Selected tags

Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!

Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.

Χρησιμοποιείται με την κανονική έννοια, αλλά για άσχετα αντικείμενα και συνήθως χωρίς να υπάρχει πραγματικό αντίκρυσμα.

- Καλά ρε μαλάκα Θοδωρή, θα φας και γλυκιά κρέπα;
- Ε μετά από δύο αλμυρές, την αξίζω και μια γλυκιά...

(στη σερβιτόρα του κλαμπ που έχει έρθει να πάρει παραγγελία)
- Μωρό μου, την αξίζω μια Μοέ, τι λες κι εσύ;

(πριν τη συνουσία)
- Έλα εδώ κάβλα μου. Το αξίζω ένα παπί πριν το σεξ.
- Μάλλον τη χυλόπιτα αξίζεις.

Γιατί σας αξίζει - το διαφημιστικό σλόγκαν της Λ\'Ορεάλ (από poniroskylo, 24/07/10)(από Khan, 16/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάτι έχει αργήσει χαρακτηριστικά να γίνει και τώρα δεν είναι επίκαιρο.

Είναι και ανάλογο του κάθομαι πάνω στο παγωτό, με την έννοια του: τώωωρα, κάτσε στο παγωτό (πιες τα εσύ τώρα).

Στο παράδειγμα από κάτω παραδίδω την original καταγωγή της έκφρασης.

  1. (Σε μπαράκι καλοκαιρινό που κλείνει 01.00 το πρωί)

00.30 (στη γκαρσόνα):
- Θα μας φέρεις από μια βότκα-γκέιγκα να γουστάρουμε;

01.10 (η γκαρσόνα έρχεται)
- Το ποτά σας, 18 ευρώ
- Ε, πιες τα εσύ τώρα...
(και τα χύνεις στα βυζιά της και φεύγεις)

  1. - Ρε μαλάκα Τεο, μην παραγγέλνεις άλλο, ποιος θα τα φάει;
    - Σώπα ρε, θα τα τσαλακώσουμε...
    (Σερβιτόρος):
    - Παιδιά είναι πολλά, δεν θα τα φάτε...
    ...
    (προς τον σερβιτόρο, φέρνοντας τα τελευταία):
    - Πιες τα εσύ τώρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν πέφτουμε για ύπνο μετά από μια εξουθενωτική μέρα και βυθιζόμαστε πάραυτα σε βαθύτατο λήθαργο, συμβαίνει καμιά φορά, λίγο αφού έχουμε αποκοιμηθεί, να δούμε ότι παραπατάμε και βγαίνουμε απότομα από το πεζοδρόμιο στον δρόμο, ή ότι σκοντάφτουμε σε ένα σκαλοπάτι, ή ότι πέφτουμε από ποδήλατο, ή ότι κάποια πόρτα κλείνει απότομα μπροστά στη μούρη μας, κλπ.

Τότε το σώμα συσπάται πολύ έντονα, καμιά φορά ξυπνάμε, αλλά σίγουρα ξυπνάει κι αυτός ή αυτή που είναι δίπλα μας, ο οποίος /-α καταλαβαίνει αμέσως περί τίνος πρόκειται αυτό το τίναγμα. Και τότε μας ρωτάει, γελώντας (βλ. παράδειγμα):

- Πεζοδρόμιο;

Και μεις, αν είμαστε ξύπνιοι και αν, λχ, δεν έχουμε πέσει από πεζοδρόμιο, διορθώνουμε:
- Όχι, ποδήλατο...
Και ξανακοιμόμαστε.

(Στη θέση αυτών μπορούν να μπουν τα πάντα, εννοείται. Αλλά νομίζω ότι το πεζοδρόμιο και το ποδήλατο είναι στανταράκια).

(από alamo, 09/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Το πολύ, μάξιμουμ, βία, στην χειρότερη περίπτωση.

Μου υποσχέθηκε ότι αύριο, βαριά μεθαύριο, θα έχει τελειώσει με το χτίσιμο της μάντρας.

Η βαριά ή βαριοπούλα (από Αλάριχος Τεκέλογλου, 29/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως είναι γνωστό, πρόκειται για τη διαδικασία επαναχρησιμοποίησης των υλικών. Η διαδικασία αυτή αφενός δεν γίνεται με όλα τα υλικά, αφετέρου για να έχει νόημα πρέπει να γίνει αρκετές φορές, ώστε να αποκομίσουμε όλα όσα το συγκεκριμένο υλικό έχει να μας προσφέρει.

Κατά πλήρη αντιστοιχία με όλα τα παραπάνω, ο όρος αναφέρεται και στην επαναχρησιμοποίηση ερωτικών συντρόφων.

Συνήθως η εν λόγω ανακύκλωση είναι κατακριτέα, αλλά πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι σε πολλές περιπτώσεις δεν υπάρχει άλλη επιλογή.

- Είδα τον Τάκη χτες, μετά από χρόνια.
- Σώπα, και τι κάνει αυτή η ψυχή;
- Είναι με τη Μαρία αυτόν τον καιρό...
- Πάααααλι ρε μαλάκα; Έλεος πια με την ανακύκλωση.
- Ε τι να κάνει ο άνθρωπος με τέτοια ξηρασία. Να σου πω την αλήθεια, σκέφτομαι να το κάνω κι εγώ.
- Πόσο δίκιο είχε η Βάνα Μπάρμπα τελικά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαμαδοσλάνγκ έκφραση που αναφέρεται στις κατακλίσεις των κατάκοιτων ασθενών εξαιτίας της συνεχούς τριβής σημείων του οπίσθιου μέρους του σώματός τους στα σεντόνια του κρεβατιού, που σημειωτέον, πρέπει να είναι πάντα αεροδρόμιο.

Βέβαια η χρήση που μας απασχολεί εδώ είναι το ειρωνικόν της υπόθεσης. Όταν δηλαδή μας φωνάζει συνήθως η μάνα ή η σύζυγος να σηκωθούμε απ το κρεβάτι (η γκόμενα δεν φωνάζει γιατί κοιμάται κι αυτή δίπλα μας, ούσα ο λόγος της παραμονής μας σε αυτό) γιατί μεσημέριασε κι έχουμε «χίλιες στραβωμάρες« να φέρουμε εις πέρας.

Σήκω τεμπέλαρε και θα τρυπήσει η πλάτη σου, είναι μία η ώρα κι έχεις να βάψεις τα παντζούρ(γ)ια!

τρύπησε η πλάτη του τελικα... (από perkins, 05/06/10)aerodromio (από perkins, 05/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κανονικά είναι όρος της μαγειρικής (όχι αυτής εδώ της μαγειρικής, για όνομα), σλανγκιστί όμως ισοδυναμεί με το κάνω / καπνίζω ένα τσιγάρο.

— Νομίζω ήρθε η ώρα να πά να τσιγαρίσουμε μετά απο τόσο πήξιμο.
— Ε ναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ερώτηση που γίνεται, συνήθως με αγανάκτηση, στον κάθε ηλίθιο που πήρε ενα κωλόχαρτο από την οποιαδήποτε σχολή (οδηγών, πανεπιστημίου, ξένης γλώσσας κ.λ.π.) αλλά η συμπεριφορά και η γνώσεις του πάνω στο αντικείμενο φανερώνουν ότι απλά δεν ξέρει την τύφλα του.

Πολλές φορές η φράση χρησιμοποιείται και ως συμπέρασμα για να τονίσουμε τον βαθμό αχρηστείας, ασχετοσύνης και επικινδυνότητας (όποιος δεν ξέρει και νομίζει ότι ξέρει είναι μάλλον επικίνδυνος) του συγκεκριμένου ατόμου (βλ. παρ. 2,3).

  1. - Καλά ρε καραγκιόζη δεν το βλεπεις το stop!!! - Ποιό stop; - Εκείνο το όμορφο κόκκινο και λευκό σηματάκι που γράφει stop με μεγάλα γράμματα ρε ηλίθιε!!! - Συγνώμη αδερφέ, νόμιζα ότι ήταν το σήμα του Ολυμπιακού!!! - Καλά ρε μαλάκα, νύχτα το πήρες;

  2. - Σου λέω, μην πας σε αυτόν τον γιατρό. - Γιατί ρε γιαννάκη; Αφού έχω ακούσει τα καλύτερα. - Τι λες ρε μπούφε; Ο Νίκος πήγε σε αυτόν με πόνο στις αμυγδαλές και ο ανίδεος ο γιατρός τον έστειλε σε οδοντίατρο. - Τόσο άσχετος; - Ρε, νύχτα το πήρε το δίπλωμα σου λέω...

  3. - Ο Όμηρος , ως γνωστόν, ήταν παιδικός φίλος του Ναπολέοντα ο οποίος τον σκότωσε για να πηδήξει την ωραία Ελένη. - Συγνώμη ρε φιλαράκι, με όλο το θάρρος. Εσύ δεν σπούδαζες ιστορία και αρχαιολογία; - Ναι, πέρισυ ορκίστηκα. - Κατάλαβα. Νύχτα το πήρες το πτυχίο. Αλλιώς δεν εξηγούνται τόσες μαλακίες μαζεμένες.

(από euripidisk, 11/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φιστίκι. Συνομοταξία: αγγειόσπερμα (Magnoliophyta), ομοταξία: δικοτυλήδονα (Magnoliopsida), υφομοταξία: ροδίδες (Rosidae), τάξη: σαπινδώδη (Sapindales), οικογένεια: ανακαρδιοειδή (Anacardiaceae), γένος: πιστακία (Pistacia).

Αυτά με τα επιστημονικά. Μέχρι πρότινος γνωρίζαμε το αράπικο, το κελυφωτό, το αλμυρό, το Αιγίνης ή σαν φιστίκ και τελευταία μάθαμε και το κάσιους. Τόσο ίδια αλλά και τόσο διαφορετικά μεταξύ τους, τα οποία, λόγω του λαϊκής τους κατανάλωσης, έδωσαν και μερικά μαργαριτάρια στη slang ανάλογα με την ποικιλία.

Τον καθάρισε σαν φιστίκι. Αναφέρεται σε όλες τις ποικιλίες φιστικιού που καθαρίζονται από το τσόφλι ή από τις φλούδες με μία μόνο κίνηση. Το λήμμα χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάποιος καθάρισε κάποιον, είτε κυριολεκτικά, είτε μεταφορικά, με εξαιρετική ευκολία και χωρίς δεύτερη σκέψη.

Το ρούφηξε σαν φιστίκι. Χρησιμοποιείται στο ποδόσφαιρο ή στο σεξ για να δώσει έμφαση στο μέγεθος της οπής σε σχέση με την διεισδούμενη σε αυτήν οντότητα. Πηγή έμπνευσης, το φιστίκι με κέλυφος ή το Αιγίνης, από το οποίο αρπάζουμε το φιστίκι με το χαρακτηριστικό ρούφηγμα.

Τα τρώει σαν φιστίκια. Είναι γνωστό εξάλλου ότι «μετά το ποπ δεν έχει στοπ» και «κανείς δε μπορεί να φάει μόνο ένα». Αναφέρεται σε όλα τα φιστίκια τα οποία ως αλμυρά και λιπαρά που είναι, είναι άκρως εθιστικά και, φυσικά, άκρως παχυντικά. Αυτός επομένως που «τα τρώει σαν τα φιστίκια», τα τρώει με χαρακτηριστική ευκολία, με μεγάλη ταχύτητα και αδιάλειπτα.

Τα φιστίκια και γενικότερα οι ξηροί καρποί, μας έχουν δώσει δεκάδες λήμματα, όπως: αλμυρό φιστίκι, φιστίκι, φιστίκι αράπικο, κατάπιε το στραγάλι, φουντούκι κ.α., τοποθετώντας τους ξηρούς καρπούς πολύ ψηλά στην κατάταξη των πηγών έμπνευσης της αργκό.

  1. - Τι έκανε ο ΠΑΟΚ στα πλέι οφ;
    - Τι να έκανε; Τους καθάρισε όλους σαν φιστίκια.

  2. Αυτό το παιδί τρώει τους κεφτέδες σαν φιστίκια. Πού τα βάζει ρε παιδί μου!!!

  3. Μαλάκα έπαθα ζημιά, νόμιζα ότι είχα κάποια σχετικά προσόντα, αλλά αυτή τον ρούφηξε σαν φιστίκι. Σου μιλάω τον εξαφάνισε. Στην αρχή τρόμαξα αλλά μετά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα παλιά τα χρόνια λέγαν τον φούρνο όπου φουρνίζαν τα φαγητά τους. Στις μέρες μας χρησιμοποιούμε την λέξη όταν θέλουμε να πούμε ότι θα βάλουμε κάπου φωτιά, θα τα κάψουμε όλα.

Αγανακτησμένοι διαδηλωτές μεταξύ των: - Ρε τα μουνιά, σπάσαν την πορεία στην Ομόνοια γαμώ τα δακρυγόνα τους, δεν προχωράει...
- Μην μασάτε ρε... φουρνέλο παντού ρε... και στο δέντρο του Κακλαμάνη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified