Λέγεται για ανθρώπους με λίγη ή καθόλου αυτοεκτίμηση, είτε αυτοί το ξέρουν είτε όχι.
Είναι ο πρώτος αριθμός στο λαχείο και φέρεται σαν τελευταίος, ο βλάκας.
Λέγεται για ανθρώπους με λίγη ή καθόλου αυτοεκτίμηση, είτε αυτοί το ξέρουν είτε όχι.
Είναι ο πρώτος αριθμός στο λαχείο και φέρεται σαν τελευταίος, ο βλάκας.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο αυνανισμός, η μαλακία η κοινή.
Ο όρος παραπέμπει με διάθεση παλιμπαιδισμού στη βρεφική ηλικία, όπου το γνωστό και αθώο βρεφικό παιχνίδι διακτινίζεται αυτούσιο στην εφηβική και ενήλικο διαδεδομένη αυτοϊκανοποιητική δραστηριότητα.
Προς τον μαλάκα που συνεχίζει ακατάπαυστα τις μαλακίες: - Βάρα, μαλάκα, βάρα την πεοκουδουνίστρα.
Got a better definition? Add it!
Παθητική φωνή του ρήματος τσουτσουριάζω.
Περιγράφει γενικώς την έγερση, αλλά, ειδικότερα, όταν επιστρατεύεται από την εφεδρεία, περιγράφει τις σηκωμάρες του ανδρικού πέους. Χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικά στο γ' ενικό πρόσωπο του αορίστου.
Είναι προσφιλής έκφραση των σιγανοπαπαδιών.
Το βάσανο:
- Αχ μωρό μου, τι βλέπω, μου ακόμα δεν πρόλαβα να ξεντυθώ και σου τσουτσουρώθηκε.
Got a better definition? Add it!
Ειναι γνωστόν εξαπανέκαθεν οτι ο πατήρ και η μήτηρ δεν αποτελούν εδέσματα προς βρώση.
Η συγκεκριμένη φράση αποτελεί άλλη μια διατύπωση ότι φάγαμε τον αγλέορα.
Μετά το γάμο βάλανε τραπέζι και κάτσαμε και φάγαμε τον πατέρα μας και τη μάνα μας.
Got a better definition? Add it!
μπαμπακοίτας, -α (ο, η)
Λέξη ιδιαίτερα δημοφιλής στη νηπιακή - καλοκαιρινή πιάτσα, που όχι μόνο χαρακτηρίζει μια ιδιάζουσα ηχορύπανση, αλλά και τον ίδιο τον ηχορυπαντή.
Παίρνει γένος τόσο αρσενικό, όσο και θηλυκό, ανάλογα αν αυτός ή αυτή που τη προφέρει, είναι αγοράκι ή κοριτσάκι.
Αποτελεί συντόμευση της κραυγής «Μπαμπά, κοίτα!», διαδεδομένη τους καυτούς μονάχα μήνες, σ' όλα τα μήκη και τα πλάτη των ελληνικών παραλιών.
- Μπαμπααά...!!! Κοίτα, βουτιά!
- Κοιτάω παιδί μου...
- Κοίτα μπαμπά, κάνω βουτιά!
- Κοιτάω, γαμώτο!
- Μπαμπά κοίτα! Μπαμπά κοίτα! Μπαμπακοίτα, μπαμπακοίτα, μπαμπακοίτα....!!!
Got a better definition? Add it!
Η φράση χαρακτηρίζει το άτομο που παίρνει τις αποφάσεις σε εταιρεία, οργανισμό, υπηρεσία, επιχείρηση ή σε ομάδα ανθρώπων γενικότερα και είναι σε θέση να επιβάλει την άποψή του, να πραγματοποιήσει τη θέλησή του και να υλοποιήσει τα σχέδιά του.
Μπορεί να χαρακτηρίσει επίσης την επάρκεια του βαθμού επιρροής ενός καθοδηγητή τάσεων, απόψεων (opinion leader).
- Α, γύρισες, ποιος παρέλαβε τη προσφορά;
- Ο Σκορδοπούτσογλου.
- Α, τον ξέρω, καλό παιδί, αλλά δεν κόβει το μαχαίρι του.
Got a better definition? Add it!
Χαρταετό λέμε ότι πετάει αυτός ο οποίος αυτοϊκανοποιείται και δεν είναι ιδιαίτερα δραστήριος στον σεξουαλικό τομέα! Γιορτάζει την Καθαρά Δευτέρα.
Έκοψες καθόλου ή μόνο χαρταετό;;
Got a better definition? Add it!
Όταν λέμε ότι κάποιος κόβει, εννοούμε ότι είναι αρκετά δραστήριος στον σεξουαλικό τομέα. Είναι δηλαδή κόφτης!
Αυτή η κοπέλα δεν μου αρέσει καθόλου... Δεν θα έκοβα ποτέ μαζί της!
Μισό, πάω να κόψω και έρχομαι.
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει φύγε, ουστ, τζάζω, ξεκουμπίδια, την κάνω με ελαφρά πηδηματάκια κλπ.
Από το γαλλικό allez-vous en που σημαίνει το ίδιο.
Μάγκες, μπήκε ελεγκτής στο λεωφορείο, ώρα να τη κάνουμε αλεβουζάν.
Got a better definition? Add it!
Μεταφορικά, ο αυνανισμός, η μαλακία.
Η έκφραση αποτελεί συνδυασμό κατάληξης γυναικείου ονόματος, όπως π.χ. Αμαλία, Ευθαλία, Κορνηλία, Κρυσταλλία κλπ, που, παραπλανητικά και ενδεχομένως και νοσταλγικά, παραπέμπει σε γυναίκα, μαζί με το τμήμα της άκρας χειρός, παλάμη η αλλέως χούφτα, που υλοποιεί την παλινδρομική κίνηση της επιδερμίδας του ανδρικού μορίου, κατά την αυτοηδονική και ανακουφιστική διαδικασία εξαγωγής του γνωστού γαλακτώδους οπού του άρρενος.
Got a better definition? Add it!