Selected tags

Further tags

Ο καληνυχτάκιας κάνει τα πάντα για να κάνει σεξ ή να τα φτιάξει με μια γυναίκα, αλλά στο τέλος δεν καταφέρνει τίποτα. Με όπλο το ακριβό του αμάξι, το μόνο που καταφέρνει είναι να πηγαίνει βόλτες τις γυναίκες ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή θα τα καταφέρει να κάνει σεξ, αλλά στο τέλος το μόνο που καταφέρνει είναι εισπράττει καληνύχτες...

Ο καληνυχτάκιας είναι και εν δυνάμει ποτεγαμήσης.

- Πολύ καλά περάσαμε Δημήτρη στο μπαρ, σε ευχαριστώ πολύ, καληνύχτα...
- Καληνύχτα Μαρία...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δυσκολία, δύσκολη καταστάση.

Μόλις τελείωσα το στρατιωτικό, άρχισαν τα γαμήσια. Δεν μπορούσα να βρω δουλειά και δεν είχα μία. Μέχρι τότε, καλά την έβγαζα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπυρί που βγαίνει εξαιτίας της μακροχρόνιας αποχής από το σεξ ή εξαιτίας της ανεκπλήρωτης σεξουαλικής επιθυμίας. Κατά άλλους, αιτία είναι ότι ο φορέας του σέξσπυρ την έχει κάνει λάστιχο. Με λίγα λόγια, σέξσπυρ λέμε το το καυλόσπυρο.

Ετυμολογία: από το σεξ και το σπυρί ==> σέξσπυρ, κατ'αναλογία προς τον μεγάλο θεατρικό συγγραφέα Σέξπιρ.

Ο πληθυντικός ίδιος με τον ενικό: τα σέξσπυρ.

  1. - Δεν την παλεύει η Μαρία... Κοίτα πώς έχει γίνει, τίγκα στα σέξσπυρ!

  2. - Όχι ρε γαμώτο, πάλι σέξσπυρ έβγαλα κι έχω ραντεβού σήμερα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η περιοχή εκατέρωθεν του αιδοίου ή αλλιώς του μουνιού.

- Για κοίτα τη μουνοπλακέτα της γκομενίτσας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που το μουνί της καλύπτεται από την πάνω μεριά από τρίχες.

Πω ρε φίλε, η γκόμενα στην ταινία το έχει αξύριστο τελείως, μουνί τραγιάσκα είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O ομοφυλόφιλος, αλλά και η γυναίκα που δεν έχει άντρα, η νυμφομανής.

- Αχ δεν είναι πολύ άντρας ο Μπάμπης;
- Ο Μπάμπης; Ας γελάσω! Ρε αυτός είναι γνωστός poutsless.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω έρωτα σε κάποιον/κάποια. Το υποκείμενο είναι πάντα ανδρικού γένους και η αντωνυμία τον υπονοεί το ανδρικό μόριο. Μεταφορικά, χρησιμοποιείται με υποτιμητική σημασία.

  1. - Ήρθε από το σπίτι μου το Μαράκι χθες βράδυ...
    - Και τι έγινε; Της τον εσφύριξες;

  2. Σας τον σφυρίξαμε την Κυριακή... Πέντε γκολάκια φάγατε ρε καραγκιόζηδες!

(από jesus, 21/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο των αφροδίσιων νοσημάτων στη ναυτική διάλεκτο. Έγινε διάσημο απ' την Κυρά-Όλγα στις περίφημες πατρινές φάρσες.

(Κυρα Όλγα) - Τα μουνιά σας έχουν πιάσει σκουλαμέντρα! Το δικό μου είναι γαρύφαλλο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κραγμένη αδερφή, ομοφυλόφιλος που δεν φοβάται να το δηλώσει δημοσίως.

Ρε συ όλο με την κοπέλα μου μιλάει ο Αλέκος.
— Μην τον φοβάσαι ρε, είναι δηλωμένη, το πολύ να γίνουν φιλαράκια.

Δες και βγαίνω απ' τη ντουλάπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος ανδρός που απλώς περιφέρεται γύρω από γυναίκα, η οποία αφήνει τεχνηέντως να πλανάται στον αέρα η πιθανότητα του sex, χωρίς όμως να έχει το θάρρος για τα περαιτέρω. Αρκείται απλώς στη μυρωδιά που αναδύεται από την «ευαίσθητη περιοχή»... Σχεδόν πάντα είναι παρατρεχάμενός της και της κάνει θελήματα.

Τον έχει για θελήματα κι' αυτός αντί να την κουτουπώσει, τη μυρίζει μόνο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified