Further tags

Ο αυνανισμός. Επίσης, πιο ακραία, το αυτοτσιμπούκωμα. Ναι, υπάρχει κι αυτό!

Το κατάστημα σήμερα λειτουργεί σελφ-σέρβις.

Got a better definition? Add it!

Published

Λογοπαίγνιο του «μπέρδεψα τη γλώσσα μου», με αυτοσαρκαστική διάθεση.

Το ουσιαστικό / αντικείμενο γίνεται ρήμα (γλώσσα > γλώσσεψα) και το ρήμα μετατρέπεται σε ουσιαστικό (μπέρδεψα > μπέρδα) και παίρνει θέση αντικειμένου στην πρόταση.

  1. Έτσι τονίζονται πιο εμφανώς τα λεκτικά λάθη στον προφορικό λόγο, όταν αλλοιώνουμε την εκφορά ή τον γραμματικό τύπο μιας σχετικά δυσπρόφερτης λέξης. Ή αλλοιώνουμε όλη την πρόταση, λόγω της βιασύνης να πούμε κάτι. Κοινώς, τα κάνουμε κουλουβάχατα. Έχει και το στοιχείο της «γλώσσας λανθάνουσας», βέβαια.

Απαντάται στις εφηβικές-νεανικές ηλικίες, όπου η γλώσσα / εκφραστικότητα δεν έχει φτάσει στην ωριμότητά της (αυτό γίνεται μετά τα 22 χρόνια και συνεχίζει ισόβια. Στα γερατειά, βέβαια, έχουμε άλλα προβλήματα…).

Το σκεπτικό της χρήσης του: «Γλώσσεψα την μπέρδα μου» είναι ότι είμαι σε θέση να πειραματίζομαι με την γλώσσα μου (ελληνικά), το οποίο μου δίνει ικανοποίηση / αυτοπεποίθηση.

Το θέμα είναι όμως, ότι με το να προκαταλαμβάνουμε τον συνομιλητή με την υπερβολική αντίδραση που συνάδει το «γλώσσεψα την μπέρδα μου», η επικοινωνία διακόπτεται. Ο άλλος δεν μπορεί να μας παρακολουθήσει.

Λέγεται επίσης:

  1. Όταν αντιμετωπίζουμε μια άγνωστη και δυσπρόφερτη λέξη ή πρόταση ή γλωσσοδέτη, όπου πραγματικά κουραζόμαστε μέχρι να την προφέρουμε σωστά.

  2. Η φράση βρίσκει εφαρμογή και στα λάθη πληκτρολόγησης.

  1. Γύρισα στη φίλη μου για να τη ρωτήσω τι παπούτσια πάνε με φούστα, αλλά γλώσσεψα την μπέρδα μου και φαντάζεστε! Τη ρώτησα «Τι φαστούνια πάνε με την π... τσα ...
    (= λεκτικό μπέρδεμα και φανέρωμα των σκέψεων του ομιλητή, δηλ. γλώσσα λανθάνουσα)

  2. - Αλλά, βρε συ, πιο ευκολοδιάβαστο όνομα δε μπορούσες να βρεις από το kirighdrai... εδώ και ώρα δε βγάζω άκρη... γλώσσεψα τη μπέρδα μου. (=γλωσσοδέτης)

  3. - Ωπαία τα λες! (=αντί: Ωραία τα λες!, λάθος πληκτρολόγηση)
    - Ουπς, γλώσσεψα την μπέρδα μου.

βλ. και χασίστες και φουντικοί, φρόας τας σένας, μουνάς, γελάκι...., καθώς και τα εκάστοτε σχόλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λίστα αυτή αποτελεί μικρό συμπλήρωμα του ανύπαρκτου λεξικού που ανάρτησε ο χρήστης acg. Δεδομένου ότι το φαινόμενο Miesens είναι πραγματικά απύθμενο, κρίνεται αναπόφευκτη την ανάγκη και για γ’ τόμο!

  • Μαύρα μιζάνυχτα, τα: έχουν όσοι δεν συμμετέχουν στο πάρτι αυτό!
  • Μιζαλίνα, η: η Μάτα Χάρη που χρηματίζεται εκατέρωθεν.
  • Μιζαλλόδοξος, ο: αυτός που δεν έχει πρόβλημα να χρηματίσει ή να χρηματιστεί σε διεθνές περιβάλλον.
  • Μιζεγγύηση, η: ειδική μορφή παρακαταθήκης, κατά την οποία πράγμα κινητό ή ακίνητο διεκδικούμενο παραδίνεται ανεπιστρπτί σε τρίτον (τον μιζεγγυητή) για διεκπεραίωση «εκκρεμών υποθέσεων».
  • Μιζέλληνας, ο: ο Έλληνας που χρηματίζεται και χρηματίζει.
  • Μιζθοδοσία, η: οι μηνιαίες αποδοχές πολιτικών όλων των κομμάτων από την Siemens.
  • Μιζοαστός, ο: το τυπικό κοινωνικό προφίλ του χρηματιζόμενου.
  • Μιζογειακά Προγράμματα, τα: κοινοτικά προγράμματα με χοντρό παραδάκι.
  • Το ποτήρι είναι μιζογεμάτο ή μιζοάδειο; : απορία αυτού που είτε λόγω ηθικών αναστολών είτε λόγω ανικανότητας δεν άρμεξε το σύστημα στο έπακρον.
  • Μιζογύνης, ο: αυτός που χρησιμοποιεί την θέση του σαν μοχλό για σεξουαλική ικανοποίηση με υφιστάμενες σου.
  • Μιζοξενία, η: Βλ. μιζαλλόδοξος
  • Μιζοτάκι, το: η κοτόσουπα στα γιαπωνέζικα. Εκ των miso (ζωμός) και take (κότα).
  • Μιζοτοιχία, η: συνέργειες πλουτισμού ανάμεσα σε τμήματα ιδιωτικής ή δημόσιας επιχείρησης, το αντίθετο των «σινικών τοίχων»
  • Ο Μιζτικός Δείπνος, ο: ακα το μεγάλο φαγοπότι
  • Πολιορκία του Μιζολογγίου, η: Η παρατεταμένη πολιτικοοικονομική μας κατάσταση τα τελευταία 30 και πλέον έτη.

- Είχα μαύρα μιζάνυχτα ότι για να χειρουργηθεί η φουκαριάρα η σλανγκομούnα μου έπρεπε να βάλω το σπίτι μου μιζεγγύηση στην μιζαλίνα μεγαλογιατρό!

- Ο τυπικός μιζοαστός μιζέλληνας δεν είναι καθόλου μιζαλλόδοξος! Δέχεται μιζοξενία από κάθε φυλή του Ισραήλ εν μέσω πολιορκίας του μιζολογγίου!

- Ο Krokus ήταν πρώτα στην μιζοδοσία της Ανατολικής Γερμανίας και μετά της Miesens!

- Κατά τον μιζτικό δείπνο, πολλοί αναρωτήθηκαν εάν το ποτήρι είναι μιζογεμάτο ή μιζοάδειο. Αυτά είναι ψευδοδιλλήματα είπε ο μεγάλος, φάτε μπόλικο μιζοτάκι να συνέλθετε γιατί έπονται και μιζογειακά προγράμματα!

Όταν η Τσέκου επισήμανε στον μιζογύνη Ζαχόπουλο για την ύπαρξη βίντεο, αυτός τραγούδησε πικρά: «Αχ ρε παλιο-μιζοφόρια τι τραβάν για σας τα’ αγόρια!»

- Οι μιζοτοιχίες επιτρέπουν στο τμήμα ανάλυσης της χρηματιστηριακής να πληρώνεται από τις εταιρείες που αναλύει!

Ο Μιζτικός Δείπνος (από Vrastaman, 25/03/09)(από Vrastaman, 29/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προκύπτει με παράφραση της γνωστής παροιμίας: Ο καλός ο καπετάνιος στη φουρτούνα φαίνεται, που εκφράζει πως η πραγματική ικανότητα εκδηλώνεται στο χειρισμό των δύσκολων καταστάσεων.

Μπορεί κάποιος κατά το ατομικό σεξ να αποδεικνύεται ως καλός κωπηλάτης και καλός καπετάνιος αφού πιάνει τον στόχο του (αποτέλεσμα σύμφωνο προς τις βαράγκιες προδιαγραφές). Μπορεί επίσης κάποιος, σε ένα γήπεδο δυο εραστών να φαίνεται, πως ελέγχει το παιχνίδι, συνεισφέροντας τα μάλα στην επίτευξη της κοινής σεξουαλικής απόλαυσης. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση παρτούζας;

Εδώ οι μανατζερίστικες απαιτήσεις για τον ρόλο του καπετάνιου μεγαλώνουν. Ως καπετάν παρτούζας, οργανώνει μετά από διασπερματευτικές διαδικασίες το πλήθος, στο παρτούζαπρότζεκτ, ώστε να μην διακυβευτούν τα θέλω κάποιου κατά την επερχόμενη παρτούζα και ξεσπάσουν φουρτούνες. Γι' αυτό συμφωνείται και καλά ένα άτυπο σενάριο δράσεων και ένα άτυπο συμβόλαιο μεταξύ των διαφόρων ούζερς για να μην έχουμε λούζερς κατά το συλλογικό έργο του χτίσιμου της γέφυρας του ποταμού Γαμάει. Λέμε τώρα!

Αργότερα, κατά τη διάρκεια του αγώνα, λειτουργεί ως παίκτης που προφυλάσσει τον εαυτό του από αθέμιτες διαδικασίες, αλλά κι ως συντονιστής της διαδικασίας (π.χ: προσέχει τα νώτα του από την επέμβαση κάποιου παλιάς κοπής θεού Ποσειδώνα που μπαγαπόντικα, πάει με την τρίαινά του, εκτός κοντράτου, να προκαλέσει φουρτούνα, κάνοντας σουρωτήρι τον κώλο κάποιου, ενώ, σαν Δίας πάλι, κατακεραυνώνει τον παραβάτη που τόλμησε να σπάσει την ομερτά). Στο γήπεδο, θες η συγκυρία, θες και κάποια ανομολόγητα «θέλω» κάποιων, θες και κάποια παλιά τεφτέρια κι η πατατιά ...γίνεται. Γι' αυτό ο καλός ο καπετάνιος στην παρτούζα φαίνεται.

Η δημοκρατική ευαισθησία δεν έχει περιθώρια δράσης. Όπως οφείλει να λειτουργεί σε οποιοδήποτε κοινωνικό σύνολο, έτσι πρέπει να λειτουργεί και εντός ενός πλήθους παρτουζιάρηδων. Κι ένας καπετάνιος ενός τέτοιου συνόλου οφείλει και καλά, σαν πρόεδρος της δημοκρατίας του συγκεκριμένου συνόλου, να τηρεί τα συμφωνημένα πρωκτόκολλα.

- Γαμώ το Δία μου!
- Τον συνταξιοδοτημένο θεό;
- Όχι ρε. Τον ξερόλα που έλεγε πως έχει λάβει μέρος στις... παρτούζες και πως έχει τις... οργανωτικές ικανότητες. Πίπες! Λειτουργούσαμε ασυντόνιστα. Βρε να τους λέω: Να οργανωθούμε βρε παιδιά. Να οργανωθούμε. Ανάφτε το φως επιτέλους. Έχω φάει πέντε και δεν έχω ρίξει κανένα. Άσε... της πουτάνας γινόταν. Στο τέλος τσακωθήκαμε.
- Εμ, ο καλός ο καπετάνιος στην παρτούζα φαίνεται φίλε μου.

καπετανάκι , το (από ο αυτοκτονημενος, 21/03/09)Καπετάν Γκουσγκούνης (από GATZMAN, 19/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λήμμα εμπνευσμένο από τίτλο (υπαρκτής;) «ερωτικής ταινίας» ο οποίος παρωδεί το θεατρικό έργο «Ο έμπορος της Βενετίας» του Σακεσπύρου.

Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει κάποιον που έχει εξαιρετικές ικανότητες σε έναν τομέα ή ως ειρωνικό συνώνυμο του γκραν γαμάω.

α)
- Μαααλάκα... πως κατάφερες να ξαναστήσεις ολόκληρο το LAN του κτιρίου σε 5 λεπτά;!
-Αγόρι μου... δεν με λένε τυχαία «έμπειρο της Βενετίας» στο networking...

β)
-Σου λέω μην αγοράσεις άλλες μετοχές... η επιχείρηση είναι φιάσκο...
-Κοίτα ρε τη νούλα που την είδε «έμπειρος της Βενετίας» και δίνει και συμβουλές!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αρχική εκδοχή του γνωμικού παραπέμπει στο εξιδανικευμένο γυναικείο πρότυπο του χθες το οποίο πλέον σώζεται μόνο στα έργα του παλαιού Ελληνικού κινηματογράφου: της γυναίκας-τιραμόλα που αφενός είχε τον άνδρα της πασά στα Γιάννενα, αφεδύο ασκούσε πλήρη κυριαρχία στο νοικοκυριό - επικράτειά της, το οποίο συνήθως συμπεριλάμβανε κάποιο σαχλοκούδουνο για δουλικό.

Οι κοινωνικές συνθήκες μετεξελίχτηκαν έκτοτε, και η «εξιδανικευμένη» γυναίκα πλέον συμμετέχει με τον άνδρα ισότιμα τόσο στον επαγγελματικό στίβο όσο και στα του οίκου τους. Ωσεκτουτού, και υπό το σημερινό slangically correct πρίσμα, η έκφραση αντικατοπτρίζει κάτι εντελώς διαφορετικό: Η καλή νοικοκυρά (όπως, άλλωστε, και ο καλός νοικοκύρης) πειραματίζεται στο κρεβάτι με παιχνίδια υποταγής με έντονα στοιχεία μαζοχισμού (Δούλα) τα οποία εναλλάσσονται quid pro quo με *οδοντωτά/αυταρχικά κόλπα *σαδιστικής φύσεως ***(Κυρά)***.

Assist: Mes

Βαγγέλας: Βρε πούστη μου τελικά τι διαφοροποιεί το Λίλιαν από όλα τα άλλα αμαρτωλά; Ασκεί μια απίστευτη γοητεία ακόμα και σε μας που συμφιλιωθήκαμε με την ομοφυλοφιλία!

Πέρι: Η καλή νοικοκυρά είναι δούλα και κυρά!

Βαγγέλας: Μιλάς με γρίφους, γερομπινέ μου!

Πέρι: Το Λίλιαν είναι μια κατά Sacher-Masoch Αφροδίτη με τη Γούνα που όμως μπορεί και γαμάει και δέρνει σύμφωνα με τις παραδόσεις του Sade!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η γυναίκα, που όπως η Κάρε Ότις στην ταινία «Άγρια Ορχιδαία» κάνει τα αρχιδάκια του κάθε αρσενικού να παθαίνουν ταράκουλο από την υπερπαραγωγή σπερματοζωαρίων.

  2. Ο άνθρωπος που έχει μία ή περισσότερες από τις παρακάτω ιδιότητες σε άγριο βαθμό: αρχίδι, αρχιδόπουστας, αρχίδαμος, αρχιδολεβιές σπασαρχίδης ή και σλανγκαρχίδης-σλανγκαρχίδω.

Κάντε το τεστ του Vrastaman στο λήμμα σλανγκαρχίδης, ο - σλανγκαρχίδω, η κι αν έχετε 9 με 10 βαθμούς, τότε είστε άγρια (σλανγκ-)αρχιδαία, αγγλιστί: Wild Slang-orchid !

Άγρια Ορχιδαία & Αρχιδαία! (από Dirty Talking, 11/03/09)Άγρια Ορχιδαία απλώς. (από Dirty Talking, 11/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το «υγιεινή διατροφή», είναι η σεξουαλική διαστροφή που κάνει καλό στην υγεία, λόγω γυμναστικής άσκησης κ.τ.ο. Την αποφεύγουν κακώς οι δύσπουτσοι.

Ασίστ: Τζίμης Πανούσης μέσω Χαλικούτη και margie.

- Αδυνάτισε ο Πέρι, αλλά κι έχτισε κιόλας.
- Τρώει υγιεινή διαστροφή με τον μπαρμπα-Μπρίλιο! Πρώτα κάνει τζόγκινγκ γιατί ο γερομπινές τον κυνηγάει να τον γαμήσει, και μετά ενόργανη γυμναστική. Πολύ υγιεινές συνήθειες!

Χαλικουτόμηδο (από Hank, 11/03/09)(από Khan, 18/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σημείο αναλαμπής κατόπιν επίπονων προσπαθειών.

Συνδυασμός εκ της γνωστής φαραωνικής σύλληψης και της γνωστής αγγλοσαξονικής εκφράσεως.

- Α, τώρα το έπιασα!
- Εκτροπή του a-hellow τό'κανες δικέ μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τυπάς που βάζει περούκες σαν αυτές απ' το Bellas TV.

- Ρε, γιατί έβαλες αυτή την καούκα; Σα μπελάς τιβής είσαι!

Δείγμα (από poniroskylo, 07/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified