Further tags

Σε αντίθεση με την έκφραση μαλλιά κουβάρια (πχ. «αδελφές και παλικάρια γίνανε μαλλιά κουβάρια») που χρησιμοποιείται για να περιγράψει μία μπερδεγουαίυ κατάσταση, τα μαλλιοκούβαρα είναι άλλου παππά ευαγγέλιο. Είναι τεχνικός όρος του μηχανοκίνητου αθλητισμού που σημαίνει πάω με τσίτα γκάζια, ξεχνάω τι σημαίνει φρένο, έχω μία φόρα εν πάσει περιπτώσει που αν δε με δεις νά 'ρχομαι από πίσω θα περάσω από πάνω σου.

Κι εκεί που πάω εγώ χαλαρά και δεξιά στην παραλιακή βλέπω στο καθρεφτάκι ένα Evo τουμπανιασμένο να 'ρχεται μαλλιοκούβαρα. Κατεβάζω, τουρμπίζει και της δίνω και είμαστε τώρα και κυνηγιόμαστε μέχρι τον Πράπα μέχρι που σκάει από την Αχιλλέως μπατσικό και λέω την κάτσαμε τη βάρκα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ωραίο πράμα, μια χαρά, καλύτερα δε γίνεται.

Συνώνυμα: μέγκλα, τζιτζί

Χρησιμοποιείται και ειρωνικά με ακριβώς την αντίθετη σημασία - ειδικά όταν βρεθούμε φάτσα κάρτα με κάτι που είναι η αποθέωση της γουστέλλειψης και ειδικότερα του γυφτοκυριλέ και του τουρκομπαρόκ.

Σχηματίζεται από τη λέξη μερακλής+ το επιτατικό νταν (βλ. π.χ. και τζαμπαντάν).

  1. Πήγαμε από του Κώστα χτες και μας έβγαλε ένα τσίπουρο Τυρνάβου με κάτι μεζεκλίκια μερακλαντάν. Ωραία γούστα ...

  2. Ωραίος ο Τίμος... πέδιλο Τίμπερλαντ με άσπρη καλτσούλα... μερακλαντάν...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η στραβή σε σχέση, το ξενοπήδημα, το τσουτσούνισμα. Συνώνυμο: τζιριτζάντζουλα. Χρησιμοποιούνται κυρίως στον πληθυντικό, ενίοτε και μαζί ώστε να δωθεί έμφαση. Συνοδεύονται από περιπαικτικό ύφος.

Δεν τά 'χουμε μια βδομάδα κι άρχισε τις τιριτόμπες και τις τζιριτζάντζουλες, πουκακοχρονονάχει.

(από joe909, 01/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για την παρατεταμένη αποχή από το σεξ. Όταν συνεχίζεται για πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα, αποσταθεροποιεί δραματικά την ψυχική ισορροπία του ατόμου και το οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε πλήθος νοσηρών συμπεριφορών. Τα υστερικά ξεσπάσματα μιας γεροντοκόρης αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα αγαμησιάς.

  1. Ένα μήνα έχω να συναντηθώ με τη δικιά μου. Λείπει στο εξωτερικό κι εμένα μ' έχει φάει η αγαμησιά εδώ πέρα...

  2. - Την άκουσες τη διευθύντρια πώς ούρλιαζε πρωινιάτικα επειδή άργησα πέντε λεπτά; - Αφού την έχει φάει η αγαμησιά ρε κι έχει βαρέσει διάλυση!

(από Τσακ εις την μέσην, 25/10/10)Monty Python - Σπασαρχίδικο παράδειγμα αγαμησιάς. (από Cunning Linguist, 06/07/12)

Ακόμη: αγαμία, αγαμοσύνη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κανείς χαμουρεύεται με μια γκόμενα και καθώς είναι καυλωμένος για πολλή ώρα χωρίς όμως να τελειώνει, ανακαλύπτει ότι το εσώρουχό του έχει γεμίσει προσπερματικά υγρά. Έχει δηλαδή ξεροχύσει, κατά το ξεροβήξει: όπως ο ξερόβηχας είναι τζούφιος βήχας, έτσι και το ξεροχύσιμο είναι τζούφιο χύσιμο!
Βασικά είναι καλύτερο να το λες παρά να το περιγράφεις... Δες πάντως και το σταλάζω.

- Τι έγινε με τη μικρή που βγήκες χθες; Τη γάμησες;
- Άσε ρε, με είχε δυο ώρες να ξεροχύνω στο χαμούρεμα και στο μπαλαμούτι και τελικά πήγε σπίτι της!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ανταλλαγή, η αλλαξοκωλιά (με την καλή έννοια)... Μαζί με το ρήμα κάνω σχηματίζει την έκφραση κάνω τράμπα.

- Ωπ, δεν ήξερα ότι έχεις Load των Metallica!
- Από τον ξάδερφό μου τον Στάθη το πήρα, τό 'κανα τράμπα με το Holy Land των Angra.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γράφω σε blog. Ανεβάζω, κάνω upload. Από το Αγγλικό ρήμα to post.

Πρόλαβα να ποστάρω πρώτος σε αυτή την τελεταυταία απόπειρα των κουρελιών να δημιουργήσουν μια διαδικτυακή οντότητα για το βιβλίο άλλου στυλ.

(Το αντέγραψα με copy and paste από blog χωρίς να αλλάξω τίποτε.)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενίοτε και ως «η Άρτα και τα Γιάννενα», η έκφραση χρησιμοποιείται για να περιγράψει το μέγα πλήθος ετερόκλητων πραγμάτων, από τα 2537 αντικείμενα που κατά μέσο όρο έχει η γυναικεία τσάντα μέχρι τα 46 κρεματζόλια και χαϊμαλιά που φοράει το μέσο πιριπιτσόλι.

1
- Το Σούλι και τα Γιάννενα έχει εδώ μέσα... Πού να το βρω το ρημάδι το κινητό; Σκάσε κι εσύ ρε αναθεματισμένο, ντριν και ντριν.

2
- Ωραίο γκομενάκι η Σπίνη ρε συ!
- Έλα ρε το πιρπιτσόλι τώρα, που βγαίνει πρωί πρωί με το Σούλι και τα Γιάννενα πάνω της λες και πάει κι εγώ δεν ξέρω πού. Ασήμια, χρυσάφια, μπακίρια, τζίγκιρι μίγκιρι όλα να βαράνε. Παρ' την εσύ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα πράγματα έχουν ζορίσει τόσο που κάθομαι πάνω στον κάθετο άξονα 2-D διαγράμματος. Με άλλα λόγια, κάτι μακρύ και επώδυνο έχει μπει στον κώλο μου.

- Εμ, στά 'λεγα γω να φύγουμε με την ώρα μας γιατί θά 'χει μποτιλιάρισμα για τ' αεροδρόμιο. Κάτσε τώρα, μαλάκα, στον άξονα των ψ!

(από poniroskylo, 14/03/08)

Βλ. αντίστοιχα: άξονας του z, κάθομαι στον άξονα των ζεντ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που αδιαφορεί για τις συνέπειες των πράξεών του, και δη για αυτές που γυρίζουν στον ίδιο. Προέρχεται προφανώς από τους βομβιστές αυτοκτονίας.

Κατ' επέκτασιν, ο ασυλλόγιστος, ο σταρχίδιατου, αυτός που κάνει κάτι επειδή εντάξει, και όχι γιατί το ευνοούν οι συνθήκες.

  1. - Πω, ρε πούστη, χάζευα και πέρασα την Πατησίων ταλιμπάν. Πώς και δεν με μάζεψε κάνας ταρίφας...

  2. Με την έννοια του στ@@του:
    - Κατέβηκα ταλιμπάν Μαθηματικά Ι και πήρα πουλαδέρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified