Further tags

Σε καθαρά επαγγελματικό κόντεξτ, ως δημοσιοσχεσίτης καλείται ο υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων μίας επιχείρησης, δηλ. αυτός που είναι υπεύθυνος για τη δημόσια εικόνα που αυτή επιθυμεί ή επιχειρεί να προβάλλει προς τα έξω.

Σε πιο αργκοτικό κόντεξτ, ο χαρακτηρισμός δημοσιοσχεσίτης χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα άτομο που με το πρόσχημα της κοινωνικότητας προσπαθεί να τα έχει καλά με όλους, με απώτερο σκοπό την αυτοπροβολή του, είτε για λόγους καθαρά εγωισμού, εγωπάθειας κλπ συναφή, είτε για λόγους ευρύτερης δικτύωσης και τυχοδιωκτισμού, με σκοπό την αποκόμιση οφέλους.

Ως εκ τούτου, ο δημοσιοσχεσίτης μπορεί να είναι φαινομενικά γενναιόδωρος, ευγενικός, κοινωνικός, χαβαλές αλλά την ίδια στιγμή να είναι και ρουφιάνος, δουλοπρεπής, καλοθελητής, κολαούζος, αυλοκόλακας και ένα σωρό άλλα πράγματα που μπορεί να τον εξυπηρετήσουν σε βραχυπρόθεσμο, μεσοπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα.

Παραδείγματα τέτοιων ατόμων υπάρχουν σε όλες τις εκφάνσεις και τα επίπεδα του κοινωνικού βίου.

Συνώνυμο: Καλοχαιρέτας, Βουλευτής Καλοχαιρέτας.

1.Οι πολιτικοί έχουν μεγαλώσει μαθαίνοντας πώς να κερδίζουν την αγάπη του κόσμου και πώς να βγάζουν φράγκα. Είναι δημοσιοσχεσίτες. Πιστεύετε ότι ένας δημοσιοσχεσίτης θα είναι ποτέ ειλικρινής ή θα αποφασίζει για το καλό του συνόλου; (Εδώ)

  1. Η άνοιξη σας βρίσκει σκεπτικούς αλλά σε λίγο θα είστε και πάλι οι γνωστοί πολυλογάδες δημοσιοσχεσίτες που όλοι ξέρουμε και (σχεδόν όλοι) αγαπάμε. (Εκεί)

  2. Προφανώς για να αντισταθούμε. Απέναντι σε τι και σε ποιούς ίσως και να μην μας ενδιαφέρει. Τα κεκτημένα του καθενός πρέπει να μένουν απαραβίαστα. Από τη μία δούλοι, υποταγμένοι, αρριβίστες, ρεβεράντζες κ.ο.κ., από την άλλη εμφανίσιμοι, δημοσιοσχεσίτες εξεγερμένοι, γνωστοί και περιζήτητοι σε μπαρ, γκόμενους/ες, χώρους δουλειάς και συνελεύσεων. Αγωγοί της καθυπόταξης και πρώτοι στα μνημόσυνα όσων αληθινά αγωνίστηκαν «χωρίς καβάντζα ή ματαιοδοξία» καμιά. (Παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αναφερόμεθα σε συγγρουσιακά πανηγύρια και στις μοιραίες συνέπειες αυτών. Κυριολεκτικά, τουλάστιχον.

Συγγρού αποκαλείται πλέον το κόμμα της Νέας Δημοπρασίας, μετά την πρόσφατη μετεγκατάστασή του από την Ρηγίλλης. Quelle déchéance!

- Τρία πουλάκια κάθονται στη Συγγρού. Την ώρα που η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ δείχνει να σηκώνει τα χέρια ψηλά, οι προτάσεις που κομίζει το έτερο κόμμα εξουσίας επιτείνουν την απογοήτευση σε όσους ήλπιζαν ότι η κρίση θα έβαζε επιτέλους ταφόπλακα στη φαυλότητα της μεταπολίτευσης.
(εδώ)

- Οικονομικό κραχ στη Συγγρού. Δυσκολεύεται ακόμη και για την πληρωμή του ενοικίου στον ιδιοκτήτη των νέων της γραφείων και αναζητεί επειγόντως ένα... μνημόνιο με τις τράπεζες
(εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ερωμένη (τύποις) άγαμου κληρικού (που ζει εκτός μοναστικού κοινοβίου), άκα αγαμιδίου. Ο όρος έχει παρόμοια εξέλιξη με το συνείσακτη και το λατινικό subintroducta. Δηλαδή επρόκειτο κατ' αρχήν για συγγενείς εξ αίματος του αγαμιδίου που ζούσαν μαζί του για να τον φροντίζουν, ωστόσο ο όρος εφθάρη καθότι εβέντουαλjυ την φροντίδα αυτή την ανέλαβαν και συγγενείς εκ σπέρματος. Η διαφορά είναι ότι ενώ το συνείσακτη είναι λόγιος και μάλλον επίσημος όρος που υπάρχει και στους κανόνες, λ.χ. στον Θεόδωρο Βαλσαμώνα, και σημαίνει κυριολεκτικά την γυναίκα που συνεισάγεται στην οικία αγάμου κληρικού οποιαδήποτε σχέση και αν έχει μαζί του, το ανηψιά είναι πιο ανεπίσημο και λαϊκό και χρησιμοποιείται πιο κουτσομπολίστικα για να καυτηριαστεί ότι μια συνείσακτη δεν είναι πραγματική ανηψιά.

Πάσα: allivegp.

Γιατί μάτια μου να μην γίνω δεσπότης εγώ που την στεφανώθηκα κι έκανα κι έξι παιδιά, και να γίνει αυτός που την έχει ανηψιά;

(Εγγαμίδιον αφήνει την αιχμή του κατά αγαμιδίου).

Tristane Banon, παραλίγο ανηψιά του DSK (από Vrastaman, 20/05/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος «άσεφτος» λέγεται όταν δεν έχεις κάνει χερικό στο μαγαζί σου, δηλαδή δεν έχεις κάνει καμία είσπραξη.

Άσε, οι δουλειές πάνε χάλια... Εδώ και δύο μέρες είμαι άσεφτος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ταχαμούτος ονομάζεται (από συναδέλφους του «παλαιάς κοπής») ο επαγγελματίας μουσικός, ο οποίος παίζει «πλήκτρα» (synthesizer) συνήθως σε «κέντρα διασκεδάσεως» χρησιμοποιώντας έτοιμες ενορχηστρώσεις σε αρχεία midi.

Παίζει δηλαδή «τάχα μου» εκείνος, ενώ στην πραγματικότητα το μουσικό κομμάτι παίζεται από τον η/υ ή κάποιο sequencer.

- Καλά, ρε Μπάμπη, φοβερός ο Λάκης, ε; Παπάδες παίζει ο πούστης!
- Άσε ρε φίλε, μη τσιμπάς... Ας είναι καλά το sequencer. Ταχαμούτος είναι μωρέ, τρομάρα του!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μας προέκυψε από το παλιό γαλλικό serpentin, αυτό από το λατινικό serpentinus (ερπετόμορφος, οφιοειδής), που προήρθε απ’ το επίσης λατινικό serpens (ερπετό, φίδι) κι αυτό απ’ το επίσης λατινικό serpere (έρπω).
Αφού υποστεί προληπτική αφομοίωση, κυκλοφορεί και με τη μορφή «σαρπαντίνα»

Πρόκειται βέβαια για την έγχρωμη, λεπτή, χάρτινη κορδέλα με το πολύ μεγάλο σχετικά με τον όγκο της μήκος, που τυλιγμένη σχηματίζει κοντό κύλινδρο. Σε αποκριάτικες, συνήθως, εκδηλώσεις (και) με ένα χαρακτηριστικότατο φύσημα στο κέντρο αυτού του κυλίνδρου, ξετυλίγεται παίρνοντας το πασίγνωστο ελικοειδές σχήμα.

Λόγω λοιπόν των ιδιοτήτων του σχήματός της, έχει δώσει το όνομά της σε διάφορα εξαρτήματα και μηχανισμούς όπως:

---τον ελικοειδή συνήθως μεταλλικό σωλήνα σε πολλές συσκευές τύπου μπόιλερ, που βρίσκεται μέσα στο χώρο όπου υπάρχει το ήδη ζεσταμένο απ’ τον λέβητα ή τον ηλιακό συλλέκτη υγρό (ή και αέριο). Το κρύο νερό (ή όποιο άλλο ρευστό) μπαίνει από τη μια μεριά του σωλήνα και βγαίνει, ζεστό πλέον, από την άλλη μεριά, έτοιμο για διάφορες χρήσεις.

Ή κι αντίστροφα: Στο σωλήνα κυκλοφορεί το ρευστό που έχει ήδη ζεσταθεί, προκειμένου να ζεστάνει το αποθηκευμένο –κρύο σε πρώτη φάση- ρευστό που θα χρησιμοποιήσουμε (βλ, 2ο μήδι),

---τον σωλήνα σε συσκευές όπως κλιματιστικά και αποστακτήρες, που βοηθά στην ψύξη του αέρα και την υγροποίηση ουσιών που βρίσκονται σε κατάσταση ατμού και

---τον μηχανισμό πίσω απ’ το τιμόνι των οχημάτων (κι όχι μόνο) που επιτρέπει να μη χάνεται η ηλεκτρική επαφή του τιμονιού καθώς αυτό στρίβει, με την κόρνα, τον αερόσακο κι όσους άλλους μηχανισμούς ενεργοποιούνται από κουμπιά πάνω στο τιμόνι (βλ 3ο και 4ο μήδι).

Συμμετέχει στις περισσότερο ή λιγότερο δημοφιλείς εκφράσεις:
---«Κάνω κάτι σερπαντίνα», που σημαίνει «το ’χω παρακάνει», «το ‘χω παραχέσει», «το ‘χω τραβήξει απ’ τα μαλλιά» και χρησιμοποιείται κυρίως όταν μακρηγορούμε.

---«Μου ‘κανε τα νεύρα σερπαντίνα», που όπως και τα σαφώς συχνότερα «Μου ‘κανε τα νεύρα τσατάλια / κρόσσια» σημαίνει πως: «ίσα κι είμαι στο παρατσάκ να με πιάσουν τα διαόλια μου, οπότε μη πολλά – πολλά, μη γίνει εδώ το Κούγκι. Ά», στο πιο ευγενικό.

---«Με πάει σερπαντίνα», που σχετίζεται με δυσάρεστα επιτακτικές κωλοεκδηλώσεις διάρροιας, που σ’ αφήνουν νταντέλα, όπως εξόχως γλαφυρά ήδη περιέγραψε ο HODJAS σχεδόν δυο χρόνια πριν.

---«Τη φυσάει τη σερπαντίνα» -σαφώς συχνότερα στο γ’ πρόσωπο- που περιγράφει, σαν ένα ακόμη μέλος μιας ατελείωτης λίστας, τον έχοντα σεξουαλικές προτιμήσεις που πολλοί αντιμετωπίζουν ακόμη συμπλεγματικά, πλουτίζοντας παράλληλα τις απανταχού γλώσσες.

---Επίσης, λόγω του σχήματός της και της εικόνας που δίνει η εκτόξευσή της, περιγράφει τα φλόκια που δεν βρίσκουν τον από τη φύση καθορισμένο στόχο. Σε πολιτιστικά προϊόντα που απολαμβάνουν ακόμη και οι λιγότερο θολοκουλτουριάρηδες για προφανείς λόγους τόσο η καταμέτρηση, όσο και το μήκος τους σε slow-motion, έχει αναδείξει παγκοσμίου φήμης προσοντούχους αστέρες που με τις επιδόσεις τους προβλημάτισαν πολλούς.

1.
…Όταν βρίσκεται εγκατεστημένη η σερπαντίνα μεταφέρει νερό το οποίο ζεσταίνεται καθώς δουλεύει το τζάκι-λέβητας. Η θέρμανση αυτή του νερού γίνεται σε ειδικό δοχείο ξεχωριστά από το νερό που προορίζεται για το δίκτυο των καλοριφέρ. Η θέση αλλά και το υλικό της σερπαντίνας αυτής μεγιστοποιούν την απορρόφηση της θερμοκρασίας.

2.
…Η πορεία των υδρατμών συνεχίζεται στο κάτω μέρος της δεξαμενής σε στενότερους σωλήνες που βρίσκονται γύρω-γύρω στα τοιχώματα (σερπαντίνα) με ελαφρά κλίση για να μην κρατούντα υγρά…

3.
…Μπράβο μεγάλε. Να πεις στους κατά φαντασία «κορυφαίους υπουργούς» σου και να μεταφέρεις στο πρωθυπουργικό περιβάλλον (το οποίο βλέπεις μόνο με το τηλεσκόπιο του Κοπέρνικου) ότι καταφέρνεις να κάνεις τα νεύρα μας σερπαντίνα, κάθε φορά που κατά λάθος, πάνω στο καταραμένο ζάπινγκ, πέφτουμε πάνω στις «πληροφορίες» σου από «κορυφαίους υπουργούς» και στο υφάκι εκατό μαϊμού-καρδιναλίων! Αμάν πια! Μας έσκασες!!!

4.
Σας καλούμε στο «ΚΟΨΙΜΟ» της Πρωτοχρονιάτικης Πίτας...
Λες και όποιον φάει την πίτα θα τον πιάσει κόψιμο και θα τον πάει σερπαντίνα και εμείς είμαστε προσκεκλημένοι να το παρακολουθήσουμε.
Ή λες και θα πιάσει την ίδια την πίτα κόψιμο και θ' αρχίσει να κλάνει πριν κοπεί. Έλεος...
(σχολιάζει τη χρήση του «κόψιμο», αντί του σωστού «κοπή» σε πρόσκληση).
(διεκπεραιωτικά)

5.
Έβαλα και πλαϊνά σαμάρια από το γαϊδούρι του μπάρμπα μου του κωλοπυργιώτη γνωστός και ως Ungle AssTower! (Μπάμπης ο Καραμπίνας ένα πράμα) αλλά το κακό είναι ότι γέρνει μόνο από την μια πλευρά. Δεξιά δεν πλαγιάζει το μοτο.
ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΩ;;;
ΥΓ.1 Είναι συλλεκτικό δεν πωλείται ή ανταλλάσσεται, ΥΓ.2 USB δεν παίζει. Αυτά είναι φλωριές. Firewire μόνο. ΥΓ.3 Επόμενη μόντα: Χέστρα με επιταχυντή κλανιών για 0-319,4χαω σε 4,2 δεύτερα και κύκλωμα μετατροπής σκατού σε φυσικό αέριο για εξοικονόμηση καυσίμου. Με μια φράπα και καπάκια ένα milko, σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου, με το αίμα που θα με πάει πίνοντας τα, κάνεις 2 φορές πήγαινε έλα Αθήνα Βερολίνο.
ΥΓ.4 Το έχω κάνει σερπαντίνα το θέμα.

6.
-…κι όσο για τον άλλον που βρίζει με πμ, θα τον φωνάξω την άλλη φορά να κρεμάσει αυτός μπάλες και λαμπιόνια επί τέσσερις ώρες στο γαμώδεντρο. Merry kissmyass!
-Παλικάάάάάριιιιιι!! Το στολίζεις το δέντρο; Το λαμπιόνι το κρεμάάάάάς;
-Τη φυσάω τη σερπαντίνα. Το λούζομαι το κομφετί.

(όλα ως εδώ απ’ το δίχτυ)

7.
-Ρε μαλάκες! Κάνω κάτι γαμήσια τελευταία με την Κούλα, άλλο πράμα! Χθες, την πηδούσα μια ώρα, έχυσα στην κοιλιά της κι αυτή ούρλιαζε ένα τέταρτο απ’ την καύλα!
-Σιγά! Εγώ με την Σούλα χθες γαμιόμασταν δυο ώρες, την πήραν τα φλόκια στη μάπα κι αυτή ούρλιαζε μισή ώρα απ’ την καύλα!!
-Α καλά! Εγώ τις προάλλες έριξα έναν κρύο στην Τούλα, πήγανε κι οι δεκαπέντε σaρπαντίνες στην κουρτίνα κι αυτή ακόμη ουρλιάζει!!!

(κλασικό, προσαρμοσμένο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παλαιάς κοπής πολιτικός. Είναι πιο συνειδητοποιημένος στη φαυλότητά του απ' ό,τι ο απλώς λαοκόλακας, υποσχεσιολόγος Μαυρογιαλούρος, πιο αδίστακτος, πιο υπολογιστικός/μεθοδικός, και το χειρότερο, ενεργεί εν ψυχρώ.

Στη Μεταπολίτευση, τον συναντάμε συχνά υπό τον μανδύα του «τεχνοκράτη» και ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για το σημερινό χάλι της χώρας. Για την ιστορία, ο Χαράλαμπος Βοζίκης (1862-1937), ήταν Έλληνας πολιτικός από την Αρκαδία, πολλές φορές βουλευτής, υπουργός και πρόεδρος της Βουλής με το Λαϊκό Κόμμα.

Χαρακτηριστικό της παλαιοκομματικής αντίληψης του Βοζίκη είναι το ακόλουθο συμβάν, που συνήθιζε να διηγείται ο Κωνσταντίνος Τριανταφυλλόπουλος: Με την απελευθέρωση των νήσων Αιγαίου κατά τους Βαλκανικούς πολέμους, ο Κ. Τριανταφυλλόπουλος (1881 - 1966) ορίστηκε Γενικός Γραμματέας της Διοίκησης των Νήσων του Αιγαίου, τις οποίες διοικούσε ήδη ο Χαράλαμπος Βοζίκης. Κάποτε τον ρώτησε ο Βοζίκης περί της τύχης μιας αίτησης κάποιου πολιτικού του φίλου. Εκείνος, που τον ενδιέφερε η επίδειξη της ταχύτερης δυνατής διεκπεραίωσης των υποθέσεων, απάντησε ότι το ζήτημα είχε ήδη λυθεί. Επακολούθησε δε ο εξής διάλογος:

- Βοζίκης: Μα η αίτησις υπεβλήθη χθες.
- Τριανταφυλλόπουλος: Και τι μ’ αυτό; Το αίτημα υπήρξε νόμιμον.
- Βοζίκης: Και το έλυσες χωρίς να έλθουν να σε παρακαλέσουν;
- Τριανταφυλλόπουλος: Αφού το αίτημα ήτο νόμιμον.
- Βοζίκης: Ώστε έτσι, θα λύωμεν όλας τας υποθέσεις αμέσως, χωρίς να φαίνεται ότι υπάρχει η παραμικρά δυσκολία! Δεν καταλαβαίνεις ότι πρέπει να φαινώμεθα ότι τους λύομεν άλλως άλυτα προβλήματα και ότι θα τους τα παρουσιάζωμεν ως ρουσφέτια;

- Ρε πστ μου, περάσανε νόμο που για να κάνεις έναρξη επαγγελματικής στέγης, πρέπει να φέρεις χαρτί από την πολεοδομία, θεωρημένο από τη Νομαρχία, ότι ο ιδιοκτήτης του ακινήτου που νοικιάζεις, έχει πληρώσει το πρόστιμο για τους ημιυπαίθριους.
- Ε, δεν κατάλαβες καημένε; Επίτηδες τα κάνουν δύσκολα, για να έχεις την ανάγκη τους. Έλεος με τους βοζίκηδες που μπλέξαμε για πολιτικούς, ρε γμτ.

Χ. Βοζίκης (από allivegp, 07/06/11)

Μέρος του ορισμού προέρχεται από το άρθρο της βίκυς στο οποίο παραπέμπει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα σινάφια ανταγωνιστικών επιχειρηματιών, μπασμένων στα βαθιά κόλπα αφανών και σιωπηλών κομματόσκυλων, της παράγκας, ενημερωμένων μουμουέδων κι όχι μόνον, έτσι αποκαλείται ο εχέμυθος ντιλιβεράς των μπικικινίων της διαπλοκής, δωροδοκίας, των μιζεκλικίων, της μιζθοδοσίας, της ευγενούς χορηγίας, του λαδιού ντε, για την ομαλή λειτουργία των μηχανισμών για το ...κοινό καλό.

Και φυσικά ο κουβαλητής ποτέ δε ρωτά πόσο μακριά πηγαίνει η βαλίτσα, για της οποίας το περιεχόμενο ξέρει καλά πως ποτέ δε θα αισθάνονταν άνετα εν είδει επιταγής σε φάκελο ευδώδη κεκλισμένον: αυτή δεν περνά τόσο άνετα κάτω από τα ραντάρ.

Για αυτούς που δεν ξέχασαν την εποχή μεταφοράς τούβλων σε κούτες από πάμπερς, είναι σχεδόν συγκινητική τόσο η ιστορική συνέχεια, όσο κι η εξέλιξη της όλης θαυματουργής διαδικασίας που μετατρέπει βρώμικο ή μαύρο χρήμα από επιχειρηματικό, είτε σε αντίστοιχο πολιτικό, είτε σε καθαγιασμένο από τον τζόγο, κεφάλαιο προς νόμιμες επενδύσεις.

Ο όρος ξαναβγήκε στην επιφάνεια λόγω των πρόσφατων παραγκοεξελίξεων που συντάραξαν το πανελλήνιο. Το περίεργο τάιμινγκ, μια κι ο Ερμής είν’ αθώος, αποδίδεται, με βεβαιότητα, στο πως βρισκόμαστε μεταξύ εκλείψεων.

1.
Όταν ξεκινάει ο απεργός μιλώντας για τις θέσεις εργασίας που θα χαθούν, (ναυτεργάτες), ή για τις εταιρίες που θα τους πάρουν ολωνών το επάγγελμα και θα τους κάνουν φτωχομπινέδες μεροκαματιάρηδες, (φορτηγατζήδες), ή για το ξεπούλημα της ενέργειας της χώρας σε βαλιτσάκηδες λαμόγια που κοιτάνε, ίσα που προφταίνουν, ν’ αρπάξουν κάτι απ’ τα έτοιμα, τώρα που βρήκανε τη χώρα αφύλακτη και σε τιμή ευκαιρίας, (εργαζόμενοι της ΔΕΗ), έρχονται τότε τα ξεπουλημένα παπαγαλάκια, μαζί κι η τσαπερδόνα χορεύτρια βουλευτής, και αρχίζουν εν χορώ να ξετυλίγουνε θαρρείς όπως το πατρόν, τον παμπάλαιο διάλογο της πλύστρας:….

2.
Μόλις «δέσει» το στήσιμο, οι λεγόμενοι «επενδυτές» ή «βαλιτσάκηδες» αναλαμβάνουν δράση. Το βρώμικο χρήμα που έχει συγκεντρωθεί από άλλες παράνομες δραστηριότητες πρέπει να ξεπλυθεί και το ποδόσφαιρο αποτελεί (παγκοσμίως) μια διαδεδομένη δίοδο.

(Όλα από το δίχτυ)

Προς αναζητητές κλεμένων: Cherchez le valisas! (από sstteffannoss, 26/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τούρκος αξιωματούχος, με αυξημένες εποπτικές αρμοδιότητες σε τοποθεσίες με ιδιαίτερη γεωγραφική σημασία (δερβένια=περάσματα). Κατέστη συνώνυμο με την κατάχρηση εξουσίας, την αυθαιρεσία, την αδιακρισία, την καταπίεση.

Συνώνυμες εκφράσεις: κεχαγιάς στ' αρχίδια μας, τσολιάς στον πούτσο μας.

- Τί στέκεσαι πάνω από το κεφάλι μου και παρατηρείς την οθόνη μου σαν γενικός δερβέναγας;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλ. το λήμμα εθνικάριος, μόνο που εδώ αναφερόμαστε στην Εμπορική τράπεζα, πριν ιδιωτικοποιηθεί.

Κατά τα άλλα ισχύει ό,τι ακριβώς και στο εθνικάριος.

- Η νέα διοίκηση της Εμπορικής προσέλαβε πεπειραμένο προσωπικό από τον ιδιωτικό τομέα. Για να δούμε τι θα κάνει με τους εμπορικάριους που έχει.

Δες και -άριος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified