Further tags

Έκφραση, σημαίνει «ο ένας και ο άλλος», όταν δεν θέλουμε να αναφερθούμε σε συγκεκριμένα ονόματα. Κυρίως το χρησιμοποιεί κάποιος θυμωμένος που απειλεί κάποιον άλλον.

  1. Δε θα μου πει εμένα ο δείξιος και ο πείξιος τι να κάνω.

  2. Έλα δω, θα σου δείξω εγώ ποιος είναι ο δείξιος και ο πείξιος.

βλ. και ο πάσα ένας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει «αυτός».

Τι είναι ευτούνος ευτού ρε; (τι είναι αυτός εκεί ρε;)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει ότι σε τυχόν αψιμαχία - αναμέτρηση η νίκη για τον έναν θα είναι πολύ ευκολη, και ντροπιαστική η ήττα για τον άλλο.

Άμα σε πιάσω θα σε πνίξω σαν γατί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει ότι κάποιος δεν έχει όρεξη να φάει ή δε μπορεί να φάει.

- Φάε κάτι επιτέλους! - Δε μπορώ, κλειδοστόμιασα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουρεμπάτσιας σημαίνει αυτός που είναι κουρεμένος με τη ψιλή. Κουρεμπάτσια σημαίνει όταν κάποιος κουρεύεται με τη ψιλή.

  1. Πώς έγινες έτσι ρε κουρεμπάτσια, πάλι τα πήρες με τη ψιλή;

  2. Τον είδες, έγινε κουρεμπάτσιας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει τρομάρα.

Στην αρχή έκανε το μάγκα, αλλά μόλις είδε τον Γιώργη το ντιλάρι, τον έπιασε μαλίνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό το λήμμα έχει μια αστεία ιστορία συμπτωματολογίας: σήμερα μου το ανέφερε μια φίλη, λέγοντάς μου ότι ο πατέρας της ανέφερε την λέξη κι η ίδια δεν την ήξερε, ο πατέρας της εξήγησε (ανήλιαγο μέρος, που πολύ συχνά είναι υγρό και δροσερό) και έτσι η φίλη μου τηλεφώνησε για να μου πει ότι έχει ένα λήμμα να βάλω στο σλανγκρ.

Ψάχνω λοιπόν πρώτα στο γούγλε για να δω αν υπάρχει κάποια αναφορά, και μξ άλλων βρήκα ότι είναι τίτλος βιβλίουπου κυκλοφόρησε στο νέτι προσφάτως.

Αυτά... Το λήμμα λοιπόν σημαίνει ανήλιαγο μέρος, τόπος σκιερός. Επίσης, αν κρίνω από το παράδειγμα 2, σημαίνει και ψύχρα, υγρασία γενικότερα.

Από Πελοποννέζ, αλλά πιθανόν να λέγεται και αλλού.

  1. - Βάζεις κανα ζαρζαβατικό στον κήπο;
    - Μπα, πού να πιάσει, είναι απογιούρα.

  2. πήγαμε στο Ραβάνι αγναντέψαμε πέρα πήραν τα μάτια μας μικρές φωτιές σε δυο τρεις μεριές βγάλαμε σκέψη ότι μπορεί οι αραπάδες να πάτησαν το Μεσοβούνι και άναψαν φωτιές να ζεστάνουν τα χέρια τους που έκανε απογιουρα τη νύχτα και ας ήταν θεριστής μήνας.

από εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κρητική έκφραση που σημαίνει ότι κάποιος έχει ψυχολογικά προβλήματα, ότι πάει να του τη σβουρίξει, λόγω μελαγχολίας κατά κύριο λόγο.

«Απατός» + γενική της προσωπικής αντωνυμίας στην Κρήτη σημαίνει εαυτός, ο ίδιος, όπως λ.χ. στη φράση «θωρείς κι απατός σου», παναπεί «το βλέπεις κι ο ίδιος». Σύμφωνα με το λεξικό Ξανθινάκη προκύπτει από τη φράση απ' αυτός.

Γιατί, όμως, όταν κάποιος είναι ή φαίνεται σαν τον απατό του, δηλαδή, όταν είναι ή μας φαίνεται... σαν τον εαυτό του, να σημαίνει λίγο πολύ ότι το χάνει;

Χαοτικό ρισπέκτ στον Homo sapiens Cretensis, που σκέφτεται τόσο ωραία: ναι, κάποιος που είναι και φαίνεται σαν τον εαυτό του, είναι αυτός ο οποίος μελαγχολώντας, παίρνει τον εαυτό του και την κατάστασή του υπερβολικά σοβαρά, τόσο ώστε να φέρει και κουβαλάει τον εαυτό του σε βαθμό που να (του, μας) γίνεται ένα φορτίο που φαίνεται, που οι άλλοι το(ν) βλέπουν. Κάπως όπως σε αυτά τα βιντεάκια με την κατάθλιψη, η οποία εμφανίζεται σαν μια μαύρη σκιά ή ένας μαύρος σκύλος (-->) να συντροφεύει και να βαραίνει τον καταθλιπτικό, αλλά ο καταθλιπτικός ξέρει ότι η κατάθλιψη έχει μάλλον τη μούρη της αφεντομουτσουνάρας του (αλλά μην του πείτε, γιατί θα νιώσει αδύνατο να απαλλαγεί, ίσως...). Κάποιος είναι σαν τον απατό του, δεν είναι ο εαυτός του, είναι σκιά του εαυτού του, από υπερβολικό εαυτό.

Αλλά ως γνωστόν όταν η κατάθλιψη, το πένθος κι η μελαγχολία σοβαρεύουν, φτάνουν στην ψύχωση. Εκεί ο καταθλιπτικός αρχινάει κανονικότατα να είναι σαν τον απατό του, δηλαδή, όχι μόνο σαν τον εαυτό του, αλλά και σαν από μόνος του, σουλατσάρει στο δρόμο κι είναι στην κοσμάρα του. Σαν τον απατό του... Κάπου στις Ψυχώσεις γράφει ο Λακάν ότι ναι μεν ο κοινός θνητός που νομίζει ότι είναι βασιλιάς είναι τρελός, αλλά κι ότι και ο βασιλιάς που νομίζει ότι είναι βασιλιάς είναι τρελός.

Γιατί, όμως, λέει, η έκφραση ότι είναι σαν τον απατό του, κι όχι απλά ο απατός του; Νομίζω ότι συντρέχει κι άλλος λόγος, πέρα από τα όσα πιο πάνω μισο-έγραψα: με αυτό το σαν η λαϊκή σκέψη απέφευγε την αμετροέπεια.

- Χρήστο, είδα μωρέ το φίλο σου το Μαθιό κι ήτονε στο δρόμο σαν τον απατό του, μούδε με χαιρέτηξε μούδε πράμα...
- Μάνα, σταμάτα να με ψαρεύεις...
- Ίντα μωρέ λέεις, δεν είναι καλά το κοπέλι...
- Μάνα...
- ...
- Ε, ρε Ρόιτερς, πράμα δε σου ξεφεύγει, και χρωστεί τα μαλλιοκέφαλά ν-του, κι η γυναίκα του τον απατάει...
- Ιιιιιι! Καλά το κατάλαβα εγώ, με το φίλο σας το Λευτέρη, ε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει «άντε χάσου από εδώ», αρβανίτικα.

  1. Άιντε μπάρου από δω χάμου.

  2. Μπάρου ρε γίδι.

αει μπάροουζ (από σφυρίζων, 20/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κούρσο, σημαίνει η ληστεία που κάνουν οι κουρσάροι. Η έκφραση είναι «σε είχα στείλει στο κούρσο;» ή «είχες πάει για κούρσο;»

Είσαι κουρασμένος; Πού κουράστηκες; ε; σε είχα στείλει στο κούρσο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified