Selected tags

Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!

Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.

Λέγεται όταν θέλουμε να δώσουμε κάτι από το περίσσευμά μας.

Κραμπούσια = είδος λαχανικού.

- Από πού έρχεσαι Θεια-Γιώργαινα;
- Από το χωράφι, δάσκαλε.
- Βλέπω και φέρνεις μπόλικα κραμπούσια...
- Ναι, ναι, πάρε δάσκαλε κραμπούσια, πάρε!
- Φχαριστώ, δε θέλω...
- Πάρε, δάσκαλε, πάρε, για τα γουρούνια τά 'χομε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην πολιτική, ο όρος καθιερώθηκε κατά την περίοδο διακυβέρνησης της ΝΔ 2004-2009. Σημαίνει το μεγάλο κόμμα τσαντήρι, πανδοχείο, καραβάν σαράι που δέχεται στους κόλπους του κάθε πικραμένο ή χαμένο σε πρόσφατες ή ακόμη και παλιότερες εκλογές. Εννοείται όμως και ολόκληρη η δεξιά παράταξη με την πολύ ευρεία έννοια που περιλαμβάνει από φασιστοειδή πολιτικά μορφώματα μέχρι κεντροαριστερές φράξιες άλλων κομμάτων κατά τη διάρκεια πολιτικής σκοτοδίνης.

Πιο συγκεκριμένα, ο όρος προωτοχρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει τη σχέση της Ν.Δ. με το ΛΑ.Ο.Σ. καθώς το αίμα νερό δεν γίνεται και ο αρχηγός του ΛΑ.Ο.Σ ήταν κάποτε στέλεχος της πολυκατοικίας κλπ κλπ. Τη στιγμή που γράφεται τούτο το λήμμα (Νοέμβριος 2009), οι ένοικοι της πολυκατοικίας έχουν γενική συνέλευση για εκλογή διαχειριστή, θυρωρού, καθαρίστριας κλπ, υπάρχει δε σοβαρή περίπτωση να γίνουν μάλε-βράσε που θα οδηγήσουν σε κατεδάφιση ή ανακαίνιση της πολυκατοικίας.

  1. Τα 'μαθες; Η πολυκατοικία μπάζει νερά. Λένε ότι θα προσχωρήσει και ο Χ.

  2. Ρε συ, η πολυκατοικία έχει διαρροές. Σήμερα αποχώρησε ο Ψ.

  3. Άσε, ρε μαλάκα. Αυτό δεν είναι πολυκατοικία, έχει γίνει η στέγη των αστέγων.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει τον καταλογισμό εργασίας ή έργου σε πρόσωπο ή ομάδα. Γενικά είναι η ίδια έκφραση με το βυσματώνω, ανάλογα από ποια πλευρά το βλέπει κανείς. Λέμε π.χ. «μου κοτσάρισε και την αρχειοθέτηση η μαλακισμένη», ενώ η μαλακισμένη μπορεί να πει «θα τον βυσματώσω με την αρχειοθέτηση».

Πιθανώς να σχετίζεται με το κοτσάρισμα σκάφους στον κοτσαδόρο, ετυμολογία που φαίνεται να είναι πολύ λογική, καθώς το κοτσάρισμα σκάφους «φορτώνει» τεράστιο φορτίο στο εφελκύον όχημα (μα τι λέω ο μαλάκας).

- Θα μου κοτσάρεις τα πιάτα πάλι; Τα 'πλυνα χθες και προχθές, ενώ εσύ πλένεις μόνο το μουνί σου. Άει παράτα με πια!

- Βάζεις μια ρουτίνα για τα γραφικά, κοτσάρεις και λίγο τζάβα-μάβα και είσαι ok!

- Ρε, το μαλάκα, τρία λιμά μου κοτσάρισε. Βάλ' την μέσα!

υπέρμετρο κοτσάρισμα (από panos1962, 07/11/09)κοτσαδόρος (από panos1962, 07/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυρίως στο πλήρες έλα κι εσύ να γίνουμε πολλές. Το πρώτο σκέλος ακούγεται και σε πολλές εύχρηστες παραλλαγές (παράδειγμα 5).

Η έκφραση δηλώνει:

  1. Επιφύλαξη για τον ενθουσιασμό του συνομιλητή μας ν' αποκτήσει μια ιδιότητα που εμείς έχουμε ήδη, να μετακομίσει στην πόλη μας, να ασκήσει το επάγγελμά μας, να αγοράσει την ίδια μάρκα αυτοκίνητο με το δικό μας και λοιπά και λοιπά. Εκφράζουμε, δηλαδή, με ήπια ειρωνεία την απαρέσκειά μας που κάποιος θα μας μιμηθεί είτε γιατί αυτό είναι κακό γι' αυτόν (παράδειγμα 1), είτε γιατί είναι κακό για εμάς (παράδειγμα 2) είτε και τα δύο (παράδειγμα 3).

  2. Πραγματική χαρά που κάποιος θα μας συντροφεύσει σε κάτι, συνήθως όχι ιδιαίτερα σημαντικό: ένα πάρτυ, μια εξόρμηση ή κάτι ανάλογο (μη τυχόν και πάει το μυαλό σας εδώ). Ιδίως αν έχουμε πρόβλημα στο να μαζέψουμε λαό.

Ο άντρας που χρησιμοποιεί την έκφραση σίγουρα διακατέχεται από την παιχνιδιάρικη διάθεση μιας λαρτζ ξεκομπλαρισμένης ανδροπρέπειας, στο ίδιο μήκος κύματος με το «τι τραβάμε κι εμείς οι χορεύτριες!» ή το να απευθύνεται κανείς στην παρέα του ως «κορίτσια».

Ακόμα κι όταν το «πολλές» αναφέρεται κυριολεκτικά σε γυναίκες, η φράση έχει κι εκεί μιαν αυτοτέλεια, μια χαριτωμενιά που στέκεται από μόνη της στο λόγο και μεταφέρει την αύρα της, σε φάση «λέμε και καμιά μαλακία να περάσει η ώρα». Η διαφορά είναι πως σ' αυτήν την περίπτωση η κυριολεκτική διάθεση επεκτείνεται κατά κανόνα και στην πρόσκληση (παράδειγμα 6).

  1. - Παιδιά, όλοι εσείς για εγγραφή περιμένετε;
    - Ναι, αλλά η ουρά ξεκινά απ' το αμφιθέατρο.
    - Α καλά, τώρα τα πιάσαμε τα λεφτά μας. Ε δε γαμείς, θα περιμένω, τι να κάνω;
    - Έλα κι εσύ να γίνουμε πολλές...

  2. - Πρόσεχε την μπέμπα που πάει να χωθεί!
    - Ωραία. Δεν μας έφτανε το μποτιλιάρισμα, έχεις και τον μαλάκα να κάνει ταρζανιές. Πάλι θα χάσουμε το φανάρι για την έξοδο...
    - Σου κάνει κάτι νοήματα.
    - Άντε ρε αγόρι μου, έχεις μπει μισός μπροστά μου και τώρα μου ζητάς να σ' αφήσω; Έλα κι εσύ να γίνουμε πολλές...

  3. - Καλά ρε φίλος, θ' αφήσεις το νησί και θα έρθεις σ' αυτό το μπουρδέλο την Αθήνα; Κι εγώ πού θα πηγαίνω το καλοκαίρι;
    - Γιατί, εσύ τι έκανες; Εκεί δεν έψαχνες από την αρχή για δουλειά;
    - Τεσπά, τι να σου πω. Έλα κι εσύ να γίνουμε πολλές...

  4. - Τελικά είμαι εξοδούχος σήμερα, πού είστε;
    - Στο Κυβερνείο για ποτάκι, άντε έλα να γίνουμε πολλές!

  5. - Λες να γραφτώ κι εγώ σ' αυτό το slang.gr;
    - Γράψου κι εσύ να γίνουμε πολλές. Στ' αρχίδια μου κιόλας.

  6. Από εδώ:
    «Για γυναίκες, που αγαπούν γυναίκες..»
    Ωραιότατο φόρουμ για εμάς και μόνο εμάς! Ελάτε να γίνουμε πολλές;p

(Σ.ς.: Η γυναικεία ομοφυλοφιλία είναι μια ευχάριστη σύμπτωση στο στατιστικό δείγμα, όχι απαραίτητο νοηματικό περιεχόμενο του λήμματος.)

Στο 0.38. (από Khan, 22/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική έκφραση αποτροπής «ματιάσματος», απέναντι σε κάποιον ή κάποια που θαυμάζουμε. Ως γνωστόν και σύμφωνα με τις παραδόσεις, τα σκόρδα αποτελούσαν ανέκαθεν, όπλο κατά της βασκανίας, της κακοδαιμονίας και του κακού ματιού. Όπως λέει και η Βικούλα:

Από τα αρχαία χρόνια και το Μεσαίωνα το σκόρδο θεωρούνταν ως εξαίρετο φάρμακο και αφροδισιακό. Επίσης το είχαν σαν φυλακτό ενάντια στα κακά δαιμόνια και τους βρικόλακες καθώς και κατά του ματιάσματος. Υπάρχουν πολλές λαϊκές παραδόσεις σχετικά με το σκόρδο. Έτσι μία πλεξούδα από σκόρδα σε ένα σπίτι ή χωράφι διώχνει το μάτιασμα. Άμα κάποιος θαυμάζει κάτι για να μη το ματιάζει συνηθίζεται η έκφραση «σκόρδα στα μάτια σου» έτσι αποτρέπεται το μάτιασμα. Στην έγκυο γυναίκα και στο νεογέννητο βρέφος τοποθετείται ένα σκόρδο για να φύγει το κακό μάτι. Την ημέρα της πρωτομαγιάς τρώνε σκόρδο για προληπτική εξουδετέρωση του κακού. Ακόμα και πλαστικά σκόρδα τοποθετούνται σε αυτοκίνητα για γούρι. Βικούλα Είναι σύνηθες να προηγούνται ένα ή δύο «φτου» πριν την αναφώνηση της λέξης «σκόρδα», στο πνεύμα της άλλης σχετικής και δημοφιλούς έκφρασης φτου σου, φτου σου, να μην σε ματιάξω!

- Πω ρε, κοίτα τι περνάει...
- Φτου, σκόρδα κοπελάρα μου! Ζαχαροπλάστης ήταν ο πατέρας σου;

Σκόρδα (από Jonas, 09/11/09)Σκορδά (από Jonas, 09/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για κάποιον που είναι τόσο μαλάκας κι άχρηστος, τόσο σκατένιος, ώστε δεν τον θέλει ούτε ο Χάρος. Κάτι παρόμοιο με το «κακό σκυλί ψόφο δεν έχει» -αν και κττμγ δεν υπάρχει κακό σκυλί, αλλά κακός «ιδιοκτήτης» του, τέσπα.

Την έκφραση άκουσα από μεγάλη γυναίκα χωριού.

- Δεν τον βλέπω καλά τον κυρ-Μήτσο, θεία...
- Μπα... σκατά δεν παίρνει ο Χάρος παιδάκι μου...

Got a better definition? Add it!

Published

Μεταφορικά σημαίνει την επερχόμενη βύθιση, το ναυάγιο όσον αφορά κυρίως στο οικονομικό.

Χρησιμοποιείται, βέβαια, και στον αισθηματικό τομέα, π.χ. όταν μια σχέση ή ένας γάμος οδεύει ολοταχώς προς διάλυση. Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται κατά κόρον και στα δημοσιονομικά της Ελλάδας.

  1. Ο Χατζημήτσος βάρεσε κανόνι. Τα λεφτά που μας χρωστάει θα τα πάρουμε του αγίου πούτσου. Πάμε για φούντο!

  2. - Τα 'μαθες; Ο Απόστολος και η Γεωργία πάνε για φούντο.
    - Ε, τι περίμενες; Αυτός είναι πουτσοκέφαλος κι αυτή τον παίρνει απ' όλες τις μπάντες. Πώς θα κάναν προκοπή;

  3. - Πάλι μας βάλαν στην επιτήρηση οι Αλμούνηδες.
    - Τι περίμενες, αφού πάμε για φούντο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντί για πριτς, θα μπορούσε κανείς περιφραστικά να πει: Η πρότασή σου δε με συμφέρει και θα προτιμήσω να μην τη δεχτώ ή απλούστερα όχι. Τσαχπίνικα όμως λέμε πριτς!. Και πώς μπορεί να θυμώσει κανείς σε μια τόσο χαριτωμένη άρνηση!

Μην ξεχνάμε ότι το πριτς υπήρξε και η ιστορική απάντηση του Γκαούτσο Κώτσο σε ερώτημα του Αντρίκο ντε Πάσο σχετικά με υποθετική απαίτηση του λαού της Γκρέτσια Μορένα, στην ανεπανάληπτη Μονομαχία στις Σέρρες Μάντρες (βλέπε σχετικό μήδι).

Το πριτς είναι μια λέξη που ξυπνάει μνήμες από τα παιδικά μας χρόνια. Μια γλυκιά άρνηση με ταυτόχρονο κλείσιμο του ματιού. Μια αθώα έκφραση που σαν ήχος θυμίζει λίγο πορδίτσα. Ίσως το όχι όπως θα το πρόφερε ο ποπούλης ενός μικρού κοριτσιού στην ύστατη προσπάθειά του να μιλήσει...

Κωστάκης: «Αννούλα, θέλεις να σου δώσω το ροδάκινό μου;»
Αννούλα: «Ναί θέλω! Ευχαριστώ!!!»
Κωστάκης: «Εντάξει, αλλά κι εσύ θα μου δείξεις το κιλοτάκι σου...»
Αννούλα: «Πριτς!»

Το επίμαχο σημείο είναι στο 6ο λεπτό. Προτείνω όμως να το ακούσετε ολόκληρο! (από Jim Blondos, 14/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα προερχόμενο από το (σ)ουσιαστικό κανίβαλος, ανθρωποφάγος. Δεν ξέρω αν έπεσε ποτέ σε ορίγκιναλ φάση, σημαίνον, δηλαδή, τρώω άτομα του ιδίου είδους (για τον γράφοντα βοοειδή και αμνοερίφια καθ' ότι υβρίδιο) και το ψιλοαμφιβάλλω.

Μάλλον η χρήση του ξεκίνησε με τον τηλεκανιβαλισμό (παράβαλε και την επικά σουρεαλιστική καΐλα των ογδόνταζ «τηλεκανίβαλοι») και τα ρηάλιτυ σόουζ. Εκεί, άνθρωποι με ψυχολογικά ή και άλλα προβλήματα και, το βασικότερο, άγνοια του τι τους συμβαίνει πραγματικά γίνονται αντικείμενο στυγνής εκμετάλλευσης από άτομα σαφώς πιο έξυπνα (με μια διεστραμμένη έννοια του όρου) και πολύ μεγαλύτερα ψυχολογικά προβλήματα (με τάσεις αυτοεπιβεβαίωσης σε βάρος αυτού που θεωρούν κατώτερο, και κυρίως χωρίς ηθικές αναστολές, καριερίστες, αυτοί που θες για γαμπρούς σου εν ολίγοις) με σκοπό την τηλεθέαση και τα γκαφρά.

Από εκεί επεκτείνεται στην (ημι)δημόσια διαπόμπευση κάποιου ο οποίος αποδεδειγμένα αδυνατεί να καταλάβει ότι τον δουλεύουν μέσα στη μάπα του, κυρίως αφήνοντάς τον να εκτίθεται και οδηγώντας τον στο να εκτίθεται όλο και περισσότερο.

Χαρακτηριστικό γνώρισμα της κατάστασης, σε σημείο μάλιστα πρόκλησής της, είναι η εθελούσια συμμετοχή του κανιβαλιζόμενου, ο οποίος λόγω άγνοιας ή λόγω μεγαλομανίας κατά κάποιον τρόπο (ο παππούς μου νομίζω έλεγε «να μην κλάνουμε παραπάνω απ' τον κώλο μας») βρίσκεται έξω απ' την κατηγορία του.

  1. - Είχανε φωνάξει, οι μαλάκες, το παιδάκι στο τραπέζι και το κανιβαλίζανε. Γελάγανε οι κάφροι με την αναπηρία του παιδιού...

  2. - Έχει διαβάσει μισό βιβλιο φιλοσοφία για αρχάριους, ο βλάκας, και μας το παίζει Σαρτρ. Έκατσε χτες μαζί μας και του ρίχναμε πενηντάρικα για να μας μιλάει για το παράδοξο του είναι με παραπομπές στο μανιφέστο για την τριακοστή τέταρτη θέση του Φόυερμπαχ. Σκατά τά 'χει κάνει στο κεφάλι του. Κλάσαμε στο γέλιο.
    - Ρε σκατοκανίβαλοι αφήστε το παιδάκι ήσυχο.

από κουφώματα κ όχι από τηλεκανίβαλους, αλλά το τελευταίο είναι τόσο επικό που δεν μπορούσα... (από jesus, 15/11/09)Αρκάς, Ξυπνάς μέσα μου το ζώο. (από patsis, 15/11/09)

Παράβαλε και το λήμμα πικπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ας υποθέσουμε οτι δυο άνθρωποι τσακώνονται και λογοφέρνουν. Και πως κάπου εκεί κοντά βρίσκεται κι ένας τρίτος. Μπορεί να είναι φίλος ή γνωστός των δύο προηγούμενων, μπορεί να είναι κι άσχετος με την όλη φάση. Και σε κάποια δόση, ο ένας απ' τους δύο λογομαχούντες ζητά απ' αυτόν τον τρίτο να παρέμβει, να πει κι αυτός την άποψή του, να πει ποιος πιστεύει πως έχει δίκιο και τι θα έπρεπε κτγτ να γίνει. Να γίνει δλδ κάτι σαν διαιτητής ένα πράμα.

Όμως αυτός ο τρίτος δεν έχει καμιά όρεξη να ασχοληθεί. Είτε γιατί είναι γενικά ευθυνόφοβος, είτε γιατί πολύ απλά βαριέται και θεωρεί το όλο ζήτημα τρίχες. Συνήθως συμβαίνει το πρώτο. Σκέπτεται δλδ πως όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες. Προτίθεται να τηρήσει απαρέγκλιτα την ενδεκάτη εντολή, το γνωστό «Ού Μπλέξεις». Ή όπως λέει και μια κυπριακή παροιμία, «λείψε που τον ππελά να μη σε βρει το κρίμα» (=απόφυγε τον μπελά για να μη βρεθείς και χρεωμένος). Ή επίσης «από πίτα που δεν τρως, τι σε νοιάζει κι αν καεί». Άσε τους να κουρεύονται λοιπόν κι ας βρουν την άκρη μόνοι τους.

Όλη λοιπόν αυτή η στάση επιφύλαξης, συνοψίζεται στην κορυφαία κττμγ ατάκα «εγώ για τα χαλιά ήρθα!». Με μια κουβέντα: «μη με ανακατεύετε με τα δικά σας, εγώ περαστικός είμαι». Ακριβώς όπως ο τύπος που σκάει σπίτι μας κάθε που σφίγγουν οι πρώτες ζέστες, για να πάρει τα χαλιά μας για φύλαξη και καθαρισμό και να μας τα ξαναφέρει με τα πρώτα κρύα, τον επόμενο χειμώνα. Έρχεται, πακετάρει και τιγκανάουα χωρίς πολλά λόγια.

Ανακεφαλαιώνοντας: «εγώ για τα χαλιά ήρθα!» είναι ένας εύσχημος και δροσερός τρόπος να πάρεις τις αποστάσεις σου από μια δυσάρεστη κατάσταση που παν να σε μπλέξουν. Να βγάλεις την ουρά σου απόξω. Να κάνεις την πάπια / τον κινέζο / τον γερμανό / τον αλέκο.

Απαντάται συνήθως υπό μια πληρέστερη μορφή, του τύπου: «παιδιά εγώ δεν ξέρω τίποτα, για τα χαλιά έχω έρθει..»

(στο γυμναστήριο)
- Φιλαράκι αν έχεις την καλοσύνη, παίζω εγώ σ' αυτό το μηχάνημα...
- Τι λες ρε φίλε, θα μας τρελάνεις; Τώρα μόλις δεν ήρθες;
- Είσαι λάθος. Είχα έρθει και πριν κι άφησα την πετσέτα μου απάνω για να το καβατζώσω.
- Και ποιος είσαι συ ρε φίλε που θα καβατζώνεις και τα μηχανήματα, ο γαμιάς της γειτονιάς; Σάμπως δικά σου είναι και δεν το ξέρουμε;
- Τι να σου πω τώρα... Να, και το παιδί εδώ δίπλα ήτανε και είδε τη φάση. Πες ρε Μητσάκο, εγώ δεν είχα έρθει πρώτος;
- Τι να σας πω παιδιά, εμένα μη με μπλέκετε, εγώ για τα χαλιά ήρθα...

Απ΄ τα καλύτερα του μακαρίτη! (από Khan, 15/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified