Selected tags

Further tags

Η τουαλέτα, το μέρος.

Το κατουράδικο δεν πρέπει να συγχέεται με τον κατουρώνα, καθώς το δεύτερο λήμμα χρησιμοποιείται για ανοιχτούς και απόμερους χώρους όπου μετατρέπονται σε τουαλέτα απ' τους περαστικούς, ενώ το κατουράδικο βρίσκεται υποχρεωτικά εντός κτιρίου ή είναι φυσική προέκταση κτιρίου (εξωτερική τουαλέτα).

  1. Καλησπέρα Δημήτρη, που το 'χετε το κατουράδικο εδώ; Πάει να σπάσει η φούσκα μου! (πελάτης που μπαίνει σε νέο γραφείο)

  2. Γέρο μου, μιλάμε ο άλλος έφτιαξε ψησταριά και δεν σκέφτηκε πως το μαγαζί χρειάζεται κατουράδικο! Μετά μου λες εσύ, πώς θα αλλάξει η Ελλάδα... (Ομιλία σε συνέδριο για την επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα)

Δες και -άδικο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η δήλωση μιας κοπέλας για το τι κάνει με τα χύσια αφότου τελειώσει τον στοματικό έρωτα.

- Δηλαδή εσύ Σούλα, τα καταπίνεις ή τα φτύνεις;
- Ίουυυυ, τα φτύνω φυσικά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πλανώμαι πλάνην οικτράν αλλά μυρίζει κιόλας!

Εαν αυτά τα ΠΑΣΟΚόσκυλα νομίζουν πως σε περίπτωση που βγει κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι κάτι σαν την ΕΣΑ + του ότι θα κάνουνε ανενόχλητοι τις βρωμοδουλειές που επιθυμούν (προστασίες,προμήθειες κλπ) ή ότι θα πάρουνε μετάθεση εκεί που επιθυμούν και θα κατσικωθούν σε τίποτα γραφεία όπως γινότανε τα χρόνια των δανεικών του Ανδρέα και γράφουν τέτοιες ανοησίες, κλανώνται κλάνην οικτράν.

(από Khan, 19/01/15)

Got a better definition? Add it!

Published

Για άλλους είναι τεράστια καφρίλα, για άλλους είναι ύψιστη απόλαυση. Μιλάμε για το να κλάνεις όταν σου παίρνουνε τσιμπούκι.

Μερικοί το βιώνουν και ως εσωτερικό δράμα, όταν έχουν φάει φασολάδα και προσπαθούν να μην κλάσουν στην κρίσιμη στιγμή του πιπώματος, αλλά η χαλάρωση έχει μοιραία αποτελέσματα...

- Τι λέει; Χώρισε ο Τάκης με την Δήμητρα;
- Ε, μα, την είχε ταράξει στις τσιμπουκοκλανιές την κοπέλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερβολική εφίδρωση της περιοχής ανάμεσα στους όρχεις και στο μπούτι καθώς επίσης και πάνω από τον βλενογόννο της κωλοτρυπίδας.

  1. Κολλητή, έπιασε πολύ ζέστη αυτές τις μέρες και θα αρχίσουν τα ιδροκώλια.

  2. Γιώργο σήκω από τον καναπέ γιατί το ιδροκώλι σου θα αφήσει σημάδι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη αναφέρεται συνήθως στον αριθμό 1 από τα τραπουλόχαρτα ή σε κάποιον που κατέχει την αδιαμφισβήτητη πρωτιά σε κάτι. Όμως, ο άσσος μπορεί να αναφέρεται και σε εκείνη την φαινομενικά αθώα κλανιά που μας ξεγελάει πως είναι μια κούφια και ευρισκόμενη στην αέρια κατάσταση των σωμάτων. Καθώς λοιπόν πάμε να την αμολήσουμε στα μουλωχτά χωρίς να μας πάρει κανένας χαμπάρι, μας φεύγει μια μικρή σκατούλα, που συνήθως την κρατάμε την τελευταία στιγμή προτού ολοκληρωθεί η ξεφτίλα μας και χεστούμε κυριολεκτικά επάνω μας.

- Τι έπαθες ρε μαλάκα;
- Άσε, μού 'φυγε ένας άσσος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξαιρετικά άκομψη ενδυματολογική καγκουριά που θέλει τον βικτιμά να σηκώνει τον γιακά του Μπούρμπερι εν είδει Κόμη Δράκουλα με σπόιλερ.

Η αποκρουστική αυτή μόδα ξεκίνησε από τριχοφοβικές μετρό φλωράντζες, αλλά μοιραία παρείσφρησε στις πλατιές μάζες βερμουδιάρηδων, ασπρoκαλσάδων, βαψομαλλιάδων, καδενάκηδων και λοιπών τσαβών με νυχάκι.

Να μασάς δηλαδή σκατά και να φτύνεις.

1.
Σέρλοκ είναι ο μοναδικός «σηκωγιακάς», όσον αφορά στο παλτό, που δεν εκπέμπει douchebaggery, αλλά αντίθετα αγνή εγκεφαλική έλξη.

2.
Δίπλα μου στο μετρό, πατέρας σηκωγιακάς με μικρό γιο σηκωγιακά. Καλά λένε πως οι προβληματικές συμπεριφορές ξεκινούν απ' το σπίτι.

3.
Το επόμενο επίπεδο λογικά για τους σηκωγιακάδες είναι ο κώνος που φοράνε στα σκυλιά.

3.
- Σκέψου 10 χιλιάδες σηκωγιακάδες ξαπλωμένους στο ΟΑΚΑ. - Ε και; Τι είναι αυτό; - Φλωροτάπητας. 8 days ago from Twitter for Android | Reply, ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναικείο εσώρουχο, στριγκάκι.

Εκ του «τυροκόφτης». Ένα πολύ αποτελεσματικό εργαλείο που χρησιμοποιείται στις ταβέρνες για την κοπή της τυριού φέτα. Υπερέχει σε σχέση με τη χρήση μαχαιριού, γιατί προσφέρει μια καθαρή επιφάνεια κοπής χωρίς να κολλάει τυριά επάνω του κατά τον τεμαχισμό.

Καλά ε, αυτός που έφτιαξε το στριγκάκι, ταβερνιάρης θα ήτανε στα νιάτα του. Αυτό δεν είναι βρακί, είναι εργαλείο για δυσκοίλιες !

(από Gambertais, 15/08/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φαίνεται μια μικρή άκακη τριχούλα κι όμως προκαλεί αμόκ στους τριχοφοβικούς, ενώ θεωρείται ως το απόλυτο σκοτεινό αντικείμενο του πόθου για άπλυτους, νταλικοθύματα, θεούσους, το Νίκο Καζαντζάκη και άλλους που γουστάρουν ωμοσέξουαλ καταστάσεις.

Η μασχαλότριχα κάνει την εμφάνισή της συνήθως σε λοιδορίες παρόμοιων λατέρνατιβ συμπολιτών μας, σε διλήμματα για το αν πρέπει ο άντρας να την ξυρίζει, ή, έστω, τριμάρει, ή απλώς μη επιδεικνύει, αλλά συχνά λαμβάνει και στάτους καθαρά φετιχιστικό.

  1. Το πιο τραγικό βέβαια είναι ότι μας περιβάλλουν Κνίτες κ Εαακίτες.(Εγώ στον ίδιο χώρο με αριστερούς-τι decadence) θυμάμαι ανυποψίαστη στην εγγραφή με πλησιάζει μία άβαφτη,άλουστη,τριχωτή-η μασχαλότριχα να πετιέται απ'τα μανίκια,με μπλούζα Che,ιδρωμένη(αυτές οι λαικιές ιδρώνουν) και τολμα να μου απευθύνει το λόγο(Εμένα που έχω κάνει καθαρισμό προσώπου πλάι πλάι με την Paris Hilton) με μία άνεση κ μου λέει να γραφτώ στην παράταξη. Λέω μόνο αν διαθέτει VIP section κ γυρνάει κ με βρίζει η αχτένιστη. (Εδώ).

  2. Δεν είναι απίθανο να έχουν ανοιχτή την τηλεόραση στο 4Ε και παρακολουθούν τις άπλυτες θεούσες να μιλάνε για τις ιαματικές ιδιότητες του φλαμουριού αλλά και την αρετή του να μην βγάζεις τα φρύδια σου και να μην ξυρίζεις την μασχαλότριχα... (Εδώ).

  3. Εντάξει, δεν θα θίξω το ότι στοιβάζεσαι στα λεσβιομάγαζα σαν το γίδι και γλύφεις τη μασχαλότριχα της διπλανής μέχρι να φτάσεις το καλαμάκι του ποτού σου. (Εδώ).

  4. μα είσαι μια ξεχωριστή νιφάδα..είσαι μια μασχαλότριχα από την ιερή μασχάλη του ρουβά. εντάξει, θα μετράω τις ώρες, τα λεπτά και τα δευτερόλεπτα.... (Εδώ).

  5. σιγά τον άντρα μωρέ, τι να τον κάνω εγώ αυτόν τον φλώρο, αυτός έτσι και δει μασχαλότριχα κοτσίδα και αξούριστο πόδι θα λιποθυμήσει μωρέ. (Εδώ).

  6. βάλτε στην βαλίτσα 1 βερμούδα, 1 μπλουζάκι αμάνικο (για να φαίνετε η μασχαλότριχα) και 1 σώβρακο. (Εδώ).

  7. Ιερά λείψανα: η μασχαλότριχα του Αγίου (Εδώ).

(από Khan, 03/08/13)(από Khan, 03/08/13)

Got a better definition? Add it!

Published

Σάντουιτς-Μολώχ τ. βρώμικο, από αυτά που δεν τρώγονται αλλά σαβουριάζονται.

Καμία σχέση με τα συνώνυμα πλην γκουρμεδιάρικα ciabatta.

  1. - Πηγαίναμε στα Everest για μια παντόφλα και ξαφνικά πετάγεται ένας κάγκουρας με RX8 και τα αραπησιάρικα στο τέρμα!
    (Cunning Linguist, εδώ)

2.
Η Σφολιάτα στην οδό Καρύτση είναι το καλύτερο κρυμμένο μυστικό για τη μακράν ανώτερη διαίτης παντόφλα σάντουιτς στην Αθήνα, με μπέικον, τυρί, ομελέτα, πατάτες, τυροκαυτερή, μουστάρδα και λίγο αλατάκι στο τέλος.

3.
Κάποιοι χρησιμοποιούν τη δικαιολογία της οικονομικής κρίσης, που ωθεί σε λιγότερο υγιεινές συνήθειες. Για άλλους φταίει το πολύ ξενύχτι που σε προκαλεί στις 4.00 τα ξημερώματα να ενδώσεις στο σάντουιτς - παντόφλα. Ενώ, για κάποιους τρίτους, σημαίνει: «Ό,τι δίαιτα έκανα... έκανα, τώρα θα απολαύσω τα πάντα χωρίς φόβο και πάθος».

(από σφυρίζων, 29/07/13)(από σφυρίζων, 29/07/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified