Η φράση αυτή χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να πούμε ότι κάποιος ένω περπατούσε γλίστρησε και έπεσε.
-Γιατί περπατάς έτσι;
-Γλίστρησα από το χιόνι και έφαγα σάρα!
Η φράση αυτή χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να πούμε ότι κάποιος ένω περπατούσε γλίστρησε και έπεσε.
-Γιατί περπατάς έτσι;
-Γλίστρησα από το χιόνι και έφαγα σάρα!
Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω. Πτώσεις: μπίστος, σαβούρδα, σαβούρτα, σαβούρντα, σαβούρα, σάρα, σούπα, στρόφι.
Got a better definition? Add it!
Ψέμα στην διάλεκτο των gamers, ή αλλιώς κατά κόσμο γνωστούς ως πωρωμένα, είναι κάτι το απρόσμενο, που δεν βασίζεται στην λογική του παιχνιδιού, ή δεν υπολογίζεις στο να γίνει. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί και στην καθημερινή μας γλώσσα για να υποδείξει κάτι το οποίο συμβαίνει με πιθανότητες 1 στις 100 και μας εκπλήσσει δυσάρεστα. Χρησιμοποιείται και στον πληθυντικό.
Χρησιμοποιείται ως εξής:
1) Τι ψέμα είναι αυτό;
2) Πού γίνονται αυτά τα ψέματα;
Εδώ κοίτα, χάλασε το αυτοκίνητο και τελείωσε και η μπαταρία από το κινητό, και εσύ δεν έχεις σήμα. Τι ψέματα είναι αυτά...
Δεύτερη φορά κολλάει στο ίδιο σημείο και δεν μπορώ να κάνω save... Πού γίνονται αυτά τα ψέματα;
Got a better definition? Add it!
Η λέξη έγινε γνωστή και διαδόθηκε από τον Γιάννη Τζόκλα. Προέρχεται από τη μονάδα μέτρησης ραδιενέργειας στο διεθνές σύστημα μονάδων Μπέκερελ (βλέπε και Ανρί Μπέκερελ) και σαν σκοπό έχει να δηλώσει κάθε είδους αρνητική κατάσταση την οποία μπορεί να βιώσει ένας άνθρωπος.
Δηλώνει:
1) Αρνητική ενέργεια
2) Ξενέρωμα
3) Ατυχία – αναποδιά
4) Κινητό τηλέφωνο που χτυπάει σε παραλία σε νησί άγονης γραμμής
Τη χρησιμοποιούμε επίσης για να δηλώσουμε κάθε είδους άσχημη κατάσταση.
Ήρθε μέσα στα νεύρα και με μπεκερέλιασε.
Άκυρο το ταξίδι φάγαμε μπεκερέλα μάγκες.
Έπεσε στο μονοπάτι και έσπασε το χέρι του.Μπεκερελιάστηκε άσχημα.
Ιδιαίτερη μορφή μπεκερέλας είναι η χρήση smart phone σε νησί άγονης γραμμής (σύμφωνα με τον bill-o).
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ναι μεν «μπάκακας», «μπακακάς» και «μπακακός» είναι ο «βάτραχος» όπως ορθότατα δηλώνουν αντίστοιχα οι σφυρίζων, leonpanos και vikar εδώ, οπότε «μπακακάκι» το «βατραχάκι», αλλά επίσης «μπακακάκι» είναι και σύνεργο ψαρέματος.
Πρόκειται για μια μικρή σχετικά μεταλλική κατασκευή συχνότατα με ιχθυοειδές σχήμα και βάρος ανάλογο με το βάθος των νερών που θα γίνει το ψάρεμα με τη μέθοδο της συρτής. Απ’ το μπακακάκι κρέμονται δύο ή και παραπάνω αγκίστρια ή σαλαγκιές στα οποία δολώνεται (εκτός ίσως του τελευταίου), ανάλογα με το θήραμα - στόχο, ζωντανό ή φρέσκο ήδη ψαρεμένο ψάρι (π.χ. γόπες), καλαμαράκια ή ακόμη και χταπόδι.
Όλο το σύμπλεγμα δένεται στο νήμα που θα βυθιστεί στο νερό. Το δε νήμα μπορεί να συγκρατείται από το καλάμι του ψαρέματος ή ηλεκτρικό καρούλι.
Το μπακακάκι εξασφαλίζει με το σχήμα και το βάρος του πως η κίνηση των δολωμάτων κάτω από το νερό θα μοιάζει όσο το δυνατόν περισσότερο με αυτήν ζωντανών ψαριών σε μικρό κοπάδι ώστε να ξεγελαστεί το μεγάλο ψάρι - θήραμα (σφυρίδα, φαγκρί, στείρα κλπ).
Η έκφραση «κατεβάζω μπακακάκια» συνήθως παίζει χαιρέκακα στο γ’ πρόσωπο.
Περιγράφει την κατάσταση κάποιου σε και γαμώ τη στριμόκωλη φάση, όπου κάτι έχει πάει τόσο σκατά κι απόσκατα και τόσο απρόσμενα κόντρα από το αναμενόμενο που κυριολεκτικά γαμήθηκε το σύμπαν και επιπλέον όχι μόνο δεν μπορεί να την κάνει με μικρά πηδηματάκια, αλλά είναι αναγκασμένος να κάτσει να φάει στη μάπα, δημόσια ή όχι, μια άλφα ξεφτίλα, να λουστεί άσχημες συνέπειες λόγων και πράξεων ή απλά επειδή έμεινε με το μουτζούρη και την ψωλή στο χέρι, να δει τις φιλοδοξίες του να καταρρέουν δίχως να μπορεί όχι μόνο να αντιδράσει αλλά ούτε να μπινελικώσει την καργιόλα τη μοίρα του γιατί απλά δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο η θέση, το αξίωμα, ο περίγυρος ή η όλη φάση.
Συνώνυμη με την έκφραση «κατεβάζω γουστέρες» -κάτι που ωθεί στο να θεωρήσω πως ετυμολογείται από το συμπαθές πλην γλοιώδες αμφίβιο.
Θα ήθελα πολύ να δω όσους πιο πολλούς γίνεται από εσάς την άλλη Κυριακή στο 14άρι του ΣΔΥΠ, για να ενώσουμε τα χέρια και να κάνουμε ''ΖΝΤΟ'' μπροστά στην ξινισμένη μούρη του Κατσαρού, που θα κατεβάζει μπακακάκια που τον πέρασε πάλι ο Sam. Να βγάλουμε τη γλώσσα στα μέλη του αντίπαλου team (πιστοί στο πνεύμα του ευ αγωνίζεσθαι) και να τους δείξουμε πόσο τους λυπόμαστε για την επιλογή τους.
Α, όλα κι όλα. Το να καρφώνεις τον τιμώμενο για τη γιορτή του Αντώνη Σαμαρά, μέσα στη Βουλή, είναι απρέπεια. Κι αυτό επισήμανε ο Παπαδημούλης του ΣΥΡΙΖΑ, επικαλούμενος την ντρίπλα Βενιζέλου, με το να απαρνηθεί τις εφτά κάλπες για τις τέσσερις που πρότειναν όλοι.
(Τώρα στην Πύλο, στη Μήλο, ή στην Τήνο, ο κυρ Αντώνης, κατέβαζε μπακακάκια)
(Όλα απ’ το δίχτυ)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Πέσιμο από γαιδούρι, μηχανάκι, μεταφορικά και με αυτοκίνητο, πέσιμο σε κολώνα, τοίχο, συνήθως με ευθύνη του αναβάτη-οδηγού.
Παράγωγα: στροφιάζω, στροφιάζομαι.
Εκεί στο δρόμο στροφιάστηκε εχθές με το χόντα ο τάδε και έφαγε τα μούτρα του. (για κάποιον που έτρεχε με το μηχανάκι και έπεσε)
Στρόφι ντε! (κακή ευχή, για να πέσει κάποιος που είναι απρόσεκτος)
Στροφιάσου. (διαταγή σε κάποιον να κάτσει στη καρέκλα ή να πέσει κάτω)
Πτώσεις: μπίστος, σαβούρδα, σαβούρτα, σαβούρντα, σαβούρα, σάρα, σούπα, στρόφι.
Got a better definition? Add it!
Η σούπα, η σαβούρδα, η αγορά οικοπέδου: πρωτίστως για μηχανόβιους, και δευτερευόντως για πεζούς.
Εκ του τουμπάρω και του γαμοσλανγκοτέτοιου -ίδι.
1.
- καμικάζι γιαπωνέζος πέφτει,σαβουριάζεται αλλά δεν σπάει..
- πω ρε φιλε τουμπιδι!!!
2.
« Τα μηχανάκια φεύγουνε !» φωνάζω. Παρακολουθώ το σύνολο να τσουλάει ισορροπόντας για λίγο, ύστερα να μπρουμυτίζει και να αρχίζει τις τούμπες. Μιλάμε να μπιστάει, να ανεβαίνει μέχρι και δύο μέτρα ψηλά και να ξαναπέφτει και πάλι κουτρουβαλώντας συνέχεια !!! Σπίθες, θραύσματα από τα μηχανάκια,ένα απερίγραπτο κακό και μέσα σε απανωτά τουμπίδια το «κουβάρι» περνάει μέσα σε ένα σύνεφο σκόνης στο αντίθετο ρεύμα και από κεί στο χαντάκι!!! (Δεν είχε τότε διάζωμα στη μέση η εθνική)
3.
Τι τουμπίδι είναι αυτό που έφαγε η Κιμ Καρντάσιαν; [ΒΙΝΤΕΟ]
Got a better definition? Add it!
Εκτός των αναφερθέντων, παίζουν και τα:
Α. Περιπαίζω, κοροϊδεύω, επεξεργάζομαι, δουλεύω κάποιον, (όπως σχολιάζει κι ο Χαλικού στο Βρασταμάνικο, δολοφονικό, παίζω).
Απ' το candianews (Χαλικού δικό σου):
Και δεν αναγουλιά κιανείς το βύζαχτρο να φτύξει,
και σ’ όσους σασε παίζουνε τα ντόδια ντου να τρίξει.
Ελπίζω, όμως, πως εδά που τουτονέ δα δείτε,
πως δα ανεχετζώσετε και δα ξεσηκωθείτε.
Και δα φωνιάξετε μαζί με μάνητα ως τα μπούνια:
Πάψτε να μασε παίζετε! Δεν είμαστε μαϊμούνια!!!
♪♫ Η ζήλεια είναι μια κατηφόρα
μ’ εσένα όμως είναι γκρεμός,
όταν με παίζεις αρχίζει η μπόρα
όταν μου λείπεις, κατακλυσμός ♪♫
Β. Παίζω μπουνιές, ξύλο, κλπ.
Γ.
α) Προβάλλω, δείχνω (πχ στην TV). β) Προβάλλομαι, με δείχνει η TV, το σινεμά, το βίντεο, ακούγομαι στο ραδιόφωνο. Γενικώς, στα μήδεια όσα.
Γκάφα από την ΕΡΤ: Έπαιξε είδηση από το… Κουλούρι! Δεν έχει προηγούμενο η γκάφα της ΕΡΤ! Παρουσίασε ως είδηση μια ανάρτηση γνωστής σατιρικής ιστοσελίδας με τίτλο: «Συνελήφθη σπείρα που έκοβε στη μέση χαρτί κουζίνας και το πωλούσε ως χαρτί υγείας». ΕΔΩ
Με έπαιξε η ΕΡΤ ή να πάω να παίξω για το μαύρο στη νεριτ; #ertopen ΕΔΩ
Δ. Μου τυχαίνει.
Ο εκλέκτορας των Σέρβων (και φυσικά προπονητής του Παναθηναϊκού) είχε παράπονα: "Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί στον ημιτελικό μας έπαιξε Ισπανός διαιτητής (σσ: Εμίλιο Πέρεθ)" είπε χαρακτηριστικά ο Σάλε ο οποίος είδε την ομάδα να χάνει με τρεις πόντους διαφορά από την Λιθουανία. (εδώ)
Got a better definition? Add it!
Αυτός που στην οικογένειά του είναι ο μόνος αρσενικός περιτριγυρισμένος από εικοσιεννιά κόρες, τριάντα αδελφές, είκοσι θείες, σαράντα ξαδέλφες και μια πεθερά - αλλά τι μιά...
Πώ πω ρε αδερφέ, πέντε κόρες έχει ο φουκαράς όπως ο Τέβιε στο Βιολιστή της Στέγης. Μουνόπληκτος τελείως, πάρτον ένα τηλέφωνο να πάμε για κάνα καφέ μπας και ξεθολώσει...
Got a better definition? Add it!
Published
Όταν κάποιος παθαίνει κάτι κακό.
Οταν κάτι σπαταλιέται γρήγορα ή/και σε μεγαλή ποσότητα.
-Είδες τον Νίκο που τις έριξε στον Τάκη;
-Πω μαλάκα, ψωμί έφυγε ο Τάκης.
Νίκος: Πήγα εχθές με το Τάκη στο στριπτιτζάδικο. Ένα 200αρι χαλάσαμε!
Τάκης: Άσε, ψωμί έφευγαν τα φράγκα...
Γιώργος: Τι λέτε τώρα...
Got a better definition? Add it!
Το πέσιμο, το γλίστρημα, η σαβούρδα. Την τρώμε και συνήθως προκαλούμε τον γέλωτα των γύρω...
Την είδα που με κοίταγε από τις εξέδρες και λέω μέσα μου «παιχταρά μου, τώρα πρέπει να κάνεις την κίνηση να την εντυπωσιάσεις». Και με το που πάω να σουτάρω το ανάποδο ψαλίδι, τρώω μια σούπα, όλη δική μου! Ε, κι άρχισε να γελάει με τις φίλες της και την έκανε...
Πτώσεις: μπίστος, σαβούρδα, σαβούρτα, σαβούρντα, σαβούρα, σάρα, σούπα, στρόφι.
Got a better definition? Add it!