Μετά από 7 φορές , έχει παθει αφυδάτωση ο άλλος και αυτή ακάθεκτη!
- Έκανες το τσιγάρο σου; Έλα εδώ τώρα ;)
Μετά από 7 φορές , έχει παθει αφυδάτωση ο άλλος και αυτή ακάθεκτη!
- Έκανες το τσιγάρο σου; Έλα εδώ τώρα ;)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Νταρντάνα και ζόρικη γκόμινα, εκ του ομωνύμου άσματος της Μοσχολιού.
Στάνταρ μαμίσιος εξοπλισμός: κλαρωτή φούστα, τζήν μπουφάν γύρω από τη μέση, ευρεία χρήση αργκό, παντελής έλλειψη (όποιας) θηλυκότητας, κατανάλωση σκληρών αλκοολούχων, αβέρτα τσιγάρο και ανάλογη φωνή εξηντάρας κουμκανα-juice, ανεξαρτήτως ηλικίας.
Φούλ έξτρα: αναρχο-ρεμπέτικη εσάνς, που συνοδεύεται θαυμάσια από βρωμερές μάρτενς.
Συχνά αποτελεί αντιστάθμισμα μπαζοσύνης.
- Θες να σου κάνω κατάσταση με τη Μαίρη;
- Άσε με ρε, με τη γιαλαλαού. Γυναίκα είν’ αυτή; Αυτή δαγκώνει...
Got a better definition? Add it!
Το μεγάλο ψάθινο ή κανναβένιο κοφίνι που χρησιμοποιούσαν οι αγρότες και εργάτες του χθες. Επίσης, το θωράκιο ενός πλοίου καθώς και το κλειστού τύπου ρυμουλκούμενο κοντέινερ νταλίκας.
Σλανγκιστί, κόφα αποκαλείται απαξιωτικά η (ξ)αίσχιστου είδους πόρνη, η καριόλα, η κουφάλα, η λούγκρα και γενικά οποιαδήποτε δεν μάς κάθεται.
Εκ του Ιταλικού coffa, που αποτελεί αντιδάνειο του αρχαίου κόφινος (καλάθι).
Ασίστ: Aias.ath
- ...άντε μωρή κόφα, καριόλα, πουτάνα μου θες και διαδηλώσεις. Άντε πλύνε κάνα πιάτο...
(από επίθεση ΜΑΤ σε διαδηλωτή, βλ. μύδι)
- Δεν ξέρω για ποιο λόγο είχε προγραμματιστεί το συλλαλητήριο, ούτε ήμουνα εκεί, αλλά άκουσα ότι έγινε της κόφας όταν διαμαρτύρονταν για το σκισμένο Κοράνι.
(από εδώ)
Got a better definition? Add it!
Το κουτί είναι το μουνί ως αγγλιά, ενώ ο Βικάριος ισχυρίζεται ότι «το μουνί λέγεται κουτί και στην Ελλάδα, κυρίως στα μπεμπεδίστικα ή γιαγιαδίστικα (ποιά η διαφορά των δύο αυτών ακριβώς, δεν έχω αποφανθεί ακόμα)» (δες) (σ.ς.: προφάνουσλυ τα μπεμπεδίστικα είναι η γλώσσα που οι γιαγιάδες επιβάλλουν στα καημένα τα μωράκια).
Ο όρος αν εξαιρεθεί η όποια γιαγιαδομπεμπεδίστικη αθωότητά (;) του, είναι αρκούδως σεξιστικός, καθώς παραπέμπει σε χώρο εναπόθεσης δίκην σπερματοδοχείου ή τσιμπουκότρυπας.
Ωστόσο, αν δούμε ότι κουτί είναι και το φέρετρο κατά τον εναλλακτικό ορισμό του Μάρκο ντε Σαντ, τότε ο όρος γίνεται γιαλομιά ολκής. Το κουτί γίνεται κουτί, ο έρως συμπίπτει με τον θάνατο, in delicato flagranto morto, όπως σε κάποια έντομα, όπου το θηλυκό εξοντώνει το αρσενικό ακριβώς κατά την στιγμή της γονιμοποίησης. Το κουτί που γίνεται κουτί είναι άλλωστε και ο πυρήνας της παλαιοδιαθηκικής ιστορίας της Ιουδίθ, που απασχόλησε πολλούς σύγχρονους γιαλομολόγους, όπως ο Michel Leiris, αλλά και ο Αρκάς, που συμπέρανε ότι το σεξ ταυτίζεται με τον θάνατο, γιατί:
Kουτί από κουτί, βέβαια, διαφέρει. Υπάρχουν κουτιά που σου κάθονται κουτί, κουτιά του κουτιού, αλλά και χαζοκουτία.
Ασίστ: Vrastaman, Vikar, Bubis (το μήδι).
Δες το βλόγιο για την πλήρη σύγκριση:
Mπύρα vs. Μουνί
Η Mπύρα είναι πάντα μούσκεμα. Ενα Μουνί χρειάζεται δουλειά για να μουσκέψει..
- Πλεονέκτημα: Mπύρα.
Η ζεστή Mπύρα είναι απαίσια. Το ζεστό Μουνί είναι τέλειο.
- Πλεονέκτημα: Μουνί.
Παγωμένη Mπύρα = απόλαυση.
Παγωμένο Μουνί = Πάω να δω Champions League κα.Γιαννάκου
- Πλεονέκτημα: Mπύρα.
Αν πίνοντας το Μουνί, βρεις τρίχα στα δόντια σου, δεν αηδιάζεις και τόσο
- Πλεονέκτημα: Μουνί
Οι Mπύρες μπαίνουν σε κούτες. Το Μουνί είναι κουτί στο οποίο μπαίνει βάζεις τον μουσηκώ σου..
- Πλεονέκτημα: Μουνί.
Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.
Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.
Got a better definition? Add it!
Η γυναίκα που με το που την ρίξεις στο κρεβάτι παίρνει την - αρκετά παθητική - στάση της κατσαρίδας. Ανάσκελα με ανοιχτά τα πόδια χώρις να κουνάει ρούπι! Εκεί καλείσαι μόνος σου, αν είσαι αρκετά ορεξάτος και φιλότιμος, να οργανώσεις το παιχνίδι, να παίξεις μπάλα και να σκοράρεις στο τελος χωρίς βοήθεια απο την συμπαικτριά σου.
Οι λόγοι που ωθούν μια γυναίκα σε αυτή την στάση έχουν απασχολήσει πολλές φορές τις φοβερές και βαρυσήμαντες συζητήσεις των αντρών.
-Τι έγινε χθες πασά μου με το τούμπανο που έψηνες όλο το βράδυ;
-Άσε, απογοήτευση, όλα καλά και μεθυσμένη δεν ήταν να πεις και με το που πάμε στο κρεβάτι -γκραγκ!- στάση κατσαρίδας, δεν κάνω τίποτα παλικάρι όλα εσύ! Ξενέρωσα όσο να ναι...
Got a better definition? Add it!
Ο ορισμός χρησιμοποιείται προκειμένου να χαρακτηρίσει νεαρά θηλυκά άτομα (μεταξύ 12 και 15 ετών όπου η ορμόνη πάει σύννεφο, τα οποία φέρουν χαρακτηριστικά (ντύσιμο, βάψιμο, συμπεριφορά προς το αντίθετο φύλο) ιερόδουλης ή τσούλας (πιο απλά).
- Μαλάκα το είδες το πιτσιρίκι; Όλα έξω τα είχε...!
- Χέσε μέσα... πολύ πορνέτο η μικρή!
βλ. και λολίτα
Got a better definition? Add it!
Πιστοποίηση ως πούστης, το πέρασμα από τον μπλε κόσμο στον ολίγον ροζέ ή στον κόσμο της «πουστιάς».
Όταν η έκφραση λέγεται από στρέϊτ, υπονοεί
α)τη στιγμή συνειδητοποίησης για έναν άνδρα, ότι η μπάρμπι είναι το σωστό δώρο που πρέπει να του είχε φέρει ο Αγ. Βασίλης, και όχι μια μπετονιέρα.
β) την έκπληξη όταν κάποιος που θεωρούσες ντεκλαρέ, το γυρνάει και σου τη φέρνει, και τελικά καταλαβαίνεις ότι επρόκειτο περί οχιάς, και δη διμούτσουνης.
Στην παρούσα περίπτωση, η ολοκληρωμένη έκφραση είναι «πουστοποίηση του ανδρός».
Όταν ο όρος χρησιμοποιείται από «τρίζοντες την όπισθεν», γίνεται στην προσπάθεια τους να χρυσώσουν το χάπι. Κάνοντας την ανάγκη αρετή, προσπαθούν να αποδείξουν ότι δεν αποτελούν μειονότητα, αλλά ανήκουν στην πλειοψηφία. Δηλαδή βγάζουν το σύνολο των ανδρών πούστηδες, αισθανόμενοι εκείνοι πρωτοπόροι και ωραία με τον εαυτό τους!!!
- Ρε το σκουλήκι ο Λάκης, δεν το περίμενα με τίποτα ότι θα μου την έφερνε πισώπλατα.
- Απίστευτο.
- Να το παίζει φίλος τόσα χρόνια, να τρώμε και να πίνουμε, να τον βοηθήσω να σταθεί επαγγελματικά, κι αυτός να ξηγιέται έτσι ρε μαλάκα. Να με θάβει πίσω από την πλάτη μου.
- Ήταν βαρύ αυτό που έκανε. Σεβάσου ρε μαλάκα την δύσκολη στιγμή που περνάει ο φίλος σου. Μόνο βγαίνεις και κάνεις βούκινο, ότι ο φίλος σου είναι κοντά στη χρεωκοπία, και μην του πηγαίνετε δουλειές, γιατί θα σας τη φέρει...
- Μιλάμε για την πλήρη πουστοποίηση του ανδρός. Του τη φυλάω όμως. Θα το βρει αυτό που έκανε
- Καλός ο Παπαδέας στο θέατρο χθες.
- (φίλος gay) Ας μην κάθιζε σε δυο τρεις γριές του χώρου και θα σού 'λεγα εγώ....
- Κάτσε ρε Τασούλη. Δεν έχεις αφήσει και κάποιον ήσυχο! Πουστοποίηση της ανθρωπότητας έχεις κάνει! Νταξ, ο καθένας με τον πόνο του.
- Ο Μάκης είναι πούστης ρε; Και δεν του φαινότανε!
- Και παλιός. Νομίζω ότι η πουστοποίηση του έλαβε χώρα στο σχολείο. Ήταν ζευγαράκι από τότε με ένα συμμαθητή του.
Got a better definition? Add it!
Απάντηση γυναίκας (που τα ‘χει πάρει στο κρανίο με τον άχρηστο μπέμπη που φορτώθηκε, σε μια στιγμή που όλα έμοιαζαν πραγματοποιήσιμα, κι έχει και κάνα δυο τέκνα αφού την πήδαγε καλά - τώρα δεν του κάθεται, ντεκαβλέ κατάσταση) σε καλο-προαίρετη ερώτηση κολλητής του τύπου:
- Μήπως έχει άλυτο οιδιπόδειο και χρειάζεται βοήθεια ο Γιώργος; ή
- Ψάξ’ το, ρε φιλενάς, τι φταίει κι αντιδρά έτσι; ή
- Πήγατε σε σύμβουλο γάμου, οικογενειακό θεραπευτή, παπά, σαμάνο να σας πει τι φταίει;
Τότε, λοιπόν, με όλη τη χολή που έχει συσωρευτεί από απελπισμένες προσπάθειες χρόνων, με κείνη την όμορφη απόγνωση που γεννά η καταστροφή μιας αυταπάτης, η ηττηθείσα απαντά κοφτά:
-Όχι ρε συ, το ύφασμα φταίει. (=είναι στόκος, άχρηστος, μπούλης, βολεψάκιας, παρτάκιας, πρήχτης, βλάκας, αλλά -περιέργως πως- κορόιδο δεν είναι).
Ως γνωστόν, οι γυναίκες σ’ αυτόν τον κόσμο τραβούν μεγάλη ταλαιπώργια από το υπόλοιπο μισό του πληθυσμού. Αιώνες τώρα οι θηλυκές άνθρωπες δοκιμάζουν ποικίλα, αυτοσχέδια ή πιο οργανωμένα, όπλα για να αντιμετωπίσουν αυτό που στα μάτια τους μοιάζει με συμπαγή βλακεία, αλλά φοβάμαι ότι είναι «κάτι πιο βαθύ που μας λερώνει».
Και φυσικά, οι θηλυκές υπολείπονται σε λεξιπλασίες υποτιμητικές για τους άντρες και στην επινόηση απελευθερωτικών μπινελικίων. Η γλώσσα είναι στενή για τις γυναίκες, ή μου φαίνεται επειδή τελευταία πάχυνα;
-Καλά ρε συ Στέλλα, δίκιο έχεις να θυμώνεις με το Στέλιο... Αλλά, τί φταίει τελικά κι αντιδρά έτσι;
-Το ύφασμα.
Got a better definition? Add it!
Ορός από το αγγλικό (one size) που αναγράφεται πάνω σε ρούχα υποδηλώνοντας το μέγεθος.
Εν προκριμένω αναφέρεται σε ρούχα που προορίζονται για άτομα μικρών διαστάσεων ή τουλάχιστον σε ρούχα που έχουν μεγάλο εύρος ταιριάσματος.
Το σλανγκ υπονοεί γκόμενες μικρού μεγέθους (συνήθως το πολύ 40-45 κιλά) που είναι ευκολόχρηστες κ ευέλικτες κατά την σεξουαλική πράξη!!
Δηλαδή κοινώς η γκόμενα μινιόν, ο πουτσομεζές!
- Ρε μαλάκα το πηδάς αυτό;
- Αυτό το ουάν σάιζ το παίζεις στα δάχτυλα, το κάνεις ό,τι θες και χωράει μέχρι και στην τσέπη σου!!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified