Further tags

(με κάποιον) Τα τσουγκρίζω, τσακώνομαι, χωρίζω τα τσανάκια μου. Χαλάω, διαλύω τη σχέση, τη συνεργασία.

Τα σπάσανε Λάτσης και Κωστόπουλος. Χαλάει το ντιλ (λέμε τώρα…)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συγκέντρωση πολλών άσχημων γυναικών (μπάζων) στο ίδιο σημείο. Είναι το ακριβώς αντίθετο του μουνοθύελλα.

- Πήγα χθες στο opening του Boutique στην Αθήνα.
- Και; Είχε καλά κομμάτια;
- Γάμα τα φίλε. Μπαζοθύελλα τρελή. Ούτε 1 στις 10 δεν άξιζε.

(από HardcoreGR, 19/09/11)(από HardcoreGR, 19/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έξοδος ενός άντρα ή μιας παρέας αντρών, με σκοπό το καμάκι. Στην προκειμένη περίπτωση, το θήραμα θεωρείται η γυναίκα, γι' αυτό και ο όρος χρησιμοποιείται μεταφορικά. Συνήθως η λέξη δένει μέσα σε φράση, όπως «βγαίνω για κυνήγι», «πάω για κυνήγι» κ.ο.κ.

- Ρε πούστη μου φάγαμε άκυρο από την Εύα. Δεν μπορούν οι φίλες της λέει. Οπότε χάλασε το σκηνικό.
- Λες να βγούμε μόνοι μας για κυνήγι;
- Ψήνομαι. Πάμε Γλυφάδα;
- Μπα, τρελός είσαι; Εκεί είναι τίγκα στα cocktease. Πάμε Γκάζι καλύτερα.

(από HardcoreGR, 20/09/11)(από GATZMAN, 21/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διαβάλλω, βάζω φυτίλια, παροτρύνω με ύπουλο τρόπο κάποιον να στραφεί εναντίον κάποιου άλλου. Επηρεάζω κάποιον ενεργώντας παρασκηνιακά. Συκοφαντώ, διαλύω ζευγάρια ή φιλίες. Δραστηριότητα προσφιλής σε κατίνες και δολοπλόκους. Πρώτος διδάξας θεωρείται ο διάβολος –που συγγενεύει κιόλας ετυμολογικά.

  1. Εν τω μεταξύ, οι γονείς του, χωρίς να τους δώσω ποτέ την αφορμή, συνέχιζαν να βάζουν διαβάλματα. Τι δώρα τους έκανα, τι γλυκά τους πήγαινα, τίποτα. Είχαν μια μόνιμη ξινίλα απέναντί μου. Ποτέ δεν κατάλαβα το γιατί. Ίσα ίσα που αγαπούσα πάρα πολύ το παιδί τους.εδώ

  2. Μόλις ο αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος `Ε άρχισε να ασχολείται με τα πραγματικά προβλήματα του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού (περιορισμός διδασκαλίας της ελληνικής παιδείας,αποκλεισμός από το δημόσιο,υφαρπαγή ακίνητης περιουσίας Και δολοφονίες νέων αγωνιστών) έγινε στόχος από τα τσαμικά κόμματα που βάζουν διαβάλματα στο Αλβανικό κράτος να τον Εκθρονίσει και να τον στείλει στην Ελλάδα.εδώ

  3. Όσο για το ότι κάτι μας αποσπάει την προσοχή αυτό έχει σημβεί και στον εαυτό μου οριμένες φορές. Θα συμφωνήσω μαζί σου ότι αυτά είναι πειρασμοί και διαβάλματα ώστε η παρουσία μας στον ιερό ναό να γίνει ανούσια. τότε είναι που πρέπει να μείνουμε και να προσευχηθούμε για να μείνουμε προσηλωμένοι και μακριά απο κάθε τι που προσπαθεί να μας απομακρύνει απο τον σκοπό μας. εδώ

Ο μαιτρ του είδους Φούλιους Ζιζάνιους. (από joe909, 21/09/11)Βασανους Αβάσταχτους ( Asterix:"Η Διχόνοια") (από GATZMAN, 21/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για περιπτώσεις όπου άτομα την πληρώνουν χωρίς να φταίνε.

Η φράση πηγάζει από παλιές ταινίες γουέστερν (καμπόικες), αλλά και από το κόμικ του Λούκι Λουκ, όπου συνήθως υπήρχαν σκηνές που ξεσπούσαν φασαρίες στα σαλούν καταλήγουσες σε πιστολίδι, ενώ ο πιανίστας συνέχιζε να παίζει αλώβητος καθ' υπόδειξη του αφεντικού σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Πολλές φορές η κατάληξη ήταν ο πιανίστας να βρεθεί με σφαίρα /-ες στην πλάτη.

- Κώστα, να μα την Παναϊα την επόμενη φορά που θα γίνει μαλακία ο Γιάννης έχει πάρει πόδι!
- Πλάκα κάνεις ρε Τάκη, τι φταίει το παιδί ναούμ;
- Κάποιος πρέπει να πληρώσει και δε θα είμαι εγώ.
- Ε ναι αλλά να μην πυροβολούμε τον πιανίστα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρίζει το νερόβραστο, ξενέρωτο σέξ κυρίως λόγο έλλειψης αντοχής ενός εκ των δύο (ή και παραπάνω) παρτενέρ. Προέρχεται από το γνωστό και άκρως εκνευριστικό (για όλους τους πορνόβιους με αργή σύνδεση) μήνυμα που εμφανίζεται σε τσόντες μεγάλου μήκους όταν «φορτώνει» η ταινία.

- Έλα ρε συ τελικά το κάνατε με εκείνη την Ιταλίδα που μου έλεγες; Πώς ήταν;
- Μιλάμε για τρελό buffering η τύπισσα κόντεψα να κοιμηθώ....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να δώσουμε έμφαση πως ασχολούμαστε και κουραζόμαστε για να κερδίσουμε κάτι. Χρησιμοποιείται συνήθως-αλλά όχι πάντα- όταν θέλουμε να πούμε ότι μας αρέσει μια γυναίκα και ότι την έχουμε στο ψήσιμο.

1. - Φίλε πολύ ωραίο γκομενάκι η Νατάσσα, την έχω βάλει στο μάτι. - Άραξε στα κυβικά σου αδερφέ, εκεί ιδρώνω φανέλα εγώ...

2. - Πώς σε φάνηκε η φίλη της δικιάς μου εχτές; - Πολύ καλό, άντε να δούμε τι θα βγει... - Τι, ιδρώνεις κιόλας φανέλα ρε σκύλε;

  1. - Μπράβο ρε Μήτσε, τούμπανο το 'χεις το όχημα! - Φχαριστώ ρε, να 'ξερες τι φανέλα ίδρωσα για να το φτιάξω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει σταυρός φτιαγμένος από νήμα και είναι αυτό που έχουν μέσα αρκετές διόπτρες όπλων. Στρατιωτική ορολογία. Το χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να πούμε ότι έχουμε βάλει κάποιον στον στόχο.

  1. - Πω ρε σειρά, ο λοχαγός την έχει κάνει ψώνιο μαζί μου, είπε ότι με έχει βάλει στο νηματόσταυρο. - Αφού είσαι καμπανόφατσα ρε, δεν ηρεμείς με τίποτα!

  2. Μιλάμε για πολύ πρώτο γκομενάκι ξάδερφε, την έχω βάλει στο νηματόσταυρο από καιρό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τεχνική ορολογία των μαστόρων αυτοκινήτων (συνεργειατζήδων).

Προέρχεται από αστοχία στη ρύθμιση του οδοντωτού ιμάντα χρονισμού του κινητήρα, σε σχέση με τα οδοντωτά γρανάζια εκκεντροφόρων και στροφάλου. Ο ιμάντας αυτός έχει μόνο μια σωστή θέση όπου πρέπει να τοποθετηθεί ώστε να λειτουργήσει ο κινητήρας σωστά, αλλιώς σημειώνεται αρρυθμία και δουλεύει λάθος, κοινώς ρετάρει.

Το χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να πούμε ότι κάποιος δεν πάει καλά, το έχει χαμένο.

  1. - Ρε τι έγινε με τον άλλον σήμερα, πήγε να με αρπάξει στα καλά καθούμενα. - Α, καλά άστο, μην ασχολείσαι με αυτόν, πηδάει δόντι.

  2. Πήδηξες δόντι ρε παπάρα;Τι σαματάς είναι αυτός μέρα μεσημέρι;

(από Παπαντώνης, 27/09/11)

Σχετικό: ρετάρω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να πούμε με κόσμιο τρόπο -συνήθως μεταξύ άλλων- ότι δεχθήκαμε παροχή υπηρεσιών ιερόδουλου.

  1. - Τελικά πήγες για ποτό εχθές; - Όχι ρε, το απόγεμα μόνο πετάχτηκα και ψώνισα ένα ξανθό παλτό.

  2. - Ρε συ, γιατί πάει ο Μπίλης κάθε Σ.Κ. στη Βουλγαρία; - Α, δε το ξέρεις; Έχει καλά ξανθά παλτά μέσα ρε...

βλ. και κουβερτούλα ορ. ironick

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified