Further tags

Είναι ο Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων, που τύπωνε όλα εκείνα τα δωρεάν βιβλία που παίρναμε (και παίρνουν) στο σχολείο. Το σήμα του με την κουκουβάγια και τα αρχικά βρισκόταν σχεδόν πάντα στο οπισθόφυλλο των βιβλίων.

Επειδή όμως κάποιοι είχαμε την σλανγκίτιδα από μικροί, θέλεις γιατί δεν περνούσαν οι ώρες στο σχολείο, θέλεις γιατί είχαμε ήδη γαλουχηθεί στην επανάσταση με αναρχικά άσματα σαν αυτό εδώ, παραφράζαμε τον Ο.Ε.Δ.Β. στα εξής (διαβάζοντας το σηματάκι κατακόρυφα ή οριζόντια):

Ο Δάσκαλος Είναι Βλάκας
Όποιος Διαβάζει Είναι Βλάκας
Όταν Έχω Διάβασμα Βαριέμαι
Όλοι Ελάτε τον Δάσκαλο Βαράτε
Όλη η Ελλάδα Δασκάλους Βαράει

Τι θυμηθήκαμε πάλι!!! :)

(Σλανγκασίστ: acg.)

  1. (Από Ατάκες του Δημοτικού...)

«O λα-ός απαι-τεί τα κο-ρίτσια φύλα-κη !!!

Στο οπισθόφυλλο κάθε σχολικού βιβλίου υπάρχουν τα αρχικά Ο.Ε.Δ.Β.:
1. Ο Δάσκαλος Είναι Βλάκας (επίσης, Βόδι, Βλήτο, κτλ)
2. Οταν Εχω Διάβασμα Βαριέμαι
3. (προσθέστε ό,τι θυμάστε)»

  1. (Από εδώ)
    «modivin έγραψε:
    Εγώ Όταν Έχω Διάβασμα Βαριέμαι...

tsevis έγραψε:
Ή αν διαβαστεί κάθετα... Οποιος Διαβάζει Είναι Βλάκας...
Τι μου θύμησες!!!
Χ.

από tsevis Ο Δάσκαλος Είναι Βλάκας.»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Chat-αρκτικόλεξο του Laughing My Fucking Ass Off, ήτοι «γελάω μέχρι ξεσκίσματος και συνεχίζω να γελάω».

Χρησιμοποιείται για να δείξει ο chatter το πόσο ασύλληπτα τρομερά κι ανεκδιήγητα αστείο του φαίνεται κάτι, δηλαδή μέχρι απιστεύτου.

Επειδή όλα αυτά τα αρκτικόλεξα που αφορούν το πόσο γελάει κάποιος σε ένα chat είναι καμπόσα, λέω να τα βάλω με σειρά προτεραιότητας, από το πιο λίγο αστείο (ανθυπομειδίαμα - χαχα) μέχρι το πιο πολύ αστείο (ξεκωλωτικό - χαχαχαχαχαχαχα) και τις αντίστοιχες κεντρικές ιδέες / ελεύθερες μεταφράσεις, έτσι για ενδεικτική αναφορά.

  • LOL (Laughing Out Loud - γελάω δυνατά) ή LOL (β' εκδοχή: Lots Of Laughs - πολλά γέλια),
  • LOLZ (το ίδιο με πριν, αλλά στον πληθυντικό, δηλαδή πάρα πολλά γέλια),
  • LMAO (Laughing My Ass Off - ξεκωλώθηκα στο γέλιο),
  • LMFAO (Laughing My Fucking Ass Off - ξεκωλώθηκα εντελώς και συνεχίζω να γελάω),
  • ROFL (Rolling on Floor Laughing - κυλιέμαι στο πάτωμα από τα γέλια),
  • ROFLMAO (Rolling on Floor Laughing My Ass Off - κυλιέμαι στο πάτωμα ξεκωλωμένος από τα γέλια) και πάει λέγοντας.

Επίσης βιβλιογραφική αναφορά στα:

  • rotf-lol λήμμα από το οποίο εμπνεύστηκε το παρόν,
  • lol-some,
  • lolen.

    Aν ξέχασα κανένα σχωράτε με.

Πάει έχει χαθεί το μέτρο του γέλιου στο chat, πετρέλεος! Δηλαδή πάω στοίχημα ότι μέχρι να ανεβάσω τον ορισμό θα χουν ανακαλύψει κι άλλες εκατό αρκτικόμπουρδες, ώστε το γέλιο να πιάνει δυο - τρεις σειρές στα room για να φαίνεται τέλος πάντων πόσο διασκεδάζει ο κόσμος όταν κάποιος γράφει μια ανοησία.

maria99: - geia sou saki lol

sakis: - ep maria edw kai sy; lolz
mikripetalouditsa: ti 8a gini re maria 8a mas afisis kana gomeno LMAO!!!!!1111

maria99: - LMFAO

sakis: - min xtipieste koritsia gia oles exei o mpakses ROFL

maria99: - ti le re saki pou xtipiomaste gia parti sou ROFLMAO!!!!!!!1111111

(*σ.σ.: καλά συγνώμη τώρα, σας φάνηκε ο,τιδήποτε από τα παραπάνω να δικαιολογεί ακόμα και το lol; πρόκειται για φιλοσοφικό ζήτημα με μεγάλες προεκτάσεις, το κόβω εδώ και επιφυλάσσομαι - LOL).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση των αρχικών Α.Π.Θ. του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης.

Το ευαγές αυτό Ίδυρμα, από τα μεγαλύτερα των Βλακανίων, έχει προ πολλού ταυτιστεί με τη μοίρα της πόλης που το φιλοξενεί: Πλήρης παράκμα σε κάθε έκφανσή του, νεπωτισμός στο έπακρο στα υψηλά καπέλα, καταλήψεις, φράπα, κυλικεία-στέκια κουκουλοφλώρων, γκόμενες-ταγάρια, καταυλισμοί αθιγγάνων και ζάκια στον περίβολο της ΑΧΕΠΑ, αναμεμιγμένα με χαμένα χρόνια και απατηλά όνειρα φοιτητών, και όλαφ τα στο κέντρο της πόλης, μεταξύ Καυτατζογλείου και Παλαί ντε Σπορ (όπου κάποτε χτυπούσε η καρδιά του ελληνικού μπάσκετ, με τα αξέχαστα μαπίδια ανάμεσα σε Γκάλη-Πρέλεβιτς).

Τελέρε που θα σπουδάσω στο Αχρηστογέλειο –δεν πάω καλύτερα Κλουζ Ναπόκα;

αννα πρελεβιτς (από johnblack, 24/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ετυμολογία: αγγλ. M.I.L.F., επιθ. προσδ, χαϊδ. μιλφάκι. Γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας με προκλητική εξωτερική εμφάνιση.

  1. - Πωπω ρε Λάκη κοίτα μια μιλφού που μπήκε.

  2. - Ρε συ φόρτωσα ένα μιλφάκι προχτές, όλα τα λεφτά.

μιλφογιατρίνα να μιλάει για \'\'τεράστιο αριθμό αλλοδαπών\'\' (από soulto, 13/03/15)

Αρχικά της φράσης: Mother I'd Like to Find/F*ck (από την ταινία «American Pie»)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός ο πυλώνας του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, αυτός ο λόγιος, αυτός ο τεχνίτης του λόγου, ο μάστορας της τέχνης της διήγησης, ο γνωστός και αγαπητός στο σλανγκεπώνυμο πλήθος παράγοντας του Εδεσσαϊκού ευθύνεται για την σχεδόν μόνιμη πλέον επωδό στα σχόλια μας, το λακωνικό και σαφές «Αυτό Ακριβώς. Τίποτε Άλλο.»

Ακολουθώντας την γνωστή ιντερνετική μέθοδο του συντομεύειν, η συγκεκριμένη ατάκα έχει συρρικνωθεί στα αρχικά της, δίνοντας το «αατα» με τον τόνο όπου θέλει να τον τοποθετήσει ο καθένας και μακράν εμού το να κάνω τέτοιου είδους υποδείξεις.

Θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή στο γεγονός ότι το συγκεκριμένο λήμμα ανήκει στην Υποομάδα 1 της τετραμελούς ομάδας λημμάτων τα οποία σχετίζονται αποκλειστικά με το παρόν σάιτ. Εξηγούμαι:

Υποομάδα 1: Σλανγκοπαράγωγα
α. αατα, εκ του «Αυτό Ακριβώς. Τίποτε Άλλο.»
β. σπεκ, εκ του «ρησπέκτ», όπως πληροφορηθήκαμε πρόσφατα από τον Ύψιστο.

Υποομάδα 2: Σλανγκολειτουργικά
α. ποντοδότης, ο κατά τον πονηρόσκυλο καλός Σαμαρείτης από την εποχή των πράσινων τικ...
β. λημματολάσπη, ο κατά Ιωάννη Αυτοκινητιστή σωρός απαρατήρητων λημμάτων στο σάιτ.

poniroskylo (06/10/08)
@ironick - για τις άγνωστες λέξεις, συμφωνώ και επαυξάνω με τα χίλια, ναι, ναι, ναι, είναι απολύτως απαραίτητο, εγώ έχω κι εγώ δεν ξέρω πόσες λέξεις που είτε δεν ξέρω τι σημαίνουν ή πώς ακριβώς χρησιμοποιούνται ή που κρίνω ότι δεν είμαι ο σωστός άνθρωπος να τις ανεβάσεις λόγω έλλειψης παραστάσεων κλπ κλπ, είναι το λεγόμενο «δημόσιο πρόχειρο» το οποίο, είμαι σε θέση να γνωρίζω, ότι και η ΚΕ του σάιτ το βλέπει θετικά, ήρθε η ώρα να γίνει, εδώ και τώρα ήρθ' η ώρα, ψηφίζω, στηρίζω, διαδίδω, ζήτω ο Εδεσσαϊκός.

jesus (06/10/08)
αναφανδόν υπέρ. αατα

acg (06/10/08)
+1. AATA.

ironick (06/10/08)
να, καλά να πάθω, ήθελα να πρωτολανσάρω το αατα, χάζευα, χάζευα, ο χρόνος κύλησε ανελέητα, πάει τώρα, με προλάβατε όπως ο γκάους (αυτό το τελευταίο για τον Ιησού και τον τετραγωνισμό του κύκλου), αλλά καλά κάνατε, κάποιος έπρεπε να το κάνει.

Got a better definition? Add it!

Published

σανό, τρώω σανό, ΣΑΝΟ, σανοφάγος

Το σανό χρησιμοποιείται από παλιά στην έκφραση "τρώω σανό": είμαι ανόητος, δεν καταλαβαίνω. (Συνώνυμο: τρώω κουτόχορτο). Εύκολη και η χρήση του σανοφάγου.
Κυριολεκτικά, το σανό (από την σλαβική seno) είναι τα ξεραμένα χόρτα (τριφύλλι, βρόμη κ.ά.), που θερίζονται πριν φτάσουν στην ωρίμανση και αποθηκεύονται για ζωοτροφή.

Πρόσφατα ο σλανγκόφιλος Β. Βενιζέλος το επανέφερε ως αρκτικόλεξο ΣΑΝΟ (Σχέδιο Ανάπτυξης Νέας Οικονομίας), συνώνυμο του 3ου, πρώτη φορά αριστερού μνημόνjου:

«Το μνημόνιο 3 στο νέο κόσμο του Όργουελ λέγεται Σχέδιο Ανάπτυξης Νέας Οικονομίας, ΣΑΝΟ», ανέφερε σκωπτικά ο κ. Βενιζέλος και υπερασπίστηκε την πολιτική της προηγούμενης κυβέρνησης, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Τίποτα δεν συγκρίνεται με αυτά που έχουμε βιώσει για να μην χρεοκοπήσει η χώρα και είχε όμως λοιδορήσει η σημερινή συγκυβέρνηση».
skai

Άντε και εις σανότερα!

  1. Φιλελε που τρωει σανο 40 χρονια #nd_kseftiles. Από δω

  2. Τέρμα πια τα παχυντικά μακαρόνια (23%), τώρα με ΣΥΡΙΖΕΛ μόνο αγνό, βιολογικό και διαιτητικό σανό #mnimonio_tsipra (εδώ)

  3. Ωραίο σανό μοιράζει τώρα ο Αλέξης. Και ακριβό, καμμιά 5άρα δις. Ααα, όλα κι όλα, είναι ακριβό γκομενάκι ο Αλέξης! (εδώ)

  4. Για πρωινό έχουμε ρούβλια με σανό κοπανιστό. (εδώ)

  5. Για να δούμε τι έλεγε ο Μπαρουφάκης για την επιστροφή στη δραχμή, αγαπητοί μου σανοφάγοι. ΦΑΤΕ ΣΑΝΟ ΓΙΔΙΑ ΣΗΜΕΡΑ:
    Από δω

  6. Σανοφαγος (ο) : ψηφοφορος Συριζα που αντι να παραδεχθει οτι εκανε λαθος στις 25/1, θελει να αποδειξει οτι η Γη ειναι τριγωνη. #sanofagos

  7. - Εχω μιλησει για την ΠΕΙΝΑ. Ερχεται σε παγκοσμιο επιπεδο μεσα σε 2 χρονια μαξ μαξ. η μονη προληπτικη στρατηγικη ειναι Παγκοσμιος Πολεμος..
    - Συγνώμη, πίστεψε κανείς ποτέ ότι ο μαλάκας, ο σανοφάγος κι ο ψεκασμένος ήταν κλειστά επαγγέλματα;;; (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γνωστό και απλώς ως σειρά, είναι το ακρωνύμιο για την Εκπαιδευτική Σειρά Στρατευσίμων Οπλιτών. Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, κάθε χρόνο παρουσιάζονται ανά τρίμηνο τέσσερις σειρές: του Φεβρουαρίου (Α' ΕΣΣΟ), του Μαΐου (Β'), του Αυγούστου (Γ') και του Νοεμβρίου (Δ').

Η ΕΣΣΟ είναι από τα στοιχεία που αναφέρει ενίοτε ένας στρατιώτης όταν αναφέρεται (κυρίως στα κέντρα εκπαίδευσης που χωρίς ειδικότητα δεν έχει και πολλά να πει!) (βλ. παράδειγμα 1). Ανεπίσημα οι σειρές έχουν και αύξοντα αριθμό (π.χ. η Β' ΕΣΣΟ του 2009 ήταν η 307, βλ. παράδειγμα 3). Τώρα βρισκόμαστε στην 312 και συνεχίζουμε ακάθεκτοι!

Σημείωση: για να μπει κάποιος που έχει πάρει αναβολή σε μία ΕΣΣΟ, πρέπει να έχει λήξει η αναβολή του ή να τη διακόψει ο ίδιος ένα τρίμηνο πριν (π.χ. στην περίπτωση των αναβολών από ΑΕΙ που λήγουν 31 Δεκεμβρίου, παρουσιάζεσαι τον Μάη, αφού δεν προλαβαίνεις την ΕΣΣΟ του Φεβρουαρίου. Αυτή είναι μια πολύ δημοφιλής απορία και όπως όλα στον στρατό, τη μαθαίνεις κατόπιν εορτής!

  1. (Κέντρο Εκπαίδευσης Πυροβολικού στη Θήβα)
    - Εσύ, αναφέρσου!
    - Στρατιώτης Πυροβολικού Κάνιγκας Ιωάννης, 2009 Β' ΕΣΣΟ, δεύτερη μοίρα, δεύτερη πυροβολαρχία!

  2. (από εδώ)
    «Στο Στρατό καλείται να καταταγεί με την ΕΣΣΟ του Νοεμβρίου ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης, αφού μετά την ολοκλήρωση της ΕΔΕ, προέκυψε ότι το απολυτήριό του ήταν πλαστό. Ο ηθοποιός κηρύχθηκε ανυπότακτος εσωτερικού και η σχετική μηνυτήρια αναφορά κατατέθηκε στον εισαγγελέα του Στρατοδικείου.»

  3. (από ένα ωραίο θέμα για το πότε άρχισαν να αριθμούνται οι σειρές, με την τυπικά ευφάνταστη απάντηση του ΓΕΣ!)

«Ρώτησα στο ΓΕΣ, αλλά δυστυχώς δεν έλαβα την απάντηση που θα ήθελα:

Σε απάντηση του από 29 Ιαν 2010 ηλεκτρονικού σας μηνύματος σας γνωρίζουμε ότι οι Εκπαιδευτικές Σειρές Στρατευσίμων Οπλιτών προσδιορίζονται χρονικά με μόνη μεταβλητή το έτος και το μήνα (π. Χ 2009 Α' ΕΣΣΟ είναι η ΕΣΣΟ που καλείται το Φεβ το έτος 2009). Οι ΕΣΣΟ αριθμούνται σε 4 στο έτος και η κλήση τους υλοποιείται τους μήνες Φεβ η Α', Μαϊ η Β' Αυγ η Γ' Νοε η Δ'. Οποιαδήποτε άλλη αρίθμηση των ΕΣΣΟ δεν είναι επίσημη.»

Λούφα και παραλλαγή: Στρατιώτης Παπαδόπουλος Ιωάννης, τυφεκιοφόρος πεζικού 80ή ΕΣΣΟ! (από Cunning Linguist, 17/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρκετά Περιορισμένης Ευθύνης.

Ο Βασίλης είναι ώρες ώρες πολύ ΑΠΕ. Δεν είναι να τον παίρνεις στα σοβαρά!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απλό ρήμα, αποτελούμενο από το λολ / λωλ (αγγλ. lol, δηλ. laughing out loud) και την κατάληξη -άρω, και στη γλώσσα του διαδυκτίου σημαίνει γελάω.

Η χρήση του λολάρω (τουλάχιστον στον γραπτό ιντερνετικό λόγο) εκφράζει την κυριολεκτική κατάσταση γέλωτος, στην οποία βρέθηκε ο χρήστης αφού είδε ή διάβασε κάτι που θεωρεί αστείο, και διαφοροποιείται από το απλό λολ ή lol, που πλέον χρησιμοποιείται καταχρηστικά και σχεδόν μετά από κάθε πρόταση, χωρίς να δηλώνει απαραίτητα την διάθεση του χρήστη να γελάσει.

Όσον αφορά τον προφορικό λόγο, το λολάρω χρησιμοποιείται από τον ομιλητή όταν θέλει να δώσει έναν τόνο ειρωνείας στην απάντησή του προς το, όχι και τόσο πετυχημένο, αστείο του συνομιλητή του (π.χ. να λολάρω τώρα ή μετά;). Αντιθέτως το λολ ή lol σημαίνει ότι ο χρήστης γελάει από ευγένεια, χωρίς να συνοδεύεται απαραίτητα από ειρωνεία, δοκιμάζοντας, κατ' αυτόν τον τρόπο, την νοημοσύνη του συνομιλητή, αλλά και την δική του ευγένεια, με την προφανή δήλωση ότι είναι ευγενικός που δεν γελάει ακριβώς (αντ' αυτού λολάρει).

  1. Στο Highlander είναι ο McCloud με μια γκόμενα σε ρομαντικό δείπνο υπό το φως των κεριών, και κρατάνε από ένα ποτήρι μπράντυ στο χέρι. Σε κάποια φάση ρωτάει η γκόμενα: «Shall we have a toast;». Και μεταφράζει ο μάγκας στους υπότιτλους:«Θες ένα τοστ;» Λολάρω κάνα 5λεπτο λέμε.... (Από εδώ)

  2. αφασία ειναι τα ανεκδοτάκια ειδικά αν τα ακούς από προικισμένο αφηγητη …στο internet βεβαια χάνουν αρκετή από την γοητεία τους αλλά εγώ και έτσι λολάρω. (Από εδώ)

  3. λολολολολ! λολάρω, δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο, βλέπω απο τον μικρό μου αδερφό παιδιά... άστε βράστε είναι η εκπαίδευση πλέον... (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά σκληρή παιδική έκφραση κατά αδέξιου ή αργόστροφου παιδιού. Χρησιμοποιείται ιδίως στα αθλήματα, σε περίπτωση απρόσμενης αστοχίας σε εύκολο στόχο ή καθυστέρησης στην κατανόηση συνθηματικών εκφράσεων.

Προέρχεται από το αρκτικόλεξο Π.Ι.Κ.Π.Α. = Πατριωτικόν Ίδρυμα Κοινωνικής Αποκαταστάσεως & Αντιλήψεως, (1914 - 2003), που στόχο είχε κυρίως την αποκατάσταση και μέριμνα παιδιών με ειδικές ανάγκες.

Δηλαδή η έκφραση σημαίνει ούτε λίγο-ούτε πολύ: Είσαι καθυστερημένο!

Συνώνυμα: Άγαρμπο, καθυστερημένο, παράλυτο, ημιπλήγας, παραπλήγας, μαλακιασμένο, παπαρόμπεης, παλτό, μηναρόμπεης, κουλό, κουλομαρία, κουλαρία, κουλαμάρα, σαπατελό, μανταλάκια, παρμένο, αφαιρεμένο, άμπαλο, παρμενίων, ερείπιο, σαπάκι κ.τ.λ.

Ας θυμηθούμε και παλιό σχολικό πείραγμα, όπου πρότεινε η παρέα σε αφελή συμμαθητή, να προφέρει την ερώτηση «πού με πάει το πουλμανάκι;» με τη γλώσσα του κολλημένη στον ουρανίσκο, οπότε η απάντηση δίνονταν ατάκα και ομαδόν: «Στο Π.Ι.Κ.Π.Α.!»

Για άλλη μια φορά, αποδεικνύεται οτι ουδέποτε τα σχολιαρόπαιδα υπήρξαν ούτε άδολα ούτε τρισχαριτωμένα, βλ. βασανιστήρια σε ζωάκια π.χ. καλάμι στον κώλο βατράχου και φούσκωμα ως να σκάσει, αφαίρεση φτερών μύγας ή χωνάκι στον κώλο της (!) κλείσιμο σφήκας σε μπουκάλι, πετάλωμα γάτας, ντενεκέδες στην ουρά σκύλων, επιθετικότητα στους σωματικά ή ψυχικά ασθενέστερους (βλ. Lord of the Flies του William Golding 1954 – σινεμεταφορά του Peter Brook 1963), ανταγωνισμός και επίδειξη λόγω κοινωνικών και ήδη εθνοτικών διαφορών, που κυμαίνονται μεταξύ προνομιακής κατοχής σάκας «Χατζηγιάννης» και σούπερ κασετίνας και μέχρι το σημερινό λεγόμενο school bullying και τον Άλεξ στη Βέροια.

Ώστε, η Πάνια δεν μας ήρθε ουρανοκατέβατη...

  1. - Παίρνω στην ομάδα μου το Χρήστο και το Γιάννη. Εσύ πάρε όποιους θέλεις.
    - Σοβαρά; Κι εγώ τί θα' χω τότε ρε φίλε, που μου' χεις αφήσει εδώ πέρα όλο το πίκπα;

  2. - Καλά ρε, έχασες το γκολ με κενή εστία;
    - Αφού γλίστρησα...
    - Τί πίκπα είσαι συ ρε παιδί μου!

(από xalikoutis, 24/08/09)(από johnblack, 24/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified