Η ευχάριστη ατμόσφαιρα στην παρέα, με πειράγματα, γέλια και ανεβασμένη διάθεση, που είναι δυνατό να καταντήσει και ενοχλητική.
- Δεν μπορέσαμε να μιλήσουμε σοβαρά: δύο ώρες μόνο χαχαλομπούχαλο.
Η ευχάριστη ατμόσφαιρα στην παρέα, με πειράγματα, γέλια και ανεβασμένη διάθεση, που είναι δυνατό να καταντήσει και ενοχλητική.
- Δεν μπορέσαμε να μιλήσουμε σοβαρά: δύο ώρες μόνο χαχαλομπούχαλο.
Got a better definition? Add it!
Παλιά έκφραση που χαρακτηρίζει στενές (φιλικές) σχέσεις. Συνώνυμα: κολλητοί, κώλος και βρακί
[Οι δικαστικοί] τα 'λεγαν μεταξύ τους [...]. Δεν είχαν επαφή με άλλους ανθρώπους, κι αυτό συνηθίζεται πολύ στους δικαστικούς κύκλους. Γιατί και η πιο απλή καλημέρα μπορεί να παρεξηγηθεί. Διότι, κύριε Άλφα ή κύριε Βήτα, [...] σε κάνω παρέα, τραβάμε κι ένα ντρινκ μαζί, λέμε κι ένα αστειάκι για να χαχανίσουμε σε πολύ φιλικό τόνο. Και αύριο μου έρχεσαι ως κατηγορούμενος να σε δικάσω [...] και τυχαίνει να έχεις δίκιο. Και σε απαλλάσσω [...]. Τι θα πουν τα φαρμακερά στόματα [...]; «Ε, βέβαια, παρέα κάνουν μαζί, φιλί κλειδί είναι, πώς να του ρίξει άδικο»!
(Π. Παπαδούκας, «Ξενοδοχείον 'Εξέλσιορ'»)
Got a better definition? Add it!
Ο ομαδικός εναγκαλισμός νεοκεκαρμένου συμμαθητού.
Χαριτωμένη δραστηριότητα παρελθουσών δεκαετιών όπου ο ανθός της ελληνικής κοινωνίας απεφόρτιζε την επιθετικότητα του στους σβέρκους των πλησίον του και ουχί στην δημόσια και ιδιωτική περιουσία.
Πάνε πια αυτά!
- Ο Βασίλης κουρεύτηκε!
- Μπούγιοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοο!
- Ααααααααα
- Ζεις αιώνια κι΄ανασαίνεις, όταν λες μολών λαβέ!
(Οιμωγές)
Got a better definition? Add it!
Λέμε ότι ανοίγουμε πετρελαιοπηγή όταν είμαστε μια παρέα από αρκετά άτομα και στεκόμαστε όρθιοι σχηματίζοντας πηγαδάκι λίγο πριν το διαλύσουμε και αποχωριστούμε, όμως το κουράζουμε πολύ το θέμα και τελικά μένουμε εκεί για πολλή ώρα.
Υποτίθεται ότι από την μακρά παραμονή μας, το πηγάδι που σχηματίζουμε βαθαίνει τόσο πολύ, που κοντεύουμε να χτυπήσουμε φλέβα πετρελαίου και να αναβλύσει ο μαύρος χρυσός, ήγουν ανοίγουμε πετρελαιοπηγή.
(μετά από 30 επαναλήψεις):
- Και πότε ταμελέ τώρα;
- Τα μελέ μελομακάρονα. Τομπούλογλου καμιά φορά; Πετρελαιοπηγή ανοίξαμε!
Got a better definition? Add it!
Το είχα ακούσει από έναν φίλο μου και σημαίνει σύναξη ανδροπαρέας.
Λέξεις για το συνωστισμό αντρών: αρχιδάλωνο, αρχιδαριό, αρχιδόκαμπος, καψιμί, λοσταρία, πουτσοπανήγυρος, πουτσοσπορά, πουτσοχώραφο, σβερκαρία, τίγκα στο αρχίδι, τσατσάρα, ψωλαρία, ψωλοχώρι.
Λέξεις για το συνωστισμό γυναικών: Αιδοίον πέλαγος, ακατάσχετη μουνορραγία, θεομουνία, μουνόβραση, μουνοθύελλα, μουνοκαλύβα, μουνόλακκος, μουνοπλαγιά, μουνοπλημμύρα, μουνώνας, μπαζοκαταιγίδα, μπουλογιόλι, του μουνιού το πανηγύρι, moon storm.
Got a better definition? Add it!
Προέρχεται από τις λέξεις σταφ και «φίλοι». Αναφέρεται στην ομαδική κατανάλωση ναρκωτικών ουσιών, κυρίως χασίς.
Παράγωγα: σταφυλιάζω, σταφύλιασμα, πάτημα σταφυλιών (αναφέρεται στο στρίψιμο τσιγάρου με χασίς)
- Πσιτ,Μάκη, πάμε για... σταφύλι; (κλείσιμο ματιού)
- Έλα ρε φίλεε... Πάτημα σταφυλιών κι έτσι; Το 'ψησα!
Got a better definition? Add it!
Οποιοσδήποτε είναι ξέμπαρκος ή μυρωδιάς με μια συγκεκριμένη ιδεολογία, θρήσκευμα και γενικά με οποιοδήποτε αντικείμενο. Η έκφραση χρησιμοποιείται και για όσους είναι ανεπιθύμητοι σε έναν χώρο η μία παρέα.
- Μωράκι, δε θα μπορέσω να έρθω το Σάββατο στο πάρτι. Έχω raid με την Clan της σχολής στο WoW.
- Ποιος Clan και ποιο WoW ρε Νίκο; Τι είναι αυτά τα Κινέζικα που μου λές;
- Ε άστο μωρέ τώρα, τι να σου εξηγώ...αφού είσαι εκτός εκκλησίας.
- Ψήνεσαι να κατέβουμε Σύνταγμα με τους Αγανακτισμένους την Κυριακή;
- Ναι ρε. Θα πω και στον Βασίλη.
- Όχι ρε, μη του πεις τίποτα. Αυτός από πέρυσι είναι γραμμένος στη νεολαία του ΛΑΟΣ. Γάμα τον, είναι εκτός εκκλησίας.
- Πες του την Κυριακή να βάλει τον Αντωνίου. Το παιδί βγάζει μάτια. Αμόλα!
- Πες του ότι ο Αντωνίου είναι εκτός εκκλησίας. Έκλεισε συμβόλαιο με την Liverpool και μεθαύριο πετάει για Αγγλία.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ομάδα, σπείρα, ασκέρι, που προκαλεί την καταστροφή. Αποτελείται είτε από λούμπεν είτε από «κακοποιά» στοιχεία, και επιδίδεται σε φθορές, κλοπές, βανδαλισμούς και γενικά «αξιόποινες πράξεις».
Μπορεί να αποδοθεί επίσης στην παρέα μας, η οποία φυσικά είναι γαμάτη και τη φοβούνται όλοι.
1)
-Μαζευτείτε ρε φλώρια μην έρθει ο Ψηλός με το λεφούσι του και γίνουμε κώλος εδώ μέσα!
2)
-Καλά ρε τι έγινε και είστε σαν κλαμένα μουνιά;
-Μας επιτέθηκε στο μετρό ένα λεφούσι ΑΕΚτζήδες και μας πήρε στο κυνήγι μόλις που γλυτώσαμε...
Σχετικό: φουρφούκι
Got a better definition? Add it!
Δηλώνει μεγάλη οικειότητα με κάποιον ή αχώριστη παρέα.
Συνώνυμα: είμαστε κώλος και βρακί, έχουμε φάει ψωμί κι αλάτι.
Περιοχή: Μεσσηνία.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όταν για διάφορους λόγους βρισκόμαστε με μια παρέα που δε κολλάμε και απλά καθόμαστε χωρίς να μιλάμε. Εννοείται ότι βαριόμαστε μέχρι αηδίας.
- Καλά πέρασε με τη Ρία;
- Τι καλά ρε μαλάκα. Σκοπιά βάρεσα με τη πολυλογία της...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified