Κάτι το εξαιρετικής ποιότητας, όπως θεωρούνται ότι είναι πάντα τα αυτοκίνητα της ομώνυμης Γερμανικής μάρκας.

Έλα να πάρεις! Οι φράουλες είναι μερσεντές! (από τη λαϊκή αγορά στη Φυλής)

Got a better definition? Add it!

Published

Πρόκειται για το Ζ ή ζετάκι της Honda όπως ελέγετο χαϊδευτικά.

Σπάνια έβρισκες να αγοράσεις κάποιο σε φτηνή τιμή κι έτσι κατέληγες με κάνα παπάκι στρογγυλοφάναρο στις αρχές των ογδόνταζ. Όποιος το είχε συνήθως δεν το πούλαγε και το πρόσεχε σαν κατοικίδιο. Το βράδυ το έβαζε να κοιμηθεί εντός της οικίας , και πολλές φορές δίπλα του. Tο κύριο όνομά του ήταν monkey Z50, αλλά επικράτησε ο σλανγκισμός μπόμπος προφ λόγω του πολύ μικρού του μεγέθους.

Το πρώτο Ζετάκι γεννήθηκε το 1967, αλλά η παραγωγή του ή η εισαγωγή του στην χώρα μας ήταν περιορισμένη. Το εκπληκτικό με το μοτοσακάκι αυτό ήταν ότι λόγω του μεγέθους του είχε πολύ καλή αναλογία βάρους-ιπποδύναμης και έριχνε στ' αυτιά στα άλλα πενηντάρια της πιάτσας (παπάκια όλων των εταιρειών, Νταξάκια, τσάλυ, τσάπυ, σιγουάι και αρβί). Ήταν πάντα πανέμορφο σε όλες του τις εκδόσεις και ειδικά στις επετειακές, τόσο ώστε να λυπάσαι να το βάλεις στα νερά έτσι που σε τέτοιες φάσεις το έπαιρνες αγκαλιά και το πέρναγες απέναντι.

Πρόγονος του ήταν το Gorilla, αυτό με το μεγάλο κι άσχημο ρεζερβουάρ με το οποίο πάντως συνυπήρξαν στην γραμμή παραγωγής για καμιά δεκαετία, όπως ο homo sapiens με τον homo neaderdalensis ένα πράμα.

Μιλάμε για μηχανάκι έρωτα που μπορεί ακόμη και τώρα να κοσμεί το καθιστικό μας.

Υστεριόγραφο: η κινέζικη εταιρεία lifan έβγαλε τα τελευταία χρόνια κάτι σε κλόπυ πέιστ σαν ζετάκι αλλά μην το πάρετε, τα γραναζάκια του κινητήρα είναι από χώμα.

Από το Δ.Π., λημματοδότης ο Betatzis.

  1. (απο δω)
    «Έμενα δεν μου άρεσαν οι μεγάλες και γρήγορες μηχανές άλλα οι mini.. Honda Monkey η' αλλιώς ζετακι η' μπομπος..»

  2. (από αγγελίες lost and found)
    «Στο διάστημα μεταξύ 9-20 Αυγούστου 2008 εκλάπη μηχανάκι HONDA MONKEY Z50JP από την περιοχή των Αμπελοκήπων στην Αθήνα μέσα από το PARKING ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ. Το συγκεκριμένο μηχανάκι συχνά αναφέρεται ως «μπόμπος» ή «ζετάκι» και ειναι χρώματος ΜΠΛΕ (σκούρο μεταλλικό) με λευκό στις πλαϊνές όψεις του ντεπόζιτου βενζίνης. »

(από παρέκει)
«iparxei k ena montelo . legete Z einai paragogis mesa sto 70 kai to evgaze i honda.
episis iparxei to chally, kai o antagonistis tou to chappy.
ola ta simerina me ta koloonomata, ta kinezika dld, einai apla apomimiseis.»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παπάκι πενηντάρι μάρκας Honda χρώματος χακί η μπλε αεροπορί που εισήχθηκε κατά χιλιάδες κομμάτια από τη χώρα του ανατέλλοντος ηλίου ως μεταχείρα κατά τα ένδοξα έιτις.

Το συγκεκριμένο μοτόρι έπαιρνε πανεύκολα φτιάξιμο σε εβδομηνταδυάρι και κύριο χαρακτηριστικό του ήταν ότι είχε μονή σέλα και σχάρα στη θέση του υποτιθέμενου συνοδηγού. Όταν όμως πουλιόσαντε στην Πάτρα, ή μάλλον ξεφορτωνόσαντε από το παπόρο, οι συνεργειατζήδες τα μετέτρεπαν σε δίσελα με το αζημίωτο εννοείται.

Τα είδη, εκτός από την διαφορά στο χρώμα ξεχώριζαν σε τρεις μεγάλες κατηγορίες, ήτοι:

1) Με το «λαγουδέ» τιμόνι, όπου τα γκριπ ήταν υπερυψωμένα σε σχέση με το κεντρικό σημείο του τιμονιού που βρισκόταν το κοντέρ.

2) Με «κομμένο ρεζερβουάρ» και την«πρώτη πίσω», όπου το ρεζερβουάρ αποτελούσε ξεχωριστό τμήμα του σκελετού και μπορούσε να αλλαχτεί ξεβιδώνοντας τέσσερις βίδες που το συγκρατούσαν. Το σασμάν επίσης δεν ήταν όπως του «λαγουδέ», που τις είχε «όλες κάτω» αλλά η πρώτη ταχύτητα ήταν προς τα πίσω (Πρώτη - Νεκρά - Δευτέρα - Τρίτη).

3) Με ίσιο τιμόνι και σασμάν σαν του «λαγουδέ», δηλαδή «όλες κάτω». Το είδος αυτό κυκλοφόρησε και σε χρυσίζον χρώμα.

Το ισιοτίμονο και το «λαγουδέ» είχαν αυτοκόλλητο στο ρεζερβουάρ, κάτω από τη σέλα που έγραφε «super cub» (αν διαβαζόντανε από τα χυσίματα των βενζινάδων εκτός, που το κιτρίνιζαν και το κατέστρεφαν).

Αστικοί μύθοι που συνόδευαν τα παπάκια αυτά ήταν αφενός για τα αεροπορί χρώματος ότι τα είχαν τα ταχυδρομεία της Ιαπωνίας και αφεδύο για τα χακί ότι τα είχαν οι βιετκόνγκ στον πόλεμο, εξ ου και το όνομα που τελικά επικράτησε. Για τα χρυσίζοντα ..τουμπεκί.

Σημαντικό προσόν αυτών των μοτοσακών ήταν η χαμηλή τιμή τους σε σχέση με τα αντίστοιχα κόκκινα, λαχανί και μπλε της αντιπροσωπείας.

- Με γεια ρε την πάπια!
- 'Στω, αλλά με τα φράγκα που είχα μόνο βιετκόνγκ έπαιρνα!

Κιτ για εβδομηνταδυάρι. (από perkins, 04/06/10)Σαν βιετκονγκ,δεν εισήχθη ποτέ ... (από perkins, 04/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το φέρινγκ (αγγλ. fairing) αναφέρεται σε οτιδήποτε πλαστικό το οποίο αγκαλιάζει τη μοτοσυκλέτα, δίνοντας πρωτίστως καλύτερη αεροδυναμική και, πολύ δευτερευόντως, κάποια προστασία στον αναβάτη (στην περίπτωση -μακριά από εμάς- ενός ατυχήματος). Για ακαδημαϊκούς λόγους, να αναφέρω ότι το φέρινγκ, πέραν από τις μοτοσυκλέτες, αναφέρεται και σε όλα τα μηχανοκίνητα τα οποία έχουν να κάνουν με αεροδυναμική, και ελαχιστοποίηση της αντίστασης από τον αέρα ή το νερό.

Οι γρήγορες μοτοσυκλέτες όλες αποτελούνται από φέρινγκ, μπροστινά, πλαϊνά και πίσω. Για την ιστορία, η πρώτη μηχανή που χρησιμοποίησε φέρινγκ ήταν κάποια BMW, γύρω στα μέσα του '70, και η οποία όπως ήταν φυσικό σάρωσε στους αγώνες.

Το λοιπόν (που λένε και στην Κύπρο), ο πληθυντικός του φέρινγκ, στην καγκουροσλάνγκ, γίνεται «τα φέρια», που ακούγεται και άκρως πιο ελληνικό από τον γερμανοειδή ενικό.

  1. - Ρε Μήτσο, που είναι τα φέρια της μηχανής; Χάλια είναι έτσι.
    - Τα έβγαλα, να αναπνεύσει το μωρό μου. Επίσης, σκέφτηκα να χάσω λίγο αεροδυναμική, μπας και με προλάβεις σε καμιά κόντρα.

  2. - Παλουκάρι, πόσο θα πάει να βάψω την κούκλα μου;
    - Άκου να δεις (και φάε να χεστείς).... Κάθε κομμάτι πάει κανά πενηντάρι ευρώ. Εσύ έχεις τρία φέρια, οπότε υπολόγισε, εκατόν πενήντα ευρώ, συν ένα πενηνταρικάκι τον κόπο μου.
    - Εγινε, στην αφήνω, βγάλε τα φέρια και πήγαινε τα στον φανοποιό, και κανόνισε εσύ μαζί του.
    - Μην ανησυχείς, έχω έναν δικό μου που κάνει αγγέλους...

Η υπερβολή: BMW K1 του 1988 (από xeskist, 23/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι ακριβώς σημαίνει και αγγλιστί: ιδιωτικό. Κατ'επέκταση ΙΧ.

Ψαρωτικό, όπως το «βολάν» παλιότερα, αλλά τίποτα περισσότερο από το κοινό «όχημα».

Ημίζ - Νωρίς

«Πού να παρκάρω τώρα, μα κοίτα τον γελοίο, παρκάρισε το πέρσοναλ σε χώρο γι' άλλα δύο»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τροποποίηση / μετατροπή / μετασκευή / βελτιωτική επέμβαση. Εκ του αγγλέζικου modify προφάνουσλυ. Συνώνυμα: φτιάξιμο, πείραγμα.

Δημοφιλέστατη έκφραση, το γούγλε βγάζει πάνω από 21.000 αποτελέσματα. Αναφέρεται κυρίως σε μηχανοκίνητα και είναι από τις πλέον κλάσικ εκφράσεις της άουτο-μότο σλανγκ. Τις μοντίφες τις αγαπούν οι κάγκουρες, αλλά και όσοι γενικά έχουν μεράκι με τα μοτόρια και την έχουνε ψάξει τη δουλειά. Οι μοντίφες είναι πρακτικά ανεξάντλητες. Με τις κατάλληλες μοντίφες ένα απλό μηχανοκίνητο μπορεί να προβιβαστεί σε εργαλείο που θα πηγαίνει τον κώλο του. Πολλαπλές μοντίφες επί του ιδίου αμαξίου / μηχανακίου το καθιστούν κωλοφτιαγμένο, τη στιγμή που μια και μόνη ουσιαστική μοντίφα επί του κινητήρα αρκεί για να χαρακτηριστεί αυτό ως πειραγμένο.

Παίζει αυτούσιο και ως επίθετο, π.χ. το αμαξάκι είναι μοντίφα, όχι μαμίσιο. Άλλο παράγωγο επίθετο: μοντιφαριστός.

Εννοείται πως μοντίφες δεν γίνονται μόνο σε δίτροχα και τετράτροχα, αλλά και σε άλλα αντικείμενα-φετίχ, όπως οι υπολογιστές (εκεί συνήθως το λένε αναβάθμιση), τα ηχοσυστήματα, ένα θαλάσσιο σκάφος ή μια ηλεκτρική κιθάρα Les Paul Standard.

Ο ίδιος ο άνθρωπος γίνεται καθημερινά αντικείμενο μοντίφας: πλαστικές επεμβάσεις, τεχνητά μέλη, εμφύτευση τσιπακίων, κλωνοποίηση, ευγονική, γενετικό ντόπινγκ, γνωσιακές επιστήμες κ.ο.κ. Η έννοια «άνθρωπος» αλλάζει. Μεταβολή στις ποσότητες συνεπάγεται μεταβολή στις ποιότητες. Τα όρια με τη μηχανή θα γίνονται ολοένα και πιο δυσδιάκριτα.

Για να μην εξαντλούμαστε σε περιπτωσιολογία: η μοντίφα είναι το ειδοποιό στοιχείο του Homo Faber, του Ανθρώπου-Κατασκευαστή. Ο Άνθρωπος-Προμηθέας, που επεμβαίνει διαχειριστικά στη φύση με στόχο να την καθυποτάξει, να κυριαρχήσει επ' αυτής (και ακολούθως επί των συνανθρώπων του). Η Φύση γίνεται Αντικείμενο (αντικειμενοποίηση / εξαντικειμενίκευση) και έναντί της ίσταται το Υποκείμενο, όπως συνελήφθη φιλοσοφικώς υπό του Καρτεσίου. Η res cogitans του ανθρώπου αντιπαρατίθεται στην res extensa του πράγματος. Ο Λόγος είναι το εργαλείο τούτης της κατακυριάρχησης, καθιστάμενος ως εκ τούτου εργαλειακός (Ιnstrumentallen Vernunft κατά τον Μax Horkheimer). Ποτέ ο Homo Faber δεν μένει ικανοποιημένος με τις μοντίφες του, αλλά διαρκώς αναζητά βουλιμικά κι άλλες, κι άλλες... Ένας κατά βάθος στείρος τεχνολογισμός και παραγωγισμός συντηρεί ως σήμερα το Μεγάλο Αφήγημα της Προόδου, τον Εφιάλτη της Προόδου.

  1. - Για λέγε καμιά καλή μοντίφα για εξάτμιση. Έχω ένα ΚΤΜ LC4 κι ένα CBR 1100.
    - Αρχαιολογίες μηχανάκια, αλλά ρησπέκ όσο να 'ναι. Αcrapovic για το on-off, Υοshimura για το στριτάκι.

  2. (από forum καυλόγκαζων)
    - rallakias και phoinix_gr ενδιαφερομαι και εγω καθως μπορω να φερω και καποια εργαλεια που 8α βοηθησουν....ειδικα στην αφαιρεση της ταπετσεριας της πορτας...
    - Οκ, οταν κανονίσουμε την μοντίφα, θα ενημερώσω!

  3. (από άλλο forum καυλόγκαζων)
    Ο Χρήστος είναι από το πρωί μέχρι τώρα στο συνεργείο... :roll:
    Φυσικά επειδή πάντα υπάρχουν προτεραιότητες, δεν πήγε για τη βλάβη, αλλά για μοντίφα.

  4. (από παράλλο forum καυλόγκαζων)
    Ωραίος. :D Χάζευα ξανά τα spec σου. Δεν φανταζόμουν ότι του είχες φορέσει δίσκάτο lsd, νόμιζα ότι το είχες με torsen.
    Επίσης πολύ ωραία τα μοντιφαριστά coilover στα γόνατα.

  5. (από ένα τελευταίο forum καυλόγκαζων)
    - Οι νίκελ ταινίες να σου πω την αλήθεια δεν μου πολυάρεσουν... Οι καθρέφτες νίκελ μαμάνε αλλά είναι ακριβούτσικοι! Ό,τι και αν κάνεις τελικά καλές μοντιφιές.

Οι Mods έκαναν τρελές μοντιφιές στα πραπρά τους (από Vrastaman, 02/01/10)Homo Faber-Castell (από Vrastaman, 02/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως, ελπίζω, έχετε ακούσει οι περισσότεροι, η λέξη τσακμάκι χρησιμοποιείται ευρέως. Επίσης όπως ελπίζω, τη χρησιμοποιείτε και εσείς οι ίδιοι και για χρηστικούς σκοπούς πέρα από το να ακούσετε τους γαμάτους διφθόγγους που περιέχει.

Τσακμάκι λοιπόν αποκαλείται ο αναπτήρας με μια «οθωμανική εσάνς» μιας και προέρχεται από το τούρκικο çakmak που χρησιμοποιείται για την πέτρα που αν πάρεις δύο ίδιες, ή μια μεγάλη και την σπάσεις, και τις χτυπήσεις μεταξύ τους, θα βγάλουν σπίθες. Αφού έγινα ρεζίλι προσπαθώντας να μην χρησιμοποιήσω την, τουρκικής προέλευσης, λέξη τσακμακόπετρα, θα αναφέρω και την «άλλη πλευρά», αυτή των ελληναράδων λέγοντας πως υπάρχει περίπτωση η λέξη να προέρχεται και από το ελληνικό(τατο) διακναίω που σημαίνει ξύνω ή τρίβω, για την ενέργεια πάνω στις... τσακμακόπετρες, λύσσα κακιά...

Αλλά ταυτοχρόνως αποκαλείται και οτιδήποτε ανάβει, ανοίγει, αρπάζει, λειτουργεί με τη μία, δηλαδή χωρίς καμιά ιδιαίτερη προσπάθεια από μέρος του χρήστη. Το χρησιμοποιούμε για μηχανάκια που ανάβουν χωρίς να πρέπει να έχουμε τις γάμπες του Μπολτ στην μανιβέλα, για κινεζικά προϊόντα πάσης φύσης όταν λειτουργούν (ναι, έχω γνωστό με μαγαζί με ηλεκτρικά που πτώχευσε και βγάζω το άχτι μου) και γενικά για αυτό που είπα στην αρχή της παραγράφου.

Επειδή ίσως μπερδευτήκατε, η σλανγκ χρήση της λέξης είναι η τρίτη παράγραφος. Η δεύτερη είναι «ετυμολογία», προϊόν 2 κλικ στο γκουγκλ. Και τα λινκ στο τσακμάκι είναι το άκρον άωτον της ταχύτητας: γράφεις τον ορισμό τόσο γρήγορα που προλαβαίνεις να λινκάρεις το λήμμα.

- Ώπα Νώντα; Καινούριο μασίνι; Με γειες, με γειες!
- Γουστάρεις; Προχτές το κονόμησα! 2 χρόνων, με 500 χλμ μέσα, φρένα ολοκαίνουρια 5 χιλιάρικα μόνο! Τον έκλεψα τον άνθρωπο. Είχε να το βάλει μπρος 2 μήνες μου είπε αλλά με το που έβαλα το πόδι μου στη μανιβέλα άρπαξε αμέσως! Τσακμάκι το εργαλείο σου λέω!
- Σώπα ρε φίλος! Από που το πήρες;
- Τον θυμάσαι τον Τάκη που είχε το συνεργείο στο χωριό;
- Που πηγαίναμε τα παπιά να κατεβάσει τα χιλιόμετρα στα κοντέρ και αντί να τα φτιάχνει γέμιζε ναφθαλίνη το ρεζερβουάρ;
- Ναι ρε, από εκείνον το πήρα, τι το πήρα, το έκλεψα σου λέω!
- Όχι ρε συ, δεν τον έκλεψες τον άνθρωπο. Απλά σου έκανε καλή τιμή επειδή είσαι γνωστός...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα απειροελάχιστο αλλά και καλά μαγκιόρικο μηχανάκι, το DAX της Honda, το οποίο ήταν πολύ της μοδός στα τέλη εβδομήνταζ-αρχές ογδόνταζ. Παραδόξως παίζει ακόμα, και υπάρχουν διάφοροι κολλημένοι με δαύτο. Υποθέτω ότι είναι κάτι σαν του κολλημένους με τα ντεσεβό ή τους σκαραβαίους.

- Ρε μαλάκα! Ποιος μου έστειλε μέιλ χθες;;;
- ;;;
- Ο Σίμος! Με βρήκε στο φατσοβιβλίο και μού 'γραψε.
- Ποιος Σίμος;;;
- Ο Σίμος; Από το σχολείο; Με το νταξάκι;
- Αααααααααα! ο Σίμος!

Λέει για πρα πρα! (από Vrastaman, 25/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το προβληματικό αυτοκίνητο στην γλώσσα των αυτοκινητόκαβλων. Κλασικός αγγλισμός για την περιουσία που προέκυψε ακίνητη. Συντάσσεται συνήθως με το «βγαίνω».

- Γάμησέ με ρε μαλάκα, σε άκουσα και πήρα γιουντάι, ότι και καλά έχει πάρει τα σώβρακα απ' τους γιαπωνέζους στην αξιοπιστία και κάθε δευτέρα πάω και ανοίγω το συνεργείο ναούμ'. Μ' έκαψες.
- Τι σου φταίει η γιουντάι ρε κλάμπανε αν σου βγήκε λεμόνι το αμάξι. Συμβαίνουν και στις καλύτερες οικογένειες.

Λεμόνι (από poniroskylo, 12/11/09)1958 Ford Edsel - θεωρείται η μητέρα όλων των λεμονιών (από Vrastaman, 12/11/09)"μετά από αυτό το λήμμα, το μόνο που μου μένει είναι η αυτοκτονία", είπε το λεμόνι (από BuBis, 12/11/09)btw, από τις πιο πετυχημένες διαφημίσεις  (από anchelito, 14/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δόξα και τιμή στο μηχανάκι που μύησε την πλειοψηφία των καβλόγκαζων στη γοητεία των δύο τροχών. Έχω την τιμή να ανήκω στις τελευταίες γενιές που έμαθαν να οδηγούν μηχανάκι, και πήραν δίπλωμα μηχανής, πάνω σε μια βέσπα. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τις ταχύτητες στο χέρι ή την ρεζέρβα (αν έχεις το Θεό σου, πες το σε τωρινό καβλόγκαζο, που αφαιρεί το πατάκι για να κερδίσει χιλιόμετρα).

Όπως και η κολινός, έφτασε να χαρακτηρίζει την κατηγορία προιόντων σε σωληνάριο, έτσι και η βέσπα (εύηχο, καβλωτίκ, ιταλικό) έφτασε να χαρακτηρίζει την κατηγορία των scooter (αμερικανιά).

Το όνομα βέσπα προήλθε από το γνωστό σε όλους μας μοντέλο της ιταλικής Piaggio. Vespa εις την ιταλική σημαίνει σφήκα, το έντομο. Και όπως καταλάβατε, η συγκεκριμένη ονομασία προήλθε από τον θόρυβο του δίχρονου κινητήρα της βέσπας, και ακόμα από το θόρυβο της κόρνας της βέσπας που θυμίζουν τον απειλητικό ζουζούνισμα της σφήκας. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο Zingarelli (σαν να λέμε στου Ελευθερουδάκη), ο ορισμός της λέξης βέσπα (με τη σημασία του μοτοσακό), δεν αποτελεί υπο-ορισμό στην έννοια του εντόμου, αλλά παρατίθεται ως ξεχωριστό λήμμα.

Στο manual της βέσπας θα έπρεπε να ήταν γραμμένη η εξής παράγραφος αν η βέσπα φτιαχνόταν στη Γερμανία αντί για την Ιταλία.

Αγαπητοί μελλοντικοί αγοραστές της βέσπας, σιγουρευτείτε ότι:

  • είστε μηχανικός για να την επισκευάζετε, διότι ανά 100 χιλιόμετρα, κάτι χαλάει,
  • έχετε μπουζόκλειδο,
  • έχετε συγγενή βενζινά, και δεν είστε μαλωμένοι, γιατί εκτός από λάδι και βενζίνη η βέσπα τρώει και μπουζιά, και έτσι θα μπορείτε να πετύχετε καλύτερες τιμές,
  • δεν βιάζεστε, διότι μία βέσπα ως κυρία, πάντα θέλει το χρόνο της, και έχει και τον δικό της ιδιότροπο χαρακτήρα,
  • υπάρχει περίπτωση η βέσπα να ζηλεύει, και κάθε φορά που βάζετε την γκόμενα σας πάνω, να πέφτει η απόδοσή της στο 1/3, ενώ όταν βάζετε τη μάνα σας η απόδοση εκτινάσσεται (αυτό οφείλεται στον ιταλικό χαρακτήρα),
  • φτιάχνουμε μαμίσια καφάσσια φρούτων για τη πίσω σχάρα, και μαμίσια παρμπρίζ, οπότε παρακαλείσθε να αποφεύγετε τας απομιμήσεις.

    Παρόλες τις δυσκολίες, η βέσπα ήταν σαν τις πρώτες καψούρες. Μπορεί μετά να πήραμε το XT, μετά το Africa, και μετά ένα GS, αλλά αν ανοίξεις την καρδιά μας, μέσα είναι μία κόκκινη πενηντάρα βέσπα. Και αυτό είναι το μεγαλείο της βέσπας. Η γοητεία! Από βέσπα και μετά, κανένα μηχανοκίνητο ον δεν έφτασε το μεγαλείο της θορυβώδους ιταλίδας.

Ακόμα και αν στη σλανγκιά της η βέσπα είναι το συνώνυμο του κάρβουνου, του δίτροχου που είναι αργό και πασέ. Βέβαια κάθε φορά που ένας καυλόγκαζος παθαίνει λάστιχο, πάντα θα εμφανιστεί ένας γέρος για να ρωτήσει τι συμβαίνει, και να αποφανθεί, ότι τα παλιά μηχανάκια είχαν και ρεζέρβα, εννοώντας βέβαια τη βέσπα.

-Είδες τη μηχανή του Τζόνι, 500 κυβικά θηρίο.
-Τι θηρίο μου λες και πράσινα άλογα. Βέσπα δεν είναι ρε;
-Scooter της suzuki είναι ρε. 500 κυβικά σου λέω.
-Αφού έχει χώρο για ψώνια μπροστά απο το καβλί του, βέσπα είναι. Να πάρει κανα δούκα, και να μας κουνηθεί μετά.

-Την Κυριακή πάμε μηχανάδα;
-Αν έχει καλό καιρό πάμε. -Είπε και ο Τζόνι να ρθει.
-Με τι; -Με το 500άρι σκούτερ.
-Πες του οτι θα τον πάρουμε μαζί, τον Αύγουστο άμα βγουν τα σύκα, για να γεμίσουμε τα ταπεράκια της βέσπας του.

(από electron, 05/09/09)Ξέρεις από βέσπα; (από Stravon, 05/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified