Τύπος αεριτζή, τρακαδόρου, που κυκλοφορεί με ακάλυπτες επιταγές.
Ο ακάλυπτος ήταν χαρακτήρας κωμικής σειράς που ενσάρκωνε ο ηθοποιός Α. Καφετζόπουλος.
Τύπος αεριτζή, τρακαδόρου, που κυκλοφορεί με ακάλυπτες επιταγές.
Ο ακάλυπτος ήταν χαρακτήρας κωμικής σειράς που ενσάρκωνε ο ηθοποιός Α. Καφετζόπουλος.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που δεν πληρώνει στα μαγαζιά.
Πρόσεξέ τον γιατί είναι ο Μπίλι δε Κιντ, θα μας αφήσει κουστουμάκι!
Βλ. και πιστολιάζω, πιστόλα.
Got a better definition? Add it!
Κατέληξε να σημαίνει το λαμόγιο, ύστερα από το έπος της Ζαχοπουλιάδας, που είδαμε όλοι στις οθόνες μας. Εννοείται ο «κομιστής του DVD» με τις ερωτικές περιπτύξεις του Ζαχόπουλου και της Τσέκου, που ψιλομάθαμε ποιος ήταν, αλλά αυτό δεν τον εμποδίζει να συνεχίζει να βγάζει χοντρά λεφτά, με καλό χιούμορ τουλάχιστον...
- Καλύτερα να με πουν κυρία Υπουργού, παρά κυρία κομιστού.
(Η Μάρω Ζαχαρέα σε διένεξή της με τον Θέμο Αναστασιάδη).
- Πάντως είσαι μεγάλος κομιστής, μα τον Χριστόφορο!
Got a better definition? Add it!
Ο τυπάς που βάζει περούκες σαν αυτές απ' το Bellas TV.
- Ρε, γιατί έβαλες αυτή την καούκα; Σα μπελάς τιβής είσαι!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Τα παλιά τα χρόνια, όπου θεωρείτο εντροπή και αίσχος η προγαμιαία τεκνοποίηση, πολλά ερωτευμένα ζευγάρια που «κακοπάθαιναν», ηναγκάζοντο αίφνης να υπανδρευτούν, δηλαδή, μόλις στο δίμηνο η εγκυμονούσα σιγουρευόταν για την κατάστασή της ενώ εξωτερικά δεν έδειχνε γκαστρωμένη, ακόμα. Επομένως, η σύλληψη ανηγάγετο στην 1η νύχτα του γάμου και μετά επτά μηνών, η γυνή εισήρχετο στην κλινική για να γεννήσει.
Σε συνδυασμό με το υποτιμητικό σχήμα του χαρακτηρισμού «7μηνίτικος», τη στιγμή όταν η μητέρα ή ο πατέρας ένιωθαν ότι ο φίλος-συγγενής-γείτονας, κλπ., σχολιαστής της κατάστασης, ακριβώς, προσπαθούσε να υποτιμήσει το τέκνο, ανταπαντούσαν με την συγκεκριμένη, «δυσερμήνευτη» για την κοινωνία, φράση.
Το ίδιο απαντούσαν και σε περιπτώσεις όπου το τέκνο είχε ταχεία ανάπτυξη και από τα δέκα του είχε ήδη μπόι 1.60, επομένως, οι τρίτοι εξέφραζαν την απορία, πώς γίνεται ένα 7μηνίτικο να ψηλώνει τόσο. Ήξεραν, όμως, οι γονείς... ;-)
Και αυτό από την Κρήτη.
*Σε καμία περίπτωση δεν ανακυκλώνουμε παλαιούς μύθους, γενετιστικούς. Φυσικά η επιστήμη έχει προοδεύσει και οι παλαιές αντιλήψεις που οδηγούν σε τέτοιου είδους διακρίσεις «από τη γέννα» δεν υφίστανται πλέον. Ούτως η άλλως, ο όρος «7μηνίτικος» είναι αδόκιμος, «δεν υπάρχει, μαλάκω».
Κίσεζ.
Θείος Μάκης: Να σας ζήσει το κοπέλι κιόλας! Άκουσα, βέβαια, ότι είναι επταμηνίτικο. Αλλά, απ' ό,τι βλέπω, τούτο είναι γαιδούρι!
Νεο-μαμά: Επταμηνίτικο είναι, θείο, αλλά στην ώρα του (με σκέρτσο)!
Got a better definition? Add it!
Υπάρχει ένας ποδοσφαιριστής που, όταν τον ακουμπάει κάποιος ή όταν φυσάει αέρας, πέφτει κάτω σηκώνοντας τα χέρια ψηλά, λες και τον πυροβόλησαν οι ληστές με τα καλάσνικοφ, για να εκμαιεύσει απο τον λάιντσμαν φάουλ ή πέναλντι - αυτός λέγεται καραγκούνης.
Επειδή η κατάσταση με τα χρόνια επιδεινώνεται και ο τύπος μάλλον
πάσχει απο την σπάνια νόσο των δυτών, από τούδε και στο εξής στο κάθε άσκοπο πέσιμο στο γηπέδο, στο δρόμο, στο μαγαζί ή στο σχολείο, ο οποιoσδήποτε επαγγελματιάς ή όχι ποδοσφαιριστής μπορεί άνετα να ονομάζεται καραβούτας.
Παίζεις 5x5 με συναδέλφους απο την εταιρεία, παίρνει το τόπι ο κοιλαράς προϊστάμενος, κάνει 2 μέτρα και πέφτει κάτω ζητώντας φάουλ. Πάς από πάνω και του λες «σήκω πάνω, ρε καραβούτα τι φάουλ». Bέβαια, την επόμενη φορά που θα ζητήσεις άδεια θα πάρεις τα @@ σου αλλα τεσπά.
Δες και θέατρο.
Got a better definition? Add it!
Στην σλανγκ της φυλακής είναι ο κρατούμενος για οικονομικά εγκλήματα που, όπως και να το κάνουμε, είναι μερικά κλικ πιο κύριλλος από τους άλλους που ο καλύτερος έχει σκοτώσει τη μάνα του. Βέβαια οι κακοί είναι έξω από την φυλακή.
Φέρανε έναν σοβαρό σήμερα...
Got a better definition? Add it!
Αυτός που κάνει τσαλίμια. Από το τουρκικό çalım που σημαίνει προσποίηση ή επίδειξη. Τον τσαλιμακά προσδιορίζουν και οι δύο αυτές ιδιότητες. Είναι ο κολπατζής, παιχνιδιάρης - λαδοπόντικας και φτηνιάρης τύπος που εποφθαλμιά κάθε είδους αρπαχτή ενώ ταυτόχρονα είναι ψώνιο και ιστορίας - όλο κομπάζει και σε πειράζει. Ο τύπος χρωστάει της Μιχαλούς αλλά κυκλοφορεί με μερτσέντα. Συνήθως βρίσκεται μεταξύ χωριού (εκεί δηλαδή που τον παίρνει να πουλάει φούμαρα) και πόλης (για να το παίζει πετυχημένος-προχώ-πρωτευουσιάνος) , ενώ τις παλιές καλές εποχές τσίμπαγε και κάνα διακοποδάνειο να πάει για καφέ στο Μιλάνο για τη μόστρα.
Το συγκεκριμένο παρατσούκλι θα μπορούσε κάλλιστα να καταλήξει σε επίθετο, εάν δεν υπάρχει ήδη.
-Πάρε ρε τον Γιώργο τον τσαλιμακά να του πεις ότι κατεβαίνουμε χωριό.
-Εδώ είναι ρε, πούλησε σ' έναν αγρότη ένα οικόπεδο που 'ναι μπλεγμένο στα δικαστήρια, πήρε τα λεφτά και τώρα κρύβεται.
Got a better definition? Add it!
Πρακτικός, συνήθως περιπλανώμενος ιατρός (τις παλαιότερες εποχές), ο σκιτζής ιατρός.
Παλιός, κλασσικός όρος, που δεν πρέπει να λείπει από το λεξικό αυτό.
- Δεν φταίει κανείς άλλος, φταις εσύ, που πίστεψες αυτόν τον κομπογαννίτη, ότι με την λοσιόν που σου πούλησε θα έβγαζες μαλλιά!
Κακοτεχνίτες: αλμπάνης, καλαμπόρτζης, κομπογιαννίτης, μπασματζής, ξυλοσχίστης, σκιτζής.
Got a better definition? Add it!
Ο πολιτικός ή ο συνδικαλιστής που έχει εύκολες τις υποσχέσεις,που θέλει να παραμυθιάζει τους ψηφοφόρους του, που πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Με άλλα λόγια αποδεικνύεται θαθάκιας, κατώτερος των περιστάσεων, υποκριτής και ανίκανος. Ο όρος προέρχεται από την ταινία:«Υπάρχει και φιλότιμο» με τον Κωνσταντάρα, όπου ο Κωνσταντάρας υποδυόταν τον υπουργό αγροτικής ανασυγκροτήσεως Ανδρέα Μαυρογιαλούρο, ο οποίος έχοντας εμπιστοσύνη στους αυλοκόλακες του περιβάλλοντός του αγνοούσε τα πραγματικά προβλήματα του κόσμου και είχε εύκολες τις υποσχέσεις.
- Πλησιάζουν πάλι οι εκλογές.
- Ωχ. Θα μας πρήξουν πάλι τα αρχίδια οι διάφοροι Μαυρογιαλούροι με τα έργα που θα κάνουν, με τα χρυσά κουτάλια που θα μας δώσουν να τρώμε και με τις άλλες παπαριές που θα ακούσουμε.
- Αυτοί τη δουλειά τους και μεις τη δικιά μας
- Δηλαδή;
- Μαύρο δαγκωτό στους Μαυρογιαλούρους. Στο καρφί χωρίς επιστροφή.
Got a better definition? Add it!