Selected tags

Further tags

Το λέμε όταν κάποιος πάει να κάνει κάτι με τρόπο εντελώς αποτυχημένο, όταν κάποιος παρατραβάει κάτι ή όταν καταστρέφει κάτι.

  1. - Άσε τι έπαθα σήμερα... Άνοιξα το PC να το καθαρίσω τη σκόνη μέσα και όταν το ξανάβαλα να δουλέψει έγινε βραχυκύκλωμα και μου κάηκε ο σκληρός!
    - Καλά μιλάμε το γάμησες και ψόφησε!
    - Πίκρα...

  2. - Την Μεγάλη Παρασκευή μόνο καλαμαράκια έφαγα...
    - Γιατί, δεν νήστευες;
    - Ε;
    - Αφού μου λες ότι την Μεγάλη Παρασκευή έφαγες καλά Μαράκια! Μήπως έφαγες και καλά Ποπάκια; Χάχαχα!
    - Πώωω, το γάμησες και ψόφησε! Σόι του Σεφερλή είσαι ή του Ζουγανέλη;

  3. - Ρε γαμώτο κόλλησε το παράθυρο...
    - Άσε, το ανοίγω εγώ...
    (ΚΡΑΚ!!!)
    - Μπράβο μαλάκα, το γάμησες και ψόφησε!!

(από Khan, 28/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενδεχομένως ο πλέον διαδεδομένος όρος της καθομιλουμένης για την περιγραφή ατόμων, πραγμάτων, πράξεων και καταστάσεων που είναι κακής ποιότητας, γελοία, γραφικά, αποτυχημένα, ανάξια λόγου, χωρίς συνοχή, ατυχή, άθλια.

Γενικά, χρησιμοποιείται για οτιδήποτε θα ενέπιπτε και στην κατηγορία του μαλάκα και των παραγώγων του, με το συναισθηματικό τόνο ωστόσο στο «τραγικός -ή -ό» να βρίσκεται στο φάσμα της απαξίας σε βαθμό θλίψης και λύπησης που αυτός -ή -ό προκαλεί, παρά της οργής και της αποστροφής, όπως στην περίπτωση του «μαλάκα». Ενέχει φυσικά αυτό που οι Γιαλόμες θα ονόμαζαν ενσυναίσθηση, το να μπαίνεις δηλαδή στη θέση του άλλου και να αισθάνεσαι την αθλιότητα της θέσης του, κάτι που δεν ισχύει με το μαλάκα.

Φυσικά η σλανγκ είναι μετάλλαξη της συμβατικής έννοιας που η λέξης έχει και στα νεοελληνικά, όπου τραγικός είναι κυρίως αυτός που υφίσταται ή προκαλεί συμφορές.

1) - Καλά ρε μαλάκα, πάλι ρε μ' έστησες...ε, τι να σου πω τώρα, είσαι τραγικός...

2) Είμαι σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης / είμαι σε μια φάση τραγικήήή!

γνωστό άσμα αγνώστων λοιπών στοιχείων....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φοιτητής πανεπιστημίου που ανήκει σε μεγάλο έτος αλλά έχει περάσει συνολικά κάτω από δέκα μαθήματα. Χαρακτηρίζει εμβληματικά περίφημους σταρχιδιστές που απέχουν από τη σχολή όλο το εξάμηνο και όταν έρθει η ώρα της εξεταστικής την καίνε χωρίς ενδοιασμό, όμως αργότερα πνίγονται στις τύψεις. Ο μονοψήφιος είναι από τη φύση του αντικοινωνικός και δυσκολεύεται να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις της αστικής κοινωνίας του 21ου αιώνα. Κάνει όνειρα και υποσχέσεις για το πως θα πάρει την κατάσταση στα χέρια του (και κατά συνέπεια κάποια στιγμή και πτυχίο) και ότι από φέτος δε θα χάσει παρακολούθηση και ότι το Γενάρη θα κάνει το μεγάλο comeback, αλλά στο τέλος υποκύπτει σε υπαρξιακές κρίσεις, μασκαρεύοντας έτσι όλα τα προβλήματα του, αποποιείται ευθύνες και κλαίει όλη νύχτα στο πισι.

  1. Αυτός είναι ο πιο μονοψήφιος που ξέρω, εχει περάσει λιγότερα μαθήματα απ ότι έχει σπουδάσει χρόνια.

  2. Τι δουλειά έχετε εδώ ρε μονοψήφιοι; Αυξάνετε το μέσο όρο της σχολής κατά πέντε χρόνια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει μπασκλασαρία, δευτεράντζα, διαλογής.

Μπορεί και να προέρχεται από τον βαθμό συγγένειας "τρίτος/ τέταρτος ξάδερφος" -όπως φαίνεται στο 1ο παράδειγμα, που χρησιμοποιείται στην κυριολεξία για να δηλωθεί πολύ μακρυνή/καμία σχέση.

  1. και ο σκελετος της Αμφιπολης να ειναι κανενας τριτοτεταρτος ξαδερφος του Μ.Αλεξανδρου απο το σοι της μανας του (εδώ)

  2. Ειλικρινά δεν κατανοώ τον χαρακτηρισμό τριτοτέταρτη τσοκαρία (εδώ)

  3. Τα ψώνια όταν αυτοκτονούν πέφτουν από τον πρώτο για να μην τους πει κανένας τριτοτέταρτους

  4. Κούκλα μου επειδή έβαλες ένα προκλητικό φόρεμα δεν έγινες μοδάτη....
    Τρίτοτέταρτη γκομενα θα είσαι μια ζωή (εδώ)

  5. "Ο ωραιοπαθής άντρας είναι χειρότερος κι από την πιο τελευταία τριτοτέταρτη γκόμενα". Κομφούκιος (εδώ)

Η οριζόμενη σημασία δεν έχει σχέση με τους βαθμούς συγγένειας. Στο εν λόγω παράδειγμα όντως χρησιμοποιείται με αρνητική σημασία, απλά και μόνο γιατί η εύρεση του τάφου ενός μακρινού συγγενούς ενός σημαντικού προσώπου είναι ήσσονος σημασίας εύρημα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πετυχημένο διαφημιστικό μιμήδιο για τον Γερμανό. Κατά την διάρκεια πτήσης μία πολύ όμορφη κοπέλα (το Κορμί) ζητάει από έναν Ελληνάρα με κοιλίτσα και αρχή φαλάκρας πώς να κάνει μία σύνδεση στον υπολογιστή της για να περάσει φωτογραφίες. Αυτός, επειδή είναι άσχετος υπεκφεύγει μιλώντας για ψιψιψόνια και κοκοκόψαρα και αλλάζει θέση για να μην γίνει ρεζίλι, λέγοντας στεναχωρημένος «το χάσαμε το κορμί πατριώτη», πλην τον ακούει μόνο ένας Ασιάτης που δεν είναι πατριώτης.

Όλα τα λεφτά στην διαφήμιση: 1) Το σπάσιμο στην λήγουσα του πατριώτη, όταν ο Έλληνας συνειδητοποιεί ότι ο συνομιλητής του είναι άσχετος Ασιάτης και όχι πατριώτης: «Το χάσαμε το κορμί πατριώ-τη». 2) Η έκφαση ψιψιψόνια και κοκοκόψαρα για αόριστα αντικείμενα που δεν γνωρίζουμε, πρβλ. και μπλιμπλίκια / μπιμπλίκια, ματζαφλάρια, καβλιτζέκια. Η διαφήμιση έβαλε το λιθαράκι της για την καθιέρωση του όρου ψιψιψόνια. 3) Η Αθηνά Οικονομάκου στον ρόλο του Κορμιού.

Καθώς μετά την διαφήμιση επέδραμε η οικονομική κρίση, η έκφραση λέγεται ευρέως για οποιαδήποτε μικρή ή μεγάλη χαρά χάνουμε και θέλουμε να μοιραστούμε την λύπη μας με τους πατριώτες που έχουν την ίδια κρίση. Γενικά η κλητική πατριώτη σε μια εποχή που ξαναέγινε της μοδός η εθνική συλλογικότητα λόγω κρίσης ήταν επόμενο να διαδοθεί πολύ και ως ένα αίσθημα αυτομεμψίας, ενοχής και μελαγχολίας για όσα δεν κάναμε για να μην χάσουμε αυτά που χάσαμε. Μπορούμε να πούμε πως η έκφραση έχει καταστεί πλέον από τις εμβληματικές της τρέχουσας κρίσης.

Βεβαίως η έκφραση χρησιμοποιείται και πιο κυριολεκτικά για περίπτωση που χάνουμε γκόμενα μέσα από τα χέρια μας. Αλλά και για ο,τιδήποτε άλλο έχουμε χάσει, οπότε το κορμί αντικαθίσταται από κάποιο άλλο απολεσθέν πράγμα ή πρόσωπο. Χαρακτηριστική η βρασταμάνεια έκφραση το χάσαμε το Καγιέν πατριώτη, καθώς η ομώνυμη τζιπούρα της Porsche αποτελεί το κυρίαρχο σύμβολο του πρόσφατου νεοπλουτισμού που άλλοι μεν την έχασαν, άλλα λαμόγια όμως όχι, αλλά θα πάρουν και τα σπίτια μας στο τέλος.

Επίσης, η έκφραση μπορεί να ειπωθεί και γενικότερα για να σημάνει ότι έχουμε χάσει τα μυαλά μας, ή ότι έχουμε χάσει γενικά τη μπάλα.

Πάσα: acg.

  1. α. Τίτλοι τέλους για το δρομολόγιο Πύργος- Καλαμάτα του ΟΣΕ. Με λίγα λόγια, το χάσαμε κι αυτό το «κορμί» πατριώτη... (Εδώ).

β. Το χάσαμε το κορμί πατριώτη! Η καταστροφή χτυπάει την πόρτα μας, όταν αναγκάζονται τα μοντέλα μας να αποδημήσουν στο εξωτερικό λόγω έλλειψης δουλειάς. (Εδώ).

γ. Το χάσαμε το κορμί πατριώτη!!!! Για τις καλοκαιρινές του διακοπές στη Μύκονο, που κράτησαν δύο ολόκληρες βδομάδες, ο Μουτασίμ Καντάφι, αντί για σκηνή, επέλεξε το πολυτελέστατο ξενοδοχείο «Santa Marina» στον Ορνό. Διέμενε μαζί με την παρέα του στην προεδρική βίλα του ξενοδοχείου -κόστους 7.500 ευρώ τη βραδιά-, είχε νοικιάσει θαλαμηγό έναντι 20.000 τη μέρα και ξόδευε πάνω από 10.000 ευρώ καθημερινά για τη διασκέδασή του στα καλύτερα μαγαζιά του νησιού.
Και αντί για σωματώδεις Αφρικανές σωματοφύλακες, προτίμησε τη συντροφιά καλλίγραμμων μοντέλων ευρωπαϊκής καταγωγής, στη θέα των οποίων πολλοί γνωστοί θαμώνες του νησιού έχασαν τη μιλιά τους. ΣΕ ΕΝΑ ΑΛΛΟ ΜΑΓΑΖΊ στη Χώρα της Μυκόνου λέγεται πως όταν ζήτησε τον λογαριασμό και ο σερβιτόρος του είπε πως το ποσό που χρωστάει είναι 22.500 ευρώ, εκείνος αστειευόμενος του είπε ότι δεν δίνει περισσότερα από 10.000 ευρώ. Οταν ο σερβιτόρος τού είπε ότι δεν πειράζει και πως απλώς αρκεί να ξαναέρθουν στο μαγαζί, ένας άνθρωπος της ασφάλειας όχι μόνο κατέβαλε όλο το ποσό, αλλά άφησε και 8.500 ευρώ πουρμπουάρ. (Εδώ).

  1. Παραδείγματα άλλων αντικειμένων που χάνουν οι πατριώτες:

α. ΤΗ ΧΑΣΑΜΕ ΤΗ ΠΑΤΡΙΔΑ ΠΑΤΡΙΩΤΗ! (Εδώ).

β. ΤΟ ΧΑΣΑΜΕ ΤΟ ΤΡΑΙΝΟ ΠΑΤΡΙΩΤΗ. (Εδω).

γ. Τα χάσαμε τα πλέι οφ, πατριώτη... (Εδώ).

δ. Για μια ξεφτίλα ζούμε…το κούτελο το χάσαμε πατριώτη. (Εδώ).

ε. Το χάσαμε το UFO πατριώτη! (Εδώ).

στ. Το χάσαμε το λιμάνι πατριώτη.

  1. Με την σημασία χάνω την μπάλα:

Αν φτάνουμε σε αυτοκινητιστικό φόρουμ να κρίνουμε τα αυτοκίνητα βάσει των ζουλιχτών πλαστικών το χάσαμε το κορμι πατριώτη. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπαμπαδίστικος χαρακτηρισμός στομωμένων εργαλείων κοπής, όπως ψαλίδια, κοπίδια, ξυράφια, αλαβάρδες και δεν συμμαζεύεται.

- Μάκη, πιάσε το κοπίδι να ανοίξουμε τις κούτες, ήρθε η παραγγελία. Που' σαι, το πράσινο, γιατί τα άλλα δεν κόβουν ούτε νερό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντί του «τραβάω τα μαλλιά μου».

Άσε δικέ μου να σου πω τι έπαθα σήμερα... τράβαγα τα βυζιά μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Πάτρα - Ιόνιο) : Βρίσκομαι σε δύσκολη κατάσταση, καταστρέφομαι, χάνω το παιχνίδι, μου καταγιγνώσκεται ποινή (δικαστική, πειθαρχική ή γκολ).

Συνώνυμα : Τρώω πούτσα / καβλί / ψωλιά (μεταφορικώς) / τον ήπια κ.τ.λ.

  1. Μήτσο! Στείλε γρήγορα τα χαρτιά στο λογιστή, μη φάμε κανά παστέλι από την εφορία.
  2. Η ΑΕΚ έφαγε τρία παστέλια χτές απ' το γαύρο.
  3. Άσε, τρία χρόνια παντρεμένος με την Ουρανία, έχω φάει τρελό παστέλι. Μου' χει ψήσει το ψάρι στα χείλη η κουφάλα.

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H φράση προέρχεται από γνωστό τηλεπαιχνίδι που παιζόταν παλιότερα στο Mega με παρουσιάστρια την Έλενα Ακρίτα και αποτελούσε μεταφορά του ομώνυμου κουίζ σόου του BBC με τηλεπαρουσιάστρια την Αν. Ρόμπινσον. Η τελευταία είχε κερδίσει τον τίτλο της πιο στριμμένης τηλεοπτικής πρωταγωνίστριας. Η ελληνική έκδοση ξεκίνησε το 2001 και η Έλενα Ακρίτα κινείτο σε αντίστοιχη ρώτα με την Αν. Ρόμπινσον και γι' αυτό ο Μητσικώστας είχε σατιρίσει δεόντως το αυστηρό και βλοσυρό ύφος της. Τα σκηνικά του παιχνιδιού ήταν σκούρα. Οι παίκτες έπαιζαν ως ομάδα και στο τέλος κάθε γύρου καλούντο να επιλέξουν τον παίκτη που χαντακώνει την ομάδα. Τόσο το στυλ της πρωταγωνίστριας, όσο και τα σκηνικά του παιχνιδιού, δημιουργούσαν την κατάλληλη ατμόσφαιρα. Η χαρακτηριστική φράση με την οποία η παρουσιάστρια εκτελούσε τον παίκτη ήταν: «Λυπάμαι, είστε ο πιο αδύναμος κρίκος». Στο τέλος διαγωνίζονταν μεταξύ τους οι δυο εναπομείναντες με στόχο να προκύψει ο νικητής.

Άρα η έννοια του όρου βασίζεται στην εύρεση του αδύναμου κρίκου της ομάδας. Η εύρεση δηλαδή του παίκτη που χαντακώνει την ομάδα. Αντίστοιχα, όταν λέμε πως κάποιος είναι ο αδύναμος κρίκος, θεωρούμε πως τα αποτελέσματα ή οι επιδόσεις του υπολείπονται των άλλων και τον καλούμε ή να διορθωθεί ή να αποχωρήσει. Επίσης λέγοντας τη φράση, μπορεί να θεωρούμε πως η γνώμη του δεν ταυτίζεται με την άποψη της πλειοψηφίας και τον καλούμε να συμβιβαστεί με αυτή την άποψη ή να αποχωρήσει.

Η φράση αυτή λέγεται με χιουμοριστικό στυλ, ωστόσο διατηρεί μέσα της έναν τόνο, κάτι σαν ετυμηγορία, σαν πόρισμα, που παραπέμπει στο στυλ της τηλεπαρουσιάστριας. Συνήθως, μια τέτοια ανακοίνωση κρύβει στο background της συσσωρευμένη αντίδραση για την επίδραση του αδύναμου κρίκου στην ομάδα.

  1. Σε ορειβατική αποστολή, ο τελευταίος που δεν έχει σχέση με το άθλημα βρίσκεται μακριά από τους άλλους, αγκομαχεί και είναι καταϊδρωμένος. Ο αρχηγός της αποστολής τον παίρνει παράμερα και με χιουμοριστικό στυλ του λέει:
    - Θανάση μην το πάρεις προσωπικά, αλλά… είσαι ο αδύναμος κρίκος της ομάδος. - Γιατί το λες αυτό;
    - Ο καιρός χαλάει, σε λίγο νυχτώνει κι αν ακολουθούμε τους ρυθμούς σου δεν θα προλάβουμε να φτάσουμε σύντομα σε ασφαλές μέρος. Θα αντιμετωπίσουμε κίνδυνο. Γι 'αυτό λέω να την αράξεις στο καφενεδάκι που θα συναντήσουμε σε κανά πεντάλεπτο και να μας περιμένεις εκεί.

  2. - Ντίνα, μην το συζητήσουμε άλλο. Όλη η ομάδα θέλει να πάμε στο στέκι του Αχαΐρευτου. Μόνο εσύ θέλεις να πάμε στο καφέ της Χαράς. Άρα είσαι ο αδύναμος κρίκος. Οπότε, ή έρχεσαι μαζί μας ή... καληνύχτα.

(από GATZMAN, 28/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά, ο ευνούχος - από το τούρκικο hadim.

Πιο χαλαρά, χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον ανίκανο, αυτόν που έχει αδυναμία στύσης. Ακόμη πιο χαλαρά, τον ανέραστο, τον αδιάφορο για τα ερωτικά. Η λέξη λέγεται και για τον μικροτσούτσουνο - η χρήση αυτή είναι λάθος, βασικά, αλλά έχει μια πλάκα.

Έχω την εντύπωση ότι η λέξη είναι κυρίως Βορειοελλαδίτικη. Προφέρεται δε ως χα-dd-ουμ-s. Δεν είναι ακριβώς βρισιά - θυμάμαι να τη λέει τη λέξη και η γιαγιά μου - αλλά είναι φοβερά απαξιωτικός χαρακτηρισμός. Όχι τόσο γιατί ο χαντούμης δεν μπορεί να πηδήξει, όσο γιατί δεν μπορεί να κάνει παιδιά.

Μεταφορικά, χαντούμης είναι και αυτός που δεν μπορεί να τελειώσει μια δουλειά, ειδικά μια δουλειά που θέλει αρχίδια και τσαμπουκά. Έτσι, σημαίνει και αυτόν που κωλώνει, τον δειλό και, κατ' επέκταση, τον θρασύδειλο και ύπουλο άνθρωπο που επειδή δεν μπορεί να σου τη βγει στα ίσια θα σου τη φέρει από πίσω.

Για τα αντώνυμα δες και τα λήμματα βαρβάτος και βαρβατίλα

  1. - Τάρανδο τον έχει κάνει τον κυρ Παναγιώτη η Φροσάρα ... τσίπα δεν έχει μείνει πια στον κόσμο ...
    - Καλέ, τι λες τώρα ... αφού χαντούμης ειν' αυτός, όλη η γειτονιά το ξέρει ... τι θες να κάνει η γυναίκα ... έχει τις ανάγκες της κι αυτή ...

  2. ... κλείνω τη συνεισφορά μου στον προκείμενο κριτικό έρανο, ελέγχοντας δύο (σκόπιμες;) παρερμηνείες του Σροτ σε κρίσιμα θέματα του ιλιαδικού έπους. Η μία έχει να κάνει με τη δήλωσή του ότι απουσιάζει παντελώς το ερωτικό θέμα στην ομηρική Ιλιάδα, επειδή ο ποιητής της υπήρξε δήθεν χαντούμης. Η άλλη προβάλλει τον αυθαίρετο ισχυρισμό ότι στο ιλιαδικό έπος διακρίνεται δήθεν η στρατιωτική αταξία στο στρατόπεδο των Αχαιών από την ευταξία των αντιπάλων τους, που εκπροσωπούν την ασσυριακή πειθαρχία. (από άρθρο του Δ. Ν. Μαρωνίτη στο ΒΗΜΑ, 20/01/08)

  3. Γώ σε λέγω πού είμαι χαντούμ ς, και συ με ρωτάς πόσα παιδιά έχω. (Παροιμία από τις Σαράντα Εκκλησιές της Αν. Θράκης)

  4. Εκτός από χανούμης είσαι και χαντούμης. (Καταλυτικό επιχείρημα με στόχο φίλαθλο της ΑΕΚ από το http://erythrolefkometerizi.blogspot.com)

  5. -Καλά, είναι γνωστό ότι ο Χίτλερ ήταν χαντούμης και είδες πώς του βγήκανε τ΄απωθημένα ... αυτούς να φοβάσαι ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified