Selected tags

Further tags

Εκτίθεμαι με αυτά που λέω. Αυτά που λέω καταγράφονται και θα μου τριφτούν στα μούτρα όταν αποδειχθώ λάθος ή ανακόλουθος. Το ότι ακούγομαι είναι δεδομένο, το σκώμμα έγκειται στο ότι θα έπρεπε να μην μιλάω, να τα κρατώ για τον εαυτό μου.

Λέγεται και στον αόριστο.

Διάλογος οπαδών, αντιγραφή από μνήμης:

- Ο Άρης φέτος θα είναι στην πρώτη τετράδα.
- Πού θα είναι;
- Στην πρώτη τετράδα.
- Ακούστηκες.
- Γιατί ρε φίλε, δεν έχει ομάδα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τι θέλει να πει ο ποιητής: Από εδώ και στο εξής δε θα μιλάς, τουμπέκα.

Το λογοπαίγνιο λέγεται όταν κάποιος μας τα έχει κάνει τσουρέκια και λοιπά, και λοιπά.

Φροξυλάνθη προς τον σύζυγο της:

- Τι κάνεις εφτού ρε ανεπρόκοπε, μας έχει φάει τη ζωή.

Σύζυγος, έχει πάρει ανάποδες:

- Γυναίκα, απ' εδώ και τουμπεξής μη με ζαλίζεις, άντε τώρα κατάλαβες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκωπτική ατάκα με την οποία, αν και φαινομενικά αναιρούμε, στην πραγματικότητα τονίζουμε μια βρισιά που μόλις έχουμε ξεστομίσει.

Κανονικά, το μπιπ μπαίνει ως λογοκρισία στη θέση της βρισιάς, όμως δίκην σλανγκιάς βάζουμε το μπιπ στη θέση μιας άλλης, αθώας λέξης που συνόδευε τη βρισιά, αφήνοντας τη βρισιά ανέπαφη.

Δείχνουμε δλδ ότι έχουμε το τακτ να καταλαβαίνουμε και να επανορθώνουμε για μια παρεκτροπή του προφορικού ή γραπτού λόγου μας, αλλά στην ουσία δεν κάνουμε τίποτε άλλο από το να την επιβεβαιώνουμε και να την επιτείνουμε.

Το λήμμα μας το μεταχειρίστηκε ο σλάνγκαρχος Μητσικώστας μιμούμενος τον Big Mac - Αγαπούλα- Ψωμιάδη, αλλά αφθονεί σε πολλά παραδείγματα του προφορικού και του ιντερνετικού λόγου.

Για τη σημασία του «μπιπ» καθ' αυτό, βλ. το Μέσειο λήμμα μπιπ.

  1. από εδώ
    Είναι χειμώνας, έξω κάνει ψωλόκρυο (βάλε μπιπ στο «κάνει»). Γυρνάς σπίτι σου αργά το βράδυ, μετά από μια πολύ κουραστική μέρα στην δουλειά.Τσιμπάς κάτι στα γρήγορα, και χωρίς πολλά-πολλά την πέφτεις στο κρεβάτι για να κοιμηθείς.ΌΜΩΣ...
    Η πουτάνα η κουβέρτα είναι πολύ μικρή για τα ατέλειωτα στρέμματα του κορμιού σου!!

  2. από εδώ
    Εμένα πάντως το tethering δεν λειτουργεί - συγνώμη, αλλά μας πιάσανε μαλάκες. Και βάλτε μπιπ στο συγνώμη.

  3. από εδώ
    Όσοι πηγαίνετε σε club με «χορεύτριες» να δείτε κάνα ξέκωλο (βάλε ένα μπιπ στο χορεύτριες) δεν είναι ανάγκη, καθώς τα βλέπετε όλα στο δρόμο... κυριολεκτικά... βλέπετε... δεν μεθάει ποτέ η νεολαία της Αγγλίας... cheers mates. Και όταν λέμε ξέκωλο... εννοούμε ξέκωλο... Και βάλτε μπιπ στο εννοούμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τυπολογικό όνομα που σημαίνει αυτόν που στέκεται βουβός, δεν μιλάει, σιωπεί, αλλά ενδέχεται και να είναι ύπουλος και να σιωπεί ενόχως. Το βρίσκω στον Στρατή Τσίρκα (Αριάγνη, 1962), οπότε είναι παλιό, αλλά και σε σύγχρονη φοράδα και στο Φέισμπουκ. Το Αντώνης έφτιαχνε παλιά τυπολογικά ονόματα, πρβλ. τα τρελαντώνης, μαλακαντώνης, τρυπαντωνάκης, ενώ έχουμε και το σύγχρονο λολοπαίγνιο αντώνης.

  1. Δεν παραδεχόταν πως το αντρόγυνο ήρθε στη μάνα της για να τους τα φτιάξει που καυγαδίσανε. Όχι. Κάτι άλλο έγινε. Κι έδειχνε την Αλλέγρα, το ξεμάλλιασμά της. Η Ουρανίτσα, πιο διπλωμάτισσα, ξεμονάχιασε τον κορνούτο. Κι αυτός, κορνούτος για κορνούτος, της είπε την αλήθεια.
    -Καλλιόπη, λέει της αδελφής της. Έλα να σου πω.
    -Τι, φώναξε η άλλη σαν θεατρίνα, όταν άκουσε. Μέσα στο σπίτι μας; Αυτός ο βουβαντώνης, ο ρέμπελος; Αμέσως έξω. Έξω, έξω... (Στρατής Τσίρκας, Ακυβέρνητες Πολιτείες Β΄, Αριάγνη, Αθήνα: εκδ. Κέδρος, 1962, σ. 267. Περιγράφεται το ότι ο ήρωας του έργου, ενώ ήταν φιλοξενούμενος χαμηλών τόνων και σιωπηρός, έκανε φάση με παντρεμένη γειτόνισσα.).
  2. Τσίπρας: Ο Σαμαράς κατώτερος των περιστάσεων. Σχόλιο: Ἀφοῦ εἶναι βουβαντώνης.... (Από το Φέισμπουκ).

Και στον πληθυντικό.

  1. Θα μπορουσαν να τους εχουν πχ τελειως βουβους και τοτε θα ηταν χειροτερο γιατι θα μοιαζαν σαν βουβαντωνηδες. (Εδώ).
  2. Ελπιζω να τα λυσουν και να μην παιξουν παλι τους βουβαντωνηδες. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο με στρατηγική σε οποιοδήποτε θέμα. Κινείται πάντοτε με βάση το προσωπικό του συμφέρον και δε διστάζει να χρησιμοποιήσει κάθε αθέμιτο μέσο για να επιτύχει τον σκοπό του. Συνήθως παρασιτεί κοντά σε ανθρώπους με οποιαδήποτε εξουσία, από θυρωρούς μέχρι μητροπολίτες. Κύριο χαρακτηριστικό της δράσης του είναι η αθόρυβη εργασία με σκοπό τον αιφνιδιασμό του αντιπάλου.

Είναι αυτός που στο στρατό δε μίλησε με κανέναν άλλο πλην του διοικητή της μονάδας και ως δια μαγείας εξασφάλιζε αναρίθμητες τιμητικές άδειες.

Στις φυλακές σε περιόδους τρελής χαρμάνας γευματίζει με τον αρχιφύλακα κι αφού δώσει τη μισή πτέρυγα εξασφαλίζεται για το υπόλοιπο της ποινής του. Γι αυτό εξάλλου είναι κι η πιο περιζήτητη γκόμενα των φυλακών.

Σε αντιστοιχία λοιπόν με τα ύπουλα, αθόρυβα κλανίδια ο βουβόκλανος είναι ικανός να προκαλέσει τεράστια κύματα μπόχας διατηρώντας όμως παράλληλα παροιμιώδη ψυχραιμία.

- Κοίτα μωρέ τον ξεκωλιάρη, χτες κατέβηκε απ το χωριό του και του βγάλαν άδεια προπό. - Μέγας βουβόκλανος σου λέω, δε πιάνεται από πουθενά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «βούλωσέ το» εν συντομία.

- Ρε ρεμάλι, αχαΐρευτε, τεμπελχανά που στραβώθηκα και σε παντρεύτηκα, μπλα μπλα μπλα...
- Έλα βούλω το, μη σε πάρει και σε σηκώσει.

Δες και .

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουκουλώνω καταστάσεις, μασάω τα λόγια και τον πούτσο μου, τα κάνω γαργάρα σε υπερθετικό βαθμό. Τι πιο ξεδιάντροπο και αδιάκριτα οφθαλμοφανές άλλωστε από μια ταβανόπροκα;

1.
Γαργάρα με ταβανόπροκες έκαναν όλα τα ΜΜΕ το συγκλονιστικό δημοσίευμα στο περιοδικό UNFOLLOW για τους ντόπιους μεγαλοκαπιταλιστές για το βάρβαρο ταξικό φορολογικό σύστημα που δίνει την δυνατότητα στους πλουτοκράτες να παρουσιάζονται «φτωχαδάκια», «νόμιμα και ηθικά».

2.
Τα κυβερνητικά σαϊνια και μετά την δημοσιότητα που έδωσε στο θέμα ο Λαζόπουλος, από την εκπομπή του, θα εξακολουθούν να το κάνουν γαργάρα με ταβανόπροκες;

3.
Θα κάνουν γαργάρα με ταβανόπροκες οι δημοσιοκάφροι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρμένο απ' την αλησμόνητη αντιπαράθεση Βούγια-Κούγια.

Χρησιμοποιείται όταν κάποιος κάνει τον ανήξερο συνήθως όταν έχει κάνει μαλακία και προσπαθεί να αποφύγει τα αντίποινα χωρίς επιτυχία.

- Καλά ρε μαλάκα γιατί δεν έκανες τιποτα ψες με την άλληνα;
- ...ν...αφ...ε...ουφ...ω..
- Δεν μιλάς Βούγια ε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε σε κάποιον για να σταματήσει να γελάει.
(Το πρωτοείπε ο Λαζόπουλος στο Αλ τσαντίρι στον Alpha.)

Λάκης:
-Εγώ δεν γέλασα, εγώ Κυριάκος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τυπολογικό όνομα για αυτόν που βουβαίνεται και δεν μιλάει καθόλου, αλλά περιμένει να μιλήσουν οι άλλοι, και ίσως και να υπεκφεύγει της ευθύνης του, για τον βουβαντώνη. Άλλα τυπολογικά με το δημοφιλές θόδωρος/-α: γυναικοθόδωρος, μουνοθόδωρος, παστρικοθοδώρα.

Πάσα: Σούλτω.

  1. Ο δικηγόρος της ΑΕΚ είπε σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Άρη Ασβεστά στο SDNA: «Πού είναι οι ποδοσφαιρικοί εισαγγελείς, ο κ. Πετρόπουλος και ο κ. Καρράς; Γιατί δεν άσκησαν πειθαρχική δίωξη στον Περέιρα και στον Κασάμι; Παρά άσκησαν στον Μελισσανίδη για μια δήλωση, την ώρα που έχει κριθεί από το δικαστήριό σας ότι ο Μελισσανίδης δεν έχει μετοχική σχέση με την ΑΕΚ. Η κίνηση αυτή δείχνει εμπάθεια, απρέπεια και παράβαση καθήκοντος. Αλλά όταν δεν μας συμφέρει, βασιλιάς εδώ στο Γουδή είναι ο «μουγγοθόδωρος»! (Εδώ).
  2. -πεθανε ο μουγγοθοδωρος -ελα ρε απο τι? -απο μοναξιες ειπαν οι γιατροι -απο μοναξιες? -ναι ρε,δεν μιλουσε σε ανθρωπο. (Αστειάτορας στο Τουίτερ).
  3. Κάνεις σενάρια, τα βάζεις με τον εαυτό σου, προσπαθείς να μπεις σε μία διαδικασία αυτογνωσίας κι ο άλλος σωστός Μουγγοθόδωρος. (Pillow Fights).
  4. Ο Κώστας «έφαγε χυλόπιτα», αλλά όση ώρα μιλούσε η Σταματίνα, εκείνος ήταν μουγγοθόδωρος... απλώς είχε ένα παγωμένο χαμόγελο! (Εδώ).
  5. Γιατί σείς ο λαλίστατος, εδώ γίνατε "μουγγοθόδωρος"; Που είναι η παρέμβασί σας; Εχετε ¨κότσια" να ελέγξετε τον ΙΕΡΩΝΥΜΟ; (Είπε το δεσπότη όχι Παναγιώτη, αλλά Θόδωρο εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified