Selected tags

Further tags

Νέα γυναίκα που ντύνεται και φέρεται προκλητικά.

Γνώρισα χθες ένα ξεπάρταλο στο μπαρ, άλλο πράγμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όχι, δεν πρόκειται για το κομμάτι σάρκας στου πετεινού την κεφάλα, αλλά για ΤΟ κομμάτι σάρκας του αιδοίου! Τα μουνόχειλα!

Γιακουμής: Πού πήγες διακοπές εφέτο;

Παναής: Πήγα στη Χαλκιδική! Μαλάκα moon storm στα μπαράκια!

Γιακουμής: Αχ, τι μου θύμησες ρε ξεφτιλόμουνο...

Παναής: Για λέγε!!

Γιακουμής: Όταν ήμουν φαντάρος, είχα γνωρίσει μια παντρεμένη και όταν έλειπε ο άντρας πήγαινα και την ξεφτίλιζα στον μπούτσο!! Μιλάμε η γκόμενα είχε μια μουνάρα, 4 κιλά λειρί!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο τυπάς που ξημεροβραδιάζεται στις τσόντες.

  2. Αυτός που νομίζει ότι η καθημερινή του ζωή είναι μια τσόντα

Ρε συ ξέρεις όλες τις πορνοστάρ απ' έξω, τσόνταρχος έχεις γίνει.

βλ. και τσοντόβιος, πορνόβιος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ορισμός χρησιμοποιείται προκειμένου να χαρακτηρίσει νεαρά θηλυκά άτομα (μεταξύ 12 και 15 ετών όπου η ορμόνη πάει σύννεφο, τα οποία φέρουν χαρακτηριστικά (ντύσιμο, βάψιμο, συμπεριφορά προς το αντίθετο φύλο) ιερόδουλης ή τσούλας (πιο απλά).

- Μαλάκα το είδες το πιτσιρίκι; Όλα έξω τα είχε...!
- Χέσε μέσα... πολύ πορνέτο η μικρή!

βλ. και λολίτα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σουηδικό. Στάση του σεξ, που οι δύο συμμετέχοντες ξαπλωμένοι στο κρεββάτι μοιάζουν ως δύο κουτάλια (το ένα μέσα στο άλλο). Η στάση θυμίζει την παρασκευή ομελέτας (χτύπημα των αυγών), και τον τρόπο που ο Ζαμπούνης σερβίρει τη σαλάτα, βάζοντας το ένα κουτάλι μέσα στο άλλο, και στη μέση το αγγούρι.

Η συγκεκριμένη στάση θέλει και οι δύο παρτενέρ να χρησιμοποιούν τα χέρια εν είδει κόντρας (και για ρυθμό), γιατί αλλιώς με την παλινδρόμηση υφίσταται μεγάλος κίνδυνος να πέσουν από την κρέββατο (sic) των παθών.

— Τι έγινε χθες; Όλα εντάξει;
— Υπέροχα. Μόνο που ήταν πασοκτζού. Πιάσαμε τη συζήτηση για τον Γ.Α.Π., αναλύσαμε το σουηδικό μοντέλο, και μετά της έδειξα την διαφορά του σουηδικού, από το κουταλάτο. — Αφού είναι το ίδιο...
— Ναι, κι εμείς εκεί καταλήξαμε...

(από electron, 27/09/09)(από electron, 27/09/09)

Δες ακόμη: σπουν, -άτος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουνιστό ή κουνητό λέμε χαϊδευτικά το κινητό μας τηλέφωνο. Πόσο μάλλον που έχει και δόνηση.

- Είδες το κουνιστό μου πουθενά μωρή;
- Όχι...
- Ρε μήπως το πήρες κατά λάθος;
- Ναι και το έχω βάλει στον κώλο μου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που με το που την ρίξεις στο κρεβάτι παίρνει την - αρκετά παθητική - στάση της κατσαρίδας. Ανάσκελα με ανοιχτά τα πόδια χώρις να κουνάει ρούπι! Εκεί καλείσαι μόνος σου, αν είσαι αρκετά ορεξάτος και φιλότιμος, να οργανώσεις το παιχνίδι, να παίξεις μπάλα και να σκοράρεις στο τελος χωρίς βοήθεια απο την συμπαικτριά σου.

Οι λόγοι που ωθούν μια γυναίκα σε αυτή την στάση έχουν απασχολήσει πολλές φορές τις φοβερές και βαρυσήμαντες συζητήσεις των αντρών.

-Τι έγινε χθες πασά μου με το τούμπανο που έψηνες όλο το βράδυ;
-Άσε, απογοήτευση, όλα καλά και μεθυσμένη δεν ήταν να πεις και με το που πάμε στο κρεβάτι -γκραγκ!- στάση κατσαρίδας, δεν κάνω τίποτα παλικάρι όλα εσύ! Ξενέρωσα όσο να ναι...

πάντα τα μπερδεύω: το φαι μου ήταν αυτό ή πελάτης; (από BuBis, 06/10/09)(από Vrastaman, 06/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπισκότο στην Καλιαρντή σήμαινε τον χουντικό, απλό υποστηρικτή του δικτάτορα ή/και χαφιέ. Η σημασία προέκυψε συνειρμικά από τα μπισκότα Παπαδοπούλου.

Η λέξη πριν το ’67 ήταν μπισκοτότεκνο και σήμαινε τον αξιαγάμητο στρατιώτη, το λόμπα. Ο στρατός γενικότερα ελεγχόταν από επίδοξους χουνταίους. Όταν μας έκατσε λοιπόν ο φλεγόμενος φοίνικας, η λέξη μπισκότο αυτονομήθηκε για να καλύψει τις ανάγκες των ομοφυλόφιλων, πολλοί απ’ τους οποίους φύσει και θέσει ήταν αντικαθεστωτικοί. Με τη μεταπολίτευση και κυρίως μετά το ’81 η λέξη περιέπεσε σε αχρησία. Στο μεταξύ οι ομοφυλόφιλοι οργανώθηκαν (ΑΚΟΑ) και το ’78 κυκλοφόρησαν ένα από τα πιο προχώ περιοδικά (ΑΜΦΙ), που έφεραν τους ομοφυλόφιλους κοντά στο ενεργό και ανήσυχο φοιτητικό (και όχι μόνο) κίνημα της αμφισβήτησης. Κατηγορήθηκαν για ελιτισμό-Βελτσισμό από αντίπαλη ομάδα, με το περιοδικό Κράξιμο και το ’88 το ΑΜΦΙ σταμάτησε να κυκλοφορεί. Κι οι χαφιέδες έπιασαν αλλού δουλειά.

Σχετικό γλωσσάρι:

κατσικέ: ο αριστερός
ναψιάρης: το καρφί, ο καταδότης, ο κουτσομπόλης, ο σπιούνος (ίσως εκ του αναψιάρης
προβατέ: ο δεξιός
τζασροβεσπάκης: ο φασίστας

Δε γνωρίζω αν οι νεότεροι ομοφυλόφιλοι επινόησαν ξανά τη λέξη μπισκότο (ως κολομπαράς) από τα El bisko (o Xότζας ίσως μας διαφωτίσει).

Βλ. επίσης μπισκότο, τα cookies στον κομπιούτορα.

Πηγή: Πετρόπουλος και πρωτογενής έρευνα.

H Πάολα και ο Μητσάρας σε αφισοκόλληση κάπου το ’80, μεσάνυχτα, ο Μητσάρας κολλάει κι Πάολα κάνει τον τσιλιαδόρο σιγομουρμουρίζοντας το εξής:

“Πω-πω-πω μια ευκαιρία
Ψηφίστε Μανολία
Να’ χει ο δρόμος δυο τζουρά (ουρητήρια-ψωνιστήρια)
Και όχι υπουργεία,
Να πηγαίνουν οι αδερφές
Να δικέλουν σερμελιές (να κόβουν μπαργαλάτσους)
Και ν’ αβέλουν τις μπαρές” (να διαλέγουν τους χοντρούς)
(Πετρόπουλος)

Μητσάρας: “Σιγά ρε, κι οι τοίχοι έχουν αφτιά”.
Πάολα: “Παντού μπισκότα...”
Και μετά από λίγο η Πάολα λέει βραχνά: “Τζάσε Μητσάρα, μπισκότο, μπισκότοοο!”

αυτό λες μάλλον... (από BuBis, 30/09/09)Ένας Παπαδόπουλος μας χρειάζεται! (από Khan, 03/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

…το Χριστό (μου, σου, του, σας, τους) ή/και την Παναγία (μου, σου, του, σας, τους):

Προσοχή, ακολουθεί σεντονάρα, διαβάζετε υπ΄ ευθύνη σας:

Με αρετή και τόλμη, (που θέλει η ελευθερία), χωρίς φόβο και πάθος, έφτασε η ώρα για τον γενναίο λημματογράφο, σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος, να αναμετρηθεί με την ποιητικότατη, (ίσως την ποιητικότερη όλων), φράση αυτή και τα τεράστια υπαρξιακά - ανθρωπολογικά ερωτήματα που γεννά, σε φάση Δον Κιχώτης που επιτίθεται στους ανεμόμυλους.

Απαραίτητες προκαταρκτικές παρατηρήσεις :

1) Πρώτο κλειδί για το ξεκλείδωμα του μυστηρίου είναι η συντακτική ανάλυση της πρότασης, που έχει ως εξής :

α) Ένα γνωστό μεταβατικό ρήμα : γαμάω.

β) Αντικείμενο του ρήματος: ο Χριστός ή/και η Παναγία

γ) Μία προσωπική κτητική αντωνυμία (-μου, -σου, -του, -σας, -τους, ποτέ -μας, αφού, όπως θα δούμε, βρισκόμαστε στο βασίλειο της απόλυτης ατομικότητας και δεν χωρούν εδώ συλλογικότητες παντός είδους). Η αντωνυμία ορίζει σε ποιόν ανήκει το αντικείμενο, δηλαδή ο Χριστός και η Παναγία. Η χρήση της αντωνυμίας είναι προαιρετική, αφού η φράση συναντάται και χωρίς αυτήν.

2) Δεύτερο κλειδί για την κατανόηση της φράσης είναι η μορφή που λαμβάνει η εξύβριση των θείων σε άλλες γλώσσες. Ενδεικτικά και μόνον :

Αγγλικά : Υπάρχει το Holy shit, αγαπημένη έκφραση του Μπουκόβσκι, που ο Τέος Ρόμβος μεταφράζει ως “θεία σκατά”.

Ιταλικά : porco Dio, porco Cristo, Dio maiale, και το χειρότερο όλων, porca la Donna, δηλαδή παραλληλισμός των θείων προσώπων με γουρούνι και χοίρο.

Ισπανικά : me cago en Dios, me cago en Cristo, me cago en copon (δισκοπότηρο), me cago en la ostia (η όστια), και το χειρότερο όλων, me cago en la Virgen, δηλαδή οι φίλοι μας οι Ισπανοί, για λόγους που αυτοί ξέρουν, δεν γαμούν, αλλά χέζουν τα θεία.

Εισαγωγικό συμπέρασμα : Η εξύβριση των θείων με την άνω συντακτική μορφή που απαντάται στην ελληνική, δηλαδή το συγκεκριμένο ρήμα, το συγκεκριμένο αντικείμενο/α + (προαιρετική) προσωπική αντωνυμία, δεν απαντάται, τουλάχιστον στις άνω γλώσσες.

3) Η φράση αυτή λέγεται από κάποιον υβριστή σε κάποιον υβριζόμενο και θεωρείται από τις χειρότερες βρισιές που μπορούν να ειπωθούν στα ελληνικά. Η ένταση της στιγμής είναι μεγάλη, η ατμόσφαιρα βαριά και ασήκωτη. Δεν είναι από τις βρισιές που λέγονται για πλάκα. Κυριαρχεί και ξεχειλίζει το μέγα πάθος. Τόσο βαριά είναι η βρισιά, ώστε θεωρείται μεγάλη ύβρις (βλασφημία, αμαρτία) ακόμα και από τον ίδιο τον υβριστή, και για αυτό το λόγο έχουν εφευρεθεί και οι γνωστές παραλλαγές που βοηθούν τον υβριστή να παρακάμψει την αμαρτία που διαπράττει με το να σκεφθεί και μόνον την φράση. Βλ. γαμώ την Παναχαϊκή μου, γαμώ την πανακόλα, το χριστόφορο κολόμβο, κ.λπ. Οι ανώδυνες αυτές παραλλαγές δεν μας αφορούν εδώ. Μας αφορά μόνον η φράση όπως ακούγεται στην πληρότητά της, (ρήμα + αντικείμενο + αντωνυμία).

Όποτε λοιπόν ακούμε την φράση πλήρη, ένα καμπανάκι συναγερμού χτυπάει, ο Ρουβίκωνας είναι πια πίσω μας, τα σύνορα έχουν παραβιαστεί, γνωρίζουμε ότι μπαίνουμε στην περιοχή του αληθινού πάθους, του αληθινού θυμού, της αληθινής απόγνωσης, της αληθινής άσκησης εξουσίας από άνθρωπο σε άνθρωπο, (η λεκτική βία όταν είναι πηγαία και αληθινή είναι από τις πιο έντονες και σπαρακτικές μορφές άσκησης εξουσίας, δείτε π.χ. τις ταινίες του Οικονομίδη), των αληθινών ανθρώπινων συναισθημάτων.

Είναι αδιάφορο εάν τα συναισθήματα είναι θετικά ή αρνητικά, μικροπρεπή και ταπεινά ή μεγαλόπνοα, σημασία έχει ότι είναι αφενός αληθινά, αφεδύο ανθρώπινα. Άλλωστε «τίποτα το ανθρώπινο δεν μου είναι ξένο». Ο υβριστής είναι άνθρωπος με πάθη και παθήματα, και την στιγμή που εκστομίζει την φράση, τον πνίγει το υποκειμενικό του δίκαιο, (εννοείται ότι αντικειμενικά μπορεί να έχει, και συνήθως έχει, άδικο), τα πάθη του ξεπερνούν τα όρια, δεν γνωρίζει αυτός από φτιασίδια, προφάσεις και καθωσπρεπισμούς, γκρεμίζει τις συμβάσεις και επικεντρώνεται στην ουσία, που στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη προσβολή του υβριζόμενου, μέχρι εκμηδενισμού του, αν είναι δυνατόν. Μυρίζει ανθρωπίλα ένα γύρω, δεν είναι ευχάριστο.

Το ίδιο συμβαίνει και όταν, ο υβριστής και υβριζόμενος ταυτίζονται στο ίδιο πρόσωπο. Εδώ ο υβριστής θυμωμένος αυτοοικτίρεται και αυτοεκμηδενίζεται, κυριαρχημένος από το συναίσθημα της ιερής αγανάκτησης και συνειδητοποιώντας την ανθρώπινη αδυναμία του, (βλ. 2ο παράδειγμα), χρησιμοποιεί την προσωπική αντωνυμία στο πρώτο ενικό πρόσωπο, – μου.

Μπαίνουμε λοιπόν στην περιοχή της απόλυτα επικίνδυνης πραγματικότητας. Στην αληθινή αλήθεια της αλήθειας που έλεγε και ο Σκαρίμπας. Από εδώ και πέρα, enter at your own risk. Δεν είναι τυχαίο ότι η πλήρης φράση ακούγεται συχνά από ανθρώπους της δουλειάς, κυρίως χειρώνακτες, π.χ. από μάστορες προς νέους μαθητευόμενους για ένα λάθος τους, ή πάνω σε μία δύσκολη και έντονη στιγμή της εργασίας, όπου η αμείλικτη πραγματικότητα έχει το πάνω χέρι και δεν δίνει λογαριασμό σε κανένα. Οι σπουδαγμένοι, οι πολιτισμένοι και οι καθωσπρέπει, θα την αποφύγουν πάση θυσία, έστω και με τις άνω παραλλαγές. Θέλει πρωτογονισμό για να το πεις αυτό το πράγμα, πόσο μάλλον να το λες και να το πιστεύεις. Δεν θα το ακούσεις από χείλη φλώρου, και αν το ακούσεις, δεν θα σε πείσει.

Και ας μπούμε επιτέλους στο ζουμί. Τι εννοεί ο ποιητής, συγγνώμη, ο υβριστής;;;

α) Ο υβριστής (λέει ότι) γαμεί.

Ναι, αλλά τι είναι το γαμήσι, τουλάχιστον στην συγκεκριμένη περίπτωση;

Το γαμήσι είναι η επικοινωνία με τα βαθύτερα ένστικτά μας, η κραυγή του ζώου, η επιβεβαίωση ότι ο άνθρωπος είναι ένα υπέροχο και συνάμα ρυπαρό ζωώδες πλάσμα, (ρυπαρό γι΄αυτό υπέροχο), η επιβεβαίωση της ανθρώπινης ουσίας μας, η οποία βέβαια πάει πακέτο με την θνητότητά μας, (όλοι θα πεθάνουμε αδέρφια, γι΄ αυτό γαμάτε, γιατί χανόμαστε). Να γιατί κατά τη διάρκεια, αλλά και για λίγο μετά από κάθε γαμήσι, για λίγο πιο ανάλαφροι, για λίγο πιο χαρούμενοι, ιδρωμένοι, πασαλειμμένοι, λερωμένοι από τα σωματικά μας υγρά και τις εκκρίσεις, αισθανόμαστε λίγο πιο άνθρωποι, ή αλλιώς, το ίδιο κάνει, αισθανόμαστε έστω για λίγο θεοί, πάει να πει έστω και για λίγο αθάνατοι !!!.

β) Τι (λέει ότι) γαμεί ο υβριστής ;;;;

Ο υβριστής γαμεί και αναπόφευκτα λερώνει αυτό που η ανθρώπινη σύμβαση που λέγεται θρησκεία (εδώ χριστιανισμός, ορθοδοξία), καθορίζει ως το πιο αμόλυντο, το πιο άχραντο, το πιο σεπτό, το πιο ιερό, το πιο σεβαστό, το πιο ανέγγιχτο, το άμωμο, το πιο πνευματικό, πνευματώδες και άυλο, εν τέλει το πιο μη ανθρώπινο ον που μπορεί ποτέ να υπάρξει, δηλαδή το Χριστό ή/και την Παναγία.

Άρα ο υβριστής μέσα από το πάθος και την ένταση της στιγμής, φέρνει το θείο στα ανθρώπινα δικά του μέτρα, ο υβριστής άνθρωπος θεώνεται, ενώ το θεϊκό υπέρτατο και άυλο αντικείμενο, (ο Χριστός ή/και η Παναγία) εξανθρωπίζεται. Όλα αυτά με τρεις λέξεις. Αν δεν είναι ποίηση αυτό, τι είναι;;

Εδώ μπαίνουμε στην ουσία της ελληνικής σλανγκικής ιδιαιτερότητας. Το γεγονός ότι η εξύβριση των θείων έχει αυτή την μορφή στην Ελλάδα, δεν μπορεί παρά να με οδηγήσει συνειρμικά σε μία μακρινή εποχή, όπου η θρησκεία, (όχι θεϊκό, αλλά πάντα ανθρώπινο δημιούργημα, μην το ξεχνάμε), μιλούσε για τσαχπίνηδες θεούς και θεές, που λιάζονταν τεμπέλικα, κόβοντας από ψηλά την κίνηση (σημαντικός ο ήλιος για να φτιαχτεί η όλη κατάσταση).

Εάν λοιπόν κόζαραν κανένα θνητό κομμάτι τούμπανο, δεν δίσταζαν να κατέβουν στα χαμηλά και να ζήσουν από κοντά την περιπέτεια του έρωτος, να μοιραστούν έστω και για λίγο την χαρούμενη αλλά και αναπόφευκτη μοίρα της θνητότητας και να εξανθρωπιστούν γαμώντας ή/και γαμούμενοι/ες.

γ) Και ποιο το νόημα της προσωπικής κτητικής αντωνυμίας;

Η αντωνυμία επιβεβαιώνει και κλειδώνει όλα τα παραπάνω. Η χρήση της σημαίνει ότι κάθε άνθρωπος έχει τον δικό του ατομικό θεό (Χριστό, Παναγία, γουατέβερ), το δικό του προσωπικό υπέρτατο και άχραντο πνευματικό άυλο ον. Η διαφορά είναι ότι εδώ το υπέρτατο ον ανήκει αποκλειστικά και ad hoc στον υβριζόμενο.

Δηλαδή πάει να πει ότι δεν πρόκειται γενικά για τον θεό όλων των ανθρώπων, είναι συγκεκριμένα ο συγκεκριμένος αποκλειστικός θεός του υβριζομένου. Και εδώ λοιπόν έχουμε μία σημαντική ιδιαιτερότητα, δηλαδή έναν ολόκληρο αθάνατο θεό μόνον για την δική μας την θνητή πάρτη, για ατομική χρήση. Για αυτό είπα παραπάνω ότι βρισκόμαστε στο βασίλειο της απόλυτης ατομικότητας.

Μην ξεχνάμε, ξαναλέμε, την πολύ συχνή ταύτιση υβριστή και υβριζόμενου στο ίδιο πρόσωπο, όταν χρησιμοποιείται το πρώτο πρόσωπο της προσωπικής αντωνυμίας - μου, όπου είναι πλέον φανερή η ύπαρξη του ατομικού θεού, μόνο για πάρτη μας, για ατομική χρήση, έναν θεό που δεν διστάζουμε να (λέμε ότι) τον γαμάμε, πάνω στα νεύρα μας.

Ο υβριστής λοιπόν, πάνω στην ένταση της στιγμής, δεν κωλώνει να κατεβάσει κάτω το αποκλειστικό υπέρτατο θεϊκό ον του υβριζόμενου, (ή και του εαυτού του), από τα ψηλά που βρίσκεται και να το εξανθρωπίσει, κατά την έννοια που πιο πάνω αναλύσαμε. Ένα είδος βίαιης αποκαθήλωσης που οδηγεί στον εξανθρωπισμό του θείου. Η σχεδόν βάρβαρη και βίαιη λεκτική αντίθεση που δημιουργείται από την άμεση αντιπαράθεση μέσα στην ίδια φράση των εννοιών: α) του ιερότατου, πάνσεπτου και άυλου όντος, και β) της αδυσώπητης εξανθρώπισης του όντος αυτού, δια του γαμησιού, οδηγεί στην επίτευξη του αρχικού στόχου, δηλαδή την λεκτική εκμηδένιση του υβριζόμενου και στην δημιουργία μεγάλης έντασης και υπερβολής, ή αλλιώς ποίησης.

Υπενθυμίζεται ότι η εξύβριση των θείων τιμωρείται από τα άρθρα 198 και 199 του ελληνικού ποινικού κώδικα, με φυλάκιση τριών μηνών μέχρι δύο ετών.

  1. «Κρίμας το κορίτσι» λένε το κεφάλι τους κουνάν τάχατες για μένα κλαίνε δε μ΄ απαρατάν !

Βρε παιδιά προσέξετέ με
κόβω κι απ΄ τις δυο μεριές
το πρωί που δε μιλιέμαι βρίζω Παναγιές

και το βράδυ όπου κυλιέμαι
στα γρασίδια καθενού λες και κονταροχτυπιέμαι ντρούγκου-ντρούγκου-ντρου

Τη χαρά δεν τη γνωρίζω και τη λύπη την πατώ Σαν τον άγγελο γυρίζω πάνω απ΄ τον γκρεμό.

(Οδυσσέας Ελύτης, Μαρία Νεφέλη).

  1. Και ΄γω σ΄ αγαπώ, γαμώ το Χριστό μου Και ΄γω σ΄ αγαπώ, γαμώ το Χριστό.

(Τζίμης Πανούσης, Ερωτικό).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τα παιδικά σας ίσως έτη, ενθυμούσται τον Πιρικόγκο ως την προσωποποίηση του μικρού και άτακτου παιδός. Πλέον ούτη λέξη υποδηλοί τον έχοντα μικρόν πέοντα, ήτοι μικροτσούτσουνον, ή το μικροσκοπικό-ατροφικό-αδύναμο πέος αυτό καθ' αυτό. Ίσως, λέγω, να προέρχεται παρά της νοηματικής συνδέσεως του μικρού τε και αδυνάμου παιδός μετά του μικρού και αδυνάμου πέοντος. Αίσχος και πάλι αίσχος!

Δεγαμίων: «Ω Φαίδων, ύστερον από την έντονη σεξουαλικήν επαφήν μετά της Ευτέρπης, κοινώς ξεσκίδι, ήκουσόν την να λέγει εις το τηλέφωνο κάτι περί... κόνγκου ή Κονγκού. Θα μεταναστεύσει;»

Φαίδων: «Εμμμ... μήπως μάλλον ήκουσες περί... πιρικόνγκου;»

Δεγαμίων: «Αληθώς!»

Φαίδων: «Ωχ... πως να το πω κομψά... το εσώρουχό σου αντιμετωπίζει το φόβο του κενού!»

Δεγαμίων: «Ααααααα...»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified