Further tags

Το λεσβιακό αντίστοιχο του πούστη από κούνια. Να σημειωθεί ότι ακόμη κι αν υπάρχει γενετικός προκαθορισμός για την λεσβία, αυτός δεν έχει καμία σχέση με ανάλογο γενετικό προκαθορισμό του άνδρα γκέι.

Ασίστ: GATZMAN.

Από τα αρχαία χρόνια υπήρχαν λεσβίες από κούνια, οι περίφημες τριβάδες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λεσβία, η πλακομουνού. Από το τρίψιμο.
Αρχαία ελληνική λέξη που χρησιμοποιείται σήμερα σλανγκικώ τω τρόπω.

Ρε μαλάκα, πάλι κάλεσες όλες τις τριβάδες στο πάρτυ σου; Και μεις τι θα γαμήσουμε ρε μαλάκα;

(από nick, 26/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λεσβία, η τζιβιτζιλού, η πλακομούνα. Η γυναίκα που αντροφέρνει παραπάνω από το κανονικό, μερικές φορές όχι χωρίς αιτία.

Λέγεται και «αρσενίκω».

Πού πάς ρε μαλάκα, αυτή είναι αρσενικιά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το «εργατοπατέρας», ο πούστης, κατά κανόνα γερομπινές (με την καλή έννοια) που είναι πούσταρχος και διατηρεί ολόκληρη πουστωδία από νεαρότερα στην ηλικία πουστράκια, τα οποία ενισχύει, επιβοηθεί, προωθεί και γενικά παγιώνει στην δέσμευση και στράτευσή τους στο πουστρηλίκι.

Ίσως και ο πούστης που υιοθετεί παιδί (στο εξωτερικό πιο πολύ συμβαίνει μέχρι αποδείξεως του εναντίου).

Ασίστ: Μάρκο ντε Σαντ.

Ύστερα από τον γάμο στην Τήλο μαζευτήκανε όλοι οι πουστοπατεράδες και συνεδριάζανε πώς να ενισχύσουν τον Τήλιο δήμαρχο που βάλλεται.

Ψηλά τις σημαίες, κορίτσια ! (από Marco De Sade, 19/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ζιγκόλι ειδικευμένο σε γκέι πελάτες. Συνήθως ψιλο-μπάι γιατί άμα τύχει πάει και με γυναίκες. Τα κάνει όλα, γι αυτό λέγεται και πασπαρτού (όπως το κλειδί).

- Εκείνο το πουστροζιγκόλι τον Χ. τον είχανε γαμήσει στο Γυμνάσιο.

Εργασία και χαρά  (από Marco De Sade, 14/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διαδικασία τύπου κλύσμα, η οποία πραγματοποιείται πριν την παραφύσιν συνεύρεση, με σκοπό την απομάκρυνση τυχόν υπολειμμάτων κοπράνων και άλλων αδρανών υλικών από την υποδοχή (σούφρα). Ξεβιδώνουμε το τηλέφωνο του μπάνιου, εφαρμόζουμε το καλώδιο με το τρεχούμενο –χλιαρό κατά προτίμηση– νερό στην τρύπα, κι όλα παίρνουν μετά το δρόμο τους. Γνωστή στους gay κύκλους.

Ιωσήφ: Ρε συ Τζέφρυ, μου ανάβεις λίγο το θερμοσίφωνα;
Τζέφρυ: Οκ, αλλά κάνε γρήγορα και μη χαλάσεις όλο το νερό, γιατί κατά τις οχτώ θα έρθει από δω ο Πέτρος και πρέπει να κάνω μια γκαζόζα στα γρήγορα!!!

Υπονοούμενα... (από Hank, 20/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Aυτή η φράση λέγεται, όταν θέλουμε να πούμε ότι κάποιος είναι πούστης.

Εμπνεύστηκε από την πετυχημένη σειρά πρίζον μπρέικ, όπου, στην φόξ ρίβερ, τα αγοράκια που γαμούσε ο τι-μπαγκ του έπιαναν την τσέπη.

- Τους βλέπεις αυτούς τους δυο εκεί;
- Ναι ρε μαλάκα και έχω φρίξει με τον ξανθό!
- Του κρατάει την τσεπούλα από ό,τι φαίνεται...
- Σίγουρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αφρώδες μείγμα λιπαντικού και κοπράνων, που αποτελεί κάποιες φορές παράπλευρη απώλεια κατά το πρωκτικό σεξ, το γνωστό πρωκτοζούμι.

Από το επώνυμο του αμερικανού πρώην γερουσιαστή Ρικ Σαντόρουμ.

Η λεξιπλασία έχει ηθικό εμπνευστή τον Νταν Σάβατζ, ο οποίος θέλησε με αυτόν τον τρόπο να αντιδράσει σε δηλώσεις του γερουσιαστή, κατά τις οποίες η ομοφυλοφιλία οφείλει να αντιμετωπίζεται ακριβώς όπως, μεταξύ άλλων, η σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκου και η κτηνοβασία, πράξεις που αντίκεινται στο θεσμό του γάμου και της οικογένειας και έτσι πλήττουν την κοινωνία.

Σε σύγκριση συνεπώς με το πρωκτοζούμι, το σαντορούμι αρμόζει σε ομοφυλοφιλικότερα συμφραζόμενα.

Πηγές: ο σχετικός ιστοχώρος του Σάβατζ, η σελίδα όπου πρότεινε την λεξιπλασία, σχετικά άρθρα της αγγλόφωνης Βικιπαίδειας για την λεξιπλασία και για τις δηλώσεις.

  1. Περάσαμε και γαμώ χθές με το τεκνό, αλλα γεμίσαμε τα σεντόνια σαντορούμι ρε να πάρει.

  2. Κάθε φορά που είναι να σοδομίσω τον γκέη ανύπαντρο σκύλο μου, του βάζω πρώτα κλύσμα, για να μήν μου κλάνει μετά σαντορούμι.

λήμμα [σχολής βράστα] (από xalikoutis, 26/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πουστιά. Αλλά το «πουστρηλίκι» φανερώνει μια λίγο πιο μόνιμη ιδιότητα (κατά τα «προεδριλίκι», «παραγοντιλίκι»), είναι τουρκογενής λέξη, οπότε παραπέμπει στα έθιμα της οθωμανικής περιόδου, και είναι κάτι που το ασκεί ως οιονεί εξουσία ο γκέης.

Τι τσατσιές και πουστρηλίκια είναι αυτά, γαμώ το φελέκι μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πατρότητα του όρο ανήκει στον Χάρρυ Κλυνν. Χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα κι απ' τον Γιάννη Ζουγανέλη.

  1. Είναι κυρίως ο όμορφος ομοφυλόφιλος, ο σέξι, ο χοτ, η πουστάρδα.

  2. Καταχρηστικά, μπορεί να χρησιμοποιηθεί όλως αντιθέτως, για να δηλώσει τον στρέιτ άντρα, που φιλεί το όμορφον φύλον, δηλαδή το θηλυκό (απλώς οι γκέι έχουν εναλλακτική άποψη για το ποιο φύλο είναι το ωραίο).

  3. Κάπως πιο κυριολεκτικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τη λέσβω/λεσβόγκα που φιλεί το όμορφο γυναικείο, αντί για το άσχημο αντρικό φύλο.

  1. - Αχ, πώς μ' αρέσει ο Σάκης! Τι κορμί, τι κίνηση, τι μπράτσα!
    - Δεν το ξέρεις, λοιπόν, πως το γρασάρει το ρουλεμάν; Ο άνθρωπος είναι ομοφυλόφιλος!
    - Αλλά τι ομοφυλόφιλος! Ομορφυλόφιλος!

  2. - Να βρεις κι εσύ ένα παλληκάρι να καλοπαντρευτείς...
    - Γιατί; Για να 'μαι ασχημοφυλόφιλη; Προτιμώ να είμαι ομορφυλόφιλη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified