Εκτελώ την ερωτική πράξη.
Σε έκοψα από αβγόκομα;
Εκτελώ την ερωτική πράξη.
Σε έκοψα από αβγόκομα;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Aν βγείτε έξω και περάσετε ένα δεκάλεπτο παρέα με Αλβανούς ή άτομα που κάνουν παρέα με Αλβανούς θα ακούσετε περίεργες λέξεις όπως «ταβέ» «πίδι» «κουρβ» και άλλα πολλά. Επειδή λοιπόν οι Ελληνικές βρισιές δε μας αρκούν είπαμε σαν λαός να κάνουμε λίγο τούτι-φρούτι το υβρεολόγιο μας προσθέτοντας βρισιές της γειτονικής χώρας. Παρακάτω αναγράφω τις ποιό δημοφιλείς βρισιές:
Ταβέ: Στο(ν) ακουμπάω (πολύ συχνά λέγεται ως απάντηση στο ναι, ε;, και;, ρε)
(Τε) Κίφσα: (Σου) γαμώ
Ροπ: Οικογένεια, το σόι
Μπιθ: ο κώλος
Κούρβ: η πουτάνα
Μότρεν: η αδερφή (προσοχή! όχι ο ομοφυλόφιλος!)
Πίτσκ(α): το μουνί
Πίδ(ι): και πάλι το μουνί
Λόκε: η πούτσα
Κοκ(ε): το κεφάλι (και οι δυο σημασίες)
Τόπε: το αρχίδι (τόπε τόπε ο παπαγάλος)
Κάρι: ο πούτσος (βάρι κάρι: κρέμασε το στο πούτσο σου: μη δίνεις σημασία)
Ταφούτ κόχι: δεν είμαι σίγουρος για την ακριβή σημασία της, πρέπει να έχει σχέση με το ταβε. Κλασσική απάντηση στο όχι (μάλλον όχι αυτό του Μεταξά.)
Μπόλε: η μπάλα, το αρχίδι
Τε ραφτ πίκα: να πέσει πάνω σου κατάρα
Τε ραφτ κανσέρι: να πάθεις καρκίνο (και όχι κασέρι)
[I]ΣΥΝΤΑΞΗ[/i]
(αφορά το τε κίφσα)
Η σύνταξη είναι πολύ απλή:
Τε κίφσα + (οτι θέλουμε να γαμήσουμε εκείνη τη στιγμή)
π.χ.
- Τε κίφσα ροπ: γαμώ το σόι σου
- Τε κίφσα μπίθεν: γαμώ τον κώλο σου, κ.ο.κ
Αυτά είναι τα βασικά. Ενδέχεται να έχω κάνει αρκετά λάθη καθώς δε την ομιλώ την γλώσσα. Διορθώσεις δεκτές.
Δε χρειάζονται...
Got a better definition? Add it!
1. Πρόελευσις
Τοιαύτο ρήμα αποτελεί άλλη μία συνεισφοράν του ομολογουμένως θαυμαστού λεξιλογικού πλούτου της καθ' ημάς ωχράς φυλής, κοινώς των ταξιτζίδων (γνωστών και ως ταρίφων, ταξίστας, κτλ). Θεωρείται δε ότι η πρώτη χρήση υπήρξε από την πλέον συμπαθή τάξη των περιοδικώς μετακινούμενων κτηνοτρόφων, κοινώς βοσκών.
2. Ερμηνεία
Ρητώς τε και κατηγορηματικώς, όσον και απερίφραστως, ανασκέλωνω σημαίνει προβαίνω σε ερωτική συνεύρεσιν μετά συντρόφου, ήτοι πηδάω, μαμάω κτλ. Προέρχεται δε παρά των λέξεων «ανά», επίρρημα που δηλοί την έναρξιν ισχύος ή την επανάληψιν του ρήματος το οποίο αποτελεί δεύτερο συνθετικό της λέξεως, και το ρήμα «σκελώνω», ήτοι το άνοιγμα εν γωνία άνωθεν των 60 μοιρών αμφοτέρων των ποδών, ίνα ισχωρήσει πέοντας ετοιμοπόλεμος εν τω... «στόχο» (εάν και εφόσον με εννοείται, αγγλιστί if you know what I mean!). Το ρήμα ούτο, δίδει ιδιαίτερη σημασία εις το ενεργητικό μέρος της ερωτικής πράξεως καθώς δε και εις την... πολλαπλή προσβολή του «στόχου» παρά του πέοντος (η πολύτιμη συμβολή του επιρρήματος «ανά»). Σημασία δε δίδεται εις την συναινετική φύση του «σκελώματος», εν αρχικώ τουλάχιστον στάδιω. Ως ελέχθη, επαρατηρήθη και συστάθη εις λέξιν παρά την κάστα των βοσκών...
3. Χρήσεις-Εφαρμογαί εν τω Πεδίω
Χρησιμεύει δια την περιγραφήν ερωτικής πράξεως, παρελθούσης ή μελλοντικής (στα πλαίσια επιθυμίας), και σπανίως αναφέρεται εις έτερο άτομο εν είδη προσβολής ή απαιτήσεως. Επίσης, δεν χρησιμοποιείται εις ερώτηση σχετικά με το αν αρέσκεται έτερο άτομο εις ερωτικαί συνευρέσεις διότι η ανασκέλωσις πράττεται, ουχί λέγεται.
4. Μετά-έρευνα
Προτείνεται έρευνα σχετικά με τις χρήσεις του ρήματος από έτεραι κοινωνικαί τάξεις εκτός των προαναφερθεισών, στα πλαίσια περαιτέρω τεκμηριώσεως και η συλλογή αποτελεσμάτων.
5. Βιβλιογραφικαί Αναφοραί
Hyper Super Duper Καρά Specs εις ταρίφα αγνώστον λοιπών στοιχείων με προφορά Χατζηχρήστου. Οπότε, ούτω λήμμα αποτελεί ύμνο τω αγνώστω ταρίφα.
Μήτρουλας, εν καφενείω: «... και που λεsh τάshο μ', μι ρουτάει η άλλιε η γκουόμενα στου κλάμπι, τι κάνω τις ελεύθερες οώρεsh!»
Τάσους: «Ουιιιιιιιι!!!! Κι της απήντησ' ουρέεε;»
Μήτρουλας: «Άκου τι κάνω! Ανασκελώνω τιsh περίεργεsh, αυτό κάνουω!»
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σημαίνει ξεμουνιάστηκα στην Κυπριακή patois. Χρησιμοποιείται με την έννοια του ξεπατώθηκα ή ξεκωλώθηκα και αναφέρεται σε υπερβολές στο σεξ, στο φαγητό ή και σε άλλες ηδονές.
Εκ του Κυπριακού σσιήστος («μουνί») > σχιστό > σχισμή.
Διάλογος Α’
Gatzman: - Πέρι, εσύ που έζησες κάποιον καιρό στην Κύπρο, το πισωκολλητό εκεί τι θεωρείται: α) Οθωμανικό, β) Greek Style, γ) Κυπριακό, δ) Ελληνοκυπριακό, ε) Τουρκοκυπριακό, ή ζ) Αγγλικό ;
Πέρι: - Κανένα από τα παραπάνω. Το πλέον ευρύπρωκτο αποσσιήστωμα θεωρείται το Αφρικανικό, όλα τα άλλα είναι κοινές οδοντόκρεμες!
Διάλογος B’
Πιέρ:- Αποστηιστωθήκαμε στα κουπέπια το χαλούμι και την λούντζα!
Πανίκος: - Σταμάτα να μιλάς τζιέ πέσε τσαχμέ να αποσηιστωθούμεν στην κκαρκόλλαν, μελαψέ μου Γαλάτη!
Got a better definition? Add it!
Ο μαλάκας, στην ντοπιολαλιά της Χαλκιδικής.
Got a better definition? Add it!
Γαμάω-πηδάω με μεγάλη διάρκεια.
Σύνθετη λέξη που αποτελείται απο τις λέξεις γαμάω (=συνουσιάζομαι) και πιλώθω (=σπρώχνω, στην Κρητική διάλεκτο).
- Μπάμπη, θα κατέβουμε Κοραή για καφέ;
- Ναι ρε συ ναούμ, παίρνω τηλέφωνο κι αυτόν τον μαλάκα τον Σωτήρη, αλλά τίποτα.
- Α,τον Σωτήρη... άσ' τον καλύτερα. Πέρασα από το σπίτι του το μεσημέρι και είχε εκεί τη Μαρία και τη γαμοπίλωθε...
- Κατάλαβα... το μουνί της θα έχει βγάλει τυρί γραβιέρα τώρα...
Λέξεις με ρήμα για πρώτο συστατικό: αλλαξοκωλιά, γαμο-, γαμογελώ, γαμολεβιές, γαμοπαίδι, γαμοπερίπτωση, γαμοπιλώθω, γαμόπουστας, γαμοσείρι, γαμοσπέρνω, γαμοσταυρίδι, γαμοτζάζ, γαμόφλαρος, γαμοχέρουλα, γλειφομούνι, γλειφοκώλι, γλειφοπούτσι, ζαλαρχίδης, κλασομούνι, κλαψομούνης, κοψοχρονιά, λαχταροψώλα, μαδομούνι, σπαζαρχίδης / σπασαρχίδης, σπασικαύλιος, σπασοκλαμπάνιας, τρεχέδειπνος
Got a better definition? Add it!
Αναφέρεται στην ερωτική ορμή, στύση και καρποφορία εφήβων και νεαρών ανδρών οι οποίες είναι τόσο ισχυρές ώστε να μπορεί ο νεαρός επιβήτορας να κρατήσει τα μπόσικα με μια προπορευόμενη γαϊδούρα στον ανήφορο.
Αγαπημένη έκφραση παππούδων όταν αναπολούν την (πραγματική ή φανταστική) σεξουαλικότητα των νιάτων τους και όταν αναρωτιούνται για τους γιους η εγγονούς τους στην Ηλεία.
- Θα σε πάω στη Μαρία τη χορεύτρια να μου πει μετά αν γκαστρώνεις γαϊδούρα στον ανήφορο ή τζάμπα σου δίνω χαρτζιλίκι για σουβλάκια.
Βλ. επίσης γαμάω γαϊδάρα στον ανήφορο, γκαστρώνω γαϊδούρα στον ανήφορο, και γαμάω γάιδαρο στην ανηφόρα
Got a better definition? Add it!
(κρητική διάλεκτος)
Καυλώνω / θέλω να κάνω σεξ και τρίβομαι στους άλλους /-ες. Χρησιμοποιείται κυρίως για τις κατσίκες, αλλά το χρησιμοποιούν και οι ανθρώποι μεταξύ τους.
Μου φαίνεται πως το Μαριώ θυμίζει, γιατί όλη με τριγυρίζει και μου πετά διάφορα!!
βλ. και μην τρίβεσαι στη γκλίτσα του τσοπάνη, κωλοτρίβομαι, πιπιλιέμαι
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το κρεσενταριστό φραπέ που χτυπάς μόνος σου, ή που σου σερβίρει κάποια πρόθυμη φραπεδιάρα ψυχή. Κρητικός ιδιωματισμός που έχει παρεισφρήσει για τα καλά και στην μπουρδελοσλάνγκ.
Πέραν του φραπουτσίνο, τα αλάνια επίσης αποκαλούν καταχτύπι...
Τους τρελούς κραδασμούς που νοιώθει ο πωπός του ωτομοτά σε ανώμαλο δρόμο με σκληρές αναρτήσεις και κωλοφτιαγμένο κινητήρα (βλ. παρ. 6)
Σ.ς.: αφιερούται στον Αγνωστο Φραπελημματοδότη του σλανγκρρ ἐπ' εὐκαιρίᾳ τση 7ης *Παγκόσμιας Ημέρας Frappernité.*
1.
Το καταχτύπι παίζει πολύ στην Κρήτη, μην πω ότι είναι κρητικό και ακουστώ τοπικιστικιστικιστής (xalikoutis)
2.
- xalikoutis: την κα αρνού κι εγώ πολύ νάρα τη φαντάζομαι, φανταστείτε τριαντάρα γαλλίδα κρύσταλλο σεξουαλικά σχετικά αχρησιμοποίητη σε σημείο επιπολής στατικού ηλεκτρισμού και ηφαιστιακών υποσχέσεων... για πολύ καταχτύπι αν μου επιτρέπετε...
- Hank: ...κι εγώ είχα τραβήξει πολλές μαλακίες για πάρτη της, όταν ήμουν μικρός...
3.
Η μαλακία είναι θείο δώρο, ευγενές sport, δημιουργική απασχόληση, πράξη βαθιάς αυτογνωσίας και αυτοεκτίμησης, ενέργεια με πολυσήμαντο πολιτικό συμβολισμό. Συνίσταται να λαμβάνει χώρα μπροστά σε ολόσωμο καθπέπτη ώστε να μεγιστοποιούνται τα ωφέλη που προκύπτουν από το καταχτύπι (strongly recommented).
4.
Δακτυλάκι και εκεί, χωρίς το παραμικρό όχι ή μη, και καταχτύπι για άλλα 5-7 λεπτά. Μια και δεν με έβλεπα να τελειώνω έτσι, της ζήτησα να γυρίσουμε σε 69, όπου και ολοκλήρωσα μετά από έντονο γλύψιμο.
5.
Slayer - Silent Scream - Τελειωτικό καταχτύπι...Αν προλάβεις τον ντράμερ...
6.
Δεν είμαι ικανοποιημένος όμως. Το σασμάν θυμίζει Yamaha (πολύ καταχτύπι και τα σχετικά), ούτε το δούλεμα του κινητήρα μου αρέσει ειδικά στις μεσαίες στροφές και σαν να μου μυρίζει και καΐλα...:alien
Got a better definition? Add it!
Ρήμα που χρησιμοποιείται στην περιοχή Πηλίου και σημαίνει μαλακίζομαι, δεν κάνω τίποτα ουσιαστικό. Επίσης σε ερώτηση σημαίνει «πας καλά;», «είσαι καλά;»
- Πάμε για μπάνιο στη θάλασσα, Κωστή;
- Κουφομπλώνεις; Έχει κρύο...
Got a better definition? Add it!