Further tags

Φράση ειρωνείας υπερθετικού βαθμού, αναφερόμενη στην σωματική δύναμη ή/και στη αγριότητα / επιθετικότητα κάποιου. Ενίοτε χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει άτομα τα οποία, εάν και έχουν μια εξέχουσα σωματοδομή και φυσική δύναμη, ο εγκέφαλός τους δεν ξεπερνά το μέγεθος φασολιού(βλ. και «μιλάς με γρίφους, γέροντα»).

Πηγάζει από την προφανή παράφραση του γνωστού φανταστικού ήρωα με το όνομα, «Κόναν ο Βάρβαρος», ο οποίος έκανε το ντεμπούτο του σε βιβλία στις αρχές του '30.

Ιστορική αναδρομή της παραφράσεως: η παράφραση, αρχικά, έγινε στον τίτλο του ήρωα, που από «βάρβαρος», έγινε «μάρμαρος» ως εύκολη και επιτυχημένη, αφού με την αλλαγή δυο μόνον γραμμάτων, κρατώντας τον ίδιο αριθμό συλλαβών καθώς και την ηχητική ομοιότητα, κατάφερε να μετατρέψει το νόημα της φράσης σε ειρωνική. Κατόπιν, σε δεύτερο χρόνο, εξίσου απλά και επιτυχημένα, έγινε και η αλλαγή του ονόματος από «Κόναν» σε «Σκόναν» με την αλλαγή ενός μόνο γράμματος και κρατώντας τον ίδιο αριθμό συλλαβών. Η μεγάλη επιτυχία ήταν δε, ότι η παράφραση πλέον έλαμψε και νοηματικά, λόγω της γνωστής συνάφειας που υπάρχει μεταξύ μαρμάρου, και της σκόνης αυτού.

  1. - Ρε κοίτα το χλέμπονα πως χαλβαδιάζει το Λιτσάκι, θα τον σκίσω το πούστη!
    - Μα ποιος είσαι δικέ μου, ο Σκόναν ο Μάρμαρος;

  2. «Έρχεται και ο σφίχτης ωσάν τον Σκόναν τον Μάρμαρο να σπρώξει το αμάξι του που έμεινε, αλλά δε κουνιόταν ντιπ. Πού πα ρε Καραμήτρο, λύσε το χειρόφρενο...»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κοριτσούδι (η κλανίτα είναι συνήθως νεαρής ηλικίας) που μιλάει για όλα και για τίποτα, που έχει γνώμη περί πάντων χωρίς να έχουν καμιά όμως ουσία τα λεγόμενά της. Κοινώς, είτε μιλάει είτε κλάνει, ένα και το αυτό.

Πέντε ώρες μας τα' πρηζε χθες η κλανίτα και τελικά ούτε που ξέρω να σου πω τι μας έλεγε.

(από Kilerakias, 08/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολλές φορές, όταν στην συζήτηση αναφέρεται κάποιος κοινός γνωστός που όμως δεν ξέρουμε το επίθετό του και έχει συνηθισμένο όνομα (Μαρία, Γιώργος, Γιάννης), συνηθίζουμε να εστιάζουμε σε σωματικά χαρακτηριστικά όπως το ύψος, το χρώμα μαλλιών ή ματιών κλπ για να τον / την περιγράψουμε.

Ενδιαφέρον είναι ότι παράλληλα με την περιγραφή κάνουμε και τις αντίστοιχες κινήσεις. Έτσι, όταν μιλάμε για κάποιον με χαρακτηριστικό ύψος, φέρνουμε το χέρι σε ένα ύψος και το κουνάμε προς τα πάνω / κάτω καθώς προφέρουμε τις λέξεις ψηλός / κοντός, αν έχει μούσι κάνουμε μία κίνηση σαν να χαϊδεύουμε την αόρατη γενειάδα μας, φέρνουμε το χέρι στο ύψος του λαιμού ή των ώμων για να δείξουμε το μήκος των μαλλιών.

Το πάχος, αν είναι το κύριο χαρακτηριστικό του περί ου ο λόγος ατόμου, αποφεύγουμε να το αναφέρουμε και όταν το κάνουμε χρησιμοποιούμε ευπρεπείς εκφράσεις, όπως «εύσωμος» και «γεματούλης», ανοίγοντας τα χέρια ανάλογα με τον όγκο που θα έπιανε αν καθόταν στην θέση μας.

Όταν επιστρατεύουμε την αστειατορική μας διάθεση, αντί να πούμε τις παραπάνω ευφημιστικές εκφράσεις, ξεκινάμε αναφερόμενοι στο ύψος, κάνοντας την αντίστοιχη χειρονομία που όμως δεν σταματά και εξελίσσεται με χορογραφική χάρη στην χειρονομία που δηλώνει πάχος ενώ ταυτόχρονα λέμε το χρώμα μαλλιών.

Το κοντή ξανθιά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως δηλωτικό γκόμενας τόταλλυ ανφακάμπλ: αμ κοντή, αμ χοντρή αμ και ηλίθια.

  1. - Την ξέρω εγώ αυτήν την Αναστασία;
    - Την γνώρισες πέρσι... στο πάρτι του Γιώργου...
    - Α, καλά! Πού να θυμάμαι, 800 άτομα γνώρισα εκείνο το βράδυ!
    - Έλα ρε, είχατε πιάσει κουβεντούλα στην κουζίνα...
    - ...μμμ...
    - ...που δουλεύει με τον αδελφό του Κώστα...
    - ΑΑΑ! μία κοντή (χειρονομία) μελαχρινή; (χειρονομία)
    - Έλα ρε! Σταμάτα! Είναι πολύ καλό παιδί!
    - Είπα εγώ ότι δεν είναι;

  2. - Θα έρθεις το βράδυ απ' το σπίτι για φαγητό; Θα είναι και μία φίλη της Μαρίας.
    - Μπα, δεν έρχομαι, καμία κοντή ξανθιά θα είναι όπως την άλλη φορά.
    - Ε όχι και χοντρή η Ελένη! Ρε τι 'σαι συ ρε!

στο 0:25:45 «ένας ψηλός-μετρίου αναστήματος, παχουλός πολύ-προς το αδύνατο, με μία μουστάκα-ένα μουστακάκι» (από salina, 18/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ηλίθιος, ανόητος στη ντοπιολαλιά της περιοχής των Ιωαννίνων. Προέρχεται από τη λέξη ταγάρι, αλλά άγνωστο παραμένει το γιατί αυτό σηματοδοτεί τον ανόητο.

- Να, βλέπεις, δεν παίρνει μπρος το καβουρδιστήρι!
- Αφού ρε ταγάρα έχεις κλειστό το διακόπτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κόμμα τού Πάνου, άκα οι «Ανεξάρτητοι Έλληνες».

Συνθέτει, μαζί με το ΣφΥΡΙΖΑ, τα Χρυσά Αυγά και Το Κόμμα, ένα αρραγές αντιμνημονιακό μέτωπο που θα στειλει τους τροϊκανούς πίσω στην Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία και θα μάς φέρει την ισότης.

- Ξαφνικά πετάγεται μία τσουτσού, ιδρύει κόμμα μέσω του fb (trenty) και τσουπ, να ο σωτήρας, να ο μεσσίας, να όλα τα κανάλια πάνω του, να και 45.000 Έλληνες να κάνουν «Like».... Φυσικά όλοι αυτοί δεν είναι απλά Έλληνες, είναι Καμένοι Έλληνες... (εδώ)

- ΤΙ ΔΕΝ ΕΚΑΝΕ ΣΤΑ 19 ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ΚΑΡΙΕΡΑΣ ΚΑΙ ΘΑ ΚΑΝΕΙ ΤΩΡΑ; ΚΑΙ ΑΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΤΑ ΚΑΝΕΙ ΤΩΡΑ, ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΤΑ ΕΚΑΝΕ ΕΠΙ 19 ΧΡΟΝΙΑ; ΔΕ ΓΑΜΙΕΣΤΕ ΛΙΓΟ ΡΕ ΚΑΜΕΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ; ΟΡΝΙΑ Ε ΟΡΝΙΑ....
(εκεί)

- ΧΑ, καμενοι Ελληνες, ΝΔουλικα, υποστηριζουν την αμεση ανακυρξη της ΑΟΖ. (παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επειδή λίγο-πολύ εξηγήσαμε τι θα πει μαλάκας, εδώ θα σας δείξω 100 τρόπους να αποκαλέσετε κάποιον μαλάκα.

  1. Ο οφθαλμοφανής: Κοίτα ένα μαλάκα
  2. Ο τεφάλ: Ξεκόλλα ρε μαλάκα
  3. Ο στάσιμος: Έμεινε μαλάκας
  4. Ο αδιόρθωτος: Ε τον μαλάκα
  5. Ο επώνυμος: Έλα ρε Μαλάκα
  6. Ο γνωστός: Μαλακανδρέας;
  7. Ο νυχτωμένος: Ξύπνα μαλάκα
  8. Ο χαμένος: Που 'σαι ρε μαλάκα;
  9. Ο φευγάτος: Την έκανε ο μαλάκας
    10.Ο βαθμοφόρος: Ά τον αρχιμαλάκα
    11.Ο αμφίβολος: Καλά μαλάκας είσαι;
    12.Ο διττός: Και πούστης και μαλάκας
    13.Ο κατοχυρωμένος: Μαλάκας με πατέντα
    14.Ο εμετικός: Τα ξέρασε όλα ο μαλάκας
    15.Ο καλοδεχούμενος: Καλώς τον μαλάκα
    16.Ο εξακριβωμένος: Είναι τελικά μαλάκας
    17.Ο πλουραλιστής: Είναι μαλακοκαύλης
    18.Ο επιρρεπής: Μη γίνεσαι μαλάκας τώρα
    19.Ο εκνευριστικός: Άει γαμήσου ρε μαλάκα
    20.Ο ανεκδιήγητος: Μα πόσο μαλάκας νά 'σαι!
    21.Ο αργοκίνητος: Άντε ρε μαλάκα, κουνήσου
    22.Ο παχύσαρκος: Μιλάμε για χοντρομαλάκα
    23.Ο επαναλαμβανόμενος: Την είπε πάλι ο μαλάκας
    24.Ο σωβινιστής: Μαλάκας μπορεί να είμαι, πούστης όμως όχι!!
    25.Ο ποσοτικός: Πόσο μαλάκας είσαι;
    26.O μπακάλικος: Πόσα κιλά μαλάκας είσαι:
    27.O βρώσιμος: Φάε έναν μαλάκα
    28.Ο απίστευτος: Τι λες ρε μαλάκα;
    29.Ο κυριολεκτικός: Το πολύ το τάκα τάκα κάνει το παιδί μαλάκα
    30.Ο προβλέψιμος: Ο μαλάκας, μαλακίες θα κάνει
    31.Ο χορταστικός: Μαλακομπούκωμα
    32.Ο αξιέπαινος: Μπράβο μαλάκα
    33.O αρχαϊκός: Παλιομαλάκα
    34.O αέναος: Μια φορά μαλάκας, πάντα μαλάκας
    35.Ο αυτοπαθής: Μαλάκα μου
    36.Ο Interactive Multimedia: Μαλάκας είσαι και φαίνεσαι
    37.Ο αυτοκριτικός: Με πιάσανε μαλάκα
    38.Ο εκλεπτυσμένος: Μαλάκας με πατίνα
    39.Ο αρχαίος: Μαλάκας με περικεφαλαία
    40.Ο εγκεκριμένος με ISO: Μαλάκας με βούλα
    41.Ο οδηγικός: Mαλάκας με δίπλωμα
    42.Ο ορθογράφος: Μαλάκας με Μ κεφαλαίο
    43.Ο αλγεβρικός: Μαλάκας στο τετράγωνο
    44.Ο συνοδός: Έλα, με το μαλάκα τώρα
    45.Ο υποκριτικός: Mην κάνεις τον μαλάκα
    46.Ο μετεωρολογικός: Η μαλακία πάει σύννεφο
    47.Ο αδιάκριτος: Τι κοιτάς ρε μαλάκα;
    48.Ο αλλοδαπός: Τι μαλάκα είναι
    49.Ο αναπτυσσόμενος: Μαλακούλης
    50.Ο απατημένος: Μαλάκας του κερατά
    51.Ο απείθαρχος: Κάτσε καλά ρε μαλάκα
    52.Ο απόλυτος: Εντελώς μαλάκας
    53.Ο ορθός: Είσαι σωστός μαλάκας
    54.Ο δυσνόητος: Τι είπες ρε μαλάκα:
    55.Ο εγνωσμένης αξίας: Είσαι μεγάλος μαλάκας
    56.Ο εκτεθειμένος: Καρφώθηκε ο μαλάκας
    57.Ο αγαθός: Καλός μαλάκας είσαι
    58.O κουραστικός: Μας τρέλανε στην μαλακία
    59.Ο κτηνοτροφικός: Μαλακοπίτουρας
    60.Ο μικρούλης: Μαλακιστήρι
    61.Ο ψαλιδοχέρης: Κόφ' το ρε μαλάκα
    62.Ο εθνικιστικός: Ο κλασικός ο μαλάκας ο Έλληνας
    63.O υπερβολικός Είσαι πιο μαλάκας κι απ' τον μαλάκα
    64.Ο φωτογραφικός: Σαν μαλάκας βγήκα
    65.Ο στον κόσμο του: Τι κάνεις εκεί, ρε μαλάκα;
    66.Ο αμυνόμενος: Μη με γαμάς, ρε μαλάκα…
    67.Ο φαρσέρ: Κόψε την πλάκα, ρε μαλάκα.
    68.Ο ρολίστας: Είμαι ο μαλάκας της υπόθεσης.
    69.Ο σεμνός: Μαλάκας με την καλή έννοια.
    70.Ο θρασύς: Μου τη βγήκε κι από πάνω ο μαλάκας.
    71.Ο περιοδικός: Είσαι πολύ μαλάκας ώρες ώρες
    72.Ο ετήσιος: O μαλάκας της χρονιάς
    73.Ο διπλός: Είσαι δυο φορές μαλάκας
    74.Ο εργατικός: Ο μαλάκας του γραφείου
    75.Ο ιλαρός: Είμαι μαλάκας και το χαίρομαι
    76.Ο πικρός: Είσαι σκέτος μαλάκας
    77.Ο συνοδευτικός: Ο μαλάκας της παρέας
    78.Ο τοπ: Είσαι κορυφαίος μαλάκας
    79.Ο μύθος: Παντού υπάρχει ένας μαλάκας
    80.Ο γενικός: Όλοι οι άντρες είναι μαλάκες
    81.Ο συνειδητοποιημένος: Τι μαλάκας ήμουν
    82.Ο φραγκάτος: Πλήρωνε μαλάκα
    83.Ο ελκυστικός: Έχεις μαλακομαγνήτη
    84.Ο συνεχής: Ξανά μανά μαλάκας
    85.Ο αποδεδειγμένος: Βγήκα μαλάκας
    86.Ο άσχετος: Γιατί οδηγείς σαν μαλάκας;
    87.Ο διανοούμενος: Είσαι ο ορισμός του μαλάκα
    88.Ο ποδοσφαιρικός: Δεν μπορεί να πάρει τα πόδια του ο μαλάκας
    89.Ο καλοκαιρινός: Ο μαλάκας της παραλίας
    90.Ο συναισθηματικός: Νιώθω μαλάκας
    91.Ο αμφίβολος: Μαλάκας εγώ;
    92.Ο προεκλογικός: Είσαι μαλάκας που τους πιστεύεις
    93.Ο πασιφανής: Γράφει στο κούτελο μαλάκας
    94.Ο σκληρός: Έλεος ρε μαλάκα
    95.Ο ρωσικός: Дрочила (ντροτσήλα)
    96.Ο νυσταλέος: Δεν ξυπνάει ο μαλάκας
    97.Ο απορημένος: Γιατί είσαι τόσο μαλάκας;
    98.Ο απαράλλαχτος: Μαλάκας ήσουν και μαλάκας θα παραμείνεις
    99.Ο σχιζοφρενής: Είσαι εξωφρενικά μαλάκας
    100.Ο ποιητής: Αυτό το λες ποίημα ρε μαλάκα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλάκας, αλλά όχι με την καλή έννοια. Ο χλιμίτζουρας, ο μουνίκακας, ο τρομπομαρίνας.

Εκ του τρομπάρω.

- Ποιος μαλάκας, ποιος παλιομαλάκας, ποιος τρόμπας του Υπουργείου Οικονομικών σκέφτηκε να βάλει 13% ΦΠΑ στην γλυκιά μπουγάτσα, και 23% στην αλμυρή...
(Νίκος Χατζηνικολάου, εδώ)

- ΠΟΣΟ ΤΥΦΛΟΣ ΚΑΙ ΤΡΟΜΠΑΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ ;
(εκεί)

Φωτορεαλιστική απεικόνιση (από Vrastaman, 05/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ανδρική βερσιόν της αγαθομούνας. Δηλαδή ο εύπιστος, ο καλοπροαίρετος μέχρι αφελείας, ο βλάκας με κεφαλαίο μι.

Βλ. επίσης: αγαθομούνης, χαζομούνης.

- Δεν φταίει αυτός, εγώ φταίω που εκώλωσα. Όσο γερνάω γίνομαι και περισσότερο αγαθοψώλης.. (εδώ)

- ξεκόλλα μας λες οτι σκεφτόσουν σοβαρά να είσαι μαζί της...είσαι αγαθοψώλης..τι καλό σπιτι μας λες οταν την έχουν τόσο καταπιεσμένη..σύνελθε μην το ψάχνεις το θέμα γιατι θα λαλήσεις. ήδη έκανες υπερβολικά πράγματα για πάρτι της...αφού δε σε σέβεται αυτή ας σεβαστείς τον εαυτό σου.
(εκεί)

Δες και -ψώλης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο βλάκας. Καμία σχέση με τον προηγούμενο ορισμό. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος έχει άριστη ακοή, αλλά καθυστερημένο μυαλό.

Πωπώ, τι μαρμελάδας είναι ο Λευτέρης ρε! Τελείως γκάου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για χρήση ενός γενετικού συνδρόμου - Down's/τρισωμία 21 - ως προσβολή, κυρίως απευθυνόμενη στη νοημοσύνη (ένα από τα γνωστά συμπτώματα του συνδρόμου).

Επίσης, μόγγολο χαρακτήρισε ο Varg Qisling Larssøn Vikernes (ή αλλιώς Burzum) τον Eyronymous, ως αιτιολόγηση για τη δολοφονία του τελευταίου (από τον πρώτο!).

Φημολογείται ότι είναι η πρώτη χρήση του όρου (συμπεριλαμβανομένης της μετάλλαξης) ως μπινελίκι.

- Δεν είσαι καθαρός, μόγγολε!!!

(... και κάρφωσε το μαχαίρι στο κεφάλι του.)

(από Khan, 04/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified