Σύντομος προβληματισμός. Δηλώνει την απώλεια ικανότητας να επιτευχθεί το ζητούμενο αποτέλεσμα.
(Πιτσαδόρος) - Σας δίνουμε δώρο 1,5 λίτρο Coca Cola.
(Αλβανός) - 1,5 λίτρο; Ε ΠΟΖΕΡΕ;;
Σύντομος προβληματισμός. Δηλώνει την απώλεια ικανότητας να επιτευχθεί το ζητούμενο αποτέλεσμα.
(Πιτσαδόρος) - Σας δίνουμε δώρο 1,5 λίτρο Coca Cola.
(Αλβανός) - 1,5 λίτρο; Ε ΠΟΖΕΡΕ;;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο Ελλαδίτης, και ιδιαίτερα ο Αθηναίος (κυπριακά).
(από το Ξενύχτικον «Μιραμπέλλα»)
Όσες εν αθήνα φκάλλουν τα μάθκια τους πάνω στους καλαμαράδες παντές τζιαι δεν εξανάδαν αρσενικό, χωρίς να καταλάβουν πως οι καλαμαράδες μας δουλέφκουν ούλλους σε ψιλό γαζί.
Got a better definition? Add it!
Πομάκος είναι ο μουσουλμάνος της Θράκης. Όμως πλέον χρησιμοποιείται εκεί πέρα με την έννοια του βλάκα, του ηλίθιου.
- Πω δεν πήρα λεφτά για το σινεμά...
- Α ρε πομάκο... (=α ρε βλάκα...)
Got a better definition? Add it!
Σχιστομάτης, κατα συνεκδοχή ο Κινέζος ή ασιάτης.
- Έχει γεμίσει ο τόπος από μουνομάτηδες.
Got a better definition? Add it!
Με την γνωστή ευαισθησία με την οποίαν η γλώσσα αντιμετωπίζει τους εναλλακτικά ικανούς, η λέξη κουφαηδόνα χαρακτηρίζει έναν τύπο διαφορετικά οξυήκοου ανθρώπου. Δεν είναι ότι δεν ακούει - απλώς, ακούει αλλιώς και, πιο συγκεκριμένα, ακούει άλλα απ' αυτά που του λέμε. Όμως - επειδή, ίσως, δεν θέλει να παραδεχθεί ότι έχει κάποιο πρόβλημα ακοής - απτόητος απαντά σε αυτό που νομίζει ότι είπαμε, και μάλιστα δια μακρών. Δηλαδή, κελαϊδάει σαν αηδόνι. ΟΚ, κουφό αηδόνι - και ποιός μπορεί να είναι σίγουρος ότι δεν υπάρχουν;
Για κάποιο λόγο, η λέξη κουφαηδόνα είναι ηπιότερη από τη λέξη κουφάλογο.
Απαντάται και ως κουφαηδόνι.
- Καλά, ο θείος ο Νίκος είναι και η πρώτη κουφαηδόνα ... «Πάμε αύριο για μύδια» του λέω ... «γιατί βρίζεις, παιδί μου;» απαντάει. «Δεν υπάρχει λόγος να μεταχειρίζεσαι τέτοιες λέξεις, ειδικά στους μεγαλυτέρους σου». Και λέει και λέει και λέει και μου πήρε κάνα πεντάλεπτο να καταλάβω ... διότι, με τι μοιάζουν τα μύδια;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Δευτεράντζα, όχι και πολύ καλής ποιότητας.
Παρά την ευρέως κρατούσα άποψη ότι προέρχεται από το bus class και αναφέρεται σ' αυτούς που λόγω χαμηλού εισοδήματος πηγαίνουν με το λεωφορείο, είναι μάλλον πιθανότερο να προέρχεται από το basse classe, όπου basse σημαίνει κάτω και classe σημαίνει τάξη. ΟΚ, πάλι έχει μία ταξικότητα ως έκφραση αλλά τουλάχιστον απενεχοποιούνται έτσι οι αστικές συγκοινωνίες και είναι πλέον politically correct και για τα υψηλά εισοδήματα να τις χρησιμοποιούν. Ουφ...
Παίζει και ως μπασκλασαρία.
- Για την Λίτσα τι λες;
- Πολύ μπασκλασαρία ρε αδερφάκι μου.
Είπα να χτυπήσω ένα μεταχειρισμένο παπάκι να κάνω τη δουλίτσα μου και μου την πέσανε όλοι ότι είναι λέει πολύ μπας κλας και θα ρίξω το επίπεδο μου.
- Πώς ήταν χθες το πάρτι;
- Δεύτερο μεγάλε. Πολύ μπας κλας. Το κέτερινγκ μάπα, τα ποτά μπόμπες, ο κόσμος άσ' τα να παν'. Σε μισή ώρα την έκανα και πήγα για ύπνο.
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Ο αμερικάνος κοροϊδευτικά. Δες και αμερικλανιά.
Ά γειά σου. Γιατί άμα έκανε κανένας Αμερικλάνος φοιτητής συστήματα, παραγώγους, διαφορικές και τα κέρατά του, εγώ το κάνω μπάφο το Ptychion Iatrikes-diploma, κι ας έχει και χάλια γεύση... (από το διαδίκτυο)
Γι' αυτές τις γεωστρατηγικές επιδιώξεις ρίχνουν λάδι στη φωτιά στη Μ. Ανατολή τόσα χρόνια τώρα χρησιμοποιώντας ως μοχλό το σιωνιστικό κράτος, μέχρι να επιβληθεί με πόλεμο η παξ αμερικλάνα, οικειοποιηθούν τα στρατηγικά αποθέματα πετρελαίου Ιράκ-Σ. Αραβίας και να πάνε γι' αλλού. (από το διαδίκτυο)
Δές και αμερικανάκι.
Got a better definition? Add it!
Γυναίκα ηλικίας συνήθως μεταξύ 30 και 40 ετών, προκλητικά ντυμένη, με λίγα κιλά παραπάνω, πρόσωπο μέτριο έως χάλια, συνήθως ανύπαντρη και αγάμητη, αλλά εντούτοις πηδήσιμη μετά από 3-4 ποτάκια και λίγο (σπανιότερα πολύ) καλή καρδιά. Το είδος απαντάται συχνά σε lounge bars και caffe σε ομάδες 3-4 ατόμων (δεινόσαυρων) και ψάχνεται διακριτικά. Σε μια συζήτηση ο δεινόσαυρος έχει συνήθως ευτελή επιχειρήματα ή κάνει copy paste τα επιχειρήματα του "ισχυροτερου" άντρα στην παρέα εκτός αν η συζήτηση αφορά τις γυναίκες. Σύνηθες χρώμα μαλλιών το ξανθό. Διακρίνονται ωστόσο ποικιλίες όπως ο τυραννόσαυρος, ο μονοκερόσαυρος και ο σαβουρογαμόσαυρος.
- Κοίτα έναν δεινόσαυρο δεξιά...
- Αυτό το μπάζο με το μίνι;
- Μια χαρά είναι.
Got a better definition? Add it!
Η πολύ άσχημη γυναίκα. Που δε βλέπεται. Η εξαφανίσου να μη σε βλέπω.
- Πω πω τι παιδί είναι αυτό. - Την είδες από μπροστά; Μεγάλη μπετόσαυρα.
Got a better definition? Add it!