Further tags

Πρόκειται για το τυπικό σπλάτερ Σαββατοκύριακο κατά το οποίο οι Ελληνικοί δρόμοι αλλάζουν χρώμα.

Σύμφωνα με εκθέσεις της Κομισιόν και της Eurostat, εδώ και χρόνια κατέχουμε Πανευρωπαϊκό ρεκόρ σε θανάτους από τροχαία. Το 2004, αγγίξαμε τους 178νεκρούς ανά εκατομμύριο κατοίκων, ενώ το 2008 ξεπεράσαμε εαυτούς με 212θανάτους αντίστοιχα. Κατά την 35ετία 1965–2000 σκοτώθηκαν 75.000, δηλαδή 5.000 περισσότεροι από όσους απεδήμησαν εις Κύριον στους πολέμους των τελευταίων 100 ετών.

Σε αντίθεση δε με τους κουτόφραγκους, εμείς οι Ρωμιοί έχουμε έξαρση ατυχημάτων τα Σαβανοκύριακα, όταν στις υπόλοιπες χώρες, μειώνονται: το Σαββάτο γίνεται το 12% των ατυχημάτων έναντι του 4% στη Σουηδία και του 7% στην Ισπανία. Αντίστοιχη είναι η κατάσταση και την Κυριακή: έχουμε το 9,3% του συνόλου, έναντι μόλις του 1,7% στην Αυστρία.

Τις πταίει; Η κακή ποιότητα του οδικού δικτύου, η κακώς εννοούμενη παιδεία, η κυκλοφορία φορτηγών το Σαβανοκύριακο, τα διπλώματα οδήγησης που χορηγούνται με γρηγορόσημο, οι κάγκουρες, τα στροφιλίκια, το ότι δεν φοράμε ζώνες και περνάμε το κράνος στο μπράτσο, ο κακός μας ο καιρός και η λεβεντομαλακία που μας δέρνει...

Εκ του σαβάνου και της Κυριακής.

Ασίστ: Τζιμάκος Πανούσης

– Τι κάνεις το σαβανοκύριακο;
– Το Σαββάτο θα πάω στα εννιάμερα του Γιάννη και την Κυριακή θα επισκεφτώ τον αδελφό του στο Κ.Α.Τ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η απόλυτη ονείρωξη του μηχανόβιου: να γέρνει την μηχανή του στα στροφιλίκια έτσι ώστε να ξύνει γόνατο στην άσφαλτο, όπως κάνουν οι επαγγελματίες σε αγώνες μοτό.

- Είμαι καβάλα σε ss, είμαι χεράς, είμαι γαμάτος, ξύνω γόνατο, ξύνω και τ'αρχίδια μου ξύνοντας γόνατο...
(εδώ)

- Απο αυτα που εχω δει και ακουσει εβγαζα σωμα για να ξυσω και γω επιτελους το πολυποθητο γονατο στην ασφαλτο, αντι αυτου εξυνα συνεχεια τις γλυστρες απο τις μποτες μου. Να σημειωσω οτι στο μαρσπιε παταω με το κουτουπιε και τα λαστιχα μου τερματισαν (μπρος-πισω). ΓΙΑΤΙ δεν εξυνα γονατο σαν το rossi τοτε; (κλαψ)
(εκεί)

- Ένα τυπικό χαρακτηριστικό σε όλα τα KTM είναι η ευκολία αλλαγής κατεύθυνσης και η ελαφριά αίσθηση είτε πηγαίνεις όρθιος είτε ξύνεις γόνατα και μπότες.
(παραπέρα)

Δες και ξύνω αυτιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται εν είδει επιρρήματος, για να περιγράψει μια έξτρα πρίμα γκουντ κατάσταση, μια φάση τριφασικιά και ανεβαστικιά, ένα τρελό σκηνικό κλπ.

Συνώνυμα: τζετ, τζιτζί, τζάμι, και γαμώ, καύλα, πένα, τούμπανο, πάουερ, δύναμη, ζάχαρη, μέλι, κομπλέ... και πολλά άλλα, ων ουκ έστιν αριθμός.

Παράγωγο επίθετο: γκαζιάρικος

Πολύ γκαζιάρικο μωρό η Πόπη.

Γιατί γκάζι;

Μα φυσικά διότι έχει μόνο θετικές συνδηλώσεις, σε αντίθεση πάντα με το φρένο:

Έκανα χτες βράδυ κίνηση να τη γαμήσω αλλά μου 'βαλε φρένο.

Το γκάζι ταυτίζεται με την Ενέργεια, τη Δύναμη. Στη φράση μου έχωσε γκάζια, παραδεχόμαστε πως υπομείναμε αγόγγυστα τον υπέρτερο δυναμισμό του νουθετούντος ημάς.

Το γκάζι, όπως και το Αυτοκίνητο, είναι ένα παντοδύναμο σύμβολο του βιομηχανικού πολιτισμού, ίσως και της ίδιας της ιδέας της Προόδου, σύμφυτης με αυτόν. O φίλος μου ο Βίκας με είχε προτείνει παλαιότερα το σχετικό Ο Μύθος της Μηχανής του Lewis Mumford, το οποίο ακόμη δεν αξιώθηκα να διαβάσω :(

Συναφές πανίσχυρο σύμβολο του βιομηχανισμού είναι το ηλεκτρικό ρεύμα, βλ. σχετικά το σαββοπουλικό «σήκω ψυχή μου δώσε ρεύμα». Εξ ου και ο Pierre Bourdieu έχει προτείνει, ενάντια στη φρενίτιδα του τεχνικού πολιτισμού, «να κατεβάσουμε τους διακόπτες».

Αυτά όσον αφορά το γενικόν του πράγματος. Ειδικά όσον αφορά τον Έλληνα, για τον οποίο το αμάξι του είναι το υπέρτατο φετίχ, δεν είναι καθόλου τυχαίο που ταυτίζει την καλοπέραση με το γκάζι. Ο έλληνας είναι ακόμη δέσμιος του μυθικού αφηγήματος της Προόδου, εξακολουθεί εν πολλοίς να θαυμάζει με παιδική σχεδόν αφέλεια τα μεγάλα τεχνικά επιτεύγματα του Πρώτου Κόσμου - ίσως γιατί ο ίδιος ούτε καν με αυτά. Ο έλληνας αντιμετωπίζει το μεταμοντέρνο και τις σχετικές επιφυλάξεις και σκεπτικισμό απέναντι στην Πρόοδο ως εξωτικά φρούτα, από τα οποία θέλει να δοκιμάσει μια σταλιά έτσι για τα νεφρά, αλλά ως εκεί, μην το παραχέσουμε κιόλας: η Άννα Βίσση, το 4Χ4 και το τζακούζι παραμένουν σταθερές αξίες στη ζωή του. Ο έλληνας είναι ακόμη βαθύτατα μοντέρνος (με ό,τι αυτό συνεπάγεται) ήτοι, με σημερινούς όρους, βαθύτατα οπισθοδρομικός.

- Για πε, τι κάνατε τελικά χτες, βγήκατε;
- Πού να στα λέω, μαζεύτηκαν όλοι οι πεθαμένοι, που 'χαμε να τους δούμε από του Αγίου Πούτσου ανήμερα! Κώστας Παγκράτι, Σπυράκλας, Κουνούπι, Πεταλούδας, ο Φίλιππας ο καπετάνιος, πανικός σου λέω, τα πάντα όλα! Αράξαμε Πανόρμου, ήπιαμε τον κώλο μας, κλάσαμε στο γέλιο, γενικώς την περάσαμε γκάζι. Μαλακία σου που δεν ήρθες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που χρησιμοποιείται από τους μοτοσυκλετιστές και τους παθιασμένους οδηγούς αυτοκινήτων.

Σημαίνει την απαλή αλλαγή ταχύτητας, όπου ο χειρισμός γίνεται αργά, με προσοχή και ευλάβεια και όχι στεγνά, διαδικαστικά.

Το κούμπωμα είναι γλυκό, με τον αναβάτη / οδηγό να αισθάνεται και να απολαμβάνει την σύμπλεξη / αποσύμπλεξη, νιώθοντας τα γρανάζια να ακουμπούν το ένα με το άλλο, τις τριβές, τις ανοχές, όλα. Ο όρος λοιπόν, προέρχεται ακριβώς από την αίσθηση «κουμπώματος» των κινούμενων μερών του κιβωτίου μεταξύ τους. Στα αυτοκίνητα χρειάζεται ένα καλό χειροκίνητο κιβώτιο, που να μεταδίδει ατόφια την αίσθηση αυτή. Θρυλικό απ' όσο ξέρω για τον τομέα αυτό, έμεινε για παράδειγμα το Honda S2000.
Ημιαυτόματα και τα ντιπ-για-ντιπ φλώρικα αυτόματα κιβώτια, απορρίπτονται μετά βδελυγμίας.

Σε μοτοσυκλέτα, λέγεται κυρίως όταν βάζουμε πρώτη από στάση, με το χαρακτηριστικό μεταλλικό «κλανκ!» που κάνει όταν είναι ακόμα κρύο το κιβώτιο. Ανάλογα με το κύρος της μοτοσυκλέτας, ο ήχος αυτός μπορεί να χαρακτηριστεί έως και απρεπής και να ξενερώσει τον ιδιοκτήτη της. Σε ένα πιο πολεμικό αντίθετα, ένα τέτοιο βαρβάτο άκουσμα αρμόζει, καθώς οι καλοί τρόποι δεν έχουν θέση εδώ.

Το αντώνυμο είναι η «καρφωτή», που γίνεται τάχιστα, με ελάχιστη (ή και καθόλου) χρήση συμπλέκτη, για να εκμηδενιστεί ο χαμένος χρόνος της αλλαγής. Στην έντονη επιτάχυνση, στην κόντρα, στην σούζα, δεν νοείται άλλος τρόπος. Ενέχει ξεχωριστή απόλαυση, την ευχαρίστηση του «σκισίματος», αλλά πρέπει πάντα να γίνεται μετά από το απαραίτητο ζέσταμα, διαφορετικά τα μηχανικά μέρη ταλαιπωρούνται ακόμα περισσότερο, χώρια την πιθανότητα σε κανένα μπίζιλο μηχανάκι να σου σπάσει κανα κιβώτιο. Δεν τα δέχονται όλα αυτά. Σε κάποια μάλιστα δεν είναι και ηθικά σωστό να το κάνεις.

(Τέλειο παράδειγμα-ορισμός απο εδώ)

Πρώτα τη ζεσταίνεις και μετά την ξεζουμίζεις... Πάντα με σεβασμό σε αυτήν, αλλιώς η στιγμή που θα σε δαγκώσει δεν είναι μακρυά...

Κουμπώνω πρώτη και αφήνω μαλακά το συμπλέκτη... Πηγαίνω ρολάροντας ανάμεσα στα στενά, με το μπάσο γουργουρητό της εξάτμισης να σιγοντάρει τα ροχαλητά της γειτονιάς.

Συντροφιά με σκόρπιες σκέψεις, βγαίνω προς τα έξω... Τα κίτρινα φώτα, δίνουν ένα industrial τόνο στο τοπίο... Αρκετά χαλαρώσαμε σκέφτομαι...

Κατεβάζω δευτέρα, και χουφτώνω απότομα το grip... Ο τετρακύλινδρος ξυπνάει απ τη λήθαργο της ήρεμης βόλτας, στέλνει τον μπροστινό τροχό στον αέρα, και αρχίζει να ανεβάζει στροφές σα δαιμονισμένος ενώ το ουρλιαχτό του σκίζει την ησυχία της νύχτας... Καρφωτή αλλαγή σε τρίτη, προσπαθώντας να μαζευτώ πίσω απ το φαιρινγκ, και στην αλλαγή σε τετάρτη αποφασίζει να επιστρέψει και το δεύτερο τροχό της στην άσφαλτο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακουμπάω ή χτυπάω με το όχημά μου κάποιο άλλο όχημα είτε σε παρκάρισμα είτε σε τρακάρισμα αντίστοιχα.

Το λήμμα φανερώνει μια πιο ερωτική διάθεση απέναντι στην επαφή δυο οχημάτων αποφορτίζοντας, κάποιες φορές, την όλη κατάσταση.

Πιο συχνή είναι η χρήση του τρίτου πληθυντικού και κυρίως σε αόριστο χρόνο, χωρίς φυσικά αυτό να αποτελεί κανόνα.

  1. - Φιλαράκο, ήθελα να σου πω ότι τώρα που έκανα όπισθεν δεν τα υπολόγισα καλά και, ξέρεις, σε φίλησα λίγο..
    - Μισό λεπτό να δω...[βλέπει] Πωωω! Μου έβαλες όλη τη μούρη μέσα ρε φίλε! εσύ δε με φίλησες, με γάμησες!

  2. - Ωπ! Τι μπαμ ήταν αυτό;!
    - Να ρε, εκεί! Φιλήθηκαν στη διασταύρωση!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκνευρίζομαι σε εκρηκτικό βαθμό, νευριάζω πολύ και απότομα, τα παίρνω στο κρανίο, μου ανάβουν τα λαμπάκια, με πιάνουν τα διαόλια μου. Όλο αυτό συνήθως πυροδοτείται από κάτι εξωφρενικό που συνέβη και μ' αγγίζει, ίσως μια θρασεία συμπεριφορά που στρέφεται εναντίον μου, χωρίς να αποκλείονται όμως τυχαία περιστατικά που δεν έχουν να κάνουν με ανθρώπους.

Βασικό στοιχείο της σημασίας της έκφρασης είναι ότι, για τον άνθρωπο που παίρνει ανάποδες πρόκειται για εξαίρεση στον προσωπικό του κανόνα - δεν μιλάμε δηλαδή για γενικά ευέξαπτο άνθρωπο. Ίσως θυμίζει τον χαρακτηρισμό ανάποδος αλλά και την έκφραση «θα με μάθεις κι απ' την καλή κι απ' την ανάποδη», δεν προέρχεται, ωστόσο, από εκεί αλλά από το λεξιλόγιο των μηχανών εσωτερικής καύσης.

Τα κινητά μέρη μέσα στον κινητήρα (έμβολο κλπ) πρέπει να ακολουθούν πάντα μια προδιαγεγραμμένη και απολύτως συγχρονισμένη πορεία για να καεί το καύσιμο και να αποδώσει έργο. Το έμβολο (ή πιστόνι) κινείται γραμμικά, δηλαδή πάνω-κάτω μέσα στον κύλινδρο, ο διωστήρας (ή μπιέλα) μετατρέπει την κίνηση από ευθύγραμμη σε περιστροφική και την μεταδίδει στον στροφαλοφόρο άξονα. Από κει, πολύ-πολύ απλουστευτικά, μεταδίδεται στις ρόδες (αν μιλάμε για αυτοκίνητο) και τις περιστρέφει.

Η περιστροφική κίνηση της μπιέλας σε μια ορισμένη μηχανή γίνεται πάντα με συγκεκριμένη φορά, δεξιόστροφα ή αριστερόστροφα. Έλα όμως που σε κάποιες μηχανές υπάρχει η πιθανότητα, η μπιέλα και συνεπώς και ο στροφαλοφόρος και όλο το σύστημα να περιστραφούν αντίθετα απ' ό,τι πρέπει. Τότε λέμε ότι η μηχανή «παίρνει ανάποδες στροφές».

Από την μηχανολογική σκοπιά του πράγματος δυο περαιτέρω στοιχεία μας ενδιαφέρουν για το λήμμα: Πρώτον, ότι η μηχανή παίρνει ανάποδες στροφές εκεί που δεν το περιμένεις, ιδίως στην εκκίνηση και, δεύτερον, ότι η συμπεριφορά της μηχανής γίνεται ιδιαίτερα βίαιη, αφού λειτουργεί εντελώς αντίθετα στις κατασκευαστικές της προδιαγραφές, ακούγονται από μέσα σπαραχτικοί και εφιαλτικοί ήχοι και, αν δεν την σβήσεις, μάλλον θα σου βαρέσει μπιέλα και θα την πάρεις στο χέρι ή στην μασχάλη, που λέει κι ο επαγγελματίας.

Σημειώνω σαν trivia:
1. Μάλλον μόνο οι δίχρονες μηχανές μπορούν να πάρουν ανάποδες στροφές ή κυρίως αυτές.
2. Το φαινόμενο, γενικά, εννοείται ότι δεν είναι συχνό.
3. Μερικές μεγάλες ντιζελομηχανές πλοίων είναι φτιαγμένες να δουλεύουν και ανάποδα, αντί άλλου συστήματος, για την «όπισθεν».

  1. Από εδώ:
    Δεν με νοιάζει αν είστε κάποιοι κονομημένοι, μαγαζάτορες, άεργοι Ή απλά ηλίθιοι και μαζόχες. Άμα ακούω άνθρωπο να λέει καλά κάνουν και κόβουν τους μισθούς και τα δώρα παίρνω ανάποδες. Στις συναναστροφές μου έχω αρχίσει τα μπινελίκια σε όσους αρχίζουν τέτοιες πα... ιές.

  2. Από εδώ:
    θα μπορούσα να αναρωτηθώ «πόσο μαλάκες είμαστε;» Ήρθαν χθες τα τέλη κυκλοφορίας του αμαξιού μου και πήρα ανάποδες. 202 ευρώ από 168 αύξηση 20%. Και εγώ φέτος πήρα αύξηση 3%. Τι σχόλιο να κάνω για να μην αρχίζω να βρίζω τον ανιψιό του θείου, τον bonnet du cheval και τους λοιπούς μαθητευόμενους μάγους;

  3. Από εδώ (διασκευή):
    Και μια τελευταία ερώτηση... μάλλον από τα xp είναι το πρόβλημα. όταν παίζω και πάω να κερδίσω (πέντε με έξι φορές μου το έχει κάνει) μου βγάζει ένα μήνυμα ότι πρέπει να τερματιστεί το Online.exe και ζητούμε συγνώμη (μας υποχρέωσες) κτλ (ο Υ/Η είναι καθαρός ούτε virus ούτε τίποτα). Πως μπορώ να το διορθώσω αυτό το πρόβλημα;... Παίρνω ανάποδες να μου τερματίζεται. Παίζω με το άγχος μην μου τερματιστεί γιατί αν τερματιστεί την ώρα που παίζω, χάνω και το θέμα είναι να χάνω όταν δεν παίζω καλά και όχι επειδή το θέλει ο υπολογιστής με τα errors του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Mάχιμος / μαχιμότητα: Υπάρχουν ήδη 2 ορισμοί, σωστοί πλην τηλεγραφικού χαρακτήρα, οι οποίοι επιβάλλεται όπως ενσωματωθούν σε ένα ευρύτερο πλαίσιο.

Μάχιμος είναι:

1α. (Στρατός Ξηράς) Ο υπηρετών σε μονάδα εκστρατείας, ανεξαρτήτως της ειδικότητάς του, π.χ. μπορεί να είναι και εσχαρέας (μάγειρας). Όπως όμως τα πάντα σ' αυτή τη ζωή είναι σχετικά, έτσι και η μαχιμότητα είναι σχετική: ακόμη και η πιο προβλεπέ και μαύρη μονάδα εντός των συνόρων, δεν συγκρίνεται με το να πας ως Ειρηνευτική Δύναμη σε εμπόλεμη περιοχή (Βοσνία, Αφγανιστάν κλπ). Τότε η μαχιμότητά σου αγγίζει - και ενίοτε ξεπερνά - τα όρια της στρατοκαυλίασης.

1β. (Πολεμικό Ναυτικό) Ο υπηρετών σε πολεμικό πλοίο και όχι σε υπηρεσία ξηράς (γραφειάς/γραφειάκιας). Λέγεται και στολαίος, επειδή υπηρετεί στο Στόλο. Ο όρος αναφέρεται πλέον μόνο σε καραβανάδες (μονιμάδες), καθώς οι ναύτες (κληρωτοί), που έχουν φύγει απ' τα πλοία εδώ και 4-5 χρονάκια, τοποθετούνται για όσο κρατά η θητεία τους μόνο σε υπηρεσίες ξηράς. Οι στολαίοι παίρνουν και κάτι ρημαδολεφτά παραπάνω (επίδομα Στόλου), αλλά τι να το κάνεις αν τρώς στη μάπα τη λαμαρίνα μια ολόκληρη ζωή... Οι στολαίοι κράζουν τους γραφειάκηδες, δε θα τους χάλαγε όμως καθόλου να βρίσκονταν στη θέση τους.

1γ. (Στρατός γενικά) Ο ένοπλος, αυτός που με βάση το χαρακτηρισμό του, μπορεί να κρατήσει όπλο. Το Ι4 π.χ. δεν είναι μάχιμο, συνεπάγεται άοπλη θητεία. Ο κατεξοχήν γιωτάς είναι βέβαια ο Ι5, όμως και με Ι4 σου κολλάν τη στάμπα. Τip: ακόμη κι αν έχεις υπηρετήσει ως Ι4, μπορείς αφού απολυθείς να το αποχαρακτηρίσεις και να το κάνεις ένα πεντακάθαρο Ι1, αν βέβαια έχεις τις σωστές άκρες.

1δ. (Στρατός γενικά) Οι par excellence μάχιμοι είναι ασφάλουσλυ οι άνδρες (εσχάτως και γυναίκες) των Ειδικών Δυνάμεων: καταρχήν Ο.Υ.Κ.άδες (σλανγκιστί βατράχια ή οΰκια), επίσης λοκατζήδες, καταδρομείς, αλεξιπτωτιστές κ.α. Άπαντες πάσχοντες από οξεία στρατοκαυλίτιδα.

1ε. Αυτός που εχει εντρυφήσει στα μυστικά των πολεμικών τεχνών (καράτε, κικ-μποξ κτλ) και ωσεκτουτού είναι επαγγελματίας δείρτης και απεχθάνεται - ωιμέ! - το κλασικό ελληνικό βρομόξυλο. Σημασία που εντάσσουμε καταχρηστικά στις στρατιωτικές.

  1. Γενικά ο ενεργητικός άνθρωπος, ο ακαταπόνητος, αυτός που δεν το βάζει κάτω στις δυσκολίες, αυτός που δε μασάει με τίποτα, αυτός που στίβει τη ζωή και πίνει τους χυμούς της. Ο αεικίνητος (σα να έχει καρφιά στον κώλο του), ο ανήσυχος, ο νεωτεριστής, ο καινοπρεπής.

Η σημασία αυτή μπορεί να θεωρηθεί δευτερογενής, παράγωγη εκ της πρώτης, της αμιγώς στρατιωτικής. Τα όρια ωστόσο μεταξύ των δύο, κάθε άλλο παρά σαφή είναι: κλασικό παράδειγμα μαχιμότητας εν ευρεία εννοία, οι Αθηναίοι του Χρυσού Αιώνα του Πέρι, για τους οποίους γράφει ο Κορνήλιος Καστοριάδης στη Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας.
Εν προκειμένω η περιπτωσιολογία είναι ανεξάντλητη:

2α. μάχιμος είναι ο κοτσονάτος λεβεντόγερος (ενδεχομένως και σεξουαλικά ενεργός, αυτό όμως δεν είναι απαραίτητο).
2β. μάχιμος είναι ο ταρίφας που δεν ανήκει σε εταιρεία και την παλεύει μόνος του.
2γ. μάχιμος είναι ο δικηγόρος που εξασκεί τη λεγόμενη δικηγορία του πεζοδρομίου ή μαχόμενη δικηγορία (συνεχές τρέξιμο σε δικαστήρια κλπ) και δεν είναι βολεμένος σε κανά γραφείο με πάγια αντιμισθία κλπ κλπ

  1. Σε πορείες / διαδηλώσεις / δημόσιες διαμαρτυρίες, μάχιμοι εν ευρεία εννοία είναι βέβαια όλοι οι συμμετέχοντες, όμως εν στενή εννοία είναι ένα πολλοστημόριο του όγκου των διαδηλωτών. Συνήθως πρόκειται για το περίφημο Black Bloc, παίζει όμως και να είναι απλά κάποιοι ανερμάτιστοι μπαχαλάκηδες. Εν προκειμένω διαγράφεται ανάγλυφα το ζήτημα της σχετικοποίησης της μαχιμότητας, στο οποίο τόσο είχε επιμείνει ο xalikoutis εδώ.

  2. Στο χώρο των μηχανοκίνητων, μάχιμος χαρακτηρίζεται οδηγός καυλοτίμονος, συνήθως χεράς, που φτάνει το αμάξι/μηχανάκι στα όριά του, του ρουφάει το αίμα, το λιώνει, του δίνει τα πιστόνια στο χέρι κλπ. Ο μάχιμος κατά κανόνα διαθέτει και μάχιμο εργαλείο, πολεμικό, κωλοφτιαγμένο, χωρίς πολλά λούσα και ανέσεις. Οι έμπειροι του χώρου είναι σε θέση να ξεχωρίζουν από κάποια σημάδια στο όχημα, το βαθμό μαχιμότητας του οδηγού και τις ικανότητές του, π.χ. στις μοτοσυκλέτες μπορείς να καταλάβεις αν κάποιος πλαγιάζει επικίνδυνα - άρα είναι μάχιμος και πολεμιστής - κοιτώντας τα φαγώματα στα πέλματα των ελαστικών.

  3. Μάχιμος είναι και ο τύπος που χώνεται άνετα σε καυγάδες / μανούρες / τσαμπουκάδες, δεν κωλώνει και δεν είναι τζάμπα μάγκας.

Οι κατηγορίες 3-5 είναι στην ουσία υποκατηγορίες της 2., λόγω όμως της συχνότητας με την οποία χρησιμοποιούνται, προτιμήθηκε η αυτοτελής πραγμάτευσή τους.

1α. - Γουστάρω μαχιμότητα ο δικός σου! Τα βρόντηξε όλα και τραβήχτηκε Κόσοβο! Αλλά βέβαια είχε ανάγκη και τα γκαφρά...

1β. - Που υπηρετείς, στολαίος ή ξηρά;
- Στόλο, το κέρατό μου μέσα.
- Φρεγάτα ή Ταχέα Σκάφη;
- Άσος.
- Μάχιμος κανονικά και με το νόμο δηλαδής...

1δ. - Εγώ αγόρι μου μόνο Ειδικές Δυνάμεις πηγαίνω.. Πάντα μάχιμος ήμουνα, σιγά τωρα μην παω να κάνω κανονική θητειούλα μαζί με τους φλωρούμπες.

  1. - Ρε φίλε δουλεύεις κάθε μέρα 12 ώρες, συν Κυριακές, συν αργίες, συν τα έξτρα σου, συν δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο. Νταξ, είπαμε να είσαι μάχιμος αλλά μην ξεχνάς οτι έχεις και μια οικογένεια που θέλει να σε βλέπει καμιά φορά.

  2. (στο φανάρι)
    - Πωω, φάε ρε συ λάστιχο που έχει ο τύπος! Το 'χει λιώσει μιλάμε, κοντεύει να φανεί η ζάντα! - Φαίνεται μάχιμο το παλικάρι, το πολεμάει καλά...

  3. - Φίλε είχαμε τρελό σκηνικό χτες βράδυ στο μαγαζί! Κοίταξε κάποιος τη γκόμενα του Κωστάκη κι αυτός τον έκανε μαύρο στο ξύλο! Το 'ξερα πως ήταν μάχιμος, αλλά όχι κι έτσι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δύο δημόσια έγγραφα γίνονται al dente αν το απαιτήσει η κατάσταση: η ταυτότητα και το διαβατήριο.

1. Στην έκφραση "με την ταυτότητα στα δόντια"

α) Η οδήγηση στα όρια, με ελιγμούς λίαν απαιτητικούς σε ικανότητα και ταχύτητα αντίδρασης. Αλλά και με την ψυχή στο στόμα, με τρομερό άγχος, με ακραιφνή ένταση λόγω της συναίσθησης του επαπειλούμενου κινδύνου.

i. Από εδώ:
Εάν δεν σκοπεύεις να χρησιμοποιείς το ποδήλατο υπό βροχή ή υπό υγρές συνθήκες τότε θα σου πρότεινα ένα ελαστικό slick και σχετικά μικρού φάρδους. Ναι, στον χειρισμό του στο όριο ενδεχομένως να είναι πιο απόλυτο αλλά μην ξεχνάμε ότι το χρησιμοποιείς μέσα στην πόλη και όχι σε κάποιο μονοπάτι. Ούτε πας να κατέβεις την Πάρνηθα με την ταυτότητα στα δόντια...

ii. Από εδώ:
αν είσαι cool enough ή έχεις φάει την ζωή σου σε κόντρες ή στρίψιμο με την ταυτότητα στα δόντια και τα βαριέσαι όλα αυτά τα χαριλίκια μπορείς απλά να απέχεις [...] δεν χρειάζεται να δείχνεις πόσο γρήγορος είσαι συνέχεια.

iii. Από εδώ:
Χίλια περαστικά στο παλικάρι και μακάρι να μην έχει τίποτα σοβαρά χτυπήματα. Το συγκεκριμένο μέρος πάντως (όπως και πολλά άλλα στην Εθνική μας, ο Θεός να την κάνει) είναι για να περνάς με την ταυτότητα στα δόντια.

β) Πιο δόκιμα/κυριολεκτικά: Σε ετοιμότητα να αποδείξω το όνομα ή κάποια ιδιότητά μου σε κάποιο όργανο εξουσίας, κρατικής (όπως ο αστυνομικός) ή άλλης, ιδίως όταν αυτή η ετοιμότητα επιβάλλεται καταπιεστικά. Βρίσκομαι υπό το καθεστώς ενός αδίκως αιωρούμενου ελέγχου και μιας σκιώδους απαίτησης σε αχρεώστητη απολογία.

i. Από εδώ:
Σε μια πρωτοφανή και άκρως ρατσιστική ενέργεια η ΕΠΟ ζητούσε ταυτότητα για να πάρεις εισιτήριο. Και λέω ρατσιστική, αφού έπρεπε να είσαι (σύμφωνα με την ΕΠΟ...) Έλληνας πολίτης για να πάρεις εισιτήριο. [...] Αφήστε που είδαμε ρεπορτάζ γεμάτα «εθνική περηφάνια», όπου χιλιάδες άνθρωποι περίμεναν υπομονετικά ώρες ατελείωτες για να πάρουν ένα εισιτήριο. Με την ταυτότητα στα δόντια, βεβαίως, βεβαίως...

ii. Από εδώ:
Ανεξάρτητος πολίτης δε σημαίνει υπεράνω κοινωνικής τάξης, απολίτικος ή κάτι παρόμοιο. Απλά δεν είμαστε όλοι υποχρεωμένοι να κυκλοφορούμε με την κομματική μας ταυτότητα στα δόντια ανά πάσα στιγμή.

iii. Από εδώ:
Τι έγκλημα κατά της δημοκρατίας έχει κάνει και πρέπει ανά πάσα στιγμή να αποδεικνύει τα πολιτικά του φρονήματα; Με ποια λογική πρέπει να περπατάει με την ταυτότητα στα δόντια κάθε φορά που γίνονται επεισόδια;

γ) Εκ του β. Σε ετοιμότητα γενικά, απέναντι σε απρόβλεπτες καταστάσεις, με διάθεση περιπέτειας.

Από εδώ:
- [...] Αν ναι, δώσε «γραμμή» μήπως πάμε παρέα!
- o.k. την ταυτότητα στα δόντια και όπου μας βγάλει , σκέπτομαι για Πέμπτη 4/12 απόγευμα.

2. Στην έκφραση "με το διαβατήριο στα δόντια"

Έτοιμος να εγκαταλείψω την χώρα, ιδίως για να διαφύγω τον κίνδυνο ή τις υποχρεώσεις που η παραμονή μου σε αυτή συνεπάγεται. Συνήθως συμβαδίζει με άτακτη εγκατάλειψη της έως τότε εθνικιστικής μου ρητορικής.

i. Από εδώ:
Αφού είναι όλα έτσι απλά πουλήστε τα όλα. Μετοχές, ομόλογα, ακίνητα (θα τα βρείτε τζάμπα αργότερα αν επαληθευτούν όλα αυτά) το διαβατήριο στα δόντια και δρόμο. Διακοπές διαρκείας.

ii.Από εδώ:
Μα τι καραγκιόζης είσαι ρε που θα μιλήσεις για προδότες ανιστόρητε βλακοηλίθιε στρατοκαύλε πανίβλακα που αν γινόταν κανένα τσαφ θα έφευγες εσύ και οι όμοιοί σου με τα σώβρακα και το διαβατήριο στα δόντια.

Η προέλευση της έκφρασης σαφής: σε καταστάσεις αναταραχών, πολέμων, προσφυγιάς και παρόμοιων καταστροφών, αρπάζεις με τα δυο σου χέρια ό,τι μπορείς, παιδιά, βαλίτσες κλπ και τρέχεις πανικόβλητος σε πρεσβείες, σε αεροδρόμια, σε συνοριακούς σταθμούς, μετά τα οποία ελπίζεις ότι θα βρεθείς σε ασφαλές περιβάλλον. Είναι τόση η βιασύνη και η ταραχή σου αλλά και τόσα πολλά τα σημεία ελέγχου που, ελλείψει ελεύθερων χεριών, το διαβατήριο το σφίγγεις αναγκαστικά στα δόντια, σε ετοιμότητα να το επιδείξεις σε οποιονδήποτε μπορεί να σε περάσει στην άλλη μεριά, γινόμενος έτσι ο σωτήρας σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κιτ λεγόταν το νοήμον αυτοκίνητο του Ιππότη της Ασφάλτου, Michael Knight, ο οποίος μπορούσε να επικοινωνήσει και να δώσει εντολές σε αυτό, μιλώντας του μέσα από το ρολόι του.

Τώρα, το λήμμα εμείς το χρησιμοποιούμε για να ευθυμήσουμε / αυτοσαρκαστούμε / διασκεδάσουμε τη γαμωκατάσταση όπου έχοντας κόψει ήδη αμέτρητους κύκλους σε ένα αχανές - γεμάτο από αυτοκίνητα, ωστόσο - πάρκιν ενός πολυκαταστήματος, είμαστε ανήμποροι ακόμη να εντοπίσουμε το δικό μας τουτού, επειδή όταν το παρκάραμε, η προσοχή μας ήταν στραμένη στα μπούτια της συνοδηγού μας. Η οποία ήδη έχει πάρει πρέφα ότι δεν είμαστε και πολύ τακτικοί θαμώνες στο bar-restaurant εντός του πολυκαταστήματος που την πήγαμε, όπως της είχαμε αρχικά αφήσει να εννοηθεί. Το ξέρω, το λήμμα είναι και πολύ εητίλα, αλλά καμιά φορά η ζωή κάνει κύκλους (όπως και εμείς στο πάρκιν ψάχνοντας).

Υποτίθεται πως προφέροντας το λήμμα στο ρολόι μας, το αυτοκίνητό μας θα μας ακούσει και θα έρθει να μας βρει...

(μετά από 16 βόλτες)
Λάουρα: Μα, πάλι στο P7G βρεθήκαμε; Δεν είμαστε εδώ!
Ευθύμης (μιλώντας στο ρολόι του): Κιτ... κιτ...

Knight Rider και Kit (από allivegp, 02/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αναφερόμεθα στον πληθυντικό του κλειδιού, αλλά στην κακόβουλη συνήθεια ορισμένων να βγάζουν τα απωθημένα τους γδέρνοντας αυτοκίνητα με κλειδί ή κατσαβίδι.

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες (συχνά αλληλοεπικαλυπτόμενες) λεβέντηδων που προβαίνουν σε κλειδιές ή κατσαβιδιές:

  • Οι αγάμητες κοπμπλεξάρες: η κλιμακούμενη οικονομική κατάρρευση και η κυρίαρχη ιδεολογία του λαϊκισμού απενοχοποιούν και τροφοδοτούν τον φθόνο προς τους λιγότερο αναξιοπαθούντες που ακόμα κυκλοφορούν με τσίλικα τουτούνια (βλ. πρώτο παράδειγμα).
  • Οι κακώς εννοούμενοι βιτζιλάντες (μασκοφόροι και μη): αυτάρεσκα τιμωρούν όσους νταλάρες σταθμεύουν παράνομα ή απερίσκεπτα, παρεμποδίζοντας πεζούς, αμέα, κ.ταλ.. Στην πράξη ξεπερνούν σε γυφτιά τα θύματά τους κατά πολλά κιλά μαλακίας (βλ. δεύτερο παράδειγμα).

Καταγράφουμε για λόγους πληρότητας τις περιπτώσεις θυμάτων κλινικής ιδιωτείας που λόγω δεισιδαιμονίας κάνουν κλειδιές στα γίδια τους τα αμάξια για το μάτι.

Εκ του κλειδιού και του γαμοσλανγκοεπιθήματος -ιά.

1.
Αν σε ένα όχι ιδιαίτερο αυτοκίνητο όπως το δικό μου (sx4) γίνονται αυτές οι ζημίες, οι οποίες πλέον δεν με πολυενδιαφέρουν αφού το έχω πάρει απόφαση, σε ένα καλλίτερο και ακριβότερο αυτοκίνητο τί θα γίνονται; Κλειδιές, ξυσίματα, βαθουλώματα. Αξίζει να δίνεις μια περιουσία και να φθείρεται κακόβουλα και μη από ζώα χωρίς ίχνος συνείδησης;

2.
Στο πρόβλημα των κάφρων που παρκάρουν λες και βρίσκονται στην στάνη τους, η λύση είναι μια και βρίσκεται στις τσέπες όλων μας. Τα κλειδιά του σπιτιου!!!!!!!!!!!!! Λύση δοκιμασμένη και σίγουρη. Μην κουράζεσαι, μετά από μια ''κλειδιά'' στην λαμαρίνα ούτε να το σκεφτεί να το ξαναπαρκάρει εκεί. Όλα τα άλλα είναι ημίμετρα, δυστυχώς

3.
Στο εξωτερικό δεν κάνουν κλειδιές (δεν έχει κακοήθεις Έλληνες που λεν να ψοφήσει ο γάιδαρος του γείτονα) και έχουν συνήθως κλειστά παρκινγκ για αυτό είναι ενάντια στις κουκούλες και φυσικά δίκιο έχουν! Στην Ελλάδα πιστεύω δεν ζηλεύουν το καλό αυτοκίνητο, αλλά τον εργατικό ιδιοκτήτη που το προσέχει ασχέτως κόπου. Απόδειξη όταν είναι τρακαρισμένο και ρυπαρό, κανένας δεν το γρατσουνά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified