Further tags

Εκσπερμάτωση πάνω στα μπούτια. Λέγεται και μπατανάς, χωρίς -ν. Η αρχική σημασία είναι επίχρισμα και είναι μια λέξη που χρησιμοποιούν νορμάλ οι μπογιατζήδες. Το αστάρωμα, ας πούμε, γίνεται με μπατανόβουρτσα.

Μπατανάδες υπάρχουν πολλών ειδών:

  1. Ο κλασικός. Ο άνδρας βγαίνει λίγο πριν τελειώσει, δουλεύει πινέλο και χύνει στα μπούτια.
  2. Ο πρόωρος. Δεν προλαβαίνει καν να μπει και τού 'χει φύγει.
  3. Ο εκνευριστικός. Προκύπτει διότι η γνωστή μυξοπαρθένα αρνείται να ανοίξει τα μπούτια.
  4. Ο γκέι. Στη βιβλιογραφία αναφέρεται και ως πλακοπούτσι.

Υπάρχει και το εξής τετράστιχο:

(Insert name) άνοιξε τα μπούτια
και κλειστά μην τα κρατάς,
και κλειστά μην τα κρατάααας,
να μη γίνει μπατανάς.

Το τραγουδά (κατά προτίμηση από μέσα του) είτε αυτός που προσπαθεί να γαμήσει ή αυτός που παίρνει μάτι.

(από joe909, 16/07/11)(από Gambertais, 12/02/12)(από Gambertais, 13/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από το πρόγραμμα που προσφέρεται στα μπουρδέλα, γνωστό και ως τσιμπούκι-πισωκολλητό, αποδίδοντας, έτσι το ανεπιθύμητο της κατάστασης για το άτομο στο οποίο αναφέρεται.

Τι βατά θέματα και μαλακίες. Πίπα-κώλο μας πήγε ο %$@#@#$ πρωϊνιάτικο...

(από Galadriel, 14/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση της οποίας η προέλευση χάνεται στα βάθη του χρόνου και στη δημοτική μουσική παράδοση της πατρίδας μας.

Χρησιμοποιείται παράλληλα με κυκλική κίνηση του καρπού και υποδηλώνει την πεποίθηση του εκφέροντος ότι αυτό που μόλις άκουσε είναι από άσχετο και μπερδεμένο μέχρι εντελώς αλλού.

Σχετίζεται προφανώς με την έκφραση «τρία πουλάκια κάθονταν» που σημαίνει το ίδιο πράγμα, γεγονός που ίσως ευθύνεται για τη λανθασμένη χρήση του κάθονταν έναντι του ορθού καθόταν.

Ακολουθείται ενίοτε από δεύτερο στίχο που ποικίλει από «και έπλεκε πουλόβερ» μέχρι «στην άκρη στο ποτάμι» και όλα τα ενδιάμεσα.

  1. - Η Μερόπη ήταν. Όχι, η Καλλιόπη. Μήπως ήταν η Μερόπη; Δεν θυμάμαι ρε γαμώτο.
    - Καλά, του Κίτσου η μάνα κάθονταν... Άσ' το ρε παιδάκι μου.

  2. - Και μου κάνει «τι» και της κάνω «τι τι». Και μου ξανακάνει «τι». Όχι, μάλλον εγώ της κάνω «τι» κι εκείνη μετά... για κάτσε να θυμηθώ...
    - Του Κίτσου η μάνα κάθονταν και έπλεκε πουλόβερ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το παρακαλετό γαμήσι. Όταν ο άντρας έχει κατεβασμένα τα βρακιά του μέχρι τον αστράγαλο (δεν έχει προλάβει να γδυθεί τελείως ακόμα), τού φεύγει όμως η γκόμενα και αυτός τρέχει ξοπίσω της σέρνοντας τα πόδια του γιατί δεν μπορεί να ανοίξει βήμα (άρα μοιάζει με πιγκουίνο). Λίγο κρύο να λέμε την αλήθεια, αλλά εξαρτάται για ποιον το λες και τότε μπορεί να έχει πλάκα. Από ένα παμπάλαιο ανέκδοτο με μια πουτάνα και τον πελάτη της.

- Τον είχε στο πιγκουινάτο για κάνα μισάωρο.
- Και αυτή τι έκανε;
- Μμμ, δεν ξέρω...
- Και συ πού το έμαθες ρε μαλάκα;
- Μου το είπε η ίδια.
- Και ό,τι σου λένε εσύ το πιστεύεις έ;
- ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αμπαλαέα έα, αμπαλαέα έα. Είναι η μαζική κρίση υστερίας των οπαδών του Π.Α.Ο.Κ., η οποία εκδηλώνεται με εκτόνωση όλης της συσσωρευμένης ενέργειας στον διπλανό αγωνιστή ΠΑΟΚτσή.

Πηδάς με όλη σου τη δύναμη τραβώντας μαζί σου και άλλους και, αν είναι φίλος σου, τον γρονθοκοπάς φωνάζοντας με τη δύναμη της ψυχής σου αμπαλαέα έα - αμπαλαέα έα.

Είναι μοναδική γηπεδική πράξη που υποδηλώνει και την ανωτερότητα του λαού του Π.Α.Ο.Κ.

  1. - Κάναμε αμπαλαέα στη 4 και βρέθηκα στο κάγκελο.

  2. - Θυμάσαι με του Βουλινό τρέλλα που βαρούσαμε! Όλη την ώρα αμπαλαέα κάναμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έφαγα χυλόπιτα (πιο κλασσικό) ή μου ήρθε κάτι στη μούρη, τάλιρο κτλ.

Μαν, πήγα στην Σία και μου έριξε αφίσα η γκόμενα... Δεν το πίστευα, είναι που τελευταία την βγάζω ζεβουαζιόν μάλλον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σερβίρω το όργανο μου, το δίνω με όμορφο τρόπο. Το κάνω να φαίνεται ελκυστικό, ενίοτε το σερβίρω στο κεφάλι της/του παρτενέρ ή στα μαγουλάκια.

Ήζουρας: Και για πες ρε Τζον τι κάνατε χτές με την ινδιάνα;
Σπέτς: Ε, ξέρεις μωρέ, φασωθήκαμε λίγο και δεν άργησα να της τον δώσω λουκάνικο... τρελάθηκε!
Ήζουρας: Ζαγοραίοοος ο Τζον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πού μέσα;

Κατά τ'άλλα, κοινή έκφραση δηλωτική απογοητεύσεως, αποτυχίας, βαρεμάρας κλπ, δηλαδή χέστα κι' άστα, άστα και βράστα, μη την ψάχνεις, μπλέξαμε και γενικώς την κάτσαμετη βάρκα.

Είναι το πρώτο συστατικό των πολύ παραστατικών εκφράσεων «χέσε μέσα Πολυχρόνη που δε γίναμε ευζώνοι» και «χέσε μέσα Αποστόλη που δεν πήραμε την Πόλη», που αφήνουν να εννοηθεί ότι η αποτυχία κάπου ήταν προδιαγεγραμμένη και ίσως και ότι κάπου κι εμείς βάλαμε το ρημάδι το χεράκι μας. Εικάζεται - και, ασφαλώς, ελέγχεται - ότι αυτές οι δυο εκφράσεις χρονολογούνται από την Μικρασιατική Καταστροφή.

- Και πάω για το διαβατήριο το καινούργιο με το τσιπάκι και στήνομαι πέντε ωρίτσες και έρχεται κάποτε η σειρά μου και μου λέει αυτή η ενημερότητα είναι παλιά και οι φωτογραφίες έχουν σκιές ... και σιγά καν να μην τα προλάβω όλα απ'την αρχή σε δυο μέρες που φεύγουμε ... χέσε μέσα Πολυχρόνη που δε γίναμε ευζώνοι, για να μη στα πολυλογώ ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γαμήσι. Όταν προηγείται απόλυτο αριθμητικό όπου ν>1 σημαίνει γαμήσια απανωτά, σερί.

Χρησιμοποιείται και ως μονάδα μέτρησης της καύλας που διεγείρει μια γκόμενα όπου:

ούτε ενα τεμ. = απολύτως persona non koukou
ένα τεμ. = για ψυχικό, στο ολότελα, δεν έχει τίποτε και η τηλεόραση
δύο τεμ. = μωρό μου, πρέπει να γνωριστούμε καλύτερα
τρία τεμ. = γουστάρω, γουστάρω, γουστάρω
4+ τεμ. = αμπαλαέα, εα

Προέρχεται από το τεμάχιο, αλλά σε αυτό το σκηνικό χρησιμοποιείται μόνον η συντομευμένη μορφή.

  1. Βιαζότανε, την περίμενε β γνωστός παπαρολεβιές, αλλά πρόλαβα και έριξα δύο τεμ.

  2. Αυτήν; Το μπάζο; Από μένα, αγόρι μου, ούτε ένα τεμ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πισωκωλομπρούμυτο είναι όταν γαμάς από τον κώλο μια γκόμενα που έχει κάτσει μπρούμυτα.

Μιλάμε χθες γάμησα μια γκόμενα πισωκωλομπρούμυτα!

Πισοκωλομπρούμυτο βουτυράτο, ή αλα Μπράντο (από vikar, 26/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified