Ο παθητικός ομοφυλόφιλος.
Οι κλανοκαποτες Άγγλοι γύρισαν πίσω στη δυστυχία τους ή έμειναν Βραζιλία να δουν την Ελλάδα και τις υπόλοιπες 15 καλύτερες ομάδες του κόσμου; (Εδώ).
Ο παθητικός ομοφυλόφιλος.
Οι κλανοκαποτες Άγγλοι γύρισαν πίσω στη δυστυχία τους ή έμειναν Βραζιλία να δουν την Ελλάδα και τις υπόλοιπες 15 καλύτερες ομάδες του κόσμου; (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Αφενός είναι ο καναπές, όπου κάθεται ο κώλος μας αναπαυτικά, ή η πράξη ή συνήθεια του καθισιού, της ραστώνης, νωθρότητας, απάθειας, ή ο ίδιος ο καναπεδάκιας.
Αφεδύο είναι η γυναίκα ή κόρη που προσφέρεται για πρωκτογάμευση, που κάθεται με τον κώλο. Και κατά μεταφορική επέκταση ο κάθε ηττημένος, διασυρμένος, συντετριμμένος, ξεφτιλισμένος.
Έβαλε δυο γκολ στην Κ20 και την κωλοκαθίστρα Ιτάνζ. (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Η γυναίκα (ή κόρη) που κάνει (ή θεωρείται ότι κάνει) σεξ με πάρα πολλούς άντρες, οπότε εντέλει θεωρείται σεξιστικώς ότι χρησιμεύει απλώς ως σκεύος ηδονής και δεν έχει κάποια άλλη σημαντική ανθρώπινη πχοιότητα. Προφάνουσλυ χρησιμεύει και ως γενική βρισιά. Στα αγγλικάνικα λέγεται cum bucket, sperm bucket ή spunk bucket και είναι πιο διαδεδομένο σαν έκφραση. Στα ελληνικά δίνει ελάχιστα χτυπήματα στον γούγλη, ίσως λοιπόν να μας έρχεται από τα αγγλικάνικα πιθανόν με την επίδραση της πορνογραφίας, όπου η αγγλική έκφραση είναι πολύ συχνή. Κάτι τέτοιο βέβαια δεν είναι αναγκαίο, καθώς η λέξη κουβάς είναι εξαιρετικά σλανγκενεργή, όπως δείχνουν τα πολλά λήμματά μας που την περιέχουν.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που χτυπάει γκόμενες κατά συρροή, που αλλάζει τις γυναίκες σαν τα πουκάμισα, ο Καζανόβας, ο Δον Μήτσος Κιλώτης, ο Τζέμης Μποντ τ. fuck and let die, ο φαρμακοψώλης, ο σκοτώνω. Γενικά το τελικό συστατικό -φονιάς προσδίδει σεξιστικώς ένα είδος ανδρισμού, γιατί άντρας που δεν είναι γκαζοφονιάς, ρακοφονιάς, ή, γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε, και μπαζοφονιάς, δεν είναι άντρας. Σημειωτέον ότι στο -φονιάς μπορεί να υπάρχει και μια ελαφρά μειωτική χροιά, λ.χ. ο γκαζοφονιάς να είναι αυτός που πατάει γκάζι σαν ούγκανος εις βάρος της πχοιότητας της οδήγησης, έτσι κι ο γκομενοφονιάς μπορεί να είναι και -φονιάς ως σαβουρογάμης ό,τι κάτσει ή ως κάποιος που χάνει ευκαιρίες για πχοιοτικές σχέσεις μέσα στη φούρια του. Θα μπορούσαν να ειπωθούν πολλά ψυχανάλατα για τη σχέση σεξ και θανάτου, τόσο της ερωμένης, όσο και του ερώντος, αλλά προτιμώ να δώσω τον λόγο στα παραδείγματα.
Got a better definition? Add it!
Η γυναίκα με την οποία ένας άντρας δεν θέλει να κάνει μόνιμη σχέση και να δεσμευτεί, αλλά την έχει για τις δύσκολες ώρες που δεν υπάρχει κάτι καυλύτερο στον ορίζοντα.
- Άντε καβατζοχαρτοπετσέτες, καβατζοσαμπουάν, καβατζοαφρόλουτρο και άλλες τέτοιες...βλακείες, να το δεχτώ... Αλλά καβατζογκόμενα, όσο χρονών και να είναι ο άλλος ... δεν επιτρέπεται, νομίζω!
- Oπως το ειπες ...........νομιζεις
Η ηλικια του μονο για περιπετειουλες ειναι και αυτο εννοω λεγοντας καβατζα
Αλλα και για καβατζογκομενα να ελεγα ποιος δεν το επιτρεπει παρακαλω ;
Τωρα για τα υπολοιπα
ο καθενας οπως τα βλεπει και αφου εσυ θες να τα βλεπεις ετσι
με γεια σου με χαρα σου
- βρε αναστασία κάτσε να του κάτσει η μια και μετά ας ψάχνει και καβάτζες... αν και αν πάρει είδηση η μια τις καβάτζες να ξέρεις ούτε την μια θα έχει μα ούτε και τις καβάτζες. κλειστή η κοινωνία της σχολής. όλα μαθαίνονται. ιδιαίτερα στον γυναικείο κύκλο. αυτές... όλες κάνουν παρέα και είναι με το σεις και με το σας και όλες έτοιμες να υποστηρίξουν και να σφάξουν την άλλη. (Εδώ).
Δες και -μούνα, -γκόμενα.
Έρωτες χωρίς δεσμεύσεις: ανάβω κεράκι, γαμιολάκι, ελευθερογαμία, ελευθεροσχεσίτες, ένα στα γρήγορα, ερωφίλη, καβάτζα, καβατζογκόμενα, καφέ και πίπα, κοινόχρηστη γκόμενα, ξεπέτα, πηδύλλιο, πισωκολλητός και πισωκολλητή, πουτσοδότης, σαλματζής, σεξάκι (ως και σεξάκοι), σέρβις, φιλικό (τα καλύτερα γκολ μπαίνουν στα φιλικά), φίλοι με προνόμια, fuck buddy, one night.
Got a better definition? Add it!
Πρόκειται για ειδική περίπτωση ψωλίτας. Και πάλι δηλαδή έχουμε να κάνουμε με κοπέλα που αρέσκεται να καβλώνει τους δύστυχους άντρες και να συναναστρέφεται με πολλά κοντάρια (ή και όχι τόσα πολλά). Αυτό που περιγράφει την περίπτωσή της, είναι ότι κυκλοφορεί συχνά- πυκνά έξω ξεβράκωτη! Φοράει φούστες, τζινάκια, κολλανάκια, αλλά το μέσα απουσιάζει. Η δράση της μπορεί να εντοπιστεί και στα γυμναστήρια, όπου μερικές φορές χρησιμοποιεί κολλάν, αλλά δίχως εσώρουχο. Στόχος της να προσελκύσει το μέγιστο αριθμό αντρών.
- Είδα την Άντζι σήμερα στο γυμναστήριο... φορούσε ένα κολλάν και διαγραφόταν ο κώλος της...
-Χμμ... και το στρινγκ της να υποθέσω;
- Αμάν... τώρα που το λες δεν το είδα... δεν πρέπει να φορούσε τίποτα...
- Και αυτή είναι ξεβρατογκόμενα τελικά...
Got a better definition? Add it!
Τα γκομενάκια - εργαζόμενες μερικής απασχόλησης σε διαφημιστικές εταιρείες προώθησης προϊόντων, κατά κόσμον προμόσιον.
Τα συγκεκριμένα εργαζόμενακορίτσια είναι πάντοτε εκπάγλου καλλονής , στοιχείο απαραίτητο για να τραβούν την προσοχή των συνανθρώπων μας ουτωσώστε να προωθήσουν το προϊόν τους.
— Πάμε ρε Μπουρνάζι;
— Όχι, τις έχω βαρεθεί τις μπουρναζογκόμενες και τις πλατινομαλλούσες.
— Έλα ρε παπάρα, αφού ξέρεις... πάντα σκάνε και τα γαμάτα τα διαφημισόμουνα.
Δες και -μούνα, -γκόμενα.
Got a better definition? Add it!
Η γκόμενα που έχει κορμάρα που φουσκώνει παντελόνια αλλά μούρη που εκτροχιάζει τρένα από την ασχήμια της .... και ωσεκτουτού η χρησιμότητά της είναι αυτή της γαρίδας: τρως το σώμα και φτύνεις το κεφάλι ...
- Κολλητέ τσέκαρε κώλο το μωρό...!!
- Το είδα αλλά η τύπισσα είναι γαριδογκόμενα, άμα γυρίσει πρόσωπο θα πάθεις εγκεφαλικό!....
βλ. επίσης γαρίδα, γκόμενα-γαρίδα, γυναίκα-γαρίδα και πεσκανδρίτσα
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μπουζουκογκόμενα καλείται η συνηθισμένη γκόμενα που:
Πάντα όμως υπάρχουν και οι μπουζουκογκόμενες high-classάτες. Αυτές που:
Ενώ ο όρος χρησιμοποιείται και για τα σκυλιά, η μπουζουκογκόμενα έχει μία πιο προσεγμένη εμφάνιση.
Βλ. και μπουζουκομούνι καθώς και -μούνα, -γκόμενα
Got a better definition? Add it!
Είναι η γκόμενα που, κατά την διάρκεια της σχέσης της με τον άντρα των ονείρων της, τον βλέπει μια μέρα να φεύγει μακριά της στο εικονικό μέτωπο που λέγεται φανταριλίκι. Η φανταρογκόμενα βασικά πήζει όσο κι ο φαντάρος (λέμε τώρα...), όχι επειδή είναι μόνη, να μην τα παραλέμε, αλλά επειδή κάθε μα κάθε που ο φαντάρος παίρνει άδεια, πρέπει να υφίσταται έστω και για λιγουλινάκι τον πόνο του και να κάνει τουμπεκί ακούγοντας όλες αυτές τις συνήθως, αλλά ευτυχώς όχι πάντα, θεοβάρετες ιστορίες (κάτι χειρότερο από το ποδόσφαιρο) γιατί τον αγαπάει -ή επειδή έτσι πρέπει να δείχνει.
Έχουν γίνει πολλά φριχτά κατά τις μεγάλες αυτές στιγμές. Έχουν αποφασίσει φανταρογκόμενες να τον χωρίσουν επειδή είναι ευκαιρία (!). Άλλες έχουν παραπλανηθεί από την απουσία και έχουν πιστέψει ότι πράγματι τον θέλανε πάντα και ότι οι εκάστοτε αμφιβολίες τους ήταν παραμύθια -και τελικά ο οριστικός χωρισμός λαμβάνει χώρα άμα τη απολύσει του φαντάρου ή λίγο πιο μετά.
Άλλες όμως στενάζουν πραγματικά που δεν τον έχουν κοντά τους και δεν χάνουν επισκεπτήριο για επισκεπτήριο, περιμένουν στα αεροδρόμια και στα λιμάνια, είναι κρεμασμένες από το τηλέφωνο, θα του δώσουν και μπόλικα τηλεφωνικά γαμήσια να τον στείλουν στα ουράνια...
Όλ' αυτά χωρίς να μπούμε στις λεπτομέρειες της αντίθετης πλευράς (την ανακούφιση του φαντάρου που επιτέλους δεν θα την ξαναδεί για ένα διάστημα, ή αντίθετα τον πόνο του που δεν θα την ξαναδεί σύντομα, την ανακάλυψή του ότι υπάρχουν και οι πουτάνες, την ανακάλυψή του ότι υπάρχουν και οι τουρίστριες, την ανακάλυψή του ότι υπάρχουν και οι άντρες, κλπκλπκλπ)
Η διαφορά μεταξύ φανταρογκόμενας και φαντάρου δεν είναι απλώς το ότι αυτός τραβάει άλλο ζόρι από αυτήν, είναι και το ότι αυτός μια φορά θα πάει, ενώ αυτή μπορεί να το ζήσει πολλές φορές το σενάριο αυτό. Είναι βέβαια σημαντικό για το σιβί σου να έχεις διατελέσει φανταρογκόμενα, είναι εμπειρία που συγγενεύει από μακριά με αυτή του φαντάρου, είναι ρε παιδί μου σα να τον έχεις τον άλλον στη φυλακή ή στο νοσοκομείο, ή για να το πω πιο ζεστά: σα να τον έχεις παιδί σου -και η σχέση παίρνει άλλο χρώμα, και κει οφείλεις να δεις τι νιώθεις γι' αυτόν τον καψερό.
Αρκεί να σου αρέσει αυτό που θα ανακαλύψειςςςςς...
- Πόσες φορές έχεις κάνει φανταρογκόμενα;
- Τρεις...
- Όχι ρε πούστη! Εγώ μία και τά 'χα φτύσει!
Got a better definition? Add it!