Selected tags

Further tags

«Θα σου γίνει η ροδέλα κόσκινο» προέρχεται από την αργκό των κρατουμένων.

Είναι το αντίστοιχο του «αρραβώνας». Σημαίνει δηλαδή ότι, όταν πάει κάποιος στη φυλακή, κάνει πολλές γνωριμίες, που του προκαλούνε μέχρι και διάρρηξη του σφιγκτήρα της έδρας.

-Τι έγινε, θα πάει τελικά φυλακή ο Γιώργος;
-Ναι ρε. Βγήκε η απόφαση εχτές.
-Αμάν, την έχει άσχημα... θα του γίνει η ροδέλα κόσκινο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό της φυλακής.

Δεν είναι ο συνηθισμένος αρραβώνας με βέρες, πεθερικά και φαγοπότι, αλλά ο παρά φύσιν, που συμβαίνει μεταξύ δύο ανδρών, όταν ο ένας σκύβει να πάρει το σαπούνι.

Όποιος συνάψει πολλούς τέτοιους αρραβώνες, του γίνεται η ροδέλα κόσκινο.

- Γιατί ρε συ έβγαλε ο Στράτος το τραγούδι ο «Σαλονικιός»;
- Γιατί όταν είχε μπει στη στενή, ήτανε εκεί και ο Σαλονικιός (διάσημο μούτρο του υποκόσμου). Θα τον γλίτωσε φαίνεται από κανέναν αρραβώνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «έβαλα τα αρχίδια στο στόμα» αναφέρεται σε κλιματολογική κατάσταση απόλυτης απελπισίας, όπου επικρατεί τέτοιο πολικό ψύχος, ώστε ο μόνος τρόπος αναθέρμανσης των αδένων, να είναι να τα βάλει κάποιος στο στόμα.

Μάλλον προέρχεται και απο την έκφραση του προσώπου κάποιου που κρυώνει πολύ, όπου φουσκώνει τα μάγουλά του, καθώς φυσάει τις παγωμένες του παλάμες. Εκείνη τη στιγμή φαίνεται σα να έχει δυο μπαλάκια μέσα στο στόμα.

Ενδέχεται να προέρχεται και απο την βιομιμική επιστήμη, όπου κάποιοι παραδειγματιζόμενοι απο τα σκυλιά, έχουνε τέτοια ευλυγισία, ώστε να μπορούνε να δαγκάνε ή να γλύφουνε τα ίδια τους τα αρχίδια.

Κάποιος μπαίνει μέσα στη ζέστη.

- Μπρρρ! Ξεπάγιασα!
- Τι έγινε ρε συ, κάνει κρύο έξω;
- Με δουλεύεις ρε συ; ...Εδώ έβαλα τα αρχίδια μου στο στόμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μακράς διαρκείας χέσιμο.

Συνώνυμα:

  • συμβούλιο
  • αφιέρωση («ρίχνω μια αφιέρωση»)
  • διαλογισμός
  • σπονδή («κάνω σπονδή»)
  • οβολός («ρίχνω τον οβολό μου»)

Βλ. και όποιος συσκέπτεται δεν σκέπτεται

- Πού πας;
- Έχω μια σύσκεψη...
- Α, κατάλαβα.

(από nick, 05/04/09)(από Khan, 28/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η οικογένεια που δεν έχει ηθικούς φραγμούς και αιμομιξιάζεται ασυστόλως.

Μαρία: Κωστάκη, γαμάς καλύτερα από τον μπαμπά.
Κωστάκης: Nαι, μου το έχει πει και η μαμά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ύστερα από το λήμμα σύσκεψη της συντρόφισσας ironick, σλανγκίζεται για να σημάνει:

  1. Ρίχνω χέσιμο. Θα διευκρίνιζα: Λεπτή και επιμήκη κουράδα.

Επίσης, θα προσέθετα:

  1. Ρίχνω πούτσο.

Ορισμένοι στοχασμοί στην αγάπη σας για να εξηγηθώ:

Ο οβολός παράγεται από την συγγενική αρχαία λέξη οβελός. Ο οβελός είναι η σιδερένια και επιμήκης ράβδος στην οποία περνιούνται κομμάτια κρέας για ψήσιμο. Δηλαδή ένα μεγάλο σουβλάκι. Εξ ου και ο ήρωας Οβελίξ, που είχε αδυναμία στους οβελούς. Οβολός ήταν αρχαίο νόμισμα, που ισοδυναμούσε με το 1/6 της αττικής δραχμής. Λεγόταν έτσι γιατί ήταν πράγματι οβελός, μεταλλική ράβδος. Ήταν ένα εξαιρετικά δύσχρηστο μαζοχιστικό νόμισμα για τους Αθηναίους. Και ήταν το 1/6 της δραχμής γιατί ακριβώς 6 οβολοί μπορούσαν να αδραχτούν από μία ανθρώπινη παλάμη.

Τελειώνει η κρεψινιά (με την καλή έννοια) και αρχίζει η σλανγκ. Η έκφραση «ρίχνω τον οβολό μου» σημαίνει κάνω την ελάχιστη καλή προσπάθεια που μπορώ να κάνω. Επειδή ο οβολός ήταν πολύ μικρό νόμισμα, σαν να λέμε «πενταροδεκάρα», ήταν το νόμισμα που πρόσφεραν ως φιλανθρωπία οι πρωκτικάντζες σφιχτοκώληδεςή οι φτωχομπινεδιάρηδες. Πλην όταν πρέπει να ενισχυθεί μια προσπάθεια πάση θυσία, λέμε «να ρίξει ο καθένας τον οβολό του», εννοώντας «να βάλουμε ο καθένας από ένα λιθαράκι». Στην χριστιανική κουλτούρα σημαίνει να βοηθήσουμε «από το υστέρημά μας».

Πλην ο οβολός/οβελός είναι πουτσόσχημος ως επιμήκης ράβδος κι έτσι η φράση μπορεί να σλανγκιστεί εύκολα για να δηλώσει το γαμήσι του ελέους, ήτοι ψυχικό, ήτοι εξυπηρέτηση, αγγλιστί mercy fuck. Ρίχνουμε δηλαδή τον οβολό, όχι για εμάς, αλλά για τη φουκαριάρα τη μάνα μας... Εξίσου σλανγκίσιμη είναι η πάγια φιλανθρωπική έκφραση «ρίξατε τον οβολό σας εντός του κυτίου». Γενικά, το «ρίχνω τον οβολό μου» σημαίνει μάλλον ένα φιλανθρωπικό γαμήσι, ή ένα ταπεινόφρον γαμήσι, που το κάνω ως ελάχιστη φιλότιμη προσπάθεια για να συμβάλω στην ικανοποίηση του ρητού γαμάτε γιατί χανόμαστε. Achtung, όμως, Σλάνγκοι. Η αρχική σημασία του οβολού είναι ο οβελός, οπότε η φράση μπορεί να παραπέμπει σε φαινόμενα, όπως το σουβλάκι.

Τέλος, η φράση παραπέμπει και στην ρίψη επιμήκους κουράδας στην λεκάνη του καμπινέ, ιδίως σε ορισμένες μορφές ευκοιλιότητας, πάλι με την ίδια ταπεινοφροσύνη για το επίτευγμά μας... Γενικά, για κουράδες που θυμίζουν γλυπτά της Εύας Χέσε.

Trivia: Συναφώς, ως «δραχμή» μπορεί να σλανγκιστεί το πολυφραπέ έξι «οβολών» από ταλαντούχο ανασεισίφαλλο. Όχι τίποτα άλλο, σκοπός του σάιτ είναι να διατηρούνται και εκφράσεις που τείνουν προς εξαφάνιση, όπως η δραχμή.

Μένιος: Πώς πήγε ρε Άρη με την Αφροξυλάνθη;
Άρης: Πώς να πάει; Απλώς έριξα τον οβολό μου για την επίλυση του δημογραφικού.
Μ.: Τι; Την γκάστρωσες κιόλας;
Ά.: Μπα, απλώς λέμε και καμιά μαλακία να περάσει η ώρα...

Γλυπτό της Εύας Χέσσε, γλύπτρια όνομα και πράγμα! Ρίχνει τους οβολούς της για την προώθηση της μοντέρνας τέχνης.  (από Hank, 06/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φυσικό τοπίο απομονωμένο, χωρίς υποψία ανθρώπινης παρουσίας όσο φτάνει το μάτι μας, όμορφο και γαλήνιο, που σε καλεί να σχετιστείς μαζί του και να αφήσεις πάνω του ένα κομμάτι του εαυτού σου. Είναι το πιο ταιριαστό περιβάλλον για να σε κυνηγήσει ζαρκάδι, καθ' ότι μέσα στη φύση, προτείνοντάς σου το άγγιγμά της με απαλά χορταράκια, ενώ θα αφήνεις το γραμμάτιο. Αν η γεωμετρία του χώρου το επιτρέπει, αφέσου στην δροσερή αύρα και χέσε ψηλά κι αγνάντευε.

Μεταφορικά 1: Γενικώς η ερημιά, χωρίς την εννοιολογική μυρωδιά πεθανίου.

Μεταφορικά 2: Το αντίθετο της πήχτρας, του σκοτωμού σε ένα μέρος, η απόλυτη ερήμωση από ανθρώπους.

  1. Και ενώ πηγαίνω καρφωτός, με πιάνει ξαφνικά ένα κόψιμο... Βρήκα όπως-όπως μια ερημιά για χέσιμο, παράτησα κινητά, GPS, πόρτες ανοιχτές, έριξα την ψήφο μου και ξαλάφρωσα...

  2. - Την καυλίτσα που την είχες στο μπίρι-μπίρι χθες την έφαγες;
    - Ναι, φορτωτική κανονικά. Μέχρι να μπει ο σύρτης όμως μου ζάλισε τ' αρχίδια.
    - Πρώτα ανοίξαμε και σας περιμένουμε και μετά σου τό' παιζε δύσκολη;
    - ...Και «εδώ περνάει κόσμος» και «πάμε κάπου πιο απόμερα» και κάτι τέτοιες παπαριές. Ε, τα πήρα στο κρανίο κι εγώ, ξαναέβαλα μπρος και την πήγα πάνω στο βουνό, στου διαόλου τη μάνα. Ερημιά για χέσιμο, τέτοια φάση.
    - Πάντως από ρομαντισμό είσαι καλλιτέχνης ρε κολλητέ, Αλμπέρ Γαμύ...

  3. - Τώρα τι κάνουμε;
    - Φεύγουμε σούμπιντοι, όπως ήρθαμε. Εδώ θα κάτσουμε; Εδώ είναι ερημιά για χέσιμο. Παρέα στα γκαρσόνια θα κάνουμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ρίχνουμε εύστοχη, χλατσωτή, άγγιχτη κουράδα. Κατά το «ευθυβολία».

Ασίστ: Vrastaman, Vip.

Πέντε στις πέντε γκουμούλες έχει ο Στογιάκοβιτς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απόδοση στα Ελληνικά του αγγλικού νεολογισμού mooncup.

Όπου mooncup® είναι η οικολογική και οικονομική εναλλακτική λύση στα ταμπόν, τις σερβιέτες και τα πάσης φύσεως μουνόπανα. Είναι ακριβώς μια μικρή κούπα - γύρω στα 5 εκ. - η οποία μπαίνει στον κόλπο και συλλέγει το αίμα της περιόδου. Γεμίζει, - κάθε 4 με 8 ώρες - το βγάζεις, το αδειάζεις, το ξεπλένεις και το ξαναφοράς και ούτω καθεξής.

Κυκλοφορεί σε δύο μεγέθη.

Η μουνόκουπα δεν διατίθεται στα καταστήματα στην Ελλάδα, μόνο με ταχυδρομική παραγγελία - περισσότερες πληροφορίες και αναλυτικές οδηγίες χρήσης σε αυτή την ιστοσελίδα

Νταξ, το ξέρω ότι αυτός /-ή που εμπνεύσθηκε την ονομασία του προϊόντος, στο φεγγάρι ήθελε να την πάει τη δουλειά και ο όρος μουνόκουπα δεν παραπέμπει ακριβώς εκεί - αλλά, καλά, δεν ήξερε, δε ρώταγε;

- Μωρό μου, εσύ ... πες μου πότε έχεις περίοδο, να 'ρθω να μεταλάβω ...
- Έλα, μαλάκα, έλα ... να σου βγάλω γούστα ... έχω και περίοδο, έχω και μουνόκουπα ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καληνυχτάκιας, ποτεγαμήσης, μουνοφύλαξ, bye sexual, μουνοβοσκός, χαρεμάκιας.

Με λίγα λόγια ο πολλά μουνιά τριγύρω μας, στον πούτσο μας κανένα.

Για την σλανγκικότητα του ονόματος Θόδωρος, πρβλ πτωχοθόδωρος, παστρικοθοδώρα και πολλά άλλα...

- Δέκα επικές μουνάρες τριγύρω του αλλά αν έχει γαμήσει καμία ο μουνογιάννης, εμένα να μην με λένε Θόδωρο!
- Γλώσσεψες την μπέρδα σου; Αντίστροφα έπρεπε να το πεις ρε Γιαννάκη!
- Δεν γαμείται; Τώρα το γαμήσαμε και ψόφησε.

Για περισσότερα σύνθετα σε -θόδωρος και σε άλλα κύρια ονόματα, δες σχόλια στο γυναικοθόδωρος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified