Selected tags

Further tags

Το χάμπουργκερ, αλά ελληνική cult ταινία του 90 ή 80 (δεν υπάρχει κάπου, σε ταινία, ο όρος είναι επινοημένος, αλλά θα μπορούσε να είναι σε cult ταινία).

ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΟΝ ΤΟΝΟ!
Όχι Χάμπουργκερ αλλά
Χαμπουργκέρ! (με σκληρή ελληνική κακοτράχαλη προφορά).

- Τι θέλεις κύριος και δεν μας αφήνεις να κοιμηθούμε;
- Θέλω το χαμπουργκέρ μου.
- Μπα, ο κύριος... Θέλει να φάει το χαμπουργκέρ του... Βρε ναααα... βρεε ναααα...

(επινοημένος διάλογος cult ελληνικής ταινίας)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποκοριστικό: φοντανάκι, φουντανάκι

Μικρό γλύκισμα (σοκολατάκι, ζελεδάκι κλπ.) που χρησιμοποιείται για κέρασμα. Η λέξη προέρχεται από το Γαλλικό fondant που αναφέρεται σε μία βάση ζαχαροπλαστικής (ζάχαρη, νερό κλπ.) που χρησιμοποιείται συνήθως για την κάλυψη ή διακόσμηση κέικ (σε αυστηρά ζαχαροπλαστικούς όρους τα fondant για κάλυψη και διακόσμηση είναι διαφορετικά).

Τα φοντάν αποτέλεσαν μία από τις πιο γλυκιές αμαρτίες των παιδιών μεσοαστικών οικογενειών των δεκαετιών του 60 και 70. Η νοικοκυρά που σεβόταν τον εαυτό της έπρεπε να είχε υποχρεωτικά στο σπίτι ανά πάσα στιγμή μια φοντανιέρα με φοντάν. Ήταν ζήτημα τιμής να υπάρχει ένα μικρό γλύκισμα για να κεραστεί ο απρόσμενος επισκέπτης. Ήταν θέμα τιμής για την μεσοαστική νοικοκυρά να έχει φοντάν (Ευρωπαϊκού τύπου γλύκισμα), καθώς τα άλλα εναλλακτικά κεράσματα της στιγμής ήταν τα γλυκά του κουταλιού και το υποβρύχιο, τα οποία ήταν δηλωτικά φτώχειας (μιλάμε για το 60 και το 70, μην κοιτάτε που σήμερα το γλυκό του κουταλιού και το υποβρύχιο είναι λάιφ στάιλ). Συνήθως η φοντανιέρα με τα φοντάν ήταν κρυμμένη σε μυστική τοποθεσία για να αποφευχθεί η κατανάλωση των φοντάν (και άρα το ντρόπιασμα της νοικοκυράς) από τα παιδιά του σπιτιού. Έλα όμως που κάθε παιδί που σεβόταν τον εαυτό του έπρεπε να ανακαλύψει την μυστική τοποθεσία και να καταναλώσει ΟΛΑ τα φοντάν!

Ένα άλλο τραγελαφικό που μπορούσε να συμβεί όμως, γινόταν όταν αφενός τα παιδιά του σπιτιού δεν κατάφερναν να ανακαλύψουν την φοντανιέρα και αφετέρου τύχαινε να μην υπάρχει επισκέπτης για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αν υπήρχε λοιπόν μια ξαφνική επίσκεψη, γινόταν αντιληπτό ότι τα ξεχασμένα φοντάν έχουν αλλοιωθεί και είτε είναι πέραν κάθε σκέψης το κέρασμά τους στον επισκέπτη, είτε το κέρασμα ακολουθούσε (μετά από λίγη ώρα) μακροχρόνια επίσκεψη στην τουαλέτα προς αποβολή του στομαχικού ή εντερικού περιεχομένου (σοκολατάκια ξεχασμένα για τρεις μήνες σε συνθήκες ελληνικού καλοκαιριού αποτελούν το καλύτερο υπόστρωμα ανάπτυξης σαλμονέλας και άλλων βακτηριδίων).

Το φουντάν είναι ουσιαστικά η «βλάχικη» προφορά του φοντάν και έχει γίνει θρυλικό από την αναφορά του από τον Ζήκο (Χατζηχρήστο) στην ταινία «Της κακομοίρας».

- Τι θα σας κεράσουμε;
- Ένα φοντάν θα το έπαιρνα ευχαρίστως!

Ζήκος: Της Κακομοίρας. "Φουντάν" (από lifeingr, 23/07/10)(από Vrastaman, 26/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το «κενωνία», η λέξη υπερεσία, προφέρεται ελαφρώς αλλοιωμένη (με ε αντί για η) και έχει απαξιωτικό χαρακτήρα.

Αφορά σε κάποια δημόσια υπηρεσία και λέγεται συνήθως είτε από ταλαίπωρους πολίτες που τρέχουν και δε φτάνουν για τις υποθέσεις τους από τη μία στην άλλη, είτε από παλαιούς δημόσιους υπαλλήλους, οι οποίοι μετά από τόσα που έχουν δει τα μάτια τους όλα αυτά τα χρόνια που υπηρετούν, έχουν φτάσει πια στα όριά τους.

  1. - Πού έχεις χαθεί εσύ ρε τόσες μέρες;
    - Άσε, έχω μπλέξει με τις υπερεσίες... πολύ πακέτο σου λέω...

  2. - Την κάνω ρε φίλε, πήγε δωδεκάμισι. Τα λέμε αύριο;
    - Μπα, βαριέμαι Παρασκευιάτικα να έρθω υπερεσία, θα χτυπήσω καμιά αναρρωτική...
    - ΟΚ, καλό τριήμερο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μόριο της νεοελληνικής με πολλές χρήσεις και έννοιες:

  1. «όχι», καραμπινάτο
  2. κοντά, δίπλα (ενίοτε και «τσικ», αντιπαράβαλε με κλικ)
  3. διπλασιαζόμενο, λίγο-λίγο, κομμάτι-κομμάτι, αργά (και τσούκου τσούκου)

Προέρχεται από το πλατάγιασμα των οδόντων.

- Πάμε για ένα ποτάκι;
- Τσουκ...
- Έλα... το μπαρ είναι ένα τσουκ απ' εδώ...
- Τσουκ!
- Έλα, πάμε για ένα στο τσάκα -τσάκα... Τι λες;
- Τσουκ, είπαμε!
- Έχω και Porsche Cayenne!
- Μωρό μου, βεβαίως και όχι γρήγορα, πάμε τσουκ-τσουκ! Ξέρεις ότι έχεις όμορφα μάτια;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ταραμάς με γαλλική προφορά, που δεν προφέρεται το /ρ/.
Έχει μείνει απ' την φράση: «Να μιλήσουμε Γαλλικά. Μ' αγέσει ο ταγαμάς!» (ότα(ν) γαμάς).

Από εκεί και σε υπονοούμενα.

- Έχεις προσέξει τον Λούλη; Μου φαίνεται ότι του αρέσει ο ταραμάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λαρισαίικος διάλογος. Ακούγεται: πλιτς-πλατς. Από ανέκδοτο: είναι στο μπαράκι μια γκόμενα και δίπλα της ένας τύπος. Και οι δυο είναι μόνοι. Για να του πιάσει κουβέντα αυτή, τον ρωτάει:
- Πλήτ'ς (=Πλήττεις);
και αυτός απαντάει:
- Π'λάτ'ς (=Πελάτης).
χα, χα, χα, χα, χα.
Είναι από τα ανόητα ανέκδοτα του στυλ δεκατισάρ', σιμπιζάκι, κλπ.

- Τι έγινε ρε φίλε, πλιτς;
- Πλατς.
- ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ!
- ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ!
- ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ!
- ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ!

... και λοιπά (ε, τα παιδιά έχουν πιει ένα καλό γαράκι και γελάνε μέχρι πρωίας με τη μαλακία αυτή).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκ προστακτική του πιάνω, δηλαδή βάζω κάτι στο χέρι μου, στη παλάμη μου, εγχειρίζω, χουφτώνω. Αντί του «πιάσε».

Χρησιμοποιείται με την έννοια του φέρε, προσκόμισε.

Πιάκε 'να μπουκάλι μπύρα απ' την κασόνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως ήδη καταλάβατε, αποτελεί τη μετάφραση της λέξεως «πορτοκαλί» εις την μουρτζοβλάχικήν διάλεκτο. Απαντάται δε και εις την μπαστουνοβλαχικήν καθώς και εις την στρουγγοβλαχικήν.

Αι τοιαύται διαλέκτοι ομιλούνται συχνάκις εις την ακριτικήν περιοχή των Αγ. Αναργύρων, Περιστερίου και δει εις το μακρινό και ηρωϊκό Μπουρνάζι.

Δώστε βάση παρακαλώ στον παρακάτω ανθρωπολογικού περιεχομένου διάλογο ο οποίος έλαβε χώραν στην τοποθεσίαν «Ελληνάδικο SMS Club - Μπουρνάζι».

Βλαχλάντερ: «Ουρέ σκυλιέ! Πήρς κινούργ' αμάξ' ; Κι ειν' κι ιγωνιστικό τζιτι ααααα!!! (ώ φίλτατε! Ηγόρασες νέον αυτοκίνητον! Παρατηρώ δε ότι είναι αυτοκίνητο αγώνων τύπου GT! Έκτακτο!);»

Μητρουλεϊτορ: «Εμ βίβαια, του πήρα του κουλοφτιαγμένου κι μάλτσ' περτικαλί για να με τηράν οι τσούπρς! Χι χαα! (Μα ασφαλώς! Ηγόρασα βελτιωμένο δε μοντέλο ίνα με προσέχουν αι κορασίδαι! Ούραααα!)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάρα πολλοί Έλληνες, όταν χρησιμοποιούν λέξεις που καταλήγουν σε -ήσεις, -ίσεις, κάμουν το πρώτο σίγμα silent (tres chic). Αυτό συμβαίνει καθότι απλοποιείται και διευκολύνεται πολύ η προφορά της λέξης, καθώς τα δύο σίγμα απαιτούν καθαρότερη άρθρωση και μεγαλύτερη προσπάθεια από τον ομιλών.

Οι ερευνητές κατέληξαν ότι δεν προέρχεται από κάποιο μέρος της Ελλάδας ως ιδιωματισμός, αλλά μάλλον εμπίπτει στην κατηγορία Κό'α Κόλα , σε ένα τέ'αρτο, καθώς έχουν παρατηρηθεί από Καταυλακιώτες αλλά και Καρδιτσιώται.

  1. - Νjίκο, Νjίκο!
    - Έλα Γιώργο!
    - Έλα ήρθε ο κόσμος! Έλα να με βοηθή'εις! Μάζεψε και τις αιτή'εις από τις αυξή'εις από τις επιδοτή'εις μην τα πάρει κανένας!

  2. (Σε κατάστημα ειδών τεχνολογίας)
    - Και νά σε ρωτήσω, τι απαιτήσεις έχει αυτό το μηχανάκι;
    - Απαιτή'εις, απαιτή'εις, πρόσεχε μην την πατή'εις.... Καρ καρ καρ καρ!
    - Καλά...Μπορώ να απευθυνθώ σε κάποιο άλλο τμήμα;
    - Ναι, καλέστε τις πωλή'εις.

  3. - Έλα μωρό μου, θα έρθεις αύριο κατά τις 8 και τέ'αρτο να με ξυπνή'εις;
    - Να σε πάρω τηλέφωνο καλύτερα;
    - Όχι έλα να μου χτυπή'εις... Μπας και κάνουμε και τίποτα γυμναστικές ασκή'εις... Πρωινές...

πρβλ και -άειζ, -ήειζ, -ίειζ, -ώειζ, αύξη, ζγκατάψυξ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το επιτραπέζιο φωτιστικό σώμα, για τη μερίδα εκείνη των ανθρώπων που αδυνατούν να αποδεχθούν ότι στην ελληνική υπάρχουν ουσιαστικά που λήγουν σε σύμφωνο, εξ ου και η βολική κατάληξη (κατα το δοκούν). Στην ίδια κατηγορία ανήκουν επίσης τα φερμουάρ-ι, καλσόν-ι, ενώ υπάρχουν και τα λήγοντα σε -ο, όπως π.χ. το τάπερ-ο. [πληθυντικός τα φερμουάρ-ια, τα τάπερ-α κλπ]

  1. Πάλι βρε δε μου' φερες τα τάπερα; Και πού θα σου βάλω τώρα τα γεμιστά;

  2. Σβήστο βρε κούλα, το ρημάδι το λαμπατέρι να κοιμηθούμε καμιά ώρα!

βλ. και λαπιτόπι, σούτι, φωτοσούτι, μπήτι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified