Further tags

Ένας χαρακτηρισμός τόσο κλασικός, ώστε αποτελεί μέρος της «πολιτιστικής κληρονομιάς μας» κατά τον πασαδόρο Χαλικούτη. Ο ξεφτίλας ή ξευτίλας μπαμπουινιστί προκειμένου να αναδεικνύεται η ελληνοπρέπεια της λέξης εκ του εξευτελίζω, είναι ο ξευτιλισμένος, ο ταπεινωμένος, ο εξαχρειωμένος, αυτός που έχει χάσει κάθε αίσθηση τιμής και αξιοπρέπειας.

Η λέξη χρησιμοποιείτο πάρα πολύ κατά την ένδοξη εϊτίλα και θα διακινδυνεύσω μια παρατήρηση. Στα έϊτιζ, τότε που γυρίζονταν επικές βιντεοταινίες, όπως ο Χάρης ο ξεφτίλας (1987) ή ο Μπαμπάς μου ο Ξεφτίλας (1984), το ξεφτίλας ήταν μια συνηθέστατη βρισιά που έπληττε καθολικώς την ανδρική υπόσταση του υβριζομένου. Σήμαινε κάποιον που ήταν καρπαζοεισπράκτορας, τζανετάκος, αχρηστίδης, κερατάς και δαρμένος, εύκολο θύμα bully-δων. Σταδιακά με την υποχώρησή της από το πρώτο πλάνο των ύβρεων, χρησιμοποιείται πλέον κυρίως για περιπτώσεις ακραίας ηθικής σήψης, όταν κάποιος φτάνει να χάσει την ανθρωπιά του, κυρίως δηλαδή στοιχεία που τον καθιστούν άνθρωπο, όπως η τιμή και η αξιοπρέπεια. (Παρεμπιπτόντως, ένας μεγάλος αριθμός χτυπημάτων στον γούγλη αφορά στους κατασχέτες οικιών. Τυχαίο;)

1. Στο γραφείο είναι του κλότσου και του μπάτσου. Στις παρέες τον έχουν της καρπαζιάς και της πλάκας. Στο σπίτι η γυναίκα και η κόρη του τα παίρνουν όλα. Ώσπου ένας σκηνοθέτης του παίρνει και την γυναίκα. Τότε ο Χάρης, ο ξεφτίλας επαναστατεί...

2. Επάγγελμα: ξεφτίλας.
Επάγγελμα κατασχέτης. Ειδικότητα που είναι ακόμα στα σκαριά. Που θα τελειοποιηθεί με γρήγορους ρυθμούς και που οι εργαζόμενοι σε αυτήν δεν θα δείχνουν την απειρία και την ατολμία του νεαρού Γιώργου, διότι θα έχουν καλύτερα εκπαιδευτεί στην αναλγησία. Το επάγγελμα αυτό, του εισπράκτορα χρεών, άνθησε και ανθεί στους κόλπους της μαφίας, όπου οι εντεταλμένοι για την είσπραξη κάνουν τη δουλειά τους με τη βοήθεια μιας σιδερογροθιάς ή ενός πιστολιού.

3. ΞΕΦΤΙΛΑΣ: Ιδιοκτήτης ενεχυροδανειστηρίου ο «γιγαντας» Τάσος Μητρόπουλος.

4. ΤΙ ΞΕΦΤΙΛΕΣ! Πούλησαν το ΠΑΙΔΙ τους για να πάρουν iphone!!!

5. ΝΤΡΟΠΗ ΣΑΣ ΞΕΦΤΙΛΕΣ...Η WIND έβγαλε στο «σφυρί» το σπίτι βιοπαλαιστή με 2 παιδιά για υπόλοιπο 200 €.

6. Και την Ακαδημία Πλάτωνος βρε ξεφτίλες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν αποκαλείς κάποιον «αρχίδι», αλλά με 17 κιλά μαγκιά που λυγίζουν ακόμα και τα φωνήεντα της λέξης (τσισάκια εννοείται ο τύπος στον οποίον απευθύνεται)

Tips: προφέρεται ελαφρώς ένρινα και συνήθως κλείνει μετά από σύντομη παύση την προηγηθείσα ομοβροντία ύβρεων σαν το κερασάκι στην τούρτα.

Αν ήταν υλική ενέργεια, σίγουρα θα ήταν η ροχάλα απαξίωσης του θύτη προς το άγρια ξυλοκοπημένο θύμα το οποίο κείται ημιλιπόθυμο στο έδαφος.

(στο φανάρι)

- Άντε ρε μουνί ξεκίνα!
- Τι 'πες ρε μουνόπανο ξεκωλιάρη μη σου γαμήσω το σπίτι παλιόπουστα που θα με πεις εμένα μουνί;;...(παύση)...αρχέδε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γνωστό πικάντικο και καυτερό μπαχαρικό. Υποδηλώνει επίσης τη θερμοκεφαλία (όταν κάποιος νευριάζει με το παραμικρό).

- Είδες το επεισόδιο με το Κασιδιάρη και τη Κανέλλη;
- Άσε, μπούκοβο ο Ηλίας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεόκοπο κράξιμο προς θείτσες, λυκόπουλα και άλλους ασχετίδηδες που μας κάνουν τα αρχίδια αερόστατα καθώς πελαγοδρομούν με τις ώρες μπροστά απ' το ΑΤΜ.

Ισχύει και για αργοκάραβα και ρεητσαρλίνες σε δημόσιες υπηρεσίες που χειρίζονται τον κομπιούτορα πιο αργά απ' τον θάνατο.

1. Άμα αργήσει κι άλλο ο τύπος στο ΑΤΜ θα πάω και θα τον ρωτήσω σε ποια πίστα είναι...

2. 10 λεπτά μπροστά στο ΑΤΜ... Ή είναι δύσκολη η πίστα ή πάει για high score η θεία μπροστά.

(από σφυρίζων, 31/10/13)(από σφυρίζων, 31/10/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια μυρωδιά όπως η αριστερίλα, αλλά πιο δυνατή.

  1. Πήγα να ανοίξω το άρθρο του, αλλά απέπνεε κομμουνίλα και το ξανάκλεισα.

  2. Όλη η κομμουνίλα του 1980 έχει μετακομίσει στον ΣΥΡΙΖΑ τώρα.

  3. Άσε να μπει και κανάς πατριώτης στη Βουλή, γιατί έχουμε πήξει στην κομμουνίλα.

Κομ-μουνίλα (από Khan, 30/10/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το άγριο μπινελίκωμα, το άγριο βρισίδι με το οποίο περιλούζεις κάποιον.

  1. Προσπάθησα να διαβάσω και τα σχόλια, αλλά δεν άντεξα τόσο σκατοψύχι και κάπου σταμάτησα.

  2. Από το πολύ σκατοψύχι που του έριξαν, ο γέρος δεν μπορούσε να λιώσει στον τάφο του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άξεστος βλάκας, το ντουγάνι, ο ούγκανος, το ορκ. Στην όχι σπάνια περίπτωση που η σκουντρουχοσύνη συνδυάζεται με κτηνώδη μυϊκή δύναμη, γάμησέ τα. Την αγνώστου (εισέτι) ετύμου λέξη χρησιμοποιεί συχνά φίλος του λημματογράφου έλκων την καταγωγήν Καράμπαμπα ταραφιντάν. Αυτά μόνο, με την ευγενική παρότρυνση της Ξωτικίνας του σάητος.

μην πει κανείς ότι το παράδειγμα δεν περιέχει το λήμμα. Τίγκα είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη (ξεφτίλα + πούστης) που χαρακτηρίζει τον ομοφυλόφιλο που κάνει κρα λόγω της κραυγαλέας θυληπρεπούς του εμφάνισης που συνδυάζεται με γυναικεία φωνή και γενικότερα γυναικωτούς τρόπους.

Ρε τον ξεφτιλόπουστα! Βαμμένο μάτι και φτερά στην πλάτη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αρσενικό καριόλης προκύπτει από το θηλυκό καριόλα < ιταλικό carriola που σημαίνει κρεβάτι, η ειδικότερα «κρεβάτι για μικρά μωρά κάτω από το νυφικό κρεβάτι» (δες). Ο συσχετισμός αυτός με το κρεβάτι ήταν που οδήγησε στη σημασία πόρνη για την καριόλα και από εκεί στον αρσενικό σχηματισμό καριόλης, που είναι μια γενικότατη βρισιά για έναν άνδρα χωρίς ηθική, μπαμπέση, κακό, ύπουλο, μοχθηρό κ.τ.ό.

Καριόληδες που ήδη υπήρχαν στο σάιτ: καριόλας, ψιλοκαριολάκος, φερτηκαρταρεκαργιόλη.

1. Θάνατος στη λογική του καριόλη.
Ένα από τα τελευταία κείμενα του Μανώλη Ρασούλη, από το μπλογκ του:

Ο τίτλος δεν εννοεί: θάνατος στον καριόλη. Στη λογική του καριόλη .Αυτό είναι ο χειρότερος θάνατος για τον καριόλη. Ήσυχα κοιμάται η πόλη. Κι όμως αλυχτά η λογική του καριόλη.
Μα για ποιόν καριόλη πρόκειται;
Τώρα οι υπεύθυνες κι ένοχες εξουσίες τον λένε άσωτο.
Ο άσωτος είχε έναν μη άσωτο πατέρα. Που όταν ξεασώτεψε κι επέστρεψε, ο πάτερ φιμίλιας έσφαξε τον ταύρο τον σιτευτό.
Τούτος ο άσωτος ο greek ποιόν έχει πατέρα για να τον συγχωρέσει; Ο ίδιος ο πατέρας του ήτανε μπερμπάντης κι άχρηστος οπότε ο γκρίκ πήρε το στιλ του. Παρ΄τον έναν, χτύπα τον άλλον. Όμως ας μη τα μηδενίζουμε όλα. Θα μπορούσαμε να πούμε συμβιβαστικά: συγχώρεσε τον, δεν ξέρει τι κάνει. Αγνοεί η δεξιά του τι ποιεί η αριστερά του.Κι όμως ο καριόλης είναι καριόλης.
Έκ γενετής; Μπορεί. Πολλοί καριόληδες γεννούν την καριολαρία.
[...]
Εν κατακλείδι – αν και το θέμα (ανάθεμα) χρίζει διατριβών και κειμένων- αν θέλουμε να μιλήσουμε για ζωή, να αναστήσουμε τη ζωή ας φωνάξουμε με ψυχή (βαθιά και ρηχά) και φωνή: Θάνατος στη λογική του καριόλη.
Θάνατος.

2. Μάικ Τάισον: Ο μεγαλύτερος καριόλης στην Ιστορία της πυγμαχίας.

3. Γεράσιμος- Alain Badiou: Είμαι καριόλης μέχρι το κόκκαλο! Θα ήθελα να πω εδώ πως και εγώ ο ίδιος είμαι μαρξιστής, μαρξιστής μέχρι το κόκκαλο, τόσο αυθόρμητα και φυσικά ώστε να μην χρειάζεται να το δηλώνω σε κάθε ευκαιρία… [...] Είναι αλήθεια ότι ο πραγματικός μαρξισμός έκανε σημαντικά βήματα, χάρις στον Λένιν, τον Μάο και μερικούς άλλους ακόμα.
(από Alain Badiou – Η γεροντική άνοια σήμερα: Το ξύπνημα εξαιτίας της ακράτειας ούρων, κεφ. I, σελ. 17).

"Δώστε μου ένα μπιστόλι να σκοτώσω τον γκαριόλη". Άζμα του Χάρρυ Κλυνν ως Διγενή Αντύπα. (από Khan, 22/10/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λεχρίτισσα, η βρωμιάρα, η παρακμιακή.

Με αυτές τις λεχρόλες που έβγαινε, πώς δεν το είχε τσιμπήσει το αφροδίσιο νωρίτερα θαύμα είναι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified