Selected tags

Ο στοιχηματισμός, κλάδος του τζόγου που ασχολείται με πρόβλεψη αποτελεσμάτων αθλητικών, κυρίως, γεγονότων, με αποδόσεις εξαρτώμενες από τις πιθανότητες επέλευσης του κάθε αποτελέσματος ("μπούκις"). Στην Ελλάδα το "Πάμε Στοίχημα" του ΟΠΑΠ, οι διάφορες ιστοσελίδες ηλεκτρονικού στοιχηματισμού, τα παράνομα στοιχηματζήδικα κλπ.

Further tags

Κυριολεκτιξα Το μπουκι βγαίνει από το τσιμπούκι δηλαδή το στόματικο σεξ. Συνυποδηλωτικά το μπουκι σημαίνει ότι κάποιος ξευτιλισε κάποιον Ακόμα η λεξη μπουκι χρησιμοποιειται αντί της λέξης bookers στο στοιχημα.Μπουκι είναι αυτοί που φτιάχνουν τις αποδόσεις στις στοιχηματικες εταιριες

-Βγηκες Με την Χριστίνα χθες -Ναι ρε μου κάνε ενα μπουκι και τα καρούλια μέσα

-Ποπό μαλακά Σοφοκλή μπουκι τον πήγα τον Παράσχο στο fifa

-εχασα την Γιουβέντους στο 1.08 με την Κάλιαρι -Παλι σε γάμησαν οι μπουκι ρε Θωμακο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στοιχηματική πρόβλεψη από έναν παίκτη που την μοιράζεται με άλλον. Ο παίκτης θεωρεί σίγουρη την πρόβλεψή του (), γι αυτό και χρησιμοποιεί τον συγκεκριμένο όρο για να τονίσει την αξία της πρότασης του προς τον άλλον παίκτη.

- Πάνε παίξε την Μίλαν ξερό άσσο την Κυριακή. - Λες ρε μαλάκα; Δεν ξέρω. - Δώρο σου λέω..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περίπτωση στην οποία επιχειρούμε να κάνουμε κάτι και παρότι οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος μας, είμαστε γενικώς στα παπάρια μας, καθότι δεν έχουμε να χάσουμε και τίποτα.

- Έπαιξα άσσο την Μπάρτσα και διπλό την Άστον Βίλα.
- Διπλό την Άστον Βίλα; Αφού παίζει με τη Σίτυ εκτός.
- Ε, μπας και κάτσει ρε, 10 απόδοση δίνει.

- Θα χωθώ στη Μαίρη μπας και κάτσει.
- 10 πόντους σου ρίχνει με το τακούνι αλλά στ' αρχίδια σου, αφού έχει πιει δοκίμασε το.

(από HardcoreGR, 15/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τζόγος, το τυχερό παίγνιο. Εκ του τουρκικού kumar που σημαίνει ακριβώς το ίδιο. Βέβαια το κουμάρι δεν παραπέμπει σε avantgarde καταστάσεις ενός ναού στο Μονακό, ούτε καν σε Πάρνηθα, και ταιριάζει σε άτομα low level, παρακάτω και από έναν απλώς άξεστο τζογαδόρο. Το κουμάρι είναι πιο underground και παρακμή. (Έχω μια μανία με την παρακμή...). Οι διαφορές πολλές:

1. Ο χώρος:
Ο κουμαρτζής δεν πάει κατά κανόνα στο καζίνο, ούτε θα τον συναντήσουμε σε καρέ που παίζονται στα λεγόμενα «καλά σπίτια» με τα μεγάλα σαλόνια, προτιμάει τις παράνομες λέσχες ή τα καφενεία χωριών ξεχασμένων από το θεό και την κοινωνία.

2. Τα παιχνίδια:
Ο κουμαρτζής δεν παίζει με πανάκριβη πλαστικοποιημένη τράπουλα, και κοκάλινες μάρκες σε καινούργια τσόχα, θα παίξει με τη λιγδιασμένη απο απλό χαρτόνι, και πάντα με μετρητά πάνω σε τσόχα μαύρη από τη λέρα και με άφθονες τσιγαριές. Δεν παίζει blackjack, αλλά στούκι, δεν παίζει στα crap tables του καζίνο, αλλά μπαρμπούτι πάνω σε κουβέρτα (βρώμικη) ή τραπέζι του μπιλιάρδου. Δεν παίζει Texas Hold'em, αλλά χαρακίρι, ασανσέρ, κούκο (μονό ή διπλό), νεκροταφείο, το κρυφό μπαλαντέρ, η ψωλή του βασιλέως κ.α. Δεν παίζει καν «πάμε στοίχημα», εννοείται πως έχει δικό του μπούκη (bookmaker) και παίζει παράνομο στοίχημα.

Τέλος, η λέξη κουμάρι δίνει μια ικανοποίηση όταν τη χρησιμοποιούμε, γεμίζει το στόμα, έχει μια δόση μαγκιά παραπάνω.

(Στη γειτονιά):

-κα Ευανθία: Είδα τον Κωστάκη σου κυρα Φωφώ μου, να βγαίνει απ΄του γερο-Φωκά τον καφενέ νωρίς τα ξημερώματα χθες.

-κα Φωφώ: Αχ! Τι να κάνω με τον αχαΐρευτο! Τον έφαγε το κουμάρι. Ως τις τέσσερις τον περίμενα, την ώρα που γύριζε η Λίλιαν με κάποιο αγόρι.

-κα Ευανθία: Η Λίλιαν έξω στις 4 το πρωί; Θεός φυλάξοι! Κάποιο λάθος θα έκανες Φωφώ μου. (Από μέσα της: δεν κοιτάς να μαζέψεις τον κουμαρτζή το γιο σου λέω 'γω...).

-κα Φωφώ: Δίκιο έχεις Ευανθία μου, μπορεί να λάθεψα. (Από μέσα της: Δεν κοιτάς να μαζέψεις το πουτανάκι την κόρη σου που πάλι δεν έκλεισε μπούτι όλη νύχτα και την έχουν κάνει βούκινο οι Σλάνγκοι Δράκοι σε όλο το internet...).

He-Who-Can-Slang (από Vrastaman, 21/01/09)Ο Κουμαρτζής (Χ. Πιπεράκης 1939) (από HODJAS, 25/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

δίνει ... στο στοίχημα

Ένας έμμεσος τρόπος για να πούμε πόσο πιθανό ή απίθανο είναι να συμβεί ένα ενδεχόμενο. Το τι από τα δύο και πόσο ακριβώς εξαρτάται από τον αριθμό που μπαίνει στη θέση των τελειών: όσο μικρότερος είναι, τόσο πιθανότερο είναι να συμβεί, όσο μεγαλύτερος, τόσο λιγότερο πιθανό.

Προέρχεται από την ορολογία του στοιχηματισμού ("Πάμε στοίχημα", "bwin" κλπ), όπου ο αριθμός είναι ο πολλαπλασιαστής απόδοσης για τα λεφτά που ποντάρεις. Όσο πιο πιθανό είναι το ενδεχόμενο, τόσο ο αριθμός πλησιάζει τη μονάδα. Αντίστοιχα όσο πιο απίθανο το ενδεχόμενο, τόσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός.

Θα πρέπει να μιλάμε για ενδεχόμενα που δεν είναι πραγματικά αντικείμενο κουπονιού στοιχήματος, γιατί διαφορετικά το λήμμα γίνεται μάλλον απλή κυριολεξία.

  1. Από εδώ:
    πόσο δίνει στο στοίχημα να πάει ο Μαζιώτης σαν τον παππού που δεν έδωσε φακελάκι;
  2. Από εδώ:
    ...και μετα να τους παραδωσουμε και να πονταρουμε στο οτι σε 1ωρα θα ειναι ελευθεροι (δινει 1,10 στο στοιχημα)...και για το ποιοι θα βγουν να τους υπερασπιστουν δινει 1.001 μονο και μονο να τους μαντεψεις...
  3. Από εδώ:
    - ...με την μόνη διαφορά ότι δεν θα έχω καμία δέσμευση. Μου τόνισε ότι στο τέλος του πρώτου έτους συνεργασίας θα με πάρει το ίδιο άτομο να μου κάνει ακόμα πιο φθηνή προσφορά.
    - Το πρώτο θα είναι παγκόσμια πρώτη αν συμβεί. Οσο για το δεύτερο, και μόνο το να είναι ακόμη εκεί το ίδιο άτομο μετά από ένα χρόνο, πρέπει να δίνει απόδοση 80 στο στοίχημα. Αν κάτι ακούγεται πολύ καλό για να είναι αληθινό, πιθανότατα δεν είναι. Ζήτα τους την προσφορά γραπτώς (κι άμα τη δεις γράψε μου).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εμπιστευτική πληροφορία που πηγάζει από εσωτερική πληροφόρηση γύρω από ένα σημαντικό ζήτημα και διοχετεύεται σε καίρια χρονική στιγμή.

Κλασσικά, τα σιγουράκια παίζουν πολύ σε κάθε είδους αθλητικά στοιχήματα: μια έγκυρη πληροφορία π.χ. ότι ο προπονητής της Θύελλας Ποντοκερασιάς είπε στους παίχτες του στη διάρκεια της τελευταίας πριν το ματς προπόνησης «Προσέξτε να μη φορτωθείτε πολλές κάρτες», μεταφράζεται ως προτροπή για μειωμένη αγωνιστικότητα, άρα απόδοση της ομάδας του, οπότε εξάγεται με σχετική ασφάλεια το συμπέρασμα ότι νικητής της αναμέτρησης θα στεφθεί η αντίπαλη ομάδα. Τέτοια σιγουράκια, πάντα πληρώνουν καλά.

  1. Σιγουράκι η πτώχευση της Ελλάδας! ο πρώτο φαβορί παγκόσμια για να κηρυχτεί σε πτώχευση παραμένει η Ελλάδα. Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζουν οι ειδικοί μπουκμέικερς. (από εδώ)

  2. Ξέρει κανείς τι είπε ο Υπουργός Υγείας στην Κυβερνητική για το θέμα του ποσοστού κέρδους των φαρμακείων; Κάνα σιγουράκι;

(από Vrastaman, 22/11/11)

Συνώνυμο: στανταράκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίρρημα. Σημαίνει «σίγουρα». (Για ειρωνική χρήση βλ. εδώ) Συνώνυμο: γκαραντί.

Χρησιμοποιείται πολύ στο στρατό. Όχι για κάποιον ειδικό λόγο, απλώς γιατί στο στρατό κυκλοφορούν μονίμως τόσες φήμες ώστε είναι πάντοτε ανάγκη να τις επιβεβαιώνεις όσο μπορείς. Πέραν αυτού, χρησιμοποιείται και στην κοινωνία.

Προέρχεται μάλλον από όρο των αλογομούρηδων και λοιπών στοιχηματζήδων.

  1. - Τελικά Δευτέρα βγαίνουν οι μεταθέσεις;
    - Όχι ρε, ποια Δευτέρα; Από βδομάδα και αν.
    - Στάνταρ;
    - Ε τώρα, τι στάνταρ... Έτσι λένε.

  2. - Τριημεράκι τι θα κάνεις;
    - Μα θα παίξει τελικά τριήμερο;
    - Ναι ρε, στάνταρ!
    - Ξέρω 'γώ, άμα παίξει τελικά θα δω.
    - Καλά, είσαι χαζός; Δευτέρα είναι του Αγίου Πνεύματος, πού ακούστηκε να μας τη φάνε;

(από rigo21, 24/05/09)

Βεβαιωτικά επιρρήματα και φράσεις: αβλεπί, αεράτα, άκοπα, ανοιχτά, για πλάκα, γκαραντί, εύκολα, κανονικά, σβηστά, στάνταρ, χαλαρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποτυχημένος στοιχηματισμός. Όταν τις παίζει στοίχημα (ΠΑΜΕ στοίχημα) και χάνει ότι λεφτά έχει βάλει. Είναι η πιο συνηθισμένη λέξη μεταξύ των πωρωμένων τζογαδόρων. Όλοι έχουμε πάει στον κουβά μπιπ το στανιό μου.

(το είχα πάθει πριν από κάτι μήνες)

Παίζω ένα κουπόνι για Σαββατοκύριακο. Τη Γκρόνιγκεν άσο, τη Σάλτσμπουργκ διπλό, τη Μπάρτσα διπλό μες στη Μπιλμπάο. Πιάνω και 3 ιταλικά. Και τι χάνω; Τι χάνω μπιπ τη γκαντεμιά μου; Τη Γκεντσλερμπιρλιγκί. Την είχα παίξει Χ την πουτάνα. Από τότε δεν ξαναπαίζω τούρκικα. Ο απόλυτος κουβάς.

Γιά φέρτε όλο το παραδάκι εδώ... (από Marco De Sade, 17/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χι, η ισοπαλία για τους στοιχηματάκηδες.

Όσο για το ντέρμπυ του Καμπιονάτο, το πλέον ενδιαφέρον στοιχείο είναι πως Ρόμα και Γιούβε, θα παραταχθούν με σοβαρές απουσίες στην άμυνά τους. Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι βάσει στατιστικής δέχονται εύκολα το γκολ, αναδεικνύει το όβερ ως την κορυφαία επιλογή μας γι΄αυτό το παιγνίδι. Από εκεί και πέρα εκτιμώ ότι ένα καραούλι και στο χηνόπουλο δεν θα ήταν κακή ιδέα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι στοιχηματοπώλες. Τα γραφεία στοιχημάτων. Από το αγγλικό bookmakers που συχνά συντομεύεται σε bookies.

Οι μπουκις δίνουν 10/1 στη Λιβερπουλ 2-1 (Από blog)

Οι μπουκις παντως δειχνουν να το ψιλοφοβουνται το ματσακι.... Θεωρουν μεν τη Βερντερ φαβορι, αλλα οχι αυτο που λεμε ακλονητο φαβορι.... (Από forum)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified