Further tags

Ανεπίσημος στρατιωτικός όρος που αποδίδεται στο νησί της Σάμου από τους φαντάρους που υπηρετούν ή έχουν υπηρετήσει εκεί (βλ. επίσης και Ουγκάντα). Η πλέον κυρίαρχη εκδοχή για την προέλευση του ορισμού σχετίζεται με την πραγματικά οργιώδη βλάστηση του νησιού.

- Ρε σειρά, πού πας μετάθεση;
- Ζούγκλα φίλε, ευτυχώς που γλίτωσα τη γκατζολία...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Σαμιώτισσα γκομενίτσα-πιπίνι, απωθημένο όλων των μη ντόπιων φαντάρων που υπηρετούν στη Σάμο (γνωστή και ως ζούγκλα). Χαρακτηριστική συμπεριφορά της ζουγκλίτσας να είναι άφαντη κατά τη διάρκεια της εξόδου των φαντάρων και να εμφανίζεται με πύρκαυλη εμφάνιση στα φανταρομάγαζα περίπου 11-15 λεπτά πριν μαζευτούν για το στρατόπεδο οι εξοδούχοι φαντάροι, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να παίρνουν έξτρα δουλειά για τη σκοπιά. Προκαταρκτικές μελέτες έχουν δείξει ότι η συνεύρεση ζουγκλίτσας με μη ντόπιο φαντάρο (ο οποίος σε λίγους μήνες θα απολυθεί και μην τον είδατε τον Παναή) προκαλεί μοιραία αλλεργική αντίδραση στις ζουγκλίτσες, με αποτέλεσμα να την αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι. Αφηγήσεις που αναφέρονται σε φασώματα φαντάρων με ζουγκλίτσες θα πρέπει να θεωρηθούν στρατιωτικοί μύθοι (military legends), κατ’ αντιστοιχία με τους αστικούς μύθους (urban legends).

- Πω, πω, ρε φίλε, είδες πως με μπάνιζε το πιπινάκι; Το έχω χαλαρά!
- Καλά, τραγούδα, ζουγκλίτσα είναι, άμα την ξαναδείς να με χέσεις, άκου τον παλιό…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μηχάνημα κοπής χόρτων. Η ουσία της στρατιωτικής θητείας στις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις είναι τα κομμένα χόρτα, ίσως περισσότερο και από τις βολές. Η πλειοψηφία των Διοικητών στρατοπέδων κόπτεται περισσότερο για το κόψιμο των χόρτων, παρά για την καθ' αυτού στρατιωτική άσκηση. Κατά περίπτωση, αλλά συχνά, το κόψιμο χόρτων συνεπάγεται άγραφη άδεια για τον τυχερό χλοοκόπτη. Οι μονιμάδες χρησιμοποιούν λανθασμένα τον όρο «χορτοκοπτικό».

Ψαράδες, πού είναι το χορτοκοπτικό; Έρχεται ο Διοικητής, κόψτε όλα τα χόρτα κοντά στο φράχτη, για να μην αρχίζω να μοιράζω Φι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση των αρχικών Δ.Ε.Α. (Δόκιμος Έφεδρος Αξιωματικός). Χρησιμοποιείται - προφανώς - απαξιωτικά επειδή οι ΔΕΑ είναι και αυτοί κληρωτοί, οι οποίοι επειδή πήραν ένα γαλόνι την βλέπουν κάπως. Συναντάται επίσης και ως «κωλαρχιδέα».

Κοίτα να δεις που μας διατάζει και ο Κωστάκης. Έγινε αρχιδέα και κάτι τρέχει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κλώσα των λελεδονίων. Αυτό το πουλί γεννά τα αυγά, από τα οποία βγαίνουν τα γνωστά πτηνά. Η λελεδώνα είναι κάτι σαν την κότα με τα Χρυσά Αυγά.

- Έχεις περιπολάκι 21-00, αφού βέβαια περάσεις πρώτα από μαγειρεία για λάντζα.
- Ψηλέ δεν παίζει, πρέπει να ταΐσω τη λελεδώνα και με τραβάνε οι μέρες....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια έκφραση βγαλμένη από τη στρατιωτική ζωή.
Συνηθίζεται από παλιούς φαντάρους που μετρούν λίγες μέρες για να απολυθούν.
Εφαρμογή: Ο παλιός, κυκλοφορώντας στο στρατόπεδο, χύμα σε κατάσταση διάλυσης και αποσύνθεσης, και βλέποντας νέους γυαλισμένους, κομβιωμένους, ξυρισμένους, πετάει τη συγκεκριμένη ατάκα.
Συνέπειες: O παλιός καβλώνει στο άκουσμά της, ενώ παράλληλα η εκφορά της αφήνει έκθαμβους τους νέους, που λες και αντικρίζουν ποιος ξέρει τι; Η ατάκα αυτή ψαρώνει και λυπεί τους νέους αφού εκείνοι έχουν κάτι καντάρια μέρες για να απολυθούν.
Έτσι ο παλιός συνειδητοποιεί καλύτερα ότι σε λίγο τερματίζει τη στρατιωτική ζωή.
Διαχρονικότητα: Η ατάκα είχε μεγαλύτερο νόημα παλιότερα, όταν η στρατιωτική θητεία ήταν πολύ μεγαλύτερη. Αλλά επειδή όλα στο μυαλό παίζονται ακόμα και τώρα, η διάρκεια της θητείας, σε αρκετούς φαντάζει αιώνας. Οπότε η ατάκα έχει διαχρονική αξία.

O πάλιουρας που μετρά δέκα μέρες για να απολυθεί, περπατά αργά αργά στο στρατόπεδο σε κατάσταση διάλυσης. Δεν φοράει τζόκεϊ, έχει ξεκούμπωτο χιτώνιο, το οποίο είναι πενταβρώμικο, φοράει σαγιονάρες και έχει μια έντονη δόση βαρεμάρας σε όλες τις αντιδράσεις του. Στο διάβα του συναντά ένα κοπάδι νέους που η αμφίεση τους είναι απολύτως σύμφωνη με τις προδιαγραφές. Ο παλιός βλέπει τον πιο ψαρωμένο και του πετάει, έχοντας ειρωνεία στο βλέμμα: «Περπατώ και διαλύομαι. Λες να απολύομαι;»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μόνιμος θαμώνας σε κάποιο στέκι, αυτός που δεν πάει σπίτι του παρά μόνο για να κοιμηθεί ή για να φάει τα γεμιστά της μανούλας του.

Επίσης ο επαγγελματίας στρατιωτικός, ο μόνιμος αξιωματικός.

  1. - Ρε συ κάθε φορά που πάω στην καφετέρια πετυχαίνω τον Σάκη. Μονιμάς έχει γίνει;
    - Ξέρω και γω; Τα ίδια με ρωτάει κι αυτός για σένα.

  2. - Τά 'μαθες; Ο Γιώργος αποφάσισε να γίνει μονιμάς στο πεζικό!
    - Έλα ρε μαλάκα, ο Γιώργος; Αυτός που ξέρω;
    - Ναι ρε πούστη μου, αυτός!... που μας έκανε σε όλο το σχολείο κατήχηση για την εναλλακτική θητεία...
    - Ρε τον παπάρα... Θέλημα πατρός τελικά ε;
    - Γάμησέ τα φίλε μου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη κατάλοιπο της εμφύλιας διαμάχης που δίχασε τη χώρα στην περίοδο 1946-1949. Περιγράφει τους στρατιώτες του Δημοκρατικού Στρατού, κοινώς γνωστούς ως αντάρτες. Η σύνθεση αποτελείται από τρεις λέξεις: κομμουνιστής, ληστής και συμμορίτης

Πού είναι ο υπουργός Παιδείας να επέμβει; Δε μπορεί τα παιδιά στο σχολείο να διδάσκονται για τους κομμουνιστοληστοσυμμορίτες, που αιματοκύλισαν τη χώρα!

κομ-μούνα (από allivegp, 27/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα που μπορεί να λεχθεί σε μονιμά που το παίζει κεχαγιάς από τρελαμένο φαντάρο που συνήθως μετρά λίγες μέρες για να απολυθεί και είναι σε κατάσταση έκρηξης από την πίεση που αισθάνεται. Η βαλβίδα ασφαλείας του φαντάρου έχει ανοίξει και προκειμένου να τρελαθεί ή να προβάλλει βία, ξεστομίζει με αγέρωχο ύφος τη συγκεκριμένη ατάκα.

Ο μονιμάς νομίζει ότι ασκεί απολυταρχική εξουσία, αλλά όταν ακούσει τη συγκεκριμένη ατάκα γειώνεται. Τρελαίνεται όταν συνειδητοποιεί πως ο φαντάρος που 'χει μπροστά του σε λίγες μέρες θα τον γράψει μόνιμα στα αρχίδια του και πως θα τον στείλει μια και καλή στο χρονοντούλαπο. Τρελαίνεται όταν συνειδητοποιεί πως η δύναμή του είναι σε συνάρτηση με την εξουσία που ασκεί πάνω στο φαντάρο, η οποία βεβαίως έχει ημερομηνία λήξεως και τρελαίνεται όταν συνειδητοποιεί πως σε λίγο ο άλλος θα περάσει τη μάντρα και θα βγει στον πολιτισμό, ενώ αυτός θα συνεχίσει για πολλές ολυμπιάδες, μέσα από τη μάντρα να το παίζει τσοπανόσκυλο. Τότε συνειδητοποιεί ότι ο πολίτης απολαμβάνει πράγματα που αυτός θα αργήσει να τα δει.

Εξαφανίζεται απότομα το έδαφος κάτω από τα πόδια του και το σύστημα αντίληψης της πραγματικότητας σε dt ανατρέπεται και έτσι μπορεί να προβεί σε σπασμωδικές ενέργειες. Αλλά ό,τι και να κάνει τον καιρό του χάνει. Ο φαντάρος και λίγη φυλακή να πάρει δεν είναι τίποτα μπροστά στη στιγμιαία εκτόνωση και στη φούρκα που 'χει στείλει τον άλλο.

Μόνιμος λοχίας έχει βάλει στο μάτι φαντάρο (Βελόπουλος) που θέλει 5 μέρες να απολυθεί και όλο τον τρέχει.
Λοχίας: - Και εσύ Βελόπουλε, μόνος να καθαρίσεις τις τουαλέτες του λόχου και μετά μόνος να μαζέψεις όλες τις γόπες που κυκλοφορούν στο λόχο. Μη δω λέπι... Έτσι θα μάθεις να υπολογίζεις τις εξουσίες εδώ μέσα...ρε.
Βελόπουλος:
- Για πες μου ρε μεγάλε Ναπολέοντα του λόχου για να ψαρώσω, σε πόσες ολυμπιάδες απολύεσαι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μία από τις κλασικότερες φράσεις που ακούει κανείς στο στρατό, εκτελώντας σκοπιά ή περίπολο, όταν γίνεται έφοδος. Στα ελληνικά των καραβανάδων η προστακτική ενεστώτα δεν υφίσταται γραμματικά, αντίθετα ως προστακτική χρησιμοποιείται το πρώτο πρόσωπο του αορίστου (π.χ. ανέλαβε και κατέβα για αναφορά ή παρήγγειλε δύο γύρους).

Λοιπόν, με το που σας πλησιάσει ο εφοδεύων φωνάζετε «αλτ, τις ει» ψιθυρίζετε το σύνθημα και στη συνέχεια το παρασύνθημα. Να θυμάστε ότι σε περίπτωση που δεν ακούσετε καλά ή ο εφοδεύων ηθελημένα κάνει λάθος, πρέπει να φωνάξετε «επανέλαβε το αληθές». Όποιος δεν ακολουθήσει τις οδηγίες, θα βγει αναφερόμενος.

Η Έλλη Λαμπέτη διαβάζει το "Επέστρεφε", Κ. Π. Καβάφη (από patsis, 08/07/09)Αναγνώριση σκοπού - Τρελλό γέλιο!!! (από allivegp, 02/10/10)

Δες και προχωρώ στο παρασύνθημα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified