Further tags

Λακκούβες γεμάτες νερό στους αθηναϊκούς δρόμους οι οποίες μπορεί και να αποτελούν πύλες εισόδου στα έγκατα του Άδη, οπότε καλό είναι να τις παρακάμπτετε και όχι να πατάτε μέσα τους.

- Κι έπεσε ο κακομοίρης με το αυτοκίνητο σ'ένα λακκουβάραθρο... ούτε η Νικολούλη δεν τον βρίσκει...

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εστιατόρειο στη μέση του πουθενά που έχει σύμβαση αορίστου χρόνου με τα ΚΤΕΛ και σερβίρει φαγητά αμφιβόλου ποιότητας και γεύσης.

Καθώς περνάγαμε από το Τραγοπήδημα, ο οδηγός σταμάτησε σε ένα ΚΤΕΛιατόρειο κι έφαγα έναν μουσακά μέσα στο γράσο... Ποτέ ξανά.

Got a better definition? Add it!

Published

Το λέμε για να δείξουμε ότι κάτι είναι πολύ μακριά.

- Πάμε κέντρο;
- Σιγά μην τρέχω στου διαόλου τον πούτσο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Χώρα προέλευσης των σταρχιδιστών, ή τόπος διαμονής τους. Εικάζεται ότι χαρτογραφείται ανατολικά, ενδιαμέσως Ουζμπεκιστάν και Αφγανιστάν.
  2. Κατάσταση υπέρτατου σταρχιδισμού.

Σχετικές λέξεις/φράσεις:

  • Σταρχιδιστής (επίθ): Οπαδός του ωχαδερφισμού.
  • Σταρχιδισμός (ουσ): Κατάσταση έντονης αυτοπαθούς αδιαφορίας.
  • Σταρχιδιλίκι (ουσ): Εκλαϊκευμένη έννοια για τον σταρχιδισμό.
  • Στ' αρχίδια μου όλα (έκφρ.): Έκφραση απόλυτης συμπαντικής απαξίωσης.

- Ρε τον μπαγλαμά. Εδώ καίγεται ο κώλος μας κι αυτός...
- Σταρχιδιστάν ο πούστης...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στρατιωτικές μονάδες στα νησιά ανατολικού Αιγαίου.

- Μου' ρθε μετάθεση για Γκατζολία...
- Καλά είσαι. Εμένα με στέλνουν Γκασμαδία...

Got a better definition? Add it!

Published

Χώρος με πάρα πολλές (ανεξαρτήτου ομορφιάς) γυναίκες.

- Είχε γκόμενες;
- Γκομενολίβανος γινόταν!

Got a better definition? Add it!

Published

Το Άμστερνταμ εν συντομία. Χρησιμοποιείται από άτομα που έχουν επισκεφθεί αρκετές φορές την εν λόγω πόλη και κατ' επέκταση νιώθουν μια κάποια οικειότητα προς αυτή.

-Πω ρε φίλε τέτοια σοκολάτα είχα να πιω από τα περασμένα Χριστούγεννα στο Νταμ!

Got a better definition? Add it!

Published

Η Lαϊκή Aγορά. Χρησιμοποιείται ιδιαίτερα προς ενημέρωση ηλιθίων που πληρώνουν υπέρογκα ποσά για ρούχα.

- Πήγα και πήρα με 200 μόνο ευρώ ένα τζηνάκι από τη νέα σειρά Calvin Klein!
- Από που το πήρες 200 μόνο ευρώ κοπέλα μου;
- Από ένα μαγαζί στο κέντρο... Γιατί;
- Ε γιατί LA κάνει μόνο 10.
- Τι, Αμερική;
- Λαϊκή Αγορά βρε ζώον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χημείο / χυμείο:

  1. Περιγράφει μια κατάσταση όπου συναναστρέφεται πολύς κόσμος με διαφορετικές νοοτροπίες και κουλτούρες.

  2. Ο χώρος όπου φυλάει κάποιος τα ναρκωτικά του.

1.- Τι λέει η νέα δουλειά;
- Άστα... εντελώς χημείο η φάση. Τουλάχιστον τα γκομενάκια είναι καλά.

  1. - Ρε μαλάκα μάζεψε το χημείο, θα μπει η μάνα σου και θα πάει ταμπλάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την λέξη «μπανάνα», φρούτο αφρικανικό. Υποτιμητική ονομασία της Ελλάδας. Δηλώνει την χώρα όπου τα πάντα είναι ιδιαιτέρως υπανάπτυκτα και υπολειτουργούν μέχρις απελπισίας, όπως στις περισσότερες αφρικανικές χώρες.

- Έκανα μιάμιση ώρα να φτάσω στην δουλειά μου χθες. - Και σου κάνει εντύπωση; Αφού είμαστε Μπανανία…

Μπανανίες λεγόντουσαν οι βραχύβιες, επιβεβλημένες από τις ΗΠΑ δικτατορίες της Λατινικής Αμερικής στο β' μισό του 20ού αιώνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified