Further tags

Έρχεται μια στιγμή στη ζωή κάθε μικρού αγοριού και κοριτσιού που, από τον πόλεμο των φύλων και την γενική αλληλοσιχαμάρα των δύο στρατοπέδων, τα πιτσιρίκια αυτά γίνονται ξαφνικά έφηβοι.

Τότε συνειδητοποιούν με αποστροφή ότι το αντίθετο φύλο, ενώ εξακολουθεί να τους εξοργίζει, ταυτόχρονα τους έλκει ακατανόητα. Και μάλιστα, καθώς το σώμα των κοριτσιών αλλάζει πρώτο, γεννιούνται μυστικά και ψέμματα, ένας ιερός κύκλος συνωμοσίας της γυναικείας φύσης (βλ. η περίοδος, το στήθος, οι πρώτες κουβέντες των μανάδων περί σεξ) για τον οποίο τα παλικαράκια είναι απολύτως αποκλεισμένα και ανίδεα, ωστόσο απελπιστικά διψασμένα να εισβάλουν και μάλιστα νιώθοντας ότι θα το κάνουν «δικαιωματικά».

Τότε, με το ένστικτο του αρσενικού(;), βολιδοσκοπούν το αντίπαλο δέος ζητώντας του εξηγήσεις, προσοχή αλλά τελικά απλά την εύνοιά του. Μην ξέροντας τι ακριβώς να κάνουν, πειραματίζονται (στην αρχή) με μερικά από τα υπάρχοντα παιδικά όπλα τους.

Ένα από αυτά περιγράφει η έκφραση: πετούν πετραδάκια στα κορίτσια. Όχι όμως πέτρες κανονικές με σκοπό να ξεκινήσουν έναν ωραίο, γερό πετροπόλεμο, όπως παλιά, αλλά μικρές πετρούλες ίσα-ίσα για να δηλώσουν την παρουσία τους και να εκβιάσουν μια αντίδραση, έστω αρνητική, έστω ένα καθωσπρέπει μπινελίκι, έτσι, για το παιχνιδάκι.

Γενικεύοντας λοιπόν, εκστομίζουμε την έκφραση για να αξιολογήσουμε την αμελητέα προσβολή της προσωπικότητάς μας που μας προκαλεί κάποιος με διαμετρικά αντίθετο σκοπό από αυτόν που φαίνεται σε πρώτη ανάγνωση. Δείχνοντας δηλαδή τάχα επιθετικός, επιδιώκει να μας κάνει να τον προσέξουμε και να ενδιαφερθούμε γι' αυτόν, ανταποδίδοντάς του τα τυχόν κρυφά αισθήματα που τρέφει αυτός για μας.

Η έκφραση χρησιμοποιείται, ακόμα πιο μεταφορικά, για να καταδείξει την σικέ αντιπαλότητα δύο παρατάξεων που σκοπό έχει στην πραγματικότητα να συσπειρώσει η κάθε μία τους οπαδούς της ή να διευρύνει την πελατειακή κλπ βάση τους.

Α, και κάτι άλλο: Καθόλου δεν αποκλείεται η ανωτέρω συμπεριφορά να γίνεται αντίστροφα, δηλαδή από τα κοριτσάκια στα αγοράκια.

[Μεγαλώνοντας κι άλλο, βέβαια, κλιμακώνουμε την ένταση. Πολλά είναι τα σχετικά καραγκιοζιλίκια και όλοι μας έχουμε κάνει κάποια ή τα πάντα από αυτά: αντριλίκια, τσαμπουκάδες, τσιγάρα, σούζες με ποδήλατα, μηχανάκια, κόντρες κλπ κλπ, βλ. αναλυτικά Φοίβος Δεληβοριάς, Εκείνη.]

  1. - Και τι σε πειράζει παιδάκι μου που η Ελένη κυκλοφορεί στην αυλή με τα χέρια σταυρωμένα;
    - Γιατί είναι ηλίθια! Όλα τα κορίτσια είναι ηλίθια κι αυτή πιο πολύ απ' όλες! Αλλά τις κανονίσαμε καλά... Τις μπουγελώσαμε εκεί που έγραφαν τα ημερολόγια και τα λευκώματα και τις αηδίες. Και τώρα δεν μας μιλάνε! Μόνο να κλαίνε ξέρουν. Και...
    - Άσ' το αγόρι μου κατάλαβα. Πετραδάκια μου πετάς, παιχνιδάκια μου ζητάς.

  2. - Φεύγεις κιόλας Πανούλη;
    - Ε, ναι ρε Βάνα, αύριο έχω πρωινό εργαστήριο κι ο Μπάμπης την κάνει για Ξάνθη. Και πάλι χρόνια σου πολλά, θα τα πούμ...
    - Κααααλά. Ήρθες αργά, φεύγεις νωρίς, μιλούσατε συνέχεια μεταξύ σας αντί να προσέχεις την εορτάζουσα... Δεν θα κάνεις κι εσύ πάρτυ; Θα δεις τότε...
    - Στάσου ρε Βανούλα, γιατί με στενοχωρείς; Μια χαρά δεν καθόμασταν και τα λέγαμε τόση ώρα; Και δεν σου λέω μαλακίες, αλήθεια πρέπει να φύγουμε, μίλα κι εσύ ρε Μπάμπη!
    - Άστο αγόρι μου, δεν κατάλαβες τίποτα όλη νύχτα... Πετραδάκια μου πετάς, παιχνιδάκια μου ζητάς η Βανούλα. Τέλος. Μπάι-μπάι Βανούλα...

  3. - Και βγήκε ένας Τάδε Ταδόπουλος, ηθοποιός πέμπτης διαλογής και είπε ότι το παιδί της Σκορδοπούτσογλου της τραγουδιάρας είναι δικό του και όχι του φραγκάτου του ραμολιμέντου που σέρνει για άντρα.
    - Νταξ τώρα, σε τα μας; Κέρδισαν όλοι: πήρε ο ένας τα γκαφρά από τον γέρο για να κάνει τουμπεκί, πήρε και κάνα ρόλο σε κανένα εργάκι, βρήκε κι η Μαρία Κάβλας μια θέση στα μεσημεριανά...
    - Ακριβώς έτσι έγινε!
    - Πρώτη φορά είναι; Πετραδάκια μου πετάς, παιχνιδάκια μου ζητάς, στην πλάτη μας...

(από patsis, 18/04/09)Αλλαξοπετριές. (από Khan, 14/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχω ξαναζήσει τάλε κουάλε κατάσταση στο παρελθόν, έχω δει μπροστά μου να εξελίσσεται μια παρόμοια φάση και έχω πια την εμπειρία να την κατανοήσω από νωρίς και να προβλέψω που θα καταλήξει. Ακριβώς όπως αν είχα δει ήδη ένα κινηματογραφικό έργο και ξέρω την πλοκή του και τον ρόλο που θα διαδραματίσει ο κάθε χαρακτήρας, χωρίς να μπορεί τίποτα να μου φανεί απρόοπτο.

Η φράση υποδηλώνει μια κάποια αντίκρουση των προβλέψεων του συνομιλητή μας γι΄αυτήν την εξελισσόμενη κατάσταση.

Υπέροχα εμπνευσμένος και ο υπερθετικός βαθμός: Το έχω δει το έργο ασπρόμαυρο.

  1. - Την κάτσαμε φίλε! Έβγαλαν στην φόρα έκθεση της τράπεζας της Ελλάδος που ζητά μείωση μισθών για το Υπουργείο μας. Είμαστε λέει «παχυλά αμοιβόμενοι εν μέσω κρίσης»!
    - Σβύσε κι άραξε ρε μεγάλε! Μειώσεις μισθών στο δημόσιο και μάλιστα πριν από εκλογές; Το έχουμε δει το έργο... Βγάζουν έναν λαγό για να τσεκάρουν αντιδράσεις, πέφτουν τα ποσοστά τους και μετά δεν γίνεται τίποτα. Για μαλάκες ψάχνουν;

  2. - Μου λείπεις τόσο καιρό μακριά... Βγαίνω με τα παιδιά από το μεταπτυχιακό κι όλο μιλάω για σένα και μου λένε ότι τους ζαλίζω...
    - ...
    - Εδώ όλοι έχουνε και μια δεύτερη σχέση καβάτζα... Εσύ δεν θα κάνεις τίποτα τέτοιο ε;
    - ...
    - Πάντως αν κάνεις κάτι με καμία να μου το πεις ε;
    - ...
    - Τι θα γίνει με εμάς; Γιατί δεν ζητάς μια μετάθεση να έρθεις εδώ;
    - Άστο ρε Μαιρούλα, άστο. Αυτό το έργο το έχω δει ασπρόμαυρο. Δεν πάει πουθενά. Ή εσύ θα την κάνεις τη μαλακία, αν δεν την έχεις ήδη κάνει, ή εγώ. Να το λήξουμε από τώρα όσο μιλάμε ακόμα ανθρώπινα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευθύς εξαρχής: Η έκφραση δεν σημαίνει πρήζω τ' αρχίδια κάποιου.

Σημαίνει, αν την παραφράσουμε, διογκώνω τεχνηέντως τον ανδρικό εγωισμό, την υπεροψία, το αίσθημα ανωτερότητας και εξουσίας κάποιου, με σκοπό είτε να τον δουλέψω ψιλό γαζί, είτε να τον χειραγωγήσω σε συμπεριφορά που με συμφέρει. Διότι πιο εύκολα εξουσιάζεται αυτός που διψά για εξουσία.

Αποτελεί λογικά μια παραλλαγή της έκφρασης φουσκώνω τα μυαλά (κάποιου) όπου, αντί για τον επηρεασμό της ευθυκρισίας και του εγωισμού, γενικά, του «θύματος», επικεντρώνουμε ειδικά στις ανασφάλειες που νιώθει αυτός σαν άντρας ή σαν επικεφαλής άλλων ανθρώπων, ώστε να στηριχτεί ψυχολογικά πάνω μας και εμείς να τον κάνουμε ότι θέλουμε.

  1. - Καλά μιλάμε έχεις πολύ σουξέ!
    - Σοβαρά;
    - Τι λες τώρα! Με το που μπήκαμε σε στάμπαραν δυο παστάκια στην είσοδο.
    - Τελικά ωραίους συνδυασμούς κάνω ο πούστης με τα ρούχα...
    - Με την μιλφατζού που σε καρφώνει από απέναντι τώρα τι θα κάνεις;
    - Καλή ε;
    - Πήγαινε μαλάκα! Βουρ! Και μην το παίξεις ευγενικός! Αυτές γουστάρουν τσαμπουκά και αντριλίκια! Τό 'χεις, τό 'χεις!
    - Έφυγα παιδιά, δεν θα κλείσει μπούτι όλη νύχτα, θα της δώσω το μουνί στο χέρι της καριόλας που κοιτάει κιόλας!
    - Καλά ρε, τι του είπες και έφυγε καρφωτός;
    - Κόψε φάση φίλε, θα πέσει το γέλιο της αρκούδας! Του φούσκωσα τ' αρχίδια και τον έστειλα να την πέσει με στυλ γοριλέ στην γυναίκα του αφεντικού!
    - Μπράβο μαλάκα. Θα μας πετάξουν έξω, θα φάμε και ξύλο... Το μυαλό στην κωλότσεπη τό 'χεις...

  2. - Τρίτο γκρουπάκι κι εσύ ρε σειρά; Το κατσίκι στην σκοπιά θα το φάμε ρε γαμώτο...
    - Κάτσε στην άκρη και κοίτα πως θα με πάει ο δίκας στο δεύτερο γκρουπάκι...
    - Για πε!
    - Θα του φουσκώσω τ' αρχίδια με ένα «παρουσιάστε» και δυο-τρεις παπαριές και μετά θα του πετάξω ότι και καλά ο λοχαγός το παίζει χαλίφης στη θέση του χαλίφη και μου άλλαξε το αδειόχαρτο. Αυτόν θα τον σκίσει κι εμένα θα με στείλει συστημένο σπίτι!
    - Μεγάλη λούγκρα είσαι αδερφέ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του Αϊζεν(χ)άουερ, δηλαδή είναι, όπως λέει κι ο Χαλικούτης, το Αλτσχάιμερ στην ιδιόλεκτο των ειδικών - των ίδιων των πασχόντων... Προήλθε από ανέκδοτο, βλ. παράδειγμα.

- Καλημέρα σας, θα μου βάλετε σας παρακαλώ μισό κιλό από το τυρί Αλτσχάιμερ;
- Το ποιο;
- Το τυρί Αλτσχάιμερ.
- Ε; Είστε σίγουρος ότι υπάρχει τέτοιο τυρί;
- Να σας πω την αλήθεια, όχι, γιατί ο γιατρός μου είπε ότι πάσχω από Έμενταλ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Tο γενικά απαξιωμένο άτομο - αντικείμενο - συζήτηση - θέμα.

Η οικονομική κατάσταση είναι χεσταία.

Το προδιαγραφόμενο μέλλον είναι χεσταίο.

Ο ανίκανος πολιτικός είναι χεσταίος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν σχεδιάζεις να καβαλήσεις κάποια η κάποιον και τα πράγματα πάνε στραβά και τελικά δεν γίνεται φάση και ο παρτενέρ φεύγει τοιουτοτρόπως, μένεις με την πούτσα στο χέρι.

Επίσης λέγεται για μια δουλειά που την ετοιμάζεις και στο τέλος δεν γίνεται.

Και τέλος, λέγεται για μερικούς που προσπαθούν να ανέβουν την επετηρίδα αλλά αντί να ανέβουν κατεβαίνουν και από τα νευράκια τους που έμειναν με την πούτσα στο χέρι κρεμάνε ταμπέλες σε άλλους που προσπαθούν να τους ξεστραβώσουν από της χοντρομαλακίες που γράφουν και λένε.

Kουράτζο αδελφές και αδέλφια, μπούτσα είναι και όχι μαχαίρι να σε κόψει...

  1. ...Και εκεί που πάω να της τον χώσω και της το χαϊδεύω γέμισε το χέρι μου με υγρά, κάνω έτσι και τι να δω, τα κομμούνια είχαν έρθει και έμεινα με τον μπούτσο στο χέρι.

  2. Τελειωμένη η δουλειά φίλε μου, το δάνειο το είχα στο χέρι, ε ρε και κοιτάζει τον Θηρεσία από το μόνιτορ του ο τραπεζικάκος και με βλέπει και φρίττει... Έτσι, φίλε, έμεινα με τον μπούτσο στο χέρι.

  3. ...Και να με διορθώνει το βλήμα, ο μαλάκας, εμένα που εγώ είμαι ... και δεν ξέρει ποιος είμαι εγώ! Τώρα, θα τον ταχτοποιήσω εγώ τον καραγκιόζη! Να, κάτι τέτοια με κάνουν να μένω πίσω στη σειρά και να μένω με τον πούτσο στο χέρι...

(από Khan, 22/01/14)

Δες και με την ψωλή στο χέρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεσκίζω κάποιο καλό μουνάκι με όλα τα απαραίτητα μέτρα κρασάκια, αναμμένα κεράκια, λαδάκια, κ.λπ. και αφού έχει προηγηθεί ένα πλήρες πρόγραμμα προκαταρκτικών: γλειφομούνια, τσιμπούκια, 69, μασάζ και τα ρέστα.

- Αυτό το μουνάκι το χειρουργώ άνετα...

gender trouble (από xalikoutis, 22/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση πέρασε στο λαϊκό λεξιλόγιο πριν 50 περίπου χρόνια. Πηγή της ήταν οι εισπράκτορες των αστικών λεωφορείων της εποχής.

Η τιμή των εισιτηρίων δεν ήταν ενιαία, αλλά καθοριζόταν από το μήκος της διαδρομής. Από την αφετηρία μέχρι την τάδε στάση, το εισιτήριο κόστιζε 1,30 δραχμές π.χ., μέχρι την δείνα στάση κόστιζε 1,60 δρχ, μέχρι την ταδεδείνα 2 δρχ, κ.ο.κ. Όποιος λοιπόν είχε κόψει από την αφετηρία εισιτήριο αξίας 1,60 δραχμών, έπρεπε να κατέβει μόλις το λεωφορείο έφτανε στην αντίστοιχη στάση, ή να πληρώσει την διαφορά μέχρι εκεί που ήθελε να συνεχίσει. (1)

Ο εισπράκτορας ανήγγειλε κάθε επόμενη στάση με μία μονότονη επαγγελματική φωνή, αλλά στις «τερματικές» μετά το όνομα της στάσης, η φωνή του γινόταν πιο ένρινη και αυστηρή όταν ανήγγειλε το game over των εκάστοτε εισιτηρίων, προειδοποιώντας έτσι τα ψιλολαμόγια να κατέβουν και να μην επιχειρήσουν παράβαση.

Παρ' όλο που ο εισπράκτορας ανήγγειλε σε κάθε τερματική στάση και το τέλος του δικαιώματος των εισιτηρίων της αντίστοιχης τιμής, «τέρμα τα μία και τριάντα», «τέρμα τα μία κι εξήντα», μόνον η φράση τέρμα τα δίφραγκα ευτύχησε να καθιερωθεί. Ίσως επειδή είχε μεγαλύτερο «όγκο» και στόμφο στην εκφώνηση, ή ίσως επειδή το δίφραγκο είχε αρκετή αξία και η φράση υποδήλωνε πως είχες κάνει και αρκετή υπομονή μέχρι τώρα.

Η φράση περικλείει και μια μαγκιά και χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από την περασμένη γενιά, με την σημασία των: Μέχρι εδώ ήταν, Τέλος, Δεν πάει άλλο, Ως εδώ και μη παρέκει (2)

Χρησιμοποιήθηκε και σε πιο λάιτ έκδοση, για να δείξει την αποφασιστικότητα κάποιου ν' αλλάξει την μέχρι τότε στάση του. (3)

Μπήκε όμως και στην πολιτική φρασεολογία δείχνοντας την «μη ανοχή» του λαού απέναντι σε κάποιο πολιτικό πρόσωπο. (4)

Τέλος κατάφερε να δείξει και το τέρμα του νήματος για κάποιον. (5)

  1. Εισπράκτορας: «Παπάγου, τέρμα τα δίφραγκα»

  2. Σαν πολλά μου τα έκανες μάγκα μου. Ως εδώ ήταν, τέρμα τα δίφραγκα.

  3. Ωωπ αγαπούλα μέχρι εδώ ήτανε, δεν ξανακαπνίζω. Τέρμα τα δίφραγκα!

  4. «Στοπ κύριε υπουργέ! Δεν μπορείτε να εμπαίζετε άλλο τους αγρότες. Τέρμα τα δίφραγκα»

  5. -Άστα ρε Γιώργη, τον χάσαμε τον Μανώλη...
    -Τί λες ρε φίλε;
    -Ναι σου λέω, τέρμα τα δίφραγκα γι' αυτόν.

(από Βασίλης-7, 18/04/09)No more two pence, my lad! (από Jonas, 21/04/09)Αλέξανδρος ο Μέγας. 336-323 π.Χ.  Χρυσός στατήρας.  (από ο αυτοκτονημενος, 22/04/09)Να και το δίφραγκο! (από Jim Blondos, 17/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση παρμένη από την ιδιόλεκτο του καζίνο όπου, για το παιχνίδι της ρουλέτας, σημαίνει ότι η μπίλια καταλήγει και σταθεροποιείται σε έναν από τους τριάντα επτά αριθμούς-υποδοχές του περιστρεφόμενου πάνελ, ολοκληρώνοντας την ιδιόμορφη κλήρωση του παιχνιδιού.

Σλανγκιστί, χρησιμοποιείται κυρίως στην έκφραση πού θα κάτσει/έκατσε η μπίλια για να:
1. Δηλώσει ότι τελικά συνέβη κάποια συγκεκριμένη από τις πολλές πιθανές περιπτώσεις στην εξέλιξη ενός γεγονότος που δεν εξαρτάται από εμάς.
2. Δείξει ότι κάποιος αποφάσισε επιτέλους για κάτι, αμφιταλαντευόμενος επί υπερβολικό χρόνο ανάμεσα στις επιλογές του.

  1. - Σειρά βγήκε η μετάθεσή σου;
    - Όχι ρε γαμώτο, παραμένοντας είμαι κι εγώ. Και πρέπει να ξέρω, έχω την δικιά μου να μου ζαλίζει τον έρωτα, έχω τη δουλειά και ανάλογα πού θα είμαι πρέπει να οργανωθώ από τώρα για να βγάζω κανένα χαρτζηλίκι...
    - Όπως όλοι οι αβυσμάτωτοι φίλε... Περιμένουμε να δούμε πού θα κάτσει η μπίλια...

  2. - Ταβερνούλα ή μπαράκι τελικά;
    - Δεν ξέρω ρε συ... Μπαράκι. Οι άλλοι τι θέλουν;
    - Δεν έχουνε πρόβλημα, εσύ είσαι επισκέπτης στην πόλη, όπου πεις εσύ θα πάμε. Λέγε!
    - Εε, ταβερνούλα τότε, να τα πούμε κιόλας; Ή θα πέσουμε; Μήπως κανένα μπαράκι με καλό κόσμο;
    - Άντε να δούμε πού θα κάτσει η μπίλια... Αποφάσισε πια! Πεινάς ή διψάς;
    - Καμιά καλή παράσταση παίζει;
    - Θα σ' αφήσω μέσα...

(από patsis, 18/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει ντροπιαστική ήττα σε αγώνες, ή όταν συμβαίνει κάτι μη αναμενόμενο.

Συνήθως προηγούνται τα «έφαγα» ή «έριξα», αναλόγως ποιος το λέει.

  1. Ρε τι ταμπάνι φάγαμε χθες. Αυτή η ομάδα δεν πιανόταν στο γήπεδο.

  2. Φίλε μου κόλλαγε ένας πιτσιρικάς στο φανάρι. Του έριξα ένα ταμπάνι...

  3. Άσε κι έφαγα ένα ταμπάνι απ' τη ΔΕΗ (λογαριασμό)!

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified