Το εφτάρι στα χαρτιά. Λόγω του σχήματός του, είναι εύκολο να το μπερδέψει κανείς με το γνωστό εργαλείο.

Καταραμένο φύλλο, ειδικά στα παιχνίδια που παίζονται με 32άρα τράπουλα. Χάνει από τα πάντα στην πόκα, είναι από τα λεγόμενα λιμά στην πρέφα και ακόμη και το καρέ του εφτά είναι άποντο στο μπουρλότο.

Ωσεκτουτού, η απαξιωτική αυτή παρομοίωση δεν το αδικεί καθόλου.

- Πάλι πάσο, Χρηστάρα;
- Ε, τι να κάνω ... αφού δεν έχω χαρτί καθόλου ...
- Μα, πάσο από το πρώτο φύλλο, βρε αδερφέ ... τόσα φύλλα θα πέσουν ακόμη ...
- Ε, και λοιπόν ... άμα πρώτο φύλλο παίρνω συνέχεια το γαμημένο το σκεπάρνι, τι να κάτσω να κάνω ... αιμοδότης θέλετε να γίνω; Δε σφάξανε ... θύμας πρέπει νά 'σαι για να παίξεις στον κούκο με το σκεπάρνι ανά χείρας ...

Ένα σκεπαρνάκι (από poniroskylo, 13/06/08)Ένα εφταράκι (από poniroskylo, 13/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πιο δυνατό χαρτί στο πόκερ. Λέγεται για τρελές ευκαιρίες, για κάτι πολύ καλό που τυχαίνει σε κάποιον.

- Πω ρε είδες τον Τάσο, πώς την έριξε εκείνη την ξανθιά θεογκόμενα;
- Είδες; Φλος ρουαγιάλ ο Τάσος...

Φλος ρουαγιάλ (από poniroskylo, 09/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος της πόκας. Κακό πράμα γενικώς κι εκνευριστικό για το υπόλοιπο καρρέ, αφού ο καραμπίνας κάνει τα εξής faux pas:

(α) Αφού έχει πάρει κάποια κόλπα κι έχει μαζέψει ένα πακέτο μπροστά του, πάει πάσο συ-νέ-χει-α, προσπαθώντας να διαφυλάξει τα κεκτημένα.

(β) Σα να μην έφτανε αυτό, σε κάποια φάση κι αφού έχει πασάρει περί τις 3,256 φορές, ανακοινώνει -ενώ ακόμη το παιχνίδι είναι σε καλό σημείο και δεν προμηνύεται ότι θα τελειώσει σύντομα- ότι σε ένα γύρω από το χέρι του θα πρέπει δυστυχώς να αφήσει το καρρέ γιατί θα φύγει η μπέιμπυ-σίττερ, αύριο έχει να ξυπνήσει ποοοοολύ νωρίς, η γυναίκα του δεν αισθανόταν και πολύ καλά και ανησυχεί, άσε που πρέπει να γουρδώσει το περπούτσι παράμοιρα...

- Κούκος μονός παζ σε ένα ταμπλό.
- Ναι... μη μου βγάλετε σ' αυτή τη γύρα γιατί πρέπει να κάνω ένα τηλέφωνο... Α, και μάλλον πρέπει σε λίγο να την κάνω γιατί...
- Γιατί είσαι μέγας καραμπίνας ρε γκιόζη. Μας έχεις φλομώσει στο πάσο εδώ και μία ώρα... Άντε τον πούλοβιτς μπας και παίξουμε καθόλου, το φελέκι μου μέσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ομιλούμε για το τραπέζι που πάνω κάποιοι παίζουν πόκα, και πιο συγκεκριμένα για αυτούς τους κάποιους.

Η περίπτωση που συνήθως γίνεται η ερώτηση είναι η ακόλουθη. Στο τελευταίο ποντάρισμα ενός παιχνιδιού, κι ενώ οι υπόλοιποι έχουν πάει πάσο, γίνεται μια μεγάλη ρελάνς, ή ένας από τους δύο ποντάρει πολύ μεγάλο ποσό. Ο άλλος παίκτης συνήθως ζητάει δικαίωμα να σκεφτεί. Είτε λόγω πονοκεφάλου (βάλτε τσιγαρίλα συν κούραση), είτε για άλλους λόγους, μπορεί να ανοίξει τα χαρτιά του κάτω για να σκεφτεί πιο καλά και να δει πιο καθαρά από τι φύλλο χάνει. Ή και να σιγουρευτεί για το φύλλο του. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο στο τελευταίο ποντάρισμα. Ο παίκτης κάνει την ερώτηση «το τραπέζι μιλάει;», ουσιαστικά παίρνοντας άδεια από τον αντίπαλο, για να συμβουλευθεί κάποιον (από τους παίκτες που έχουν πάει πάσο). Βέβαια η συμβουλή αφοράει μόνο το φύλλο αυτού που ρωτάει και σίγουρα όχι οποιαδήποτε εικασία για το τι μπορεί να έχει ο άλλος που πόνταρε τα πολλά λεφτά ή αν ο άλλος μπλοφάρει.

Η ερώτηση έχει νόημα διότι είναι λίγο unfair. Αλλά επαναλαμβάνω δικαιολογείται, γιατί κάποιες φορές, ιδίως μετά από ώρες παιχνίδι, ή σε καινούρια κόλπα, είναι λογικό κάποιος να το ζητήσει. Επίσης κάποιος που ζητάει να μιλήσει το τραπέζι δεν μπορεί μετά να ανεβάσει το ποσό, μπορεί μόνο να πάει μέσα, να ακολουθήσει το ποντάρισμα. Σε περιπτώσεις που στο καρέ υπάρχουν καινούργια πρόσωπα, το τραπέζι είθισται να «μιλάει».

Εκτός πόκας, η έκφραση κάποιες φορές χρησιμοποιείται, συνήθως από τρίτους, κατά την διάρκεια κάποιας διαμάχης μεταξύ φίλων. Συνήθως σε σοβαρά θέματα που ελλοχεύει ο κίνδυνος παρεξήγησης από τους δύο εμπλεκόμενους. Επίσης είναι κλασική ατάκα που ξεφεύγει από ποκαδόρους!

α' φίλος: Είσαι μεγάλος παπάρας και φίδι κολοβό. Τι φοβήθηκες ρε μαλάκα και μου την βγήκες έτσι; Ότι θα σου φάω τα λεφτά;
β' φίλος: Ας μην δανειζόσουν αν δεν μπορούσες. Εγώ ήμουν πρόθυμος, εφόσον είχες ανάγκη να σ' τα δανείσω. Αλλά μπορούσες να ήσουν πιο ντεκλαρέ. Να μου έλεγες ότι θα σ' τα αργήσω, όχι να μη σηκώνεις τα τηλέφωνα. Τα πήρα κι εγώ, για αυτό το ανέφερα μπροστά σε τρίτους.
γ' φίλος: Αφενός ηρεμήστε. Αφεδύο, το τραπέζι μιλάει;

(από electron, 27/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος προερχόμενος από την πόκα. Τα βλέπω - ή, σε βλέπω - στην πόκα σημαίνει «ακολουθώ» το ποντάρισμά του προηγούμενου παίκτη.

Το «ακολουθώ» είναι σε εισαγωγικά, διότι εννοεί την ακολουθία στο ποσό (και όχι κάποιο ανέβασμα), αλλά επίσης διότι σλανγκοποιεί την έκφραση εκτός της πράσινης τσόχας. Όπου, Τα βλέπω σημαίνει σε ακολουθώ, συμφωνώ, τα λες καλά, μαζί σου.

Άλλος ένας όρος που ξεφεύγει σε ποκαδόρους, όπως το πάσο, ή το ντούκου...

  1. - Λέω σήμερα να πάμε από Θησείο μεριά....
    - Πάλι; - Εσυ ρε Πάνο, τι λες:
    - Εγώ σας βλέπω σε ότι αποφασίσετε. - Εντάξει, πάσο από μένα, πάμε Θησείο.

  2. - Λοιπόν συνεχίζουμε για ορεινή Αρκαδία;
    - Μέσα, ας το εξαντλήσουμε, αφού φτάσαμε ως εδώ, και ακόμα δεν νύχτωσε. Εσύ Μήτσο;
    - Τα βλέπω... εγώ θα χαλάσω την παρέα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η παρτίδα στο πόκερ.

Δημοφιλέστατη λέξη στις λέσχες χαρτοπαιγνίων· ακούγεται συχνότερα απ' ό,τι η «παρτίδα».

Σε χαρτοπαικτική λέσχη
-Μεγάλη γκίνια σήμερα! Μια φορά έπιασα φύλλο κ' έχασα! Πάω να φύγω, θάρθεις;
-Κάτσε να παίξω άλλη μια πάσα και φύγαμε.

Got a better definition? Add it!

Published

Πάμε γι' άλλα, όρος χαρτοπαικτικός. Όταν το φύλλο δεν είναι καλό, το "Αμόντε" δηλώνει την πρόθεση του παίκτη ή των παικτών που το λένε

- Ωρέ τι σκατόχερο έχεις αδερφέ μου, με γέμισες λιμά. - Και γω τα ίδια, τι νόμισες... - Αμόντε ρε! - Αντε, πάμε αμόντε!

να χαλαστεί το κόλπο (η χαρτωσιά) και να ξαναμοιραστεί φύλλο. Προέρχεται από την ιταλική ιδιωματική έκφραση a monte (στο βουνό) που σημαίνει ατύχησα, καταστράφηκα. Στα Επτάνησα δηλώνει συνήθως τη ματαιότητα, το ανώφελο ενός πράγματος ή κατάστασης.

Got a better definition? Add it!

Published

Η αγνόηση κάποιας συνηθισμένης κατάστασης. Λέξη που προέρχεται από τον γνωστό όρο του πόκερ.

- Τί έγινε ρε φίλε; Κάθε χρόνο στα γενέθλιά σου έκανες πάρτυ. Φέτος τίποτα; Στο ντούκου θα τη βγάλεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κούκος (μονός - διπλός) με ή χωρίς καπέλο: Παραλλαγή της γνωστής σε όλους μας πόκας .

Συνήθως το λέει κάποιος μάγκας στον άλλον, ενώ έχουν κάνει μαύρο, προτρέποντας τον , να παίξουν αυτήν την συγκεκριμένη παραλλαγή της πόκας ως ένδειξη ανδρείας...

- Έχεις κανα χαρτάκι μαζί σου ; - Φυσικά, πάμε κανένα κούκο μονό a volonte' (αβολοντέ)!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι όρος του πόκερ και υποδηλώνει την ψυχολογική κατάσταση στην οποία έχει εισαχθεί ένας παίκτης εξ' αιτίας προηγούμενου χαμένου πονταρίσματος. Η κατάσταση υποδηλώνει την προσωρινή μανία του παίκτη να ανακτήσει το χαμένο έδαφος άμεσα. Για όσο διάστημα διαρκεί το τιλτάρισμα (ή τιλτ) ο παίκτης δεν μπορεί να εκτιμήσει σωστά την αξία των φύλλων του, αλλά και των αντιπάλων του, επομένως και όλα τα πονταρίσματα που θα κάνει όσο διαρκεί το τιλτάρισμα. Συνήθως το τιλτάρισμα προέρχεται από ένα σωστό και δουλεμένο ποντάρισμα το οποίο πέταξε έξω τον παίκτη σε κάποια προηγούμενη παρτίδα (πχ ο αντίπαλος κυνηγούσε ένα φύλλο στο τελευταίο άνοιγμα και του ήρθε με αποτέλεσμα να εκμηδενιστούν οι πολλές πιθανότητες του παίκτη που χάνει και τιλτάρεται - η λέξη γίνεται ρήμα, μετοχή, απ' όλα γενικά).

Το τιλτάρισμα είναι ο κύριος λόγος για να χάσει ένας επιθετικός παίκτης ή ένας ερασιτέχνης την κάβα του. Όσο πιο έμπειρος είναι ένας παίκτης παίκτης τόσο πιο δύσκολα τιλτάρεται και τόσο πιο εύκολα τιλτάρει τους αντιπάλους του. Ο όρος δεν χρησιμοποιείται μόνο στο πόκερ, αλλά και σε κανονικές καθημερινές καταστάσεις όπου υπάρχει ένα προσωρινό χάσιμο σε ομάδες ανθρώπων.

" Ο αντίπαλος κυνηγούσε την κέντα στον άσσο με Κ και J, ενώ είχαν ανοίξει κάτω 10 και Q. O παίκτης μας είχε δύο δεκάρια στο χέρι κι ένιωθε άχαστος. Ο άσσος όμως στο τέλος τον έκανε να χάσει ένα καλό ποντάρισμα με αποτέλεσμα να τιλταριστει και να χάσει όλη του την κάβα.

Η Ίντερ με νίκη επί της Μίλαν την προσπερνούσε στη μάχη για την έξοδο στην Ευρώπη. Ενώ το σκορ είναι 2-0 στο 85, η Μίλαν με δύο γκολ (το δεύτερο στο 90+8), καταφέρνει και κλέβει το βαθμό της ισοπαλίας και διατηρεί τη θέση της. Η Ίντερ είναι τιλταρισμένη και κινδυνεύει να τιλταριστεί στους προσεχείς αγώνες.

Got a better definition? Add it!

Published