσενικών emo είναι το θεόστενο παντελόνι (δανεισμένο συνήθως από συγγενείς α' βαθμού λόγω cool-ο-αντίληψης / cool-ο-φάνειας / cool-ο-πάθειας), ενώ τα θηλυκά συναντώνται με κοντή φούστα με πολύχρωμη κάλτσα μέχρι το μπούτι. Απαραίτητο αξεσουάρ είναι το eyeliner, κυρίως για τα emo αγόρια, και φυσικά ο καλύτερος φίλος του emo, το πιστό ξυράφι.

Η καθημερινότητα ενός τυπικού emo
Ξυπνώ και αγκαλιάζω το κουνελάκι μου, φοράω το GAP φούτερ και το καρό σταράκι μου, βλέπω στον καθρέπτη μου να είναι καλά κρεμασμένη από το φρύδι η φράντζα μου και ξεκινώ για το σχολείο χωρίς φιλί στην μάνα και χωρίς καλημέρα στον μπαμπά. Στο σχολείο φτάνω και ασχολούμαι αποκλειστικά με το σχέδιο καρδούλων και αστεριών. Τις ελεύθερες ώρες (δηλαδή αυτές που κουράζεται το χέρι μου από το αριστούργημα που σχεδιάζω) σκέφτομαι την κοπέλα των ονείρων μου και πως είναι πολύ άδικο να μην την έχω. Κλαίω και λίγο την μοίρα μου και πάω σπίτι για να φάω το έτοιμο φαΐ της μαμάς. Όλη την υπόλοιπη ημέρα ασχολούμαι αποκλειστικά με το να κάνω νέους φίλους από το internet, να ζηλεύω που οι άλλοι είναι περισσότερο emo από εμένα. Επίσης βγάζω φωτογραφίες την φάτσα μου σε κλαψο-πόζες με το νέο super κινητό που μου πήρε ο μπαμπάς και που έχει 5Μpx camera για να δείξω στους άλλους emo φίλους μου στα starbucks το απόγευμα.

Τους πάει και το έμο! (από Hank, 16/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη γύφτικη γλώσσα, μπαλαμός αποκαλείται πας μη γύφτος, δηλαδή ο λευκός ή ξεθωριασμένος.

Ο ΜΠΑΛΑΜΟΣ

Μουσική: Διονύσης Τσακνής
Στίχοι: Μάρκος Βαμβακάρης

Δεν έχω τόπο, δεν έχω ελπίδα, δε θα με χάσει καμιά πατρίδα και με τα χέρια μου και την καρδιά μου φτιάχνω τσαντίρια στα όνειρά μου

Νάις μπαλαμό, νάις μπαλαμό και το λουμνό τ'αφεντικό νάγια δόμλες ατzέι μπαλαμό

Και τα γκανίκια μας όταν χορεύουν, με χασταρώματα που σε μαγεύουν, κουνάνε σώματα και τα πιτέ τους, μέσα σε κλείνουνε στις αγκαλιές τους.

Νάις μπαλαμό, νάις μπαλαμό, και το λουμνό τ'αφεντικό νάγια δόμλες ατzέι μπαλαμό

στα ισπανικά (από jesus, 16/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Ψευτόμπατσος, το αποπαίδι της μπλε φυλής.

Κατά τον νόμο δεν συγκαταλέγεται στα όργανα της τάξεως, αλλά στο προσωπικό ασφαλείας, μαζί με τους ρεσεψιονίστ και τις καθαρίστριες, εξ ου και χλευάζεται περισσότερο από τα μέλη της φυλής του παρά από τους απέξω. Κακώς βέβαια γιατί η εκπαίδευσή του είναι ιδιαιτέρως σκληρή. Ενίοτε αποκαλούμε έτσι τους μπάτσους για να τους μειώσουμε.

Σλανγκικώς, χρησιμοποιείται αντικαθιστώντας το μπάτσος και τα παράγωγά του, όταν θέλουμε να δώσουμε μία ανάλαφρη νότα, μια χαριτωμενιά ή την αίσθηση απαξίωσης:
«Σεκιουριτάς στ’ αρχίδια μας», «καθίστε καλά δεν θα σας κάνω εγώ τον σεκιουριτά», «- θα φωνάξω την αστυνομία - σιγά μην φωνάξεις και τα σεκιούριτι» κλπ. Σπανιότερα δε, αντικαθιστά τον ρουφιάνο, με την έννοια ότι κάθεται στην γωνία και κόβει κίνηση, κάνει δηλαδή την δουλειά μίας κάμερας ασφαλείας.

Το ΠροΠο, οι καραφλοί, τα ΜΜΕ και οι εταιρίες που τους εκμεταλλεύονται, προσπαθούν να μας πείσουν ότι δεν είμαστε ασφαλείς και μας πουλάν την ψευδαίσθηση ότι βάζοντας έναν μπάστακα και μία κάμερα σε κάθε γωνία θα μπορούμε να κυκλοφορούμε ακόμα και το βράδυ χωρίς να φοβόμαστε, γιατί τώρα φοβόμαστε…

Οι μόνοι που δέχονται την αναγκαιότητα και την χρησιμότητα των σεκιουριτάδων είναι οι ίδιοι που δέχονται και την χρησιμότητα των μπάτσων, των δημομπάτσων, των τροχόμπατσων, των λιμενόμπατσων και, τέλος πάντων, όλων των σωμάτων ασφαλείας, δηλ οι μπατσόκαρδοι, οι στρατόκαυλοικαι οι φιλήσυχοι πολίτες.

Διακρίνονται δύο υποομάδες, πολλές φορές αναγνωρίσιμες και με γυμνό μάτι, όχι μόνον λόγω σωματικής διάπλασης (που δεν είναι ασφαλές κριτήριο, άλλωστε και τα φαινόμενα απατούν και δεν πρέπει να κρίνουμε από το πακέτο), αλλά κυρίως από το βλέμμα τους:

*[i]Υποομάδα 1: οι συμπαθείς*[/i]

«τι να κάνω ρε παιδιά, ένα μεροκάματο πάω να βγάλω μέχρι να βρω μία δουλειά της προκοπής. Ο φίλος σου που δουλεύει στην πιτσαρία δεν μπορεί να με συστήσει για ντελιβερά; Να του δώσω ένα βιογραφικό;»

Αποφεύγουν να κοιτάξουν τον πολίτη στα μάτια παρά μόνον εάν δουν ότι ζητά πληροφορίες. Δεν είναι από φόβο, είναι από ντροπή μήπως συναντήσουν κάποιον γνωστό τους.

Είναι αυτοί που όταν δουν να μπαίνει στον χώρο δικαιοδοσίας τους «ύποπτο άτομο»(*) θα γυρίσουν την πλάτη με την πρόφαση ότι θέλουν να βοηθήσουν την γιαγιά που ψάχνει να βρει το ασανσέρ, να χαϊδέψουν το παιδάκι που περνάει δίπλα τους κλπ. Δεν αντέχουν πολύ, αφού ούτε οι ίδιοι δεν πιστεύουν στην αναγκαιότητα της ύπαρξής τους, και μετά από μερικούς μήνες παραιτούνται (υπάρχουν και τέτοιοι μπάτσοι, αλλά αυτοί δεν έχουν τρόπο διαφυγής, μετά από χρόνια στα θρανία και όνειρα για μονιμότητα το μόνο που τους απομένει είναι είτε να αλλάξουν και να γίνουν ίδιοι με τα σκατά είτε να έχουν την κατάληξη του Σέρπικο).

Είναι οι μόνοι απ΄ όλα τα σώματα ασφαλείας που δεν ρίχνουν ξύλο αλλά σερβίρουν και προστατεύουν.

(*) Ως «ύποπτα» θεωρούνται τα άτομα που είναι πιθανό να χρησιμοποιήσουν το μετρό χωρίς να χτυπήσουν εισιτήριο, να μπουν σε δημόσια υπηρεσία και να απαιτήσουν να εξυπηρετηθούν, ή που κρίνεται ότι δεν θα ξοδέψουν αρκετά ώστε να θεωρηθούν καλοί πελάτες.

*[i]Υποομάδα 2α: οι θέλω-να-γίνω-μπάτσος-στην-θέση-του-μπάτσου*[/i]

«...να με έβλεπες εμένα στα ΟΥΚ… αλλά δεν είχα μυαλό να παραμείνω, μπορεί τώρα να ήμουνα δεκανέας… είναι και που δεν έβγαλα και το γυμνάσιο…»

Ανθρωπότυπος Κ.Δ.Ο.Α., έχουν υπηρετήσει στα κομάντα και ήταν η ωραιότερη περίοδος της ζωή τους.

Οποιοσδήποτε βρεθεί στον χώρο που φυλάσσουν θα σκαναριστεί από το έμπειρο βλέμμα τους εξονυχιστικά, μέχρι να φύγει απ’ το οπτικό τους πεδίο, εκτός κι αν κριθεί «ύποπτος», οπότε και θα τον ακολουθήσουν κάνοντας αισθητή την παρουσία τους. Είναι οι πιο επικίνδυνοι διότι όνειρό τους είναι να γίνουν ρόμποκοπ και για να το πετύχουν είναι ικανοί να κάνουν οποιαδήποτε ταρζανιά, αδιαφορώντας για το αν θα βάλουν τον κόσμο σε κίνδυνο, με απώτερο σκοπό να τους σφίξει το χέρι ο διοικητής του τοπικού τμήματος, και έτσι να τον παρακαλέσουν να πει έναν καλό λόγο στους ανωτέρους του για να μπουν απ’ το παράθυρο στο μπατσοχώρι.

Η ομοιότητα με τους μπάτσους δεν εξαντλείται στο γεγονός ότι φοράν και αυτοί στολή ή ότι περιπολούν με (ψευτο)καρούμπαλα και ύφος σερίφη, περισσότερο θα έλεγα ότι είναι η επιθυμία τους να τους μοιάσουν κρατώντας τα χαρακτηριστικά που όλοι αγαπάμε, της ευγένειας, της προσήλωσης στο καθήκον με ταπεινότητα και αυταπάρνηση, βάζοντας πάνω απ’ όλα το συμφέρον και την προστασία (της ζωής και της περιουσίας) του πολίτη, θέτοντας εαυτόν στην πρώτη γραμμή απέναντι στην αδυσώπητη μάχη με τους εγκληματίες.

[i]Υποομάδα 2β: οι παλιοί μας φίλοι - «Έχεις κάνει κράτηση;»[/i]

Ίδιοι με τους προηγούμενους. Αυτοί δεν έχουν προϋπηρεσία στα ΟΥΚ αλλά στις φυλακές, είναι δικτυωμένοι στην νύχτα και τα νυχτομάγαζα αλλά και στις συναυλίες. Γνωστοί από πολύ παλιά, με ονόματα όπως μπράβος, γορίλας, πόρτα, ντουλάπα (δίφυλλη, τρίφυλλη), φουσκωτός κλπ.

Θα μπορούσαμε να τους παραλληλίσουμε με ασφαλίτες, καθώς δεν φοράν στολή αλλά πολιτικά, ώστε να είναι εναρμονισμένοι με το περιβάλλον (φθηνό φθαρμένο κοστούμι σε σκυλάδικα, κυριλέ σε κλαμπ, τζιν πέτσινα σκουλαρίκια σε συναυλίες κλπ).

Δεν μιλάνε, βαράνε.

[i]Μερικές Χρηστικές Πληροφορίες:[/i]

  • Επειδή οι σεκιουριτάδες δεν είναι μπάτσοι, δεν έχουν δικαίωμα να κάνουν ελέγχους ταυτοποίησης* (να ζητήσουν ταυτότητα), ή έλεγχο σε τσάντες ή σωματικό έλεγχο, αλλά μπορούν να καθηλώσουν τον «ύποπτο», ή να τον συνοδεύσουν στο πλησιέστερο τμήμα και να αναλάβουν τα επίσημα όργανα.
  • Δεν έχουν δικαίωμα να οπλοφορούν** όμως, όπως όλοι οι πολίτες, μπορούν σαν ιδιώτες να βγάλουν άδεια οπλοφορίας (και άρα να οπλοφορούν), αλλά και οι εταιρίες προσλαμβάνουν (αν και απαγορεύεται) είτε συνταξιούχους είτε εν ενεργεία μπάτσους, οι οποίοι, βεβαίως, οπλοφορούν.

[I]* Οι σεκιουριτάδες που εκτελούν χρέη ρεσεψιονίστ έχουν το δικαίωμα και να ζητούν ταυτότητα και να καταγράφουν τα στοιχεία στο βιβλίο επισκεπτών, αλλά και να κρατήσουν την ταυτότητα μέχρι την έξοδο του επισκέπτη από το κτήριο, ανάλογα με τον κανονισμό της εταιρίας που φυλάσσουν. ** Ο νόμος 3707/2008, δίνει την δυνατότητα οπλοφορίας σε υπαλλήλους που εκτελούν χρηματαποστολές, αλλά και φρούρηση σε «δημόσια καταστήματα, τράπεζες, μουσεία, οικήματα που έχουν ανάγκη ειδικής προστασίας, επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας ή άλλων μεγάλης αξίας και σπουδαιότητας εγκαταστάσεων»[/I]
(σ.ς. σαφέστατος και αυτός ο νόμος)


Παραγγελιά της ironick στο Δ.Π.

  1. Το νέο Μνημόνιο και οι σεκιούριτι του Τόμσεν. Οι απαιτήσεις των ελεγκτών της τρόικας, οι συζητήσεις με τους υπουργούς και πώς μοιράζουν τους ρόλους του καλού και του κακού
    Από δώ

  2. Πρόκειται για μία προφανή συμπαιγνία μεταξύ των ιδιωτικών εταιριών και του κράτους το οποίο χρησιμοποιεί την τροχαία που πληρώνεται από τον ελληνικό λαό σαν ιδιωτική εταιρεία - σεκιούριτι της πολυεθνικής από κει

  3. Τα σεκιούριτι των δασών
    Ενα σύστημα ευφυών αισθητήρων που ανέπτυξαν επιστήμονες του ΕΜΠ φιλοδοξεί να γίνει ο φύλακας άγγελος των ελληνικών δασών. Το ΟΙΚΟ συνάντησε τους εμπνευστές στο δάσος της Νέας Πεντέλης όπου γίνεται η πιλοτική λειτουργία του και σας παρουσιάζει την πιο «πράσινη» τεχνολογία που αναπτύχθηκε ποτέ στη χώρα από πέρα

(από salina, 29/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά ο ευνούχος. Έτσι χαρακτηρίζεται επίσης και ο ομοφυλόφιλος ή ο άντρας τον οποίο η γυναίκα του τον έχει βάλει στο βρακί της. Απο το δημοφιλές κόμικ του Αρκά (στα αγγλικά ο ευνούχος λέγεται castrated).

- Θα έρθει μαζί μας για μπύρες ο Τάσος τελικά;
- Πού να έρθει ρε; Αφού τον έχει κάνει καστράτο η Σούλα να πούμε!

Ο γάτος μου είναι γκέι (από Hank, 12/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες πουρκουάδων:

Α. Οι ενδοτικοί, οι ραγιάδες

Όταν εμείς οι Έλληνες γειώσαμε τον Γκράτσι με το άπταιστο γαλλικό «Alors, c'est la guerre!», οι Γάλλοι ξεχύθηκαν στα καφέ του Καρτιέ Λατέν προβάλλοντας το υπαρξιακό ερώτημα “Pour qui et pourquoi;” («Για ποιον και γιατί;»)

Στις παραμονές του Β’ Π.Π., γάλλοι πουρκουάδες απ όλο το πολιτικό φάσμα έτειναν αντιηρωικά τον πρωκτό τους: από την φασίζουσα λαϊκή δεξιά του (μετέπειτα κατοχικού υπουργού) Marcel Déat που έγραψε το διθυραμβικά «Mourir pour Dantzig;» («Να Πεθάνουμε για το Γκντανσκ;»), τους φιλειρηνιστές αφισοκολλητές του Λαϊκού Μετώπου που με «ριζοσπαστική ηττοπάθεια» γέμισαν το τόπο με το σύνθημα “Pourquoi;” («Γιατί να πολεμήσουμε;») μέχρι και το ΚΚΓ που το τερμάτισε, αποκαλώντας την εμπλοκή της Γαλλίας στο Β’ Π.Π. «ιμπεριαλιστική» και κάλεσε τους στρατιώτες να λιποτακτήσουν (κατά τςι επιταγές του Γερμανοσοβιετικού Συμφώνου μη Επίθεσης).

Στα πλαίσια αυτά, δεν είναι διόλου τυχαία η άκαπνη προσάρτηση μεγάλου τμήματος της Γαλλίας στο Τρίτο Ράιχ και η με συνοπτικές διαδικασίες μετατροπή του υπόλοιπου σε κράτος-δορυφόρο (Βισύ).

Πρόκειται λοιπόν για σλανγκιά του Β' Παγκόσμιου, που μεταπολεμικά χρησιμοποιείται ειρωνικά για κάθε λογής ραγιά και ενδοτικό. Τα τελευταία χρόνια, ο όρος χρησιμοποιείται επίσης από τον αντιμνημονιακό τύπο εις βάρος των σφάξε-με-αγά-μου-να-αγιάσω τσολάκογλου.

Για περισσότερα, βλ. γαμάτη αναλυσούλα εδώ.

Β. Οι βατραχοφάγοι γαλλαίοι

Το λήμμαν αυτονομήθηκε από τα ιστορικά του πλαίσια, και πουρκουάδες αποκαλούνται, με ψιλορατσιστική διάθεση, οι Γάλλοι. Ειδικά στην μπάλα.

Δημοσιεύεται παραμονή της 28ης Οκτωβρίου. Πάσα από το δουπού: ΜΧΣ.

Α. Οι ενδοτικοί, οι ραγιάδες

1.
Αν θεωρείται περισσότερο Ευρωπαίος και λιγότερο ανατολίτης από τον Έλληνα ο Γάλλος πουρκουάς, pourqoi et pour qui να πολεμήσω δηλαδή που στον πρώτο παγκόσμιο, άστο τότε... είμαι ανατολιτης...

2.
Έλληνες προδότες, συνεργάστηκαν με τις κατοχικές δυνάμεις και άνοιξαν την κερκόπορτα για τη νέα κατοχή. Ψάξτε τους συνεργάτες των Εισβολέων στα κόμματα του μνημονίου και τους μυστηριώδεις συμβούλους και τα δικηγορικά τους γραφεία! Βόμβες από τον Αλέξη Τσίπρα, που μετά το εσωτερικό ξεκαθάρισμα από τους πουρκουάδες και τους επίορκους δείχνει ένα πρόσωπο εφάμιλλο με το προσωπικό ιδεολογικό του υπόβαθρο.

3.
Οι πουρκουάδες πλήθυναν τελευταία όταν εκδηλώθηκε η γενικευμένη επίθεση ενάντια στον κόσμο της εργασίας. Αυτός ο ενδοτισμός που καλλιεργείται από τα ΜΜΕ και την ΠΑΣΚ στα συνδικάτα οδηγεί σε μια γενική παράλυση τους εργαζομένους και ανοίγει τον δρόμο για να περάσει ο αντιδραστικός οδοστρωτήρας. Σε κάθε φάση του ταξικού αγώνα το ενδοτικό ρεύμα, οι πράκτορες της αστικής τάξης στο εργατικό κίνημα, αποτελούσαν τον παραλυτικό ιό ώστε να σταματήσει η γενικευμένη αγανάκτηση, να μπούμε όλοι στο ιδεολογικό και πολιτικό σύστημα «ας πληρώσουμε την κρίση».

Β. Οι βατραχοφάγοι γαλλαίοι

4.
Οι πουρκουάδες επικρατούν με 4-1 γιατί ο Καστίγιο είχε ξενυχτήσει στο Πασαλιμάνι το προηγούμενο βράδυ και δεν έπαιξε καλά, και κάποιος Lucien Laurent χρίζεται ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία του θεσμού.

5.
Βρίζεις τους Φρίτσηδες και τους Πουρκουάδες που μας λένε τεμπέληδες αλλά παράλληλα ‘μάχεσαι’ για ‘καμία αξιολόγηση, καμία μετακίνηση ,καμία απόλυση’. Παρατηρείς μια αντίθεση έτσι δεν είναι;

6.
Ο πολιτισμένος Ευρωπαϊκός Νότος εκπροσωπείται μόνο από την τίμια πλην χρεοκωπημένη Ελλαδίτσα και εν μέρει από τους βατραχοφάγους πουρκουάδες, που είναι η συμπαθέστερη από τις «ηπειρωτικές» χώρες, ίσως επειδή έχει το ένα της πόδι στο νότο και το άλλο στον βορρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλική λέξη η οποία ετυμολογούμενη στα ελληνικά συνθετικά της (Lipo+san), σημαίνει τον χοντρό Γιάννη. Στη θέση του ονόματος μπαίνει οποιοδήποτε όνομα ανάλογα με την περίσταση. Ο τύπος Liposan είναι γνωστός και όλοι λίγο ως πολύ είχαμε έναν στο γυμνάσιο: χοντρός, γυαλάκιας και κατά κανόνα απουσιολόγος.

-Θα κάνεις κοπάνα 3η ώρα;
-Ναι. Πες ρε συ στο Liposan να μην μου βάλει απουσία, οκ;
-Έγινε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είστε Όλοι Μαλάκες, αυτός είναι ο πραγματικός ορισμός του Emo.

(εδω χρησιμοποιείται με άλλη σημασία) - Ρε μαλάκα τι σκατοemουλο είναι αυτό, δύο μέτρα φράτζα έχει και περπατάει σαν ανάπηρο, ele0CcC (όπως το γράφουν και αυτοί).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified