Selected tags

Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!

Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.

Ο πάλαι ποτέ δημόσιος υπάλληλος. Προέρχεται δε από την συνήθειά των να προσάπτουν γιακά και μανσέτες μίας χρήσεως από τύπο σκληρού χάρτου. Ήτο φθηνότεροι εις τας εποχάς εκείνας. Όλα τα υποκάμισα ήτο τύπου «μάο», όπως ορθώς αντιληφθήκατε και ο γιακάς, χάρτινος ή υφασμάτινος, εφάρμοζε με κομβία εις το ύφασμα.

Αφροξυλάνθη: «Ο Αγαθοκλής επροήχθη εχθές και εκάλεσε μας εις τον τάδε καφενέ ίνα γιορτάσωμεν!»
Ισμήνη: «Σιγά τα ωά χρυσή μου! Ο χαρτογιακάς της εφορίας επροήχθη εις... αρχιχαρτογιακά!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

- Η υπερβολική βαρεμάρα, η αδιαφορία προς ο,τιδήποτε μια συγκεκριμένη στιγμή. Κυρίως λέγεται από κοπέλες, μιας και κατέχουν το αντίστοιχο όργανο.

- Η κακία, η εκδικητικότητα και η χαιρεκακία. Επίσης κυρίως από κοπέλες.

Αφροξυλάνθη: Να σου πω, πάμε να μολάρουμε;
Κατινίτσα: Μπα, με έχει πιάσει ξινομουνίαση σήμερα.

(από perkins, 06/09/10)

Δες και ξυνομούνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε για κάτι που είναι πολύ αστείο ή γελοίο, συνήθως όταν κάποιος γίνεται ρεζίλι. Είναι συνώνυμο με την παλιά γνωστή φράση «γελάει και το παρδαλό κατσίκι».

- Ρε συ, φτιάξε ένα καλό βιογραφικό! Με αυτές τις μαλακίες που γράφεις, όχι μόνο δε θα σε πάρουν για δουλειά, αλλά θα γελάσουν ακόμα και οι κατσαρίδες!

And it was literally like she had reached into my chest, ripped out my heart, and smeared it all over my life! ... and I\'m falling, and I keep falling, and I don\'t think I\'m ever going to stop!This was not a real funny story, was it? (από Galadriel, 22/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το να πίνει κάποιος κατ' ευθείαν απ' το μπουκάλι αγνοώντας το ποτήρι, δείγμα σκληρότητας και αντρισμού. Γίνεται σε μπύρες, κόκα κόλες κλπ.

(Η σερβιτόρα φέρνει τις μπύρες)
- Ποτήρια θέλετε;
- Όχι, θα τις πιούμε κλαρίνο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ώρα κατά την οποία κυκλοφορούν τα σχολικά για να μεταφέρουν τους μαθητές προς ή από το σχολείο. Κάποτε ήταν όλα κίτρινα, τώρα είναι λίγα, αλλά η έκφραση παραμένει.

- Άργησες.
- Συγνώμη, σ΄έστησα... Δεν πρόσεξα ο μαλάκας κι έπεσα στην κίτρινη ώρα...

Λουκιανός Κηλαηδόνης, Κίτρινο φθινόπωρο. Ποίηση Γιάννη Ρίτσου. (από patsis, 01/08/13)

Got a better definition? Add it!

Published

Το λέμε για κάτι μάταιο, που δεν έχει αποτέλεσμα, απογοητευτικό.

- Κατάφερες να συνδεθείς στο ασύρματο δίκτυο;
- Μπα, τόση ώρα προσπαθώ εδώ αλλά... μπλουμ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για να δηλώσει ότι κάτι είναι κοινό, στη μέση, για όλους.

Πολυφορεμένη λέξη σε μεζεδοπωλεία, ταβέρνες και όπου παίζει τρελή μασαμπούκα.

(Συνομιλία πελάτη-σερβιτόρου σε ταβέρνα)

- Δυο τζατζίκια, τρεις πατάτες, μία τυροκαυτερή, μια χωριάτικη, ένα σαγανάκι και ένα λουκάνικο για τη σέντρα και ότι πάρουμε ατομικά.
- Παιδιά είναι πολλά δε θα τα φάτε...
- Ηρέμησε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελληνοποίηση του πασίγνωστου αγγλικού όρου «shock». Δηλώνει μεγάλη έκπληξη ή θαυμασμό. Για να δοθεί έμφαση, είναι καλό στον προφορικό λόγο να προφέρεται με παχύ 'σ' (σσοκ) και στο chat να αναγράφεται ως εξής: σοκκκκκκκ. Οι χρήσεις του αμέτρητες - βλ. παραδείγματα.

  1. - Μαλάκα, φάε αυτό το μπανόφι και κλάψε.
    - Τόσο καλό;
    - Σοκκκκ λέμε...

  2. - Παίδες, χτες έβαλα ένα γκομενάκι το σοκ το ίδιο.
    (σημ.: εδώ κολλάει η απάντηση: Ηρέμησε).

  3. - Κοιτάξτε μαλάκες, έρχονται δυο μουνιά-σοκ.

ή εναλλακτικά:

- Κοιτάξτε μαλάκες, έρχονται δυο σοκ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για να κάνεις γνωστό σε κάποιον ένα γεγονός το οποίο πρόκειται να τον εκπλήξει ή και να τον δυσαρεστήσει. Περιέχει αρκετή δόση σαρκασμού και γλαφυρότητας.

  1. - Ευτυχώς δεν θα είναι ο Πέτρος το βράδυ, μου σπάει τ' αρχίδια
    - Θα είναι, μάθε... και πάθε,

  2. - Μάθε λοιπόν, και αντίστοιχα πάθε, ότι στα καζίνο του Βέγκας όντως δεν υπάρχουν παράθυρα, ούτε και ρολόγια στους τοίχους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απο το κασέρι.

Αναφέρεται σε μίζα από την οποία θα φάει πολύς κόσμος.

  1. - Ο Γιάννης ανέλαβε να φτιάξει τη γέφυρα στο χωριό.
    - Ε, ρε πόσοι θα φάνε από αυτήν την κασερόπιττα.

  2. (αναφερόμενοι σε υπουργούς)
    - Έλα μωρέ, όλοι από την ίδια κασερόπιττα τρώνε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified