Further tags

Χαρακτηρισμός για άτομο εξόχου γκαντεμιάς, κωλοκατάστασης και εν γένει ανεπιθύμητων εξελίξεων σε όλα τα επίπεδα και τομείς (π.χ. σχέσεις, εργασία, στρατό, τροχαίες παραβάσεις καιτελειωμόδενέχει...)

Εβραίος χρησιμοποιείται στο στρατό για φαντάρους μουλτιπιπωμένους, ιδιαίτερα όταν συμβαίνει στα καλά καθούμενα, απροειδοποίητα και καθ'εξακολούθηση.

Να μην συγχέεται με τον Μητσοτάκη, σπανίως η γκαντεμιά του τσιμπουκομαγνήτη φέρει παράπλευρες απώλειες, είναι επί το πλείστον αυτοκαταστροφική.

Αντίθετο του κωλόφαρδου!

  1. - Τί'ν'αυτός ο Λάκης ρε, δέκα αυτοκίνητα παρκαρισμένα παράνομα, μόνο το δικό του έγραψε η τροχαία.
    - Τσιμπουκομαγνήτης, λέμε, τσε βάλε!

  2. - Πάλι τιμωρημένος ο Καραμήτρος; Τί έγινε;
    - Τι να γίνει, κοιμόταν στο σκοπέτο.
    - Από πίπα σε πίπα τον πάει ή μου φαίνεται;
    - Έλα ρε, διάσημος τσιμπουκομαγνήτης το παλουκάρι!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για έσχατη των στρατιωτικών ποινών, μετά την κράτηση, την στέρηση εξόδου, την φυλάκιση και την αυστηρή φυλάκιση.

Ο ντέφινιτιβ ορισμός δόθηκε από τον συσλανγκιστή Πάτση στα σχόλια του λήμματος [i][def=kolodaxtulo15045/#lemma16678
]κωλοδάχτυλο[/def][/i]: η «υποθετική ποινή ή απειλή για πρωκτική εφαρμογή του δαχτύλου ηδονικά πασπαλισμένου με άμμο ή χαλίκι».

Το αυστηρό κωλοδάχτυλο μοιραίως απεφοίτησε από το στρατόπεδο για να περιγράψει κάθε ενδεχόμενο φρικαλέας απειλής, τιμωρίας ή μέτρου οικονομικής λιτότητας.

- ΑΠΑΙΤΩ αυστηρό κωλοδάχτυλο και κρεβάτι του Προκρούστη για όσους καταχράστηκαν δημόσιο χρήμα. ΑΠΑΙΤΩ για μια φορά να λειτουργήσει η Δικαιοσύνη στην χώρα αυτή και όχι η συγκάλυψη και η μετάθεση ευθυνών σε τρίτους...
([εδώ](http://www.adslgr.com/forum/showthread.php?p=3344573
http://yannisayannis.blogspot.com/2010/04/blog-post_8516.html
http://www.adslgr.com/forum/showthread.php?p=3344573))

- το χατ-τρικ του Γιωργάκη: ΕΚΤ, ΕΕ και ΔΝΤ. Κι εμείς ΑΚΜΘ. Αυστηρό Κωλοδάχτυλο Μέχρι Θανάτου.
(εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Καπνιά, αιθάλη.

  2. Ρίχνω φούμο: Μαυρίζω κάποιον στις εκλογές, δεν τον ψηφίζω. Για την παθητική έννοια: τρώω φούμο.

Μέχρι εδώ λεξικογραφημένα, βλ. π.χ. στον Τριανταφυλλίδη.

Φούμο στην στρατιωτική ορολογία είναι το καμουφλάζ προσώπου από υλικά που μοιάζουν με μακιγιάζ. Βγαίνει σε σκούρα γήινα χρώματα, κυρίως μαύρο, πράσινο και καφέ, σε κασετίνα με καθρεφτάκι που θυμίζει πολύ (αλλά δεν είναι) γυναικείο αξεσουάρ για την τσάντα.

Σκοπός του είναι να κάνει το πρόσωπο δυσδιάκριτο μέσα στο περιβάλλον της επιχείρησης, καλύπτοντας την λευκότητά του (αν μιλάμε για λευκό στρατιώτη σε νυχτερινή ιδίως επιχείρηση), μιμούμενο κατά το δυνατόν την εμφάνιση φυτών (κλαδιών κλπ) και ακολουθώντας την υπόλοιπη απόκρυψη της στολής.

Ετυμολογείται από το ιταλικό fumo<λατινικό fumus που αμφότερα σημαίνουν καπνός.

  1. Από εδώ:

Ελπίζω όταν βρίσκεστε να μη σου λέει ιστορίες από το στρατό γιατί είναι τόοοοοσο βαρετέεες. Εμείς πάντως το είχαμε πάρει στην πλάκα, μου έστελνε φωτογραφίες από ασκήσεις βαμμένος με φούμο και τέτοια.

  1. Από εδώ:

[...] το έκανε ένας φαντάρος της σειράς μου στο ΚΕΤΘ που έβαλε φούμο και δίχτυ παραλλαγής στη διάρκεια του σχολείου Μαχητή (έπαιζε χρόνια airsoft). Ναι μεν γέλαγαν, αλλά τσίμπησε και 10 ημερούλες τιμητική.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Στην κλασική αργκό, το αστυνομικό τμήμα, το στρουμφοχωριό.

  2. Διάφοροι μαφιόζικοι σχηματισμοί, που δεν αποτελούν κατ' ανάγκη οικογένεια με την βιολογική έννοια.

  3. Παρτουζοειδείς σχηματισμοί, όπου όλοι πάνε με όλους εν είδει οικογένειας γαμιόμαστε. Η πυρηνική οικογένεια είναι το τελειω-ménage à trois. Ιδίως αυτά που ένα μεγαλύτερο σε ηλικία ζευγάρι βρίσκει ένα διπαί, όπως o Bardem και η Penelope την Kristina στο Vicky Cristina Barcelona. Εκεί όντως το μενάζ (υποτίθεται ότι) ανανεώνει το ζευγάρι σαν την γέννηση ενός παιδιού, που πέφτει όλη η προσοχή σ' αυτό και οι γονείς ξαναζούν τα νιάτα τους από την αρχή. Υπάρχουν, ωστόσο, και πολύτεκνες οικογένειες, όπου χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα.

  1. — Τι κάνει ο Μήτσος;
    — Πέρασε τις γιορτές με την οικογένεια.

  2. Η Στρέλλα βρήκε τελικά την οικογένεια που αποζητούσε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που λουφάρει, που την κάνει με ελαφρά όταν τον καλεί το καθήκον, που κάνει τον γερμανό όταν πρόκειται να του ανατεθεί κάτι. Παλαιός και ακόμη δόκιμος σλαγκοόρος, που έχει μπει και σε κάποια λεξικά. Χρησιμοποιείται κατά κόρον στο στρατό.

- Πάλι αγγαρεία σε χώσανε, ρε;
- Ναι, αλλά αυτή τη φορά θα δώσω 20 Ευρώ στο γύφτο να την κάνει.
- Α, ρε λουφαδόρε! Μη σε πάρουνε πρέφα μόνο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι αποκαλείται, οριακώς υποτιμητικά, ο υπηρετών στο στρατό ξηράς από τους υπηρετούντες σε άλλα όπλα (ναυτικό, αεροπορία).

-Πάμε Τζέμελλι;
-Μαλάκα, σήμερα έχουν έξοδο οι στραταίοι και αράζουνε όλο εκεί. Μην τους φάμε στη μάπα πάλι, τους μπίχλες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κομμένος Ίκαρος, ή απλώς Κ.Ι., αποκαλείται στην αεροπορία ο απόφοιτος σχολής υπαξιωματικών, αυτός που δεν ευτύχησε να αποφοιτήσει από τη Σχολή Ικάρων, ο μη ιπτάμενος.

Αν είσαι πολύ άτυχος και σε βάλει στο μάτι ένας Κ.Ι., την έκατσες, γιατί θα βγάλει όλο το κόμπλεξ του απάνω σου και θα σε πεθάνει σε σκοπάουες, καλλιόπες, μαγειρεία, γόπινγκ, κάμπινγκ κ.τ.ό.

-Είναι ένας μαλάκας μοίραρχος που μου έχει πρήξει τ' αρχίδια.
-Πώς τονε λένε;
-Καραβάνογλου.
-Και τι είν' αυτός; Ιπτάμενος;
-Τι ιπτάμενος, ο μαλάκας. Κομμένος Ίκαρος είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοντός + μουστάκι. Θα μπορούσε να αναφέρεται σε οποιονδήποτε ο οποίος πληροί τις ως ανωτέρω προδιαγραφές, αλλά χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τροχόμπατσους της ηπειρωτικής χώρας οι οποίοι καιροφυλακτούν πίσω απο θάμνους (ή και πόες, αναλόγως του ύψους των) και εμφανίζονται ως από μηχανής θεούληδες στα έκπληκτα μάτια των οδηγών-εκδρομέων ουρλιάζοντας «φρηηήζ» ή κάτι παρεμφερές.

Το πιο παράξενο με αυτούς είναι ότι έχουν πάντα δίκιο για την κλήση που έχουν πάντα φρεσκοκομμένη, καθώς θα εντοπίσουν οτιδήποτε μπορεί να αποφέρει την τιμωρία του οδηγού.

Αγαπημένη τους έκφραση είναι η ανεκδοτική ρήση «Γιατί δε φουράς κράνους;»

— Φρηηηήζ!
— Μα δεν έτρεχα!
— Και τι μ' αυτό;
— Τι εννοείτε «και τι μ' αυτό»;
— Είσαι αξύριστους κι ακουμβίουτους... Να βρω κι άλλα;

(από perkins, 23/05/10)(από perkins, 23/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μπάτσος στα ποδανά. Επίσης τσομπά και τσομπάς.

Να μην συγχέεται με τον Γάλλο ποδοσφαιριστή Didier Drogba.

Πασαδόροι: Dubass, Hodjas, Τζιμάκος.

  1. «και έρχομαι εδώ στο goddamned city.Και κάνω ένα τσιγαράκι απ’όξω απ’ το Park , το ξενοδοχείο. Κι έρχεται ένα τσινάρι κοστουμάτο, τσος-μπα πρέπει να’τανε, και βλέπει ένα καυτρόνι τόοοσο, σα βερικοκιά. «Τι είναι αυτό αδερφούλη;»μου λέει, του λέω «τι να ναι; Άσσος άφιλτρο» του λέω «κι έχει πεταχτεί το κλαδί απ’όξω, το χαλάσαν το χαρμάνι οι χαμούρες»
    «…20 χρόνια θα φας » μου λέει, «εμπορία, κατοχή και χρήση».Μη ξηγιέσαι έτσι του λέω, όλοι το ίδιο είμαστε, πατριωτάκια, και κάνω έτσι και βγάζω το καθρεφτάκι με το σένιο, και κάνω 2 ράγες, μια αριστερά και μια δεξια, «μία για τον Άρη , και μία για τον Ζέρβα, ρε γάτε» του λέω (Αθάνατος Ζώρζ Πιλαλί, live 1986, δες)

  2. - Εδώ φαίνεται ο τσοςΜπά με το όπλο
    - η υπόθεση τσομπά καί όπλα έχει παραγίνει,
    βγαίνουν πιό εύκολα από το πουλί τους.
    να παρακαλάνε μην εκραγούμε καί βγούνε
    από τη μεριά μας τα γκάνια
    (Δες).

Got a better definition? Add it!

Published

Ο νέος στο στρατό.

Προκύπτει από το «Ψαρούλης» που για συντομία και οικονομία σάλιου καταλήγει σε «Ρούλης».

- Τι λες ρε Ρούλη;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified