Μεταχειρισμένο αλλά σχεδόν καινούργιο, σε πολύ καλή κατάσταση.
- Ο Φίφης πήρε ένα παπί του κουτιού.
- Άτσα.
Μεταχειρισμένο αλλά σχεδόν καινούργιο, σε πολύ καλή κατάσταση.
- Ο Φίφης πήρε ένα παπί του κουτιού.
- Άτσα.
Got a better definition? Add it!
Το προφυλακτικό του παππού.
(Απο live διάλογο σε περίπτερο)
Περιπτεράς: - Τι θέλεις παππού;
Ηλικιωμένος: - Τσάκω μια περιποιημένη παπουτσοθήκη.
Got a better definition? Add it!
Αντί επιφωνήματος, χαρακτηρίζει πρόσωπα ή καταστάσεις που είναι τόσο ηλίθιες, ξεκάρφωτες, κουλές ή απλά παράλογες που κανείς δε μπορεί να σχολιάσει και το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να αναφωνήσει: «Ό,τι νά 'ναι!».
Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σαν επίθετο.
- Ρε... καλά δε παίρνει γραμμή αυτός ο Γιάννης! Τού 'χουν βάλει κεφαλάκια από σπίρτα μέσα στα τσιγάρα, ανάβει, και το τσιγάρο γίνεται πυρανάλωμα, και αυτός όχι μόνο δεν το καταλαβαίνει αλλά γυρνάει και λέει ωΧμμ... Έχουν ένα παράξενο άρωμα αυτά τα τσιγάρα!»
- Αχαχαχά! Σοβαρά;;; Πώωω... ό,τι νά 'ναι!
Got a better definition? Add it!
Κάτι το οποίο έχει καταντήσει τόσο συνηθισμένο, που έχει ή κοντεύει να εξευτελιστεί, το κλισέ. Συνήθως στο ρηματικό τύπο γίνομαι σούπα.
(από διαδικτυακό φόρουμ)
Υπάρχουν τουλάχιστον άλλα 2 thread με το ίδιο ακριβώς κείμενο (που έχει γίνει σούπα πλέον).
(Περί «Κωνσταντίνου και Ελένης» ο λόγος:)
Αίσχος δε την αντέχω άλλο αυτή τη σειρά έχει γίνει σούπα 2-3 χρόνια παίζει ασταμάτητα 40-50 επεισόδια. (από διαδικτυακό φόρουμ)
(από διαδικτυακό φόρουμ)
[...] δεν υπάρχει μεγαλύτερο ξενέρωμα την στιγμή που παίζεις και έχεις μπει στο παιχνίδι (βράδυ με μουσική υπόκρουση στο τέρμα με τα ακουστικά εννοώ) να βλέπεις την Lara να χάνει το ένα της πόδι μέσα στον τοίχο ή όταν πατάς το num 0, να βλέπεις στιγμιαία μέσα στο κεφάλι της, και όλα αυτά εν έτει 2003 όπου το 3d έχει γίνει σούπα...
(από διαδικτυακό φόρουμ, για τη Μερσεντές Ε200)
Το συγκεκριμένο αμάξι κατά την γνώμη μου, εκτός απ' το ότι έχει γίνει σούπα, έχει και μια απίστευτη έλλειψη χαρακτήρα. Εξωτερικά είναι ένα ωραίο(;) σύνολο που δεν έχει τίποτα ξεχωριστό, τίποτα που θα σε κάνει να σταθείς να το χαζέψεις λίγο.
Got a better definition? Add it!
Οι επαγγελματίες του σεξ έχουν σχετισθεί στο συλλογικό υποσυνείδητο κυρίως με τα είδη κιγκαλερίας και δη με το γνωστό σε όλους μας κάγκελο, κάτι που ο yabihten έχει επαρκέστατα καταγράψει.
Παρά ταύτα, ο σύνθετος κόσμος του αγοραίου έρωτα έχει δημιουργήσει και άλλες συνδέσεις με εντελώς διαφορετικά αντικείμενα, ένα εκ των οποίων περιγράφεται παρακάτω, υποδηλώνοντας πάντα κοσμοσυρροή και μία γενικότερη κατάσταση πανικού από την πολυκοσμία.
Ιστορικά λοιπόν, τα μπουρδέλα στεγάζονται σε παλιά, πολλές φορές ετοιμόρροπα κτίρια, των οποίων η θέρμανση δεν εξασφαλίζετο κεντρικά ή μέσω σύγχρονων θερμαντικών σωμάτων, αλλά μέσω του παραδοσιακού μαγκαλιού. Στον χώρο αναμονής το μαγκάλι ήταν τοποθετημένο κεντρικά για να μπορέσει να θερμάνει όσο δυνατόν περισσότερο το χώρο, οπότε, είτε καθαρά για λόγους χωροταξίας είτε για λόγους αποφυγής του κρύου, ήταν το κεντρικό σημείο γύρω από το οποίο περίμεναν οι πελάτες, δημιουργώντας την προαναφερθείσα πολυκοσμία και κοσμοσυρροή.
Συνώνυμο των εκφράσεων αυτών είναι και το γνωστό μας «της πουτάνας το μουνί» ή στην συντετμημένη του μορφή το «πουτανομούνι», το οποίο για ευνόητους λόγους παραπέμπει στη γνωστή κοσμοσυρροή.
- Πήγαμε στο El Pecado την Παρασκευή που είχε opening.
- Πώς ήταν; Είχε κόσμο;
- Τι λε ρε μαλάκα; Τι κόσμο; Της πουτάνας το μαγκάλι γινόταν. Και πού 'σαι... Τίγκα στο αιδοίο μιλάμε. Τα είδα όλα κωλυόμενα.
Σχετικά:
πουτάνας το κάγκελο, της,
μουνιού το ξέσκισμα, του,
της Πόπης (γίνεται)
Got a better definition? Add it!
Το τηλεκοντρόλ (της τηλεόρασης συνήθως), όπως το αποκαλούν τα μπαρμπόιλ ή οι βλάχοι.
- Βάλε την ΕΡΤ2, που πήγε το κουμπιούτερ!
- ΝΕΤ λέγεται τα τελευταία 15 χρόνια, και είναι τηλεκοντρόλ! Μη μιλάς σαν παππούς. (προσέξτε, προφέρεται κΟΥμπιούτερ και όχι κομπιούτερ).
Got a better definition? Add it!
Λέγεται όταν κάτι είναι πολύ ωραίο. Προέρχεται από το ΜADE IN ENGLAND.
Το κουστουμάκι είναι μέγκλα!
Got a better definition? Add it!
Στην Βόρεια Ελλάδα, σουβλάκι αποκαλείται αυτό που οι Αθηναίοι λένε καλαμάκι.
Στην Αθήνα, σουβλάκι αποκαλείται αυτό που οι Βορειοελλαδίτες λένε σάντουιτς.
Ήρθε προχτές ένας Αθηναίος στο μαγαζί και μου ζήτησε ένα καλαμάκι κι εγώ του έδωσα ένα καλαμάκι που πίνουμε. ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ (και μετά γελάει ο μαλάκας με τη βλακεία που πέταξε, πότε επιτέλους θα σταματήσει αυτο το προπολεμικό αστείο).
Got a better definition? Add it!
Σάντουιτς (χωρίς διαλυτικά, είναι βλαχιά και λάθος) στην Βόρεια Ελλάδα, είναι αυτό που στην Αθήνα αποκαλείται «σουβλάκι».
Σάντουιτς στην Αθήνα, είναι αυτό που στη Βόρεια Ελλάδα αποκαλείται τοστ.
- Κάνε μου ένα σάντουιτς με γύρο ρώσικη απ' όλα.
- Τί;
Got a better definition? Add it!
Αυτός που «πιάνει», δηλαδή αυτός που έχει πέραση, έχει εμπορική απήχηση, είναι trendy κτλ. Τα σκουπίδια της μαζικής κουλτούρας έχουν δώσει σε αυτόν τον χαρακτηρισμό μια αρνητική χροιά, όμως οτιδήποτε πιασάρικο δεν είναι απαραιτήτως και κακό ποιοτικά.
- Ώχου μωρέ, Γιουροβίζιον και παπαριές μανίτσα μου! Έχω βαρεθεί με όλα αυτά τα ξέκωλα και τα πιασάρικα τραγουδάκια τους!
- «Θέλω ζόρικα ντουέτα, Τζίμι Χέντριξ Βαμβακάρης, κι όχι αδελφές Κατσάμπα, να περνάει η ζωή μας τζάμπα»! Καλά τα έλεγε ο Πανούσης...
- Καλά, έγραψα ένα κομματάκι γαμάτο! Progressive, αλλά με κάτι σημεία πολύ πιασάρικα!
- Πολύ πιασάρικα τα σκίτσα σου Άγγελε!
- ... (αμηχανία, γιατί δεν ξέρει αν αυτό είναι καλό ή κακό)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified