Selected tags

Further tags

Λιώμα από LSD. Από τα τριπ + πίτα.

Πηγή: GATZMAN.

Μαζευήκαμε όλοι στο μπαφόσπιτο και γίναμε τρίπιτο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το δηλητήριο το οποίο καταδικάζονται να πάρουν όσοι παρακολουθούν το δελτίο του Star με αναρίθμητα χαζορεπορτάζ από τη Μύκονο ...

- Πάμε σήμερα κάτω;
- Βαριέμαι ρε μαλάκα..
- Και τι θα κάνεις μεσα ρε;
- Μάλλον θα κάτσω στην τηλεόραση, όλο και κάτι θα 'χει..
- Δες star!
- Ναι, γάματα... θα πάρω μια γερή δόση μυκώνειο, μου φαίνεται!

(από Vrastaman, 26/03/09)

Aπό εδώ στο lexilogia.gr

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από τον τιραμισουρεαλισμό, το μπλε δηλώνει επίσης:

  • Την φάση όπου κάποιος έχει πάρει πολλά Βιάγκρα, επειδή υποτίθεται ότι μια από τις παρενέργειες, αν πάρεις πολλά, είναι να τα βλέπεις όλα μπλε. (Σ.ς.: Δεν ξέρω, δεν τα έχω ανάγκη). Γενικά, μπλε είναι η Βιαγκρο-νιρβάνα, Βιαγκρο-μαστούρα. Βλ. και έκφραση «τα βλέπω όλα μπλε».

  • Αγγλιά για την μελαγχολία. Από τα blues, blue mood, κ.τ.λ.

Τα είδε όλα μπλε με την Καυλάουρα ο Επαμεινώνδας. Θεός σχωρέστονε! Και τού 'λεγα: «Δεν είναι κουφέτα τα Βιάγκρα, Νώντα μου!». Δεν μ' άκουγε ο μακαρίτης!

Σχετικό: μπλε περίοδος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν τρώω σοκολατάκια με γέμιση λικέρ (χωρίς να το ξέρω από πριν...) και γίνομαι χάλια...

...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το δοχείο με το «γνήσιο» ουίσκι Σκωτίας (demijohn). Ο μισός Τζόν. Ο άλλος μισός την πούλεψε για να σωθεί.

Η ελληνική απάντηση στην πολυεθνική βιομηχανία του πιοτού. Γνήσιο απόσταγμα βιοτεχνίας φτιαγμένο με μεράκι για το κάθε κοροϊδάκι. Από Νέρωνες για μελλοθάνατους.

  1. Τού 'πα του μαλάκα του μπάρμαν να μου βάλει ένα καθαρό και μου έβαλε από την νταμιζάνα, λές και είμαι χτεσινός...

  2. Ποιό Τζόνι ρε μαλάκα; Νταμιζάνα μας έβαλε ο πούστης...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  • Πρακτικό φάρμακο που χρησιμοποιείται για δυναμωτικό.
  • Όλα τα φάρμακα που δεν είναι έτοιμα, αλλά παρασκευάζονται από τον φαρμακοποιό επί τόπου.

Έχει υποτιμητική χροιά για τα φάρμακα.

Η λέξη είναι Τουρκικής προέλευσης και σημαίνει δυναμωτικό.

  1. -Έχω ένα κρύωμα άστα να πάνε.
    -Πάρε κανένα ματζούνι ντε!

  2. -Τί σου έδωσε ο γιατρός;
    -Τί να μου δώσει μωρέ; ένα σωρό ματζούνια μου έγραψε ο άσχετος.

Macun Şeker (από BuBis, 25/08/09)Sweet... majoon (από BuBis, 25/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Μου διαρρηγνύεται η κωλοτρυπίς και είμαι πλέον τρύπιος.

  2. Παίρνω ναρκωτικά με ένεση.

  3. Ανορθογραφιστί, τριπιέμαι σημαίνει βρίσκομαι σε τριπάκι.

Ιδιαίτερα ευπαθείς ομάδες για AIDS είναι αυτοί που τρυπιούνται και με τις δύο έννοιες. Όχι ότι οι άλλοι πρέπει να βρίσκονται σε ρατσιστικό εφησυχασμό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καφές φραπέ.

Παρωχημένη σλανγκ της δεκαετίας του '70. Από την καφετέρια ΛΕΝΤΖΟΣ στην πλατεία του Άλσους στο Παγκράτι.

Αν ο Δημήτρης Βικόνδιος παίρνει τα εύσημα για την επινόηση - τυχαία, έστω - του φραπέ (δες τι λέει η Βίκυ εδώ και τα σχόλια στο λήμμα φραπεδοκράτορας), ο Χρήστος Λέντζος, που άνοιξε την ομώνυμη καφετέρια το 1964, είναι αυτός που καθιέρωσε το όνομα «φραπέ» και έκανε πρώτος την φραπεδιά της μοδός. Βοήθησε ότι ο καφές του ήταν καλός - βαρύς, πηχτός, γευστικός και, κυρίως, δεν χαλούσε όση ώρα και να τον άφηνες και, συνεπώς, προσφερόταν για ατελείωτο χαβαλέ.

Επί πολλά χρόνια, κυκλοφορούσε ο μύθος η ιδιαίτερη υφή του λέντζου οφειλόταν στο γεγονός ότι ο συγκεκριμένος φραπέ περιείχε χτυπημένο ασπράδι αυγού, μαρέγκα. Αυτό ο ίδιος ο κύριος Λέντζος το διαψεύδει (δες εδώ μια σχετικά πρόσφατη συνέντευξή του στο Maxim). Δεν αποκαλύπτει τη συνταγή, αλλά λέει ότι το μυστικό είναι πολύς καφές και πολύ δυνατό μίξερ.

Ανεπισήμως, το ρεκόρ βραδύτητας στο λέντζο το έχει ένας ανώνυμος 20χρονος που έκανε 8 (οκτώ) ώρες να πιει έναν καφέ.

  1. (από το περιοδικό 4Τροχοί τεύχος 327, Δεκέμβριος 1997, άρθρο με τίτλο «Τα στέκια του καφέ»)

ΛΕΝΤΖΟΣ
Το ιερό άντρο του φραπέ. Αν θέλεις να δοκιμάσεις τον καλύτερο φραπέ στην πόλη, ο Λέντζος είναι must. Στο Παγκράτι συναντώνται άνθρωποι απ' όλη την Αθήνα για να δοκιμάσουν το αριστούργημα του καφέ. Τραπεζάκια έξω που τώρα βέβαια που ο καιρός δροσίζει μάλλον μεταφέρονται στο εσωτερικό του Λέντζου, όπου το κλασικό συναντά τη συνήθεια και όλα περνούν μέσα από το καλαμάκι του φραπέ.

  1. - Σούλα, θα μας χτυπήσεις τρεις λέντζους περιποιημένους τώρα που θάρθουν τα παιδιά ...

Ο φραπεδοκράτωρ κύριος Χρήστος Λέντζος - ο ίδιος πίνει μόνο εσπρέσσο (από poniroskylo, 18/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι προέκταση της λέξης κόκαλο και αναφέρεται σ' αυτόν που βρίσκεται υπό την έντονη επήρεια ουσιών ή/και αλκοόλ.

-Γεια σου Billy! -Ω τη Μαίρη μας!
-Είσαι καλά;
-Εγώ καλά είμαι, εσύ καλά είσαι;
-Α κατάλαβα. Πάλι κοκαλίγκα είσαι Bill!

(από baburas, 28/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κωδική ονομασία της κόκας.

Έμεινε καθόλου πράμα εδώ κάτω;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified